…Και τα μυστικά που κρύβει σε συνδυασμό με τον λέοντα της Αμφίπολης
Β’ μέρος
Γράφει ο Στρυμών
Το τρίτο σπάραγμα της άγνωστης ιστορίας της Αμφίπολης έχει κι αυτό άμεση σχέση με το μνημείο του λιονταριού και είναι η απάντηση στο ερώτημα, σε τίνος σημαντικού προσώπου το ταφικό μνημείο τοποθετήθηκε το λιοντάρι αυτό, ως επιτύμβιο σήμα. Η απάντηση των αρχαιολόγων που το μελέτησαν για χρόνια, μέχρι την ανασκαφή του λόφου «Καστά» έκλεινε κύρια προς τον Λαομέδοντα, τον ένα από τους τρεις αρχιναυάρχους του Μεγάλου Αλεξάνδρου, εταίρο και προσωπικό φίλο και σύντροφο του μεγάλου κοσμοκατακτητή στις μακρές εκστρατείες του και δευτερευόντως προς τον έτερο αρχιναύαρχο, το Νέαρχο.
Τόσο ο αείμνηστος αρχαιολόγος Δ. Λαζαρίδης, όσο, κυρίως, ο καθηγητής Oscar Broneer, στο πόνημά του με τίτλο «The lion monument at Amphipolis», συμφωνούν για το πρόσωπο του μεγάλου εκείνου στρατηγού, ο τελευταίος, όμως, τεκμηριώνει τις απόψεις του με τόσο γοητευτικό, (αν και όχι απόλυτα επιστημονικό) τρόπο, που θα επιχειρήσω να σας τον παραθέσω, χωρίς σχόλια, αφήνοντας στους αρχαιολόγους ν’ αποφανθούν τελειωτικά, για το αν το υπέροχο αυτό μνημείο του λιονταριού βρισκόταν, πράγματι, πάνω στον τύμβο του λόφου «Καστά» και για το ποιον φιλοξενεί στο εσωτερικό του αυτός ο τελευταίος, αφού, όμως προηγούμενα, επισημάνω αυτό που αείμνηστος Γεώργιος Μπακαλάκης είχε ήδη από το 1960 επισημάνει στο άρθρο που προανέφερα:
Ότι η απόδοση του λιονταριού της Αμφίπολης στον Λαομέδοντα στηρίζεται σ’ ένα υποθετικό βάθρο, του οποίου δεν βρέθηκε κανένα ίχνος και το οποίο σχεδιάστηκε από τον Oscar Broneer (και το βλέπετε μέχρι σήμερα, είτε στο BCH 63, 1939, σ. 35, εικ. 19, αλλά και στους δύο πίνακες πληροφοριών που έχει τοποθετήσει η Αρχαιολογική Υπηρεσία στον περίβολο του μνημείου), με βάση επιτύμβια μνημεία της Μικράς Ασίας, (όπως ήταν το μαυσωλείο της Αλικαρνασσού), ενώ πρέπει, επίσης, να ληφθεί υπόψη αυτό που είχε ήδη από το 1960 επισημάνει ο καθηγητής κ. Μπακαλάκης, ότι «η μεγαλύτερη αμφιβολία για το υποθετικό σχέδιο του βάθρου έγκειται στο ότι δεν έχουμε κανένα στοιχείο για την υπόθεση, μήπως είχε το μνημείο και κάποιο νεκρικό θάλαμο, ενσωματωμένο μέσα στο πελώριο, για την περίπτωση αυτή, βάθρο του. Αν είχε κάτι τέτοιο, και αυτό έπρεπε απαραίτητα να μοιάζει κάπως με τους λεγόμενους «μακεδονικούς» τάφους, μ’ όλο που θα είχαμε κάποιο ίχνος στο σωζόμενο βάθρο του»:
Στηριγμένος, λοιπόν, ο Oscar Broneer, στην υπόθεσή του, ότι το βάθρο του λιονταριού είχε τυπολογική μορφή προερχόμενη από τη Μικρά Ασία, έκανε τις ακόλουθες σκέψεις: «Με τη σκέψη μας στη φύση του μνημείου, ως του τάφου ενός επιφανούς ατόμου και ως πολεμικού μνημείου, καθώς και στη χρονολόγησή του, στο τέλος του 4ου αιώνα π.Χ., είναι φυσικό να υποθέσουμε ότι ένας από τους επιφανείς στρατηγούς στην εκστρατεία του Μεγάλου Αλεξάνδρου τιμήθηκε μ’ αυτό το πολυτελές μνημείο.
Ένας απ’ αυτούς τους άνδρες, ο Λαομέδων, γιος του Λαρίχου, είχε μεταναστεύσει με την οικογένειά του από τη Μυτιλήνη στην Αμφίπολη και συχνά του έδιναν το όνομα του τόπου καταγωγής του, «Μυτιληνιός», παρόλο που είναι πιθανό να πέρασε τη νεότητά του και ίσως και τα παιδικά του χρόνια στην Αμφίπολη. Το μνημείο του μπορεί ν’ ανεγέρθηκε από την οικογένειά του ή, έστω, εν γνώσει και με τη συμμετοχή της οικογένειάς του κι αυτό θα μπορούσε να δώσει μια φυσική εξήγηση στην εισαγωγή μιας αρχιτεκτονικής φόρμας συνηθισμένης στην Ανατολή, αλλ’ άγνωστης στη Μακεδονία, (ο συγγραφέας αναφέρεται εδώ το υποθετικό βάθρο του μνημείου). Ο Λαομέδων, όπως κι ο αδελφός του ο Εριγύιος, ήταν στενός φίλος κι έμπιστος υποστηρικτής του Αλεξάνδρου. Είχε εξοριστεί από τον Φίλιππο, μαζί με άλλους φίλους του Αλεξάνδρου, αλά μετά το θάνατο του Φιλίππου ανακλήθηκε κι έγινε ένας από τους περίφημους «εταίρους» του Αλεξάνδρου.
Εξ αιτίας του ότι γνώριζε την περσική γλώσσα, ήταν υπεύθυνος για τους βάρβαρους αιχμαλώτους πολέμου και διορίστηκε τριήραρχος στη ναυμαχία στον ποταμό Υδάσπη, το 326 π.Χ. Μετά τον θάνατο του Αλεξάνδρου, ο Λαομέδων έγινε σατράπης της Συρίας, την οποία κράτησε μέχρι το 319, οπότε την Συρία κατέκτησε ο Πτολεμαίος και ο Λαομέδων συνελήφθη, αλλά κατάφερε να δραπετεύσει και να καταφύγει στην Καρία, δωροδοκώντας τους φρουρούς του. Μετά, όμως κι απ’ αυτό το περιστατικό, ο Λαομέδων εξαφανίζεται από την ιστορία και το ευλογοφανές συμπέρασμα που προκύπτει είναι πως συνάντησε τη μοίρα του στη διαμάχη ανάμεσα στο Αντίγονο και στους συνασπισμένους συμμάχους Πτολεμαίο, Λυσίμαχο και Κάσσανδρο».
Από τα παραπάνω άγνωστα στοιχεία για τη ζωή του Λαομέδοντα, όμως, που τόσο παραστατικά μας περιγράφει ο Oscar Broneer, λείπει ολότελα η Αμφίπολη, στην οποία δεν φαίνεται να υπάρχει η παραμικρή πιθανότητα να επέστρεψε ο Λαομέδων, αφότου ακολούθησε τον Αλέξανδρο στη μεγάλη του πορεία προς την Ασία. Πώς, λοιπόν, μπορεί να συνδεθεί η ταφή του Λαομέδοντα με το λιοντάρι της Αμφίπολης, όταν αυτός, όπως φαίνεται, δεν επέστρεψε ποτέ στην Αμφίπολη από την Ασία;
Η απάντηση στηρίζεται και πάλι σε υποθέσεις και συγκεκριμένα στις παρατηρήσεις που δημοσίευσε το 1895 ο W. Judeich, ότι ο κάτοχος, δηλαδή αυτός που ήταν θαμμένος μέσα στην καταπληκτική σαρκοφάγο που βρέθηκε στη Σιδώνα της Φοινίκης (και αναφέρεται, προσθέτει ο γράφων, ως «σαρκοφάγος του Μεγάλου Αλέξανδρου», όχι γιατί σ’ αυτήν είχε ταφεί ο τελευταίος, αλλά γιατί στις σκηνές που απεικονίζονται στις πλευρές της εικονίζεται ο Αλέξανδρος, βρίσκεται δε σήμερα στο αρχαιολογικό μουσείο της Κωνσταντινούπολης), ήταν ο Λαομέδων ο Αμφιπολίτης, γιος του Λαρίχου. Για να οδηγηθεί, όμως, στο συμπέρασμα αυτό ο W. Judeich, ερμήνευσε τις ανάγλυφες παραστάσεις που απεικονίζονται στις τέσσερις πλευρές της, θεωρώντας ότι το πρόσωπο που διαδραματίζει κεντρικό ρόλο, τόσο σ’ εκείνες τις παραστάσεις, που παριστάνουν σκηνές από τις μάχες του μεγάλου κοσμοκατακτητή, αλλά και τον θάνατο του Μελέαγρου, όσο και σε κάποιες άλλες, που δεν σχετίζονται με κάποιο ιστορικό συμβάν, είναι, στην πραγματικότητα, ο «κάτοχος της σαρκοφάγου» Λαομέδων, πράγμα, όμως, που δεν προκύπτει, φυσικά, παρά μόνο με υποθετικές ερμηνείες των ίδιων των αναγλύφων, στα οποία δεν γράφονται τα ονόματα των προσώπων που απεικονίζονται σ’ αυτά!
Κι ενώ ο Oscar Broneer αναγνωρίζει ότι πρόκειται απλώς για «ένα ευλογοφανές συμπέρασμα», αυτό στο οποίο καταλήγει ο W. Judeich, όσον την απεικόνιση του Λαομέδοντα πάνω στις ανάγλυφες παραστάσεις της «σαρκοφάγου του Μεγάλου Αλεξάνδρου», προχωρεί τη σκέψη του W. Judeich λίγο παραπέρα, όπως ο ίδιος εξηγεί, λέγοντας τα εξής:
«Στην περίπτωση που ο Judeich ερμήνευσε σωστά τις σκηνές της σαρκοφάγου, πρέπει να συμπεράνουμε ότι ο Λαομέδων πέθανε – με οποιοδήποτε τρόπο – κάπου στην Ανατολή κι ότι τάφηκε στην υπέροχη σαρκοφάγο που είχε ετοιμάσει για τον εαυτό του, όταν διοικούσε την επαρχία της Συρίας. Μέλη της οικογένειάς του, που ακόμη ζούσαν στην Αμφίπολη, ίσως εξακολουθούσαν να διαδραματίζουν σπουδαίο ρόλο στα πράγματα της πόλης και δεν θα ήταν παράξενο αν οι συμπολίτες του στην πατρίδα αποφάσιζαν να τιμήσουν τη μνήμη του φημισμένου ηγέτη και πολεμιστή. Αυτή η επιθυμία τους μπορεί να εκφράστηκε με την κατασκευή ενός κενοταφίου, στο οποίο να χάραξαν το όνομά του και να έκαναν μια αναφορά στις αξίες του.
Το λιοντάρι θα ήταν ένα έμβλημα που θα ταίριαζε στο κουράγιο του, αλλά, επίσης, σε όσους ήταν γνώστες των κατορθωμάτων του, θα θύμιζε την κυνηγετική εξόρμησή του στην εξοχή, μαζί με τον Μέγα Αλέξανδρο, την οποία ο ίδιος ο Λαομέδων θεωρούσε τόσο σημαντική, ώστε να την καταστήσει ένα από τα κύρια θέματα της σαρκοφάγου του. Θα ήταν άσκοπο να επιμείνουμε πιο πολύ σ’ αυτή την υποθετική σύνδεση του μνημείου του λιονταριού (της Αμφίπολης) με το όνομα του Λαομέδοντα. Δεν γνωρίζουμε αρκετά την ιστορία της Αμφίπολης στο τέλος του 4ου αιώνα π.Χ., ώστε να υποστηρίξουμε με απτές αποδείξεις την υπόθεσή μας. Υπήρχαν κι άλλοι Αμφιπολίτες αξιωματούχοι στην εκστρατεία του Αλεξάνδρου, και γι’ αυτό εμφατικά προτάθηκε από τον J. Roger ότι το μνημείο είχε στηθεί ως μαυσωλείο του Νεάρχου, του πιο διακεκριμένου ανάμεσα σ’ αυτούς.
Αλλά η θεωρία ότι ο Λαομέδων ήταν αυτός στον οποίο ανήκε η «σαρκοφάγος του Αλεξάνδρου» και η αρχιτεκτονική φόρμα του μνημείου (του λιονταριού), που «δείχνει» προς την Ιωνία, όσον αφορά την προέλευση του τύπου της, ευνοούν την άποψη ότι αυτός (ο Λαομέδων), περισσότερο από κάθε άλλον από τους εταίρους του Αλεξάνδρου, ήταν ο άνδρας που τιμήθηκε με το μνημείο του λιονταριού της Αμφίπολης».
Πολύς λόγος έγινε και γίνεται στις μέρες μας, για το αν ο τύμβος του λόφου «Καστά» της Μεσολακιάς, (εφόσον αποδειχθεί, βέβαια, στο τέλος, με τρόπο επιστημονικά αδιαμφισβήτητο, ότι πάνω του ήταν στημένο το λιοντάρι της Αμφίπολης, ως επιτύμβιο σήμα), έκρυβε στα σπλάχνα του το νεκρό του Νέαρχου ή του Λαομέδοντα. Απ’ όσα αναφέραμε προκύπτει με σαφήνεια ότι η συζήτηση αυτή άρχισε πολύ προτού αρχίσει όλη η Ελλάδα να ενδιαφέρεται για τον τύμβο του λόφου «Καστά» και συγκεκριμένα αφότου οι Oscar Broneer και J.Roger, ως επικεφαλής, αντίστοιχα, της Αμερικανικής Σχολής κλασικών σπουδών Αθηνών και της Γαλλικής, αρχαιολογικής σχολής Αθηνών, έχοντας λάβει από την ελληνική, αρχαιολογική Υπηρεσία, τα αποκλειστικά δικαιώματα δημοσίευσης των σχετικών με την ανεύρεση των θραυσμάτων και την αναστήλωση του λιονταριού της Αμφίπολης θεμάτων, με υποθέσεις και χωρίς καθόλου αποδείξεις, προσπάθησαν ν’ αποδώσουν το μνημείο, ο πρώτος στο ναύαρχο Λαομέδοντα κι ο δεύτερος στο ναύαρχο Νέαρχο.
Το να συνεχίζεται, λοιπόν, σήμερα, αυτή η συζήτηση και μάλιστα άκριτα, (χωρίς νέα στοιχεία), δεν κάνει τίποτε άλλο από το ν’ αποπροσανατολίζει τον λαό μας, που εύλογα, γεμάτος αγωνία περιμένει καθημερινά τα νέα απ την ανασκαφή στο λόφο «Καστά», για να πληροφορηθεί, επί τέλους, ποιος ήταν ο επιφανής νεκρός που είχε ως επιτάφιο σήμα στον τάφο του το μεγαλύτερο μνημείο αυτού του είδους, που έχει βρεθεί ποτέ στα Βαλκάνια και ίσως και σ’ ολόκληρη την Ευρώπη!
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου