Η Μαρία Σοφία Άννα Καικιλία Καλογεροπούλου ή αλλιώς Μαρία Κάλλας γεννήθηκε το 1923 στο Μανχάταν από μάνα Κωνσταντινουπολίτικης καταγωγής, το γένος Δημητριάδη, και Πελοποννήσιο πατέρα απ’ το Μελιγαλά της Μεσσηνίας.
Είναι μία από τις μεγαλύτερες σοπράνο του εικοστού αιώνα, που με τον ιδιαίτερο τρόπο ερμηνείας της, άλλαξε την ιστορία της όπερας. Η καλλιτέχνις που η φωνή της χαρακτηρίστηκε θεϊκή και οι ερμηνείες της έγιναν συνώνυμο της τελειότητας. Μία γυναίκα που αφοσιώθηκε ολοκληρωτικά στην τέχνη της και δόθηκε με πάθος στο έρωτα.
Πίσω από τη λαμπερή ντίβα, κρύβεται μία γυναίκα που έχτισε το μύθο της μέσα από δυσκολίες και αντιξοότητες. Μία γυναίκα που στην αρχή της καριέρα της για μοναδικό όπλο και συντροφιά είχε το πάθος της για τον έρωτα, τη μουσική και τη γνώση.
Η Μαρία Κάλλας πέρασε δύσκολα παιδικά χρόνια. Ήταν ένα υπέρβαρο και άχαρο κορίτσι. Μόνο όταν τραγούδουσε ένιωθε ότι την αγαπούσαν. Στο σπίτι εισέπραττε αδιαφορία. Η μητέρα της έδειχνε μεγαλύτερη συμπάθεια για τη μεγάλη της αδερφή. "Το πρόγραμμα στη ζωή μου δεν είχε καθοριστεί από εμένα στα πρώτα μου χρόνια. Είχε καθοριστεί από την οικογένεια μου, κυρίως από τη μητέρα μου που είχε τον πρώτο λόγο. Ο σκοπός ήταν να γίνω τραγουδίστρια, να γίνω καλλιτέχνης με κάθε τρόπο. Συνήθως οι γονείς λένε: Εγώ θυσίασα όλη τη ζωή μου για σένα αλλά εσύ θα κάνεις αυτό που έπρεπε να είχα κάνει εγώ στη ζωή." δήλωσε η ίδια σε μία από τις σπάνιες συνεντεύξεις της.
Οι γονείς της χωρίζουν το 1937. Η μητέρα της μαζί με τη μεγάλη της αδελφή εγκαταστάθηκαν στην Αθήνα. Η Κάλλας γράφεται στο Εθνικό Ωδείο, με δασκάλους τη Μαρία Τριβέλλα (τραγούδι), την Ήβη Πανά (πιάνο) και τον Γεώργιο Καρακαντά (μελοδραματική). Η μεγάλη αποκάλυψη έγινε το 1949 όταν τραγουδούσε τη "Βαλκυρία". Στη Βενετία γεννήθηκε ο μύθος της. Μία δραματική σοπράνο μεγάλης εμβέλειας που ήταν μόνο 26 ετών. Το 1951 εκπόρθησε στη «Σκάλα» του Μιλάνου, με τους Σικελικούς Εσπερινούς του Βέρντι. Από το 1958 άρχισε η καθοδική της πορεία. Η τελευταία της εμφάνιση έγινε στην πόλη Σαπόρο της Ιαπωνίας στις 11 Δεκεμβρίου του 1974.
O Ωνάσης και η Mαρία Kάλλας γνωρίστηκαν τον Ιούνιο του 1957 σε ένα πάρτι της κοσμικογράφου Έλσας Mάξγουελ, στο κρουαζιερόπλοιο «Χριστίνα». Ανάμεσα σε κονσέρτα, παραστάσεις και ηχογραφήσεις, εκείνη ανακάλυψε τον έρωτα. Από τη μια λαχταρούσε να ζήσει τον απόλυτο, άγριο, τρελό έρωτα, και από την άλλη ήξερε βαθιά ότι ο βίος της Ντίβας δεν της επιτρέπει την παράδοση στην παραφορά. Ερωτεύτηκε παράφορα τον Αριστοτέλη Ωνάση, με τον οποίο μαζί του άγγιξε το απόλυτο και έγινε το έρμαιό του.
Η απόλυτη ντίβα του λυρικού θεάτρου πέθανε σαν σήμερα πριν από 38 χρόνια σε ηλικία μόλις 54 ετών στο σπίτι της στο Παρίσι από καρδιακή προσβολή. Η τέφρα της μεταφέρεται στην Ελλάδα και σύμφωνα με επιθυμία της σκορπίζεται στα νερά του Αιγαίου.
Είναι μία από τις μεγαλύτερες σοπράνο του εικοστού αιώνα, που με τον ιδιαίτερο τρόπο ερμηνείας της, άλλαξε την ιστορία της όπερας. Η καλλιτέχνις που η φωνή της χαρακτηρίστηκε θεϊκή και οι ερμηνείες της έγιναν συνώνυμο της τελειότητας. Μία γυναίκα που αφοσιώθηκε ολοκληρωτικά στην τέχνη της και δόθηκε με πάθος στο έρωτα.
Πίσω από τη λαμπερή ντίβα, κρύβεται μία γυναίκα που έχτισε το μύθο της μέσα από δυσκολίες και αντιξοότητες. Μία γυναίκα που στην αρχή της καριέρα της για μοναδικό όπλο και συντροφιά είχε το πάθος της για τον έρωτα, τη μουσική και τη γνώση.
Η Μαρία Κάλλας πέρασε δύσκολα παιδικά χρόνια. Ήταν ένα υπέρβαρο και άχαρο κορίτσι. Μόνο όταν τραγούδουσε ένιωθε ότι την αγαπούσαν. Στο σπίτι εισέπραττε αδιαφορία. Η μητέρα της έδειχνε μεγαλύτερη συμπάθεια για τη μεγάλη της αδερφή. "Το πρόγραμμα στη ζωή μου δεν είχε καθοριστεί από εμένα στα πρώτα μου χρόνια. Είχε καθοριστεί από την οικογένεια μου, κυρίως από τη μητέρα μου που είχε τον πρώτο λόγο. Ο σκοπός ήταν να γίνω τραγουδίστρια, να γίνω καλλιτέχνης με κάθε τρόπο. Συνήθως οι γονείς λένε: Εγώ θυσίασα όλη τη ζωή μου για σένα αλλά εσύ θα κάνεις αυτό που έπρεπε να είχα κάνει εγώ στη ζωή." δήλωσε η ίδια σε μία από τις σπάνιες συνεντεύξεις της.
Οι γονείς της χωρίζουν το 1937. Η μητέρα της μαζί με τη μεγάλη της αδελφή εγκαταστάθηκαν στην Αθήνα. Η Κάλλας γράφεται στο Εθνικό Ωδείο, με δασκάλους τη Μαρία Τριβέλλα (τραγούδι), την Ήβη Πανά (πιάνο) και τον Γεώργιο Καρακαντά (μελοδραματική). Η μεγάλη αποκάλυψη έγινε το 1949 όταν τραγουδούσε τη "Βαλκυρία". Στη Βενετία γεννήθηκε ο μύθος της. Μία δραματική σοπράνο μεγάλης εμβέλειας που ήταν μόνο 26 ετών. Το 1951 εκπόρθησε στη «Σκάλα» του Μιλάνου, με τους Σικελικούς Εσπερινούς του Βέρντι. Από το 1958 άρχισε η καθοδική της πορεία. Η τελευταία της εμφάνιση έγινε στην πόλη Σαπόρο της Ιαπωνίας στις 11 Δεκεμβρίου του 1974.
O Ωνάσης και η Mαρία Kάλλας γνωρίστηκαν τον Ιούνιο του 1957 σε ένα πάρτι της κοσμικογράφου Έλσας Mάξγουελ, στο κρουαζιερόπλοιο «Χριστίνα». Ανάμεσα σε κονσέρτα, παραστάσεις και ηχογραφήσεις, εκείνη ανακάλυψε τον έρωτα. Από τη μια λαχταρούσε να ζήσει τον απόλυτο, άγριο, τρελό έρωτα, και από την άλλη ήξερε βαθιά ότι ο βίος της Ντίβας δεν της επιτρέπει την παράδοση στην παραφορά. Ερωτεύτηκε παράφορα τον Αριστοτέλη Ωνάση, με τον οποίο μαζί του άγγιξε το απόλυτο και έγινε το έρμαιό του.
Η απόλυτη ντίβα του λυρικού θεάτρου πέθανε σαν σήμερα πριν από 38 χρόνια σε ηλικία μόλις 54 ετών στο σπίτι της στο Παρίσι από καρδιακή προσβολή. Η τέφρα της μεταφέρεται στην Ελλάδα και σύμφωνα με επιθυμία της σκορπίζεται στα νερά του Αιγαίου.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου