Amfipoli News: Η ιστορία της ΟΙΣΥΜΗΣ και της ΑΝΑΚΤΟΡΟΥΠΟΛΙΣ

Σάββατο 11 Απριλίου 2015

Η ιστορία της ΟΙΣΥΜΗΣ και της ΑΝΑΚΤΟΡΟΥΠΟΛΙΣ


Πολύ πριν από την άφιξη των Ελλήνων στην ελλαδική χερσόνησο και, συνεπώς και στην περιοχή του Παγγαίου και του Συμβόλου όρους, κατοικούσαν εδώ οι προέλληνες, λεγόμενοι αλλιώς και Πελασγοί, για την ύπαρξη των οποίων και στην περιοχή μας μίλησε ο Αισχύλος, σ' ένα θαυμάσιο χορικό της τραγωδίας του ΙΚΕΤΙΔΕΣ, ως εξής: Εγώ είμαι ο Πελασγός, γιος του ντόπιου αρχαίου κατοίκου αυτής της χώρας και ηγέτης της. Σωστά από μένα τον βασιλιά του πήρε τ' όνομά του το γένος των Πελασγών, που καρπώνεται αυτήν εδώ τη χώρα. Και διαφεντεύω ολάκερη τη χώρα που εκτείνεται προς τα δυτικά, μέσα από την οποία κυλάει τα νερά του ο αγνός Στρυμόνας.

Ήταν όμως το μέγα έθνος των Θρακών εκείνο που κατείχε ακόμη κι από τα προϊστορικά χρόνια, πέρα από άλλες περιοχές κι ολόκληρη την μεταξύ του Νέστου και του Στρυμόνα περιοχή, που μέχρι την εποχή του βασιλιά των Μακεδόνων Φιλίππου του Β' εθεωρείτο Θράκη.

Στην εποχή του τρωικού πολέμου, στην περιοχή αυτή είναι εγκατεστημένα, μαζί με τα άλλα θρακικά φύλα, και κάποια υπολείμματα των Φρυγών, που παλιότερα ζούσαν στη Δυτική Μακεδονία, με έδρα την Έδεσσα και γνωστούς βασιλιάδες τον Γόρδιο και τον Μίδα, ο κύριος όγκος τους, όμως, είχε μεταναστεύσει ήδη πολύ νωρίτερα στη βορειοδυτική Μικρά Ασία.

Ίσως, λοιπόν, αυτή η φυλετική συγγένεια να εξηγεί το γεγονός ότι η μεν Εκάβη, η πρώτη σύζυγος του Πριάμου, του μυθικού βασιλιά των Τρώων ήταν Φρύγισσα από τη Φρυγία της Μικράς Ασίας, η δε δεύτερη σύζυγος του Πριάμου, μια βασίλισσα όμορφη σαν τις θεές του Ολύμπου, είχε γεννηθεί στην Αισύμη, όπου είχαν απομείνει όσοι Φρύγες δεν είχαν φύγει για τη Μικρά Ασία. Ας ακούσουμε, όμως τον Όμηρο να μας μιλάει για τη βασίλισσα αυτής εδώ της πόλης, στην Θ’ Ραψωδία της Ιλιάδας του: «…Είπε, κι' έριξε άλλη μια σαϊτα από τη νευρά του αντίκρυ στον Έκτορα, και η καρδιά του λαχταρούσε να τον πετύχει. Εκείνον δεν τον πέτυχε, χτύπησε όμως με το βέλος του τον αψεγάδιαστο Γοργυθύωνα, το δυνατό γιο του Πρίαμου, κατάστηθα. Αυτόν τον γέννησε μάνα πού είχε έρθει νύφη από την Αισύμη, η όμορφη Καστιάνειρα, στο κορμί όμοια με τις θεές- κι έγειρε το κεφάλι του από τη μια μεριά, σαν παπα­ρούνα μέσα σε κήπο, πού έχει βαρύνει από το σπόρο της και από τις ανοιξιάτικες δροσοσταλίδες. Έτσι από τη μια μεριά έγειρε το κεφάλι του, καθώς το βάραινε ή περικεφαλαία».

Εδώ που βρισκόμαστε σήμερα, άκμασε μια από τις αρχαιότερες πόλεις της Βορείου Ελλάδος, η Αισύμη, όπως λεγόταν στην ομηρική περίοδο, που έγινε αργότερα Οισύμη, κτισμένη στην καλά προφυλαγμένη από τους ανέμους νοτιοδυτική παραλία του κόλπου των Ελευθερών, στους νότιους πρόποδες του Συμβόλου όρους, το οποίο, εκείνη την εποχή, ονομαζόταν Βίβλινα όρη, ολόκληρη δε η περιοχή του Βιβλία Χώρα, όπου και παραγόταν ο περίφημος στην αρχαιότητα βίβλινος οίνος. Όλη η περιοχή ήταν πλούσια σε γεωργικά αγαθά, ναυπηγήσιμη ξυλεία και πολύτιμα μέταλλα και γι’ αυτό η πόλη άκμασε ήδη κατά την απώτερη αρχαιότητα σε τέτοιο βαθμό, ώστε να δώσει επίσημη σύζυγο στον ισχυρότερο βασιλιά της Ανατολικής Μεσογείου, τον Πρίαμο της Τροίας.

Το όνομα της πόλης το βλέπουμε συχνά γραμμένο πάνω στις σφραγίδες που υπήρχαν στους λαιμούς των αρχαίων αμφορέων με τον βίβλινο οίνο που παραγόταν στα εύφορα αμπέλια της, όπως είναι μια σφραγισμένη λαβή αμφορέα με την επιγραφή ΟΙ- ΣΥΜΑΙΩΝ/ ΠΑΝΤΙΜΟΥ που βρήκε ο Γ. Μπακαλάκης στην πρώτη ανασκαφή στο εσωτερικό της αρχαίας πόλης, στα 1938 και μια δεύτερη ενσφράγιστη λαβή με πολύ φθαρμένο σφράγισμα ΟΙΣΥ ΜΑΙΩΝ, που βρέθηκε το 1968.

Η πόλη της εποχής του τρωικού πολέμου, που τα αρχαιολογικά ίχνη της φθάνουν, πράγματι, μέχρι την πρώιμη εποχή του σιδήρου, έδωσε τη θέση της, τον 7ο αιώνα π.Χ., σε μια από τις ισχυρότερες αποικίες της Θάσου, την οποία λίγο νωρίτερα είχαν αποικίσει άποικοι από το νησί της Πάρου. Ήδη από τις πρώτες επιφανειακές έρευνες της περιοχής, που είχαν γίνει προπολεμικά από τον Γ. Μπακαλάκη και τον P. Collart, είχαν επισημανθεί στην ακρόπολη οι περίβολοι των τειχών, καθώς και λείψανα κτιρίων στο εσωτερικό των περιβόλων, είχε όμως εντοπιστεί και η επέκταση της αρχαίας πόλης έξω από τον περίβολο, στις νοτιοανατολικές υπώρειες του λόφου της ακρόπολης, προς το φυσικό λιμάνι.

Στα τείχη της αρχαίας ακρόπολης έχουν επιση­μανθεί δύο κτηριακές φά­σεις. Κατά την αρχαιότερη, που είναι παρόμοια με αυ­τή της Νεάπολης (Καβάλα) και της Αντισάρας (Καλαμίτσα), έχουν χρησιμοποιη­θεί πλίνθοι από τοπικό γρα­νίτη. Στη δεύτερη, οι πλίν­θοι από γρανίτη είναι ορθογωνισμένοι και πιο προσε­κτικά λαξευμένοι.

Στην κορυφή του λόφου υπήρχε κτισμένος ένας αρχαϊκός ναός, που χρονολογείται στα τέλη του 6ου αι. π.Χ. Οι ανασκαφές που έγιναν σ’ αυτόν, (παρά τις μεγάλες καταστροφές που προξένησαν οι Βούλγαροι, όταν, στα τέλη του Α' Παγκοσμίου Πολέμου, εγκατέστησαν εκεί στρατιωτικές εγκαταστάσεις), αποκάλυψαν, ανάμεσα σε άλλα ευρήματα, και πολλά πήλινα ειδώλια, που απεικονίζουν μια γυναικεία μορφή, καθώς και νομίσματα με τη λέξη "ΟΙΣΥΜΑΙΩΝ" και με παράσταση της κρανοφόρου Αθηνάς. Έτσι, οι επιστήμονες δεν έχουν πια καμιά αμφιβολία, για το ότι στην ακρόπολη της Οισύμης λατρευόταν μια γυναικεία θεότητα, που δεν ήταν άλλη από την Αθηνά, η οποία, ως διάδοχος της θεάς των μυκηναϊκών ακροπόλεων, επιβιώνει ω: Αθήνα Πολιούχος στις ακροπόλεις των ελληνικών πόλεων, διατηρώντας παράλληλα χαρακτηριστικά της προελληνικής μητριαρχικής θεότητας.


Πράγματι, όπως έδειξαν οι ανασκαφές, στις αρχές του 5ου π.Χ. αιώνα οι αρχαιότεροι ναοί της θεάς, τόσο στη μητρόπολη Θάσο, όσο και στην αποικία της Οισύμη, καταστράφηκαν κι αντικαταστάθηκαν από νέους. Στην ακρόπολη της Οισύμης, ο αρχαϊκός ναός αντικαταστάθηκε από ένα μεγαλύτερο και μνημειακότερο ναό. Η ανέγερση νέων ναών στα αρχαιότερα ιερά (δηλ αυτά της Αθηνάς), και στη μητρόπολη και στην αποικία, εντάσσεται, πιθανότατα, σ’ ένα ευρύτερο, κτιριακό πρόγραμμα, που πρα­γματοποιήθηκε συγχρόνως στη μητρόπολη και στην αποικία και το οποίο δεν πρέπει να ήταν άσχετο με τη γενική ανασυγκρότηση της Θάσου, μετά τους Περσικούς πολέμους. Πρόκειται, άλλωστε, για ένα γενικότερο φαινόμενο του ελληνικού κόσμου, που συνδέεται με τις καταστροφές των πόλεων και των ιερών τους στη διάρκεια Περσικών πολέμων, που τις ξέρουμε καλά από την ακρόπολη των Αθηνών, και στο οποίο θα μπορούσε να ενταχθεί επίσης η ανέγερση του μεγάλου ιωνικού ναού της Παρθένου στη Νεάπολη και του αντί­στοιχου ναού στη Θέρμη. Όπως, επίσης, και στη Θάσο έτσι και στην Οισύμη, η κατασκευή του νεότερου, μνημειακού ναού πρέπει να είναι σύγχρονη με εργασίες που έγιναν στα τείχη και των δύο πόλεων. Στη Θάσο, τα γκρεμισμένα από τον Ιστιαίο τείχη επανακατασκευάζονται την ίδια εποχή με την ανέγερση του νέου ναού της Αθηνάς Πολιούχου. Στην Οισύμη, ο βόρειος περίβολος, ο οποίος επεκτείνει την οχύρωση της ακρόπολης ως τους πρόποδες του λόφου, εμφανίζει την ίδια τοιχοδομία με το ναό της νεότερης φάσης, με τον οποίο πρέπει να είναι σύγχρονος



Το αρχαϊκό και κλασσικό νεκροταφείο, που εντοπίστηκε το 1964 στους αμμόλοφους της παραλίας, νότια της αρχαίας ακρόπολης και δυτικά του βυζαντινού φρουρίου, έφερε στο φως πλούσια ευρήματα των 7ου, 6ου και 5ου αι. π.Χ. Τα κτερίσματα και τ’ αγγεία, από διάφορα εργαστήρια του αρχαϊκού, ελληνικού κόσμου, επιβεβαιώνουν τις πολιτιστικές κι εμπορικές σχέσεις της Οισύμης με τον υπόλοιπο ελληνικό κόσμο, τη Μ. Ασία, τη Ρόδο, την Πάρο, την Αθήνα, την Κόρινθο. Ένα από τα πιο σημαντικά ευρήματα είναι ένας μεγάλος, αμφορέας από το νήσο Μήλο, ένα αγγείο του δευτέρου μισού του 7ου αιώνα π.Χ.

Συνεχίστε την ανάγνωση ΕΔΩ
Διαβάστε επίσης:



Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου