Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο πρωθυπουργός της χώρας μας έχει φέρει συχνά σε δύσκολη θέση. Πότε είναι τα αγγλικά του, πότε τα ελληνικά του, πότε οι γεωγραφικές του γνώσεις, πότε οι πολιτικές του θέσεις. Αν είναι όμως ένα το πεδίο της κραυγαλέας και ντροπιαστικής αποτυχίας του, αυτό είναι το πεδίο της διαπραγμάτευσης.
Ουδέποτε η συγκεκριμένη έννοια διαπραγμάτευση έχει κατακρεουργηθεί περισσότερο στην παγκόσμια ιστορία. Ο κύριος Τσίπρας είναι ασταμάτητος. Δεν παύει να μιλά συνεχώς για διαπραγμάτευση συνδέοντας την εξωτερική πολιτική με οικονομικά θέματα, με εσωτερικά πολιτικά ζητήματα, με κομματικά συμφέροντα, σε έναν ακατάσχετο αχταρμά μπουρδολογίας.
Αρχικά, ας καταστήσουμε κάτι σαφές: όλοι μας διαπραγματευόμαστε όλη την ώρα. Με φίλους την ώρα συνάντησης, με τον προϊστάμενο το ύψος του μισθού μας, με την οικογένειά μας τον καναπέ που θα βάλουμε στο σαλόνι μας. Μάλιστα οι έρευνες δείχνουν ότι οι διευθύνοντες σύμβουλοι των μεγάλων εταιρειών περνούν την πλειοψηφία του χρόνου τους διαπραγματευόμενοι. Ειδικά ο πρωθυπουργός (ο εκάστοτε πρωθυπουργός) διαπραγματεύεται διαρκώς με ανθρώπους και ομάδες στο εσωτερικό και στο εξωτερικό μίας χώρας. Είναι αναπόσπαστο μέρος της δουλειάς του. Γιατί το κάνει τόσο θέμα πια ο κύριος Τσίπρας και μας τονίζει συνεχώς ότι διαπραγματεύεται;
Ο βασικός λόγος που τονίζει τη διαπραγμάτευση είναι ότι πιστεύει λανθασμένα ότι η διαπραγμάτευση ταυτίζεται με τη σκληρή διεκδίκηση. Όταν λέει «διαπραγματεύεται» εννοεί ότι διεκδικεί πράγματα. Ταυτίζει τη σύγκρουση με τη διαπραγμάτευση. Ξέρετε όμως κάτι; Η σύγκρουση δεν είναι διαπραγμάτευση. Αντίθετα, η διαπραγμάτευση αποβλέπει στην επίλυση της σύγκρουσης. Όσο μεγαλύτερη η σύγκρουση τόσο μεγαλύτερο το πρόβλημα που έρχεται να επιλύσει η διαπραγμάτευση. Όσα περισσότερα διεκδικείς μάλιστα, ανοίγεις το παιχνίδι και είσαι ευάλωτος σε μεγαλύτερες διεκδικήσεις από την άλλη πλευρά. Τελικά μπορείς να πας για μαλλί και να βγεις κουρεμένος. Αυτή είναι μάλιστα η τύχη των περισσότερων κουτοπόνηρων, θρασύδειλων «διαπραγματευτών».
Δεν υπάρχει χώρος να υπεισέλθω αναλυτικά σε συγκεκριμένα επιστημονικά ζητήματα που αφορούν τη διαπραγμάτευση. Να εξηγήσω πώς ο κύριος Τσίπρας είναι θύμα όλων σχεδόν των μεροληψιών που αναφέρονται στη βιβλιογραφία, πώς δεν καταλαβαίνει τι είναι στην πραγματικότητα «αμοιβαία επωφελής συμφωνία» (win-win agreement), ποιος ο ρόλος της επίκλησης ηθικών αξιών, τι σημαίνει Σχέδιο Β, πώς οι διομαδικές σχέσεις μεταξύ εθνών πρέπει να αντιμετωπίζονται (αν ενδιαφέρεστε, υπάρχει πλήθος άρθρων μου από το 2012 εδώ, εδώ, εδώ, εδώ, εδώ, εδώ, εδώ, εδώ, εδώ, εδώ, εδώ, εδώ, εδώ). Δεν υπάρχει διαπραγματευτικό πεδίο που να κάνει κάτι σωστά.
Αλλά το βασικότερο πρόβλημα είναι ότι δεν ξέρει τι είναι διαπραγμάτευση. Πιστεύει ότι είναι ένας μύλος διεκδίκησης που όλα τα αλέθει: συμφέροντα, προσφυγικό, εξωτερική πολιτική, κόμματα, πρόσωπα. Βλέπετε, η παταγώδης ήττα του δεν ήταν τυχαία το περασμένο καλοκαίρι. Άνοιξε το παιχνίδι σε πεδία που δεν κατανοεί (ούτε αυτός ούτε το επιτελείο του), ηττήθηκε κατά κράτος και συνεχίζει να σέρνει τη χώρα σε μία εθνική περιπέτεια δίχως τελειωμό.
Το εξοργιστικό είναι ότι συνεχίζει να μιλάει για «διαπραγμάτευση». Η υπομονή έχει τα όριά της, τόσο για τους επιστήμονες στο χώρο της διαπραγμάτευσης, όσο και για όλους τους Έλληνες πολίτες.
Αλέξιος Αρβανίτης
booksjournal.gr
Ουδέποτε η συγκεκριμένη έννοια διαπραγμάτευση έχει κατακρεουργηθεί περισσότερο στην παγκόσμια ιστορία. Ο κύριος Τσίπρας είναι ασταμάτητος. Δεν παύει να μιλά συνεχώς για διαπραγμάτευση συνδέοντας την εξωτερική πολιτική με οικονομικά θέματα, με εσωτερικά πολιτικά ζητήματα, με κομματικά συμφέροντα, σε έναν ακατάσχετο αχταρμά μπουρδολογίας.
Αρχικά, ας καταστήσουμε κάτι σαφές: όλοι μας διαπραγματευόμαστε όλη την ώρα. Με φίλους την ώρα συνάντησης, με τον προϊστάμενο το ύψος του μισθού μας, με την οικογένειά μας τον καναπέ που θα βάλουμε στο σαλόνι μας. Μάλιστα οι έρευνες δείχνουν ότι οι διευθύνοντες σύμβουλοι των μεγάλων εταιρειών περνούν την πλειοψηφία του χρόνου τους διαπραγματευόμενοι. Ειδικά ο πρωθυπουργός (ο εκάστοτε πρωθυπουργός) διαπραγματεύεται διαρκώς με ανθρώπους και ομάδες στο εσωτερικό και στο εξωτερικό μίας χώρας. Είναι αναπόσπαστο μέρος της δουλειάς του. Γιατί το κάνει τόσο θέμα πια ο κύριος Τσίπρας και μας τονίζει συνεχώς ότι διαπραγματεύεται;
Ο βασικός λόγος που τονίζει τη διαπραγμάτευση είναι ότι πιστεύει λανθασμένα ότι η διαπραγμάτευση ταυτίζεται με τη σκληρή διεκδίκηση. Όταν λέει «διαπραγματεύεται» εννοεί ότι διεκδικεί πράγματα. Ταυτίζει τη σύγκρουση με τη διαπραγμάτευση. Ξέρετε όμως κάτι; Η σύγκρουση δεν είναι διαπραγμάτευση. Αντίθετα, η διαπραγμάτευση αποβλέπει στην επίλυση της σύγκρουσης. Όσο μεγαλύτερη η σύγκρουση τόσο μεγαλύτερο το πρόβλημα που έρχεται να επιλύσει η διαπραγμάτευση. Όσα περισσότερα διεκδικείς μάλιστα, ανοίγεις το παιχνίδι και είσαι ευάλωτος σε μεγαλύτερες διεκδικήσεις από την άλλη πλευρά. Τελικά μπορείς να πας για μαλλί και να βγεις κουρεμένος. Αυτή είναι μάλιστα η τύχη των περισσότερων κουτοπόνηρων, θρασύδειλων «διαπραγματευτών».
Δεν υπάρχει χώρος να υπεισέλθω αναλυτικά σε συγκεκριμένα επιστημονικά ζητήματα που αφορούν τη διαπραγμάτευση. Να εξηγήσω πώς ο κύριος Τσίπρας είναι θύμα όλων σχεδόν των μεροληψιών που αναφέρονται στη βιβλιογραφία, πώς δεν καταλαβαίνει τι είναι στην πραγματικότητα «αμοιβαία επωφελής συμφωνία» (win-win agreement), ποιος ο ρόλος της επίκλησης ηθικών αξιών, τι σημαίνει Σχέδιο Β, πώς οι διομαδικές σχέσεις μεταξύ εθνών πρέπει να αντιμετωπίζονται (αν ενδιαφέρεστε, υπάρχει πλήθος άρθρων μου από το 2012 εδώ, εδώ, εδώ, εδώ, εδώ, εδώ, εδώ, εδώ, εδώ, εδώ, εδώ, εδώ, εδώ). Δεν υπάρχει διαπραγματευτικό πεδίο που να κάνει κάτι σωστά.
Αλλά το βασικότερο πρόβλημα είναι ότι δεν ξέρει τι είναι διαπραγμάτευση. Πιστεύει ότι είναι ένας μύλος διεκδίκησης που όλα τα αλέθει: συμφέροντα, προσφυγικό, εξωτερική πολιτική, κόμματα, πρόσωπα. Βλέπετε, η παταγώδης ήττα του δεν ήταν τυχαία το περασμένο καλοκαίρι. Άνοιξε το παιχνίδι σε πεδία που δεν κατανοεί (ούτε αυτός ούτε το επιτελείο του), ηττήθηκε κατά κράτος και συνεχίζει να σέρνει τη χώρα σε μία εθνική περιπέτεια δίχως τελειωμό.
Το εξοργιστικό είναι ότι συνεχίζει να μιλάει για «διαπραγμάτευση». Η υπομονή έχει τα όριά της, τόσο για τους επιστήμονες στο χώρο της διαπραγμάτευσης, όσο και για όλους τους Έλληνες πολίτες.
Αλέξιος Αρβανίτης
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου