Ήταν αρχές καλοκαιριού 1943, δηλαδή στην κορύφωση της γερμανικής ναζιστικής κατοχής στην Ελλάδα όταν έφτασαν οι πληροφορίες ότι οι Γερμανοί ετοιμάζονται να παραδώσουν στα χέρια των Βουλγάρων τη Μακεδονία και τη Θράκη.
Η αντίδραση των Ελλήνων όπως ήταν φυσικό ήταν πάνδημη και καταλυτική. Όλες οι αντιστασιακές οργανώσεις – μεταξύ αυτών το ΕΑΜ και η νεολαία του η ΕΠΟΝ – συμφώνησαν σε μια διαδήλωση που έγινε στην Αθήνα και τρόμαξε τους Γερμανούς καθώς συγκεντρώθηκαν 400,000 κόσμος.
Οι Γερμανοί παρότι η Αθήνα ήταν στην δικαιοδοσία των Ιταλών ακόμα επειδή πίστευαν ότι η αντίδραση τους θα είναι χαλαρή έβγαλαν στους δρόμους τανκς και φυσικά υπήρχαν νεκροί.
Αξίζει όμως κανείς να διαβάσει τις εφημερίδες της εποχής και την ανακοίνωση του στρατιωτικού διοικητή των Ιταλών.Λέει λοιπόν η ανακοίνωση:«Το comando piazza των Αθηνών κατόπιν της ανοήτου προχθεσινής απόπειρας προς διατάραξην της δημοσίας τάξεως εν’Αθήναις διέταξε όπως από προχθές και μέχρι νεωτέρας διαταγής, η ελευθέρα κυκλοφορία των πολιτών λήγει την 8ην μεσημβρινήν».
Δείτε πόσο πολύ μοιάζει η ανακοίνωση των αρχών κατοχής περί ανοήτου με τις σημερινές δηλώσεις του πρωθυπουργού κυρίου Τσίπρα που βάφτισε τους 400,000 Θεσσαλονικείς και το ένα εκατομμύριο Αθηναίων. ετερόκλητο όχλο.
Κατά την Κατοχή, η Ελλάδα διαιρέθηκε σε τρεις ζώνες από τις δυνάμεις του Άξονα, γερμανική, ιταλική και βουλγαρική. Η βουλγαρική ζώνη κατοχής αποτελέστηκε από την ανατολική Μακεδονία μέχρι τον ποταμό Στρυμόνα (μέρος του ν. Σερρών και ν. Δράμας και Καβάλας) και τη Θράκη (με εξαίρεση το μεγαλύτερο τμήμα του ν. Έβρου, προς τα τουρκικά σύνορα, που παρέμεινε υπό γερμανική κατοχή), μαζί με τα νησιά Θάσο και Σαμοθράκη. Όμως, σε αντίθεση με τη γερμανική και την ιταλική ζώνη, όπου είχαμε «μόνο» κατοχή, η φασιστική Βουλγαρία προσάρτησε απλούστατα τα ελληνικά εδάφη, ακολουθώντας πολιτική εκβουλγαρισμού των κατοίκων, χριστιανών και μουσουλμάνων.
Το 1943, το ελληνικό κίνημα αντίστασης, κυρίως μέσα από το ΕΑΜ, αρχίζει να γίνεται ενοχλητικό. Ήδη με τις απεργίες και τις διαδηλώσεις του Φεβρουαρίου-Μαρτίου 1943 ματαιώνεται η πολιτική επιστράτευση, που αν υλοποιόταν θα έστελνε δεκάδες χιλιάδες Έλληνες να ενισχύσουν ως εργάτες τη γερμανική (πολεμική) βιομηχανία. Στα βουνά οι Ιταλοί δυσκολεύονται πολύ να αντιμετωπίσουν τον ΕΛΑΣ και πολλές ορεινές περιοχές έχουν ντε φάκτο απελευθερωθεί.
Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο, τον Ιούλιο του 1943, και ενώ οι Σύμμαχοι ετοιμάζονται για την απόβαση στη Σικελία, διαρρέουν ειδήσεις για επικείμενη επέκταση της βουλγαρικής κατοχής και στην κεντρική Μακεδονία και συγκεκριμένα έως τον ποταμό Αξιό. Ο σκοπός του μέτρου αυτού ήταν να αποδεσμευτούν γερμανικές δυνάμεις είτε για να αντιμετωπίσουν τον ΕΛΑΣ είτε για να σταλούν στο ανατολικό μέτωπο. Σε επιστολή της 12.7.43 προς τον δοσίλογο πρωθυπουργό Ράλλη, ο Γκύντερ Άλτενμπουργκ, πληρεξούσιος του Ράιχ στην Ελλάδα, δηλαδή επιτηρητής της κατοχικής κυβέρνησης, διαβεβαίωνε ότι τα μέτρα αυτά «ουδαμώς ελήφθησαν διά πολιτικούς λόγους, αλλά μόνον εκ καθαρώς στρατιωτικών απόψεων λελογισμένης χρησιμοποιήσεως των γερμανικών δυνάμεων». Η γερμανική διαβεβαίωση μπορεί και να ήταν ειλικρινής, αλλά το προηγούμενο της ανατολικής Μακεδονίας-Θράκης δεν άφηνε περιθώρια για αυταπάτες.
Το ΕΑΜ από τις 7 Ιουλίου 1943 κάλεσε το λαό σε συναγερμό. «Η Μακεδονία ολόκληρη παραδόθηκε στη Βουλγαρική θηριωδία. Η απειλή που το ΕΑΜ είχε υποδείξει από καιρό και είχε καλέσει το λαό ν’ αγωνιστή για την αποτροπή της, αποτελεί σήμερα πραγματικότητα. Μια Βουλγαρική στρατιά αναπτύσσεται ανατολικά του Αξιού. Εκατοντάδες χιλιάδες Έλληνες -το τρίτο του ελληνικού πληθυσμού- χωρικοί και αστοί σ’ αυτή τη γωνιά της ελληνικής γης, ποτισμένης με αίμα, απειλούνται με εξόντωση». «Να σώσουμε τη Μακεδονία» είναι ο πρωτοσέλιδος τίτλος του παράνομου Ριζοσπάστη στις 10 Ιουλίου 1943 «Θάνατος στους Βούλγαρους επιδρομείς» είναι ο τίτλος του επόμενου φύλλου.
Οι πρώτες διαδηλώσεις και απεργίες έγιναν στη Θεσσαλονίκη και την υπόλοιπη Μακεδονία, από τις 10 Ιουλίου και μετά, αλλά το αποκορύφωμα των μαχητικών εκδηλώσεων ήταν η μεγαλειώδης συγκέντρωση στην Αθήνα στις 22 Ιουλίου 1943, που συνδυάστηκε με γενική απεργία. Νωρίς το πρωί οι δρόμοι της Αθήνας ήταν έρημοι, μόνο περίπολοι των στρατευμάτων κατοχής κυκλοφορούσαν, αλλά από τις 10 και μετά η πόλη άρχισε να ζωντανεύει και οι Αθηναίοι σε μικρές ομάδες κατέφθαναν στους προκαθορισμένους τόπους προσυγκεντρώσεων: πλατεία Εξαρχείων, Ψυρρή, Κολωνάκι, Μοναστηράκι, πλατεία Λαυρίου, Ομόνοια κτλ. και με ξεδιπλωμένες ελληνικές σημαίες άρχισαν να συγκλίνουν προς την οδό Πανεπιστημίου, με σκοπό να την ανεβούν και να φτάσουν στη βουλγαρική πρεσβεία, στη Ρηγίλλης.
Η διαδήλωση χτυπήθηκε σε πολλά σημεία, αρχικά από το ιταλικό ιππικό και μετά από τα γερμανικά τανκς. Κατεβαίνοντας την Ομήρου, ένα γερμανικό τεθωρακισμένο όχημα εφοδιασμένο με πολυβόλο πέρασε στην Πανεπιστημίου και άρχισε να πυροβολεί την κεφαλή της διαδήλωσης. Ο νεαρός που κρατούσε την ελληνική σημαία έπεσε. Η 17χρονη επονίτισσα Παναγιώτα Σταθοπούλου έτρεξε να πάρει τη σημαία, αλλά το τανκ πέρασε από πάνω της και τη συνέθλιψε. Η 19χρονη Κούλα Λίλη, φοιτήτρια της Γαλλικής, σκαρφαλώνει στο τεθωρακισμένο κι αρχίζει να χτυπάει τον τανκίστα με το ξυλοπάπουτσό της. Πέφτει νεκρή, όπως και πολλοί άλλοι νέοι: ο Επονίτης Θεωνάς Μαυρομματίδης, φοιτητής της ΑΣΟΕΕ, ο Θωμάς Χατζηθωμάς, σπουδαστής του Τμήματος Πολιτικών Μηχανικών ΕΜΠ, ο Θανάσης Τεριακής, σπουδαστή του Τμήματος Μηχανολόγων-Ηλεκτρολόγων ΕΜΠ (αδελφός της αείμνηστης Άννας Τεριακή-Σολωμού, φίλης του πατέρα μου), η Ε. Αντωνιάδου, φοιτήτρια, ο Ιωάννης Κατσαρός, ο Αντώνης Παπαδοσταυράκης, ανάπηρος του Αλβανικού Μετώπου, μέλος του ΕΑΜ Αναπήρων, ο Δημήτρης Δουκάκης, ξυλουργός, ο Αλέξανδρος Δεσύπρης, εφαρμοστής, ο Χρήστος Κοντός, επιπλοποιός. Συνολικά έπεσαν 15 νεκροί, ενώ δεκάδες ήταν οι τραυματίες που φυγαδεύτηκαν σε ασφαλή νοσοκομεία και χειρουργήθηκαν από γιατρούς-μέλη του ΕΑΜ.
Η διαδήλωση της 22ας Ιουλίου 1943 ήταν μαζικότατη. Ο παράνομος Ριζοσπάστης που κυκλοφόρησε την επόμενη μέρα αναφέρει 300 χιλιάδες διαδηλωτές (εδώ το πρωτοσέλιδο, που βέβαια δεν αναφέρει ονόματα νεκρών), νεότερες πηγές είναι πιο συγκρατημένες, αλλά έτσι κι αλλιώς επρόκειτο για τη μεγαλύτερη λαϊκή διαδήλωση στην κατεχόμενη Ευρώπη. Και έφερε αποτέλεσμα.
Η βουλγαρική επέκταση ματαιώθηκε -για να το πούμε ακριβέστερα, περιορίστηκε σε ένα μικρό μέρος της αρχικά σχεδιαζόμενης περιοχής, δηλ. στους νομούς Κιλκίς, Χαλκιδικής και το βόρειο τμήμα του ν. Θεσσαλονίκης, και πήρε τη μορφή κατοχής και όχι προσάρτησης.
Αν κανείς αναδιφήσει τον νόμιμο Τύπο της εποχής, ελάχιστα θα πληροφορηθεί για τη μεγαλειώδη και πολύνεκρη διαδήλωση. Το Comando Piazza εξέδωσε ανακοίνωση με την οποία, «κατόπιν της ανοήτου προχθεσινής αποπείρας προς διατάραξιν της δημοσίας τάξεως εν Αθήναις», η κυκλοφορία των πολιτών περιοριζόταν στις 8 μ.μ. (προηγουμένως έληγε στις 10.30 μ.μ.) ενώ θέατρα, κινηματογράφοι, κέντρα διασκεδάσεως, μπαρ κτλ. θα παρέμεναν κλειστά επί μία εβδομάδα, με εξαίρεση τα αμιγή εστιατόρια.
Μια δεύτερη ανακοίνωση, μια μέρα μετά, γνωστοποιεί ότι 63 άτομα συνελήφθησαν επειδή είχαν κάνει διαδήλωση έξω από το σπίτι του Γερμανού Στρατιωτικού Διοικητή Νοτίου Ελλάδος, και καταδικάστηκαν σε πολυετείς ποινές.
Η γνωστοποίηση προειδοποιούσε τον αθηναϊκό πληθυσμό «όπως μη αφήνη να παρασύρεται υπό των κομμουνιστών και των καλουμένων εθνικών στοιχείων εις εχθρικάς πράξεις εναντίον των Δυνάμεων Κατοχής». Μάταια πάντως, γιατί από το φθινόπωρο του 1943 οι γειτονιές της Αθήνας άρχισαν να ξεφεύγουν από τον έλεγχο των κατακτητών. Αργότερα δημοσιεύτηκαν στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως προαγωγές αστυνομικών για την «αποτελεσματική συμπλοκή μετά ταραξιών και διαδηλωτών κατά τας σκηνάς της 22ας Ιουλίου 1943» και τη συμβολή τους «εις την αποκατάστασιν της τάξεως»
Ούρλιαζαν οι Γερμανοί
Ντοκουμέντα από την αιματηρή διαδήλωση του ΄43 για τη Μακεδονία. Οι Γερμανοί άνοιξαν πυρ κατά 400 χιλιάδων διαδηλωτών που φώναζαν να μην παραχωρηθούν η Μακεδονία και η Θράκη στη Βουλγαρία.
Εκείνη την ημέρα κατέκλυσε το κέντρο της Αθήνας η μαζικότερη διαδήλωση της κατοχής. Προετοιμάστηκε από το ΕΑΜ και πήραν μέρος πατριώτες και μέλη όλων των αντιστασιακών οργανώσεων. Χιλιάδες πολίτες αψήφησαν τον φόβο και διαδήλωσαν για να μην παραχωρηθεί η Μακεδονία και η Θράκη στους Βούλγαρους.«Έξι ώρες οι Γερμανοί ούρλιαζαν από λύσσα, γιατί δεν μπορούσαν ποτέ να φανταστούν ότι ήταν δυνατόν να κινηθεί ένας τεράστιος όγκος 400 χιλιάδων ανθρώπων με τέτοιο συντονισμό και ακρίβεια. Έξι ώρες, μάτωναν οι δρόμοι της Αθήνας, από το αίμα των καλύτερων παιδιών της», αφηγείται ο Μίνως Σταυρίδης, αυτόπτης μάρτυρας των γεγονότων της διαδήλωσης, στις 22 Ιουλίου 1943, στο ντοκιμαντέρ του Αντώνη Βογιάζου «Χρονικό της Εθνικής Αντίστασης», το 1985.
Η ατμόσφαιρα ήταν εξαιρετικά τεταμένη. Οι Γερμανοί ήταν εκνευρισμένοι. Θεωρούσαν τη στάση των Ιταλών πολύ χαλαρή.
Φυσικά, οι Αθηναίοι φοβούνταν ότι θα χυθεί αίμα αλλά κατέβηκαν στους δρόμους. Άοπλοι. Σύντομα βρέθηκαν απέναντι στα τανκς και τους αδίστακτους Γερμανούς.
«Για μια στιγμή, η Παναγιώτα Σταθοπούλου, μέλος της ΕΠΟΝ, όρμηξε σε ένα τανκ στην προσπάθεια της να το σταματήσει», αφηγείται ο αντιστασιακός Γιώργος Σταματόπουλος «Η δικιά μας η ομάδα, σαν φτάσαμε εκεί, κοντά στην Ακαδημία, στο Οφθαλμιατρείο, βλέπω ξαφνικά να ξεμπουκάρουν νομίζω από την Ομήρου γερμανικά τανκς τα οποία άρχισαν να χτυπάνε στο ψαχνό. Ήταν εκείνη η στιγμή ακριβώς που έπεσε η Επονίτισα, η Σταθοπούλου. Τη σκηνή δεν την είδα, είδα όμως μια άλλη σκηνή. Είδα μια κοπέλα να σκαρφαλώνει στο τανκ. Ήταν μια συγκλονιστική στιγμή, την είδα να βουτάει ένα ξύλο, ένα παπούτσι -δεν ξέρω κι εγώ τι ήταν- και να χτυπάει τον Γερμανό πολυβολητή και να πέφτει μετά κάτω νεκρή. Ήταν η 19χρονη Επονίτισα Κούλα Λίλη, φοιτήτρια της Γαλλικής Ακαδημίας».
Σύμφωνα με τα αντιστασιακά έντυπα, στη διαδήλωση της 22ας Ιουλίου υπήρξαν περίπου 30 νεκροί, 200 τραυματίες και 500 συλληφθέντες.
Ύστερα από όλες αυτές τις λαϊκές κινητοποιήσεις, η χιτλερική ηγεσία αποφάσισε να εγκαταλείψει το σχέδιο της για παράδοση όλης της Μακεδονίας στις βουλγαρικές δυνάμεις. Ωστόσο, το κίνημα των μεγάλων διαδηλώσεων του λαού της Αθήνας σε απώλειες, γινόταν όλο και μεγαλύτερο.
Στη φωτογραφία ντοκουμέντο διακρίνονται οι πρώτοι νεκροί πάνω στο πεζοδρόμιο της Πανεπιστημίου.
Ήταν μέρα μεσημέρι στο κέντρο της Αθήνας και ήδη η διαδήλωση μετρούσε τα πρώτα της θύματα. Όπως εξομολογήθηκε η Μαρία Καρρά, στέλεχος της μαθητικής ΕΠΟΝ και αυτόπτης μάρτυρας των γεγονότων της 22ας Ιουλίου ’43: “Εκείνο που ήταν πολύ χαρακτηριστικό, ήταν ότι ήμασταν όλοι άοπλοι. Πηγαίναμε να πολεμήσουμε και να διεκδικήσουμε από έναν κατακτητή σιδερόφραχτο, καλοντυμένο, καλοταϊσμένο και φανατικό. Εμείς πηγαίναμε άοπλοι, κουρελιασμένοι, ξεπαπούτσωτοι πολλές φορές, αλλά…πηγαίναμε!
…κάτι είναι σαν ηφαίστειο που άξαφνα θ’ ανάψει.
Ο Ηλίας Βενέζης, στο διήγημά του 22 Ιουλίου 1943, περιγράφει με συγκλονιστικό τρόπο τη διαδήλωση, τη γερμανική βία και τη θυσία των νέων που στάθηκαν απέναντι από το άρμα μάχης με μόνο όπλο το θάρρος τους:
«…Μες στην Αθήνα στους μεγάλους δρόμους της, το πλήθος περπατά σιωπηλό και σκυφτό σα να σεργιανά στον ήλιο και στα αγάλματα. Τίποτα δεν προδίνει πως κάτι ετοιμάζεται, πως κάτι θα γίνει. Ωστόσο, η στυφή σιωπή είναι τόση μες στη χαρά του ήλιου που λάμπει, που το μαντεύεις: κάτι είναι σαν ηφαίστειο που άξαφνα θ’ ανάψει. Κι η σπίθα ανάβει…να κορίτσι, κρατώντας ένα στεφάνι από δάφνη, σκαλώνει στο άγαλμα του Φεραίου και το στεφανώνει. Ο λαός γονατίζει. Και όλα τα πικραμένα στόματα ψέλνουν τον Υμνο στην Ελευθερία. {…} ενώ γύρω του λυσσασμένα άρχισαν να χύνουν μολύβι και αίμα τα άρματα πάνου σε ανθρώπους άοπλους και ανυπεράσπιστους, σε γυναίκες και παιδιά. «Όχι πια άλλο! Όχι άλλο! Κάτω οι τύραννοι!» Αφρισμένο τώρα κατέβαινε την πλατιά λεωφόρο το κύμα και βογκούσε.
Την ίδια στιγμή ακούγονται απ’ την άκρη του δρόμου οι αλυσίδες του γερμανικού τανκ, που κίτρινο σαν το θάνατο, τρέχει προς το μέρος που άναψε η σπίθα. Πριν προφτάξει να ρίξει τη φωτιά του, η διαδήλωση πυκνή τώρα, ολοένα πιο πυκνή, ξεχύνεται σε άλλο δρόμο, στρίβει, ελίσσεται σαν ζωντανό πλάσμα που αμύνεται και παλεύει με σιγουριά και με πίστη.
Όλα τα στόματα τώρα φωνάζουν, όλα τα στόματα ουρλιάζουν. «Οχι πια άλλο! Θέλουμε τη λευτεριά μας! Θέλουμε τη λευτεριά!».
«Την ίδια στιγμή ακούγονται απ’ την άκρη του δρόμου οι αλυσίδες του γερμανικού τανκ, που κίτρινο σαν το θάνατο, τρέχει προς το μέρος που άναψε η σπίθα. Όλα τα στόματα τώρα φωνάζουν, όλα τα στόματα ουρλιάζουν. Οχι πια άλλο! Θέλουμε τη λευτεριά μας! Θέλουμε τη λευτεριά!». …
Στην κορυφή του κύματος μια ασπρογάλανη σημαία ξεδιπλώθηκε τότε. Κυμάτισε στο λίγο αγέρα, κυμάτισαν και τα μαλλιά του κοριτσιού που τη σήκωνε στα χέρια του. Προχωρούσε με σταθερό βήμα, ξαναμμένη και περήφανη, και πλάι της βάδιζε ο φίλος της.
Τραγουδούσαν τον Ύμνο στην Ελευθερία και βάδιζαν.
Τα περιστατικά ήρθαν έπειτα γρήγορα σαν αστραπή. Το γερμανικό άρμα φάνηκε στην άκρη του δρόμου απ’ την αντίθετη μεριά που κατέβαινε η διαδήλωση και χύθηκε πάνου στο πλήθος. Το πολυβόλο άρχισε να κροτά. Αλλά το κύμα που κατέβαινε με ορμή δεν ήταν μπορετό να σταματηθεί. Συνέχισε την πορεία. Το πολυβόλο έριχνε τώρα πάνου στα κορμιά. Βρήκε πρώτα κατάστηθα το νεανικό σώμα που είχε ανεμισμένα μαλλιά στο κεφάλι και που κρατούσε στα χέρια του την ανεμισμένη σημαία.
Την ίδια στιγμή το τανκ που έτρεχε με δαιμονισμένο θόρυβο και είχε φτάσει, έπεσε πάνου στο λαβωμένο σώμα που σπάραζε, πέρασε από πάνω του τις βαριές αλυσίδες του, μπήκε μέσ’ στο πλήθος, το σκόρπισε για μια στιγμή και τράβηξε πέρα. Ολα έγιναν σαν αστραπή. Το αλαλιασμένο πλήθος μόλις πέρασε ο μηχανοκίνητος θάνατος ξεχύθηκε πάλι απ’ τις παρόδους όπου είχε καταφύγει, κι έτρεξε βογκώντας προς το σώμα του κοριτσιού, που έχοντας αγκαλιασμένη τη σημαία την έβρεχε με το αίμα που έτρεχε απ’ τις σπαραγμένες σάρκες του…»
Παρακολουθήστε το συγκλονιστικό απόσπασμα του ντοκιμαντέρ της ΕΡΤ – «ΧΡΟΝΙΚΟ ΤΗΣ ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗΣ», από το 1985, με μαρτυρίες ανθρώπων που έζησαν από κοντά την διαδήλωση στις 22 Ιουλίου 1943 και έγιναν κομμάτι της ιστορίας….
Πηγή: mixanitouxronou.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου