Η Διευθύντρια της ΚΗ΄Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων Κατερίνα Περιστέρη μιλά με τα καλύτερα λόγια για τον αρχαιολόγο Μανόλη Ανδρόνικο που έγραψε ιστορία στην ετήσια περιοδική έκδοση «Μικρασιατική σπίθα» της Αδελφότητας Μικρασιατών Ν.Σερρών «ο Άγιος Πολύκαρπος» το 2010!
Η ίδια περιγράφει τις στιγμές που έζησε με τον μεγάλο αρχαιολόγο λέγοντας χαρακτηριστικά πως ήταν η αγαπημένη του φοιτήτρια, ενώ εξηγεί πως όλοι οι φοιτητές παρακολουθούσαν με μεράκι τα μαθήματα του. Η ίδια περιγράφει την κορυφαία στιγμή του Ανδρόνικου με την σπουδαία ανακάλυψη που άφησε εποχή και χρησιμοποιεί τα λόγια του " δεν φαντάζομαι να έχει γίνει δεκτή ποτέ άλλοτε μια αρχαιολογική ανακοίνωση με τόσο ενθουσιασμό και συγκίνηση». Αυτά που η κ.Περιστέρη έγραφε για τον Ανδρόνικο το 2010 τα ζει με την ίδια ένταση το 2014 με την σπουδαία ανακάλυψη της στην Αμφίπολη! Και όπως τότε έτσι και τώρα όλος ο κόσμος περιμένει με αγωνία τις αρχαιολογικές ανακοινώσεις της. Επίσης ένα ακόμα χαρακτηριστικό είναι πως και τότε υπήρχαν οι αντιρρήσεις αλλά και αμφισβητήσεις των αρχαιολόγων όπως και σήμερα όμως όπως λέει ο ανασκαφέας γνώριζε και όλα στην πορεία ξεπεράστηκαν…
ΔΕΙΤΕ ΤΙ ΕΓΡΑΨΕ Η ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΠΕΡΙΣΤΕΡΗ ΤΟ 2010
ΜΑΝΟΛΗΣ ΑΝΔΡΟΝΙΚΟΣ
«Ένας αξέχαστος δάσκαλος και αρχαιολόγος»
Μανόλης Ανδρόνικος! Με όμικρον το "Μανώλης" όπως ήθελε να το γράφει ο αείμνηστος δάσκαλος. Ο δάσκαλος με το μειλίχιο χαμόγελο, που οι φοιτητές και οι φοιτήτριες του απολαμβάναμε τα μαθήματα του στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο στη Σαλονίκη. Τυχερή, γιατί ήμουν από τις αγαπημένες φοιτήτριες του σε όλο το διάστημα της φοιτητικής μου ζωής, που παρακολουθούσε τα μαθήματα του για την Αρχαία Ελληνική τέχνη με μεράκι. Κρεμόμασταν θυμάμαι, όλοι από τα χείλη του. Ήξερε να διηγείται τόσο όμορφα την ιστορία του τόπου μας και να μας ταξιδεύει στον αρχαίο κόσμο, μεταλαμπαδεύοντας μας την ατέλειωτη αγάπη του για την Ελλάδα και ιδιαίτερα την Μακεδονία.
Ήταν ο άριστος αρχαιολόγος που μας οδηγούσε στα χνάρια της αρχαίας ελληνικής τέχνης μέσα από την γνώση του, την εμπειρία του, την δική του ακούραστη αρχαιολογική σκαπάνη χρόνων στην Βόρεια Ελλάδα. Ο άνθρωπος που έχουνε πάνω στα φοιτητικά μας θέματα με βαθειά δημοκρατικότητα και αγάπη για όλους εμάς, τους φοιτητές του, τα πνευματικά του παιδιά. Κι εμείς τον αγαπούσαμε πολύ και τον αγαπάμε ακόμα, γιατί βρίσκεται πάντα στα βάθη της καρδιάς μας ο αιώνιος δάσκαλος να καθοδηγεί τα βήματα μας σε δύσκολους καιρούς.
Για όσους δεν είχαν την τύχη και την χαρά να τον γνωρίσουν από κοντά, να μάθουν από την αστείρευτη γνώση του, να πάρουν κουράγιο από τον συνεχή και συνεπή αγώνα του στον επιστημονικό στίβο θα πρέπει να αναφερθούν μερικά βασικά στοιχεία για την ζωή και το έργο του.
Γεννημένος στην Προύσσα της Μικράς Ασίας τον Οκτώβρη του 1919, βρέθηκε παιδί μαζί με τους πρόσφυγες γονείς του στη Σαλονίκη, το 1922. Λάτρης της ποίησης του Παλαμά, του Ελύτη και του Σεφέρη, σπούδασε στην Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Αριστεύοντας, όπως σε όλους τους τομείς της ζωής τους, το 1952 γίνεται καθηγητής της Κλασικής Αρχαιολογίας στο ΑΠΘ. Το 1954 και το 1955 συμπλήρωσε τις σπουδές του στην Οξφόρδη με τον Sir John D. Basley. Το 1957 εκλέγεται υφηγητής της Αρχαιολογίας στο ΑΠΘ. Τέσσερα χρόνια αργότερα γίνεται έκτακτος καθηγητής στην Β´ έδρα Αρχαιολογίας και το 1964 τακτικός καθηγητής στην ίδια έδρα. Παράλληλα, η αφοσίωση του στα γράμματα τον ωθεί στο να ιδρύσει μαζί με φίλους τον Σύλλογο "η Τέχνη". Αν και δεν του πολυαρέσουν τα ταξίδια, πηγαίνει παντού, ακόμα και στη Μέση Ανατολή. Διατελεί κοσμήτωρ της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου (1968-1969). Υπήρξε μέλος του Αρχαιολογικού Συμβουλίου (1964-1965) της Αρχαιολογικής Εταιρείας Αθηνών, της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών, της Association Internationaledes Critiques d'art καθώς και του Γερμανικού Αρχαιολογικού Ινστιτούτου του Βερολίνου. Έλαβε μέρος με ανακοινώσεις σε πολλά διεθνή συνέδρια, γνωρίζοντας καλά Γερμανικά, γαλλικά και Αγγλικά.
Μόνιμος κάτοικος της οδού Παπάφη στη Σαλονίκη, παντρεμένος με την Ολύμπια Κακουλίδου, υπηρέτησε στην Αρχαιολογική Υπηρεσία και πραγματοποίησε αρκετές ανασκαφές στην Βέροια, την Νάουσα, το Κιλκίς, την Χαλκιδική, τη Σαλονίκη, με κύριο ανασκαφικό έργο στη Βεργίνα, όπου έφερε στο φως ένα σημαντικότατο νεκροταφείο τύμβων γεωμετρικών χρόνων και συνέχισε σε συνεργασία με τον Γ.Μπακαλάκη την ανασκαφή του Ελληνιστικού Ανακτόρου που είχε αρχίσει ο Κ.Α.Ρωμαίος το 1937.
Κορυφαία στιγμή στην καριέρα του αποτελεί η 8η Νοεμβρίου 1977 όταν ανακαλύπτει στην Βεργίνα το μυστικό της Μεγάλης Τούμπας. Η ανασκαφική του σκαπάνη δένει στο φως τον ασύλητο με ανεκτίμητα ευρήματα, Βασιλικό τάφο του Φιλίππου Β´ της Μακεδονίας, μια από τις σπουδαιότερες αρχαιολογικές ανακαλύψεις του 20ου αιώνα σε παγκόσμιο επίπεδο. Προηγήθηκε η αποκάλυψη ενός υπέργειου οικοδομήματος του Ηρώου, καθώς και του συλημένου τάφου της Περσεφόνης, όπως μαρτυρεί το θέμα των τοιχογραφιών που κοσμούν το εσωτερικό του.
Ο ίδιος ο ανασκαφέας θα έγραφε αργότερα σχετικά μ την συνταρακτική αυτή ανακάλυψη: "αυτό το μυστικό το ονειρευόμουν από τότε που έκανα την πρώτη δοκιμή το 1952. Ο στόχος της αρχαιολογικής έρευνας έμενε πάντα καθαρός, σταθερός και καίριος, ωστόσο το ανθρώπινο πάθος λειτουργούσε το ίδιο έντονα και επίμονα".
Η αίθουσα της Αρχαιολογικής Εταιρείας όπου μερικές μέρες αργότερα μίλησε για την ανακάλυψη του, πλημμύρισε από κόσμο όπως ο ίδιος περιγράφει:" δεν φαντάζομαι να έχει γίνει δεκτή ποτέ άλλοτε μια αρχαιολογική ανακοίνωση με τόσο ενθουσιασμό και συγκίνηση. Ήταν φανερό πως τα ευρήματα λειτουργούσαν κιόλας πολύ πέρα από την αυστηρά επιστημονική περιοχή. Για μια ακόμη φορά, ο θρύλος του Μεγαλέξανδρου είχε αγγίξει τις καρδιές των Μακεδόνων". Αλλά ο ανασκαφέας ήταν ρεαλιστής. Ήξερε καλά ότι ανάμεσα στους συναδέλφους του υπήρχαν αντιρρήσεις, όχι μόνο για τον χαρακτηρισμό των Βασιλικών Τάφων, αλλά, κυρίως, επειδή είχε ταυτίσει τον νεκρό της Χρυσής Λάρνακας με τον Φίλιππο Β´ και την Βεργίνα με τις Αιγές. Η άποψη του θα ενδυναμωνόταν αργότερα χάρη και στο βιβλίο του Νικόλας Χάμοντ που δεν άφηνε αμφιβολίες για την ακριβή θέση της παλαιάς πρωτεύουσας της Μακεδονίας. Ως προς την ταύτιση του νεκρού με τον Φίλιππο Β' όμως υπήρχαν αμφισβητήσεις στο Αριστοτέλειο για κάποιο χρονικό διάστημα, που όμως ξεπεράστηκαν.
Είκοσι χρόνια μετά την ανακάλυψη των Βασιλικών Τάφων και πέντε χρόνια από τον θάνατο του μεγάλου αρχαιολόγου, το Μορφωτικό Ίδρυμα της Εθνικής Τράπεζας εξέδωσε το Χρονικό της Βεργίνας του Μανόλη Ανδρόνικου. Στο βιβλίο αυτό ο μεγάλος αρχαιολόγος συνταιριάζει αρμονικά την γοητεία και την γλαφυρότητα της αφήγησης με την επιστημονική εγκυρότητα για να περιγράψει την περιπέτεια της ανασκαφής. Δεν πρόκειται για ημερολόγιο, αλλά για χρονικό: την καταγραφή από μνήμης, και εκ των υστέρων, μιας ανασκαφής που κράτησε είκοσι πέντε χρόνια.
Σε αποσπάσματα από το παραπάνω βιβλίο ο ανασκαφέας αφηγείται συγκινημένος πως βρέθηκε μπροστά στον ασύλητο τάφο του βασιλιά Φιλίππου Β' και με λαχτάρα πρωτοστάτησε στο άνοιγμα του:
"Πήρα το τσαπάκι της ανασκαφής, που έχω μαζί μου από το 1952 έσκυψα στο λάκκο και άρχισα να σκάβω με πείσμα και αγώνα με το χώμα κάτω από το κλειδί της Καμάρας. Ολόγυρα ήταν μαζεμένοι οι συνεργάτες μου. Συνέχισα το σκάψιμο και σε λίγο ήμουν βέβαιος. Η πέτρα του δυτικού τοίχου ήταν απείραχτη, στέρια. Είναι ασύλητος! Είναι κλειστός. Ήμουν ευτυχισμένος βαθιά. Είχα λοιπόν βρει τον πρώτο ασύλητο Μακεδονικό τάφο. Εκείνη τη στιγμή δεν ενδιαφερόμουν για τίποτα άλλο. Εκείνη τη νύχτα -όπως και όλες τις επόμενες- στάθηκε αδύνατο να κοιμηθώ περισσότερο από δυο τρεις ώρες. Γύρω στις 12, τα μεσάνυχτα πήρα το αυτοκίνητο και πήγα να βεβαιωθώ αν οι φυλακές ήταν στην θέση τους. Το ίδιο έγινε και στις 2 και στις 5 το πρωί.
Οπωσδήποτε συλλογιζόμουν, μέσα στη σαρκοφάγο πρέπει να κρύβεται μια ωραία έκπληξη. Η μονή δυσκολία που συναντήσαμε ήταν πως την ώρα που ανασηκώσαμε το κάλυμμα είδαμε καθαρά πια το περιεχόμενο και έπρεπε να μπορέσουμε να κρατήσουμε την ψυχραιμία μας και να συνεχίσουμε την δουλειά μας, μόλο που τα μάτια μας είχαν θαμπωθεί απ´ αυτό που βλέπαμε και η καρδιά μας πήγαινε να σπάσει από συγκίνηση. Μέσα στη σαρκοφάγο υπήρχε μια ολόχρυση λάρνακα. Επάνω στο κάλυμμα της ένα επιβλητικό ανάγλυφο αστέρι με δεκάξι ακτίνες και στο κέντρο του ένας ρόδακας.
Με πολλή προσοχή και περισσότερη συγκίνηση ανασηκώσαμε το κάλυμμα με το αστέρι, πιάνοντας το από τις δυο γωνίες της μπροστινής πλευράς. Όλοι μας περιμέναμε να δούμε μέσα σε αυτήν τα καμένα οστά του νεκρού. Όμως αυτό που αντικρίσαμε στο άνοιγμα της μας έκοψε για μια ακόμη φορά την ανάσα, θάμπωσε τα μάτια μας και μας πλημμύρισε δέος : πραγματικά μέσα στη λάρνακα υπήρχαν τα καμένα οστά. Αλλά το πιο απροσδόκητο θέαμα το έδινε ένα ολόχρυσο στεφάνι από φύλλα και καρπούς βελανιδιάς που ήταν διπλωμένο και τοποθετημένο πάνω στα οστά. Ποτέ δεν είχα φανταστεί μια τέτοια ασύληπτη εικόνα.
Μπορώ να φέρω στη συνείδηση μου ολοκάθαρα την αντίδραση που δοκίμασα καθώς έλεγα μέσα μου:" Αν η υποψία που έχεις πως ο τάφος ανήκει στον Φίλιππο, είναι αληθινή - και η Χρυσή λάρνακα ερχόταν να ενισχύσει την ορθότητα αυτής της υποψίας- κράτησες στα χέρια σου τη λάρνακα με οστά του. Είναι απίστευτη και φοβερή μια τέτοια σκέψη, που μοιάζει εντελώς εξωπραγματική. Νομίζω πως δεν έχω δοκιμάσει στη ζωή μου τέτοια αναστάτωση, ούτε και θα δοκιμάσω ποτέ άλλοτε.
Ο Μανόλης Ανδρόνικος έφυγε από την ζωή σε ηλικία 73 χρόνων, στις 30 Μαρτίου 1992, ύστερα από πολύμηνη μάχη με τον Καρκίνο. Ο μεγάλος μαχητής έφυγε ήρεμος, σίγουρος ότι είχε επιτελέσει το καθήκον του απέναντι στην πατρίδα του ως επιστήμονας και ως άνθρωπος. Η παρουσία του όμως παραμένει έντονη τόσο στην Βεργίνα όσο και σε ολόκληρη την Ελλάδα. Είναι σαν να μην έφυγε ποτέ από την Μακεδονία και την καρδιά μας...
ΤΟΥ ΓΙΑΝΝΗ ΔΕΛΗ
Πηγή: fonh.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου