Ήταν Κυριακή των Βαϊων, λίγο μετά τις 6 το πρωί.
Το ημερολόγιο έδειχνε 17 Απριλίου 2011. Ήταν η μέρα που έφυγε ο Νίκος Παπάζογλου από τη ζωή. Ο γιος του Κωνσταντίνου και της Μαγδαληνής, ο «Παπάζης», ο «κεραμιδόγατος», ο «push pull». Έφυγε στις 17 Απριλίου 2011
Ήταν από τους τραγουδιστές που επηρέασαν τα μουσικά δρώμενα με τον ιδιαίτερο ήχο του, τόσο με τις μελωδίες όσο και μέσα από τη χροιά της φωνής του. Όμως δεν ήταν μόνο αυτό. Οι δικοί του άνθρωποι περιέγραψαν στη «Μηχανή του Χρόνου», τον ιδιαίτερο άνθρωπο που υπήρξε αυτοδίδακτος, είχε «λαϊκή σοφία», μεράκι και ακλόνητες αρχές. Με αυτά πορεύτηκε και κατάφερε τα περισσότερα πράγματα στη ζωή του.
Όλα ξεκίνησαν από την «Αμβροσίου 6» στις 20 Μαρτίου 1948, στο κέντρο της Θεσσαλονίκης.
Ήταν το πατρικό σπίτι του Παπάζογλου, όπου η μητέρα του κάθε πρωί πριν φύγει για το σχολείο, του έδινε ένα καθαρό λευκό μαντήλι. Ήταν υποχρεωτικό εκείνα τα χρόνια οι μαθητές να το κουβαλούν μαζί τους. Τα χρόνια πέρασαν και όταν η μητέρα του δεν ήταν εκεί για να του το δώσει, εκείνος διάλεξε ένα δικό του μαντήλι, που είτε το φορούσε στο λαιμό είτε το κουβαλούσε στην τσέπη. Ήταν το σήμα κατατεθέν του.
Οι ροκ επιρροές
Ως έφηβος είχε επηρεαστεί από την ροκ μουσική.
Μαζί με τους φίλους του, έτρεχαν στο μαγαζί του «Μόλχ0», που είχε ξένο Tύπο για να ξεφυλλίσουν το περιοδικό “Melody Maker” και να ενημερωθούν για τις περιοδείες των Beatles και τις νέες κυκλοφορίες δίσκων των αγαπημένων τους καλλιτεχνών, όπως ήταν ο Ντίλαν.
Τα βινύλια με τα αγαπημένα τους τραγούδια ήταν δυσεύρετα στην Ελλάδα και έτσι σκαρφίστηκαν έναν έξυπνο τρόπο για να τα προμηθευτούν.
Χρησιμοποίησαν τη γοητεία τους.
Τα καλοκαίρια συνήθως έκαναν παρέα με όμορφες τουριστριούλες, που ερχόντουσαν να απολαύσουν τις διακοπές τους στην Ελλάδα.
Λίγο πριν αποχαιρετιστούν, τους έβαζαν διακριτικά μερικά δολάρια μέσα σε βιβλία για να τους στείλουν από το εξωτερικό τους δίσκους που επιθυμούσαν.
Η νεανική παρέα του Νίκου Παπάζογλου, σε εκδρομή στην Έδεσσα. Φωτογραφία από το προσωπικό αρχείου του κου Μίμη Αντωνόπουλου
Τα πρώτα του μουσικά βήματα σε ηλικία περίπου 16-17 ετών, έγιναν μέσα από το συγκρότημα των «Golden Boys». Ουσιαστικά, ήταν μια μεγάλη παρέα που έκανε το κέφι της παίζοντας ξένη μουσική στη Θεσσαλονίκη και σε κοντινές επαρχίες. Έκαναν πρόβες σε ένα μικρό χώρο μέσα στη ΧΑΝΘ, όπου ξαφνικά είχε γεμίσει με κόσμο που πήγαινε να τους ακούσει. Κάπως έτσι συναντήθηκε και ο Παπάζογλου μαζί τους.
Είχε πάει να παρακολουθήσει μια πρόβα. Ήταν φίλος με ένα από τα «Golden Boys», τον Κυριάκο. «Ρε ‘συ Κυριάκο είπαμε ότι δεν θα έρχεται κανένας στις πρόβες», του είπε ο Μίμης, που αργότερα έγινε ένας από τους πιο αγαπημένους φίλους του Παπάζογλου. Εκείνος, ντράπηκε τόσο πολύ που βγήκε έξω και περίμενε τον φίλο του να τελειώσει την πρόβα. Στο τέλος ο Μίμης του είπε: «Φίλε μου, συγνώμη για τον τρόπο που σε έκανα να φύγεις». Λίγο καιρό μετά, ο Παπάζογλου έγινε μέλος του συγκροτήματος.
Από την εποχή των Golden Boys. Εκδρομή στην Καβάλα. Ο Νίκος Παπάζογλου καθιστός με το ανοιχτόχρωμο πουλόβερ. Φωτογραφία από το προσωπικό αρχείο του κου Μίμη Αντωνόπουλου
Για να κάνουν φωνητικά να ακούγονται επαγγελματικά, έμπαιναν στις οικοδομές που είχαν δυνατό αντίλαλο, ώστε να πετυχαίνουν το βάθος και την καθαρότητα που ήθελαν.
Ακολούθησαν οι «HitsHickers», που σημαίνει οι «Ωτοστόπατζίδες», όνομα που έδωσαν στο συγκρότημα επειδή τότε πήγαιναν διακοπές με οτοστόπ.
«Fratelli», «Olympians», «Μακεδονομάχοι», ήταν η πορεία του Νίκου Παπάζογλου, μέχρι να φτάσει στη Γερμανία για να ηχογραφήσει ένα δοκιμαστικό, το οποίο δεν είχε ιδιαίτερη επιτυχία.
Με τον φίλο του Μίμη, ως Fratelli
Από τους «Μακεδονομάχους» στο στούντιο «Αγροτικόν»
Ύστερα γνώρισε τον Διονύση Σαββόπουλο ο οποίος τον είχε ξεχωρίσει στους «Μακεδονομάχους», που εκείνη την εποχή χάλαγαν κόσμο στη Θεσσαλονίκη.
Η διάλυση του γκρουπ ήρθε όταν η χούντα τους απαγόρευσε να παίζουν όλοι μαζί επειδή ασκούσαν με τα τραγούδια τους μεγάλη επιρροή στην νεολαία της εποχής.
Από τους «Αχαρνείς» του Σαββόπουλου γεννήθηκε η επιθυμία για τη δημιουργία ενός στούντιο στη Θεσσαλονίκη. Χωρίς δραχμή στην τσέπη, έχοντας μόνο το μεράκι και το ταλέντο του μαστορέματος, ξεκίνησε να φτιάχνει κονσόλες και να συνδέει καλώδια. Έτσι γεννήθηκε το «Αγροτικόν». Ένας χώρος για τους φίλους της μουσικής. Όχι μόνο για τα γνωστά ονόματα της εποχής, αλλά και γα τους καλλιτέχνες που δεν είχαν τη δυνατότητα για την παραγωγή ενός δίσκου και ήθελαν στήριξη.
Ο Παπάζογλου αναλάμβανε τις παραγωγές, ενώ πάνω στα βινύλια έγραφε «Παραγωγή: Στρογγυλοί Δίσκοι» με σήμα το κουλούρι Θεσσαλονίκης.
Στο Αγροτικόν βρέθηκαν σημαντικοί καλλιτέχνες. Χάρις Αλεξίου, Μάνος Χατζιδάκις, Μανώλης Ρασούλης, Διονύσης Σαββόπουλος.
Ο Παπάζογλου μαζί με τη γυναίκα του Βαρβάρα, όργωναν την Ελλάδα με ένα Volkswagen, που το είχαν μετατρέψει σε σπίτι και γραφείο μαζί.
Αργότερα προστέθηκαν και τα δυο παιδιά τους. Η Αδελαΐδα και ο Αλέξανδρος.
Ο ίδιος δεν συμπάθησε ποτέ την ιδέα του σπόνσορα. Προτιμούσε να οργανώνει ο ίδιος τις εμφανίσεις του, με κάθε κόστος.
Δισκογραφικά, από όλες του τις παραγωγές, η πιο αγαπημένη για τον κόσμο υπήρξε το «Χαράτσι», μέσα στον οποίο ακούγεται για πρώτη φορά ένας πιο μοντέρνος ήχος, από συνθεσάιζερ. «Καρυάτιδα», «Υδροχόος», «Αύγουστος», «Πέρασα έτσι δίχως λόγο», «Λεμόνι στην πορτοκαλιά», ήταν μερικά κομμάτια του δίσκου που αγαπήθηκαν.
Ο Νίκος Παπάζογλου, ήταν λάτρης της ποίησης. Τη μελετούσε σε βάθος, πολλές φορές στο γραφείο του παρέα με ανθρώπους που μοιραζόταν τα ίδια ενδιαφέροντα. Για τον ίδιο λόγο μελοποίησε και ένα ποίημα του Σκαρίμπα, που δεν έγινε τόσο γνωστό.
Το παρατσούκλι ο «κεραμιδόγατος»
Εκεί, στην οδό Επταλόφου με Φρυνίχου, στην Τούμπα, οι τοίχοι είναι ποτισμένοι από τις χαρές και τις λύπες του. Πίσω από την πόρτα υπάρχει ακόμα η αφίσα που αποτελεί ίσως την πιο χαρακτηριστική εικόνα του. Στην πραγματικότητα, είναι μια φωτογραφία της γυναίκας του, ένα πρωί που θα ξεκινούσαν με το ιστιοφόρο τους για καλοκαιρινές διακοπές.
«Στάσου να σε βγάλω μια φωτογραφία, όπως είσαι τώρα», του είπε και εκείνος με χαρά δέχτηκε. Έδειχνε κάπως αγουροξυπνημένος όμως και του έμεινε το παρατσούκλι «κεραμιδόγατος»
Για εκείνον ο έρωτας ήταν κινητήριος δύναμη. Έρωτας όμως με τη δική του ερμηνεία. Αυτό το συναίσθημα το αναζητούσε παντού, από τον τρόπο που θα βίδωνε μια βίδα μέχρι και την κοπέλα στη στάση του λεωφορείου, που την είδε για κάποια δευτερόλεπτα και την έκανε τραγούδι.
«Το παράπονο»
Οι δικοί του άνθρωποι υποστηρίζουν ότι ο Νίκος Παπάζογλου πέθανε για πρώτη φορά στις 9 Μαΐου 2009, όταν άδειασε το «Αγροτικόν».
Άλλο ένα μεγάλο παράπονο ήταν η άρνηση της πολιτείας για την αξιοποίηση των εγκαταστάσεων που προσέφερε αφιλοκερδώς ο καλλιτέχνης, στους νέους μουσικούς ώστε να εξασκούνται και να μαθαίνουν μουσική. Έτσι όλα κατέληξαν στο χυτήριο. Όλα έγιναν πολτός.
Ο Παπάζογλου πάλευε αθόρυβα για μεγάλο διάστημα με την αρρώστια. Ήταν μαζί με τους δικούς του ανθρώπους μέχρι την τελευταία του πνοή. Έφυγε στο σπίτι του, στις 17 Απριλίου 2011.
Είναι κάτι στιγμές,
σα μικρές πινελιές
ζωγραφιάς που δεν έχει τελειώσει,
λείπουν λίγα ακριβά
των χρωμάτων νερά,
για να δώσουν του τόπου τη γνώση.
Για τους κήπους της γης,
για το ροζ της αυγής,
για το κύμα που απόμεινε μόνο
να χαϊδεύει με αφρούς
τους πικρούς μας καημούς
και να διώχνει της πίκρας τον πόνο.
Οι φωτογραφίες του άρθρου είναι από το προσωπικό αρχείο του κυρίου Μίμη Αντωνόπουλου, στενού φίλου του Νίκου Παπάζογλου και του κυρίου Γιώργου Πολυζωϊδη, καρδιακού φίλου του καλλιτέχνη, που άνοιξε την πόρτα του «Αγροτικόν», πέντε χρόνια μετά τον θάνατο του Νίκου Παπάζογλου, για τη λήψη φωτογραφιών από την «Μηχανή του Χρόνου». Τους ευχαριστούμε θερμά. Λίλα Βουργαζοπούλου...
mixanitouxronou.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου