Amfipoli News: Απάντηση στους 4 αρχαιολόγους που έγραψαν στα «Νέα» για τον Τύμβο Καστά

Παρασκευή 17 Αυγούστου 2018

Απάντηση στους 4 αρχαιολόγους που έγραψαν στα «Νέα» για τον Τύμβο Καστά


Μια δημοσιογράφος της εφημερίδας «Τα Νέα” προσκάλεσε τέσσερις αρχαιολόγους να σχολιάσουν σχετικά με την επέτειο τεσσάρων ετών από την ανακάλυψη του Τύμβου Καστά στην Αμφίπολη.

Πρώτον, πρέπει να σημειωθεί πως η δημοσιογράφος προσκάλεσε τέσσερις ερευνητές που δεν έχουν μελετήσει εις βάθος και για μακρό χρόνο αυτόν τον τύμβο. Ο ένας εξ αυτών δεν έχει δει το εσωτερικό του τύμβου ποτέ του. Οι τρεις εξ αυτών εμφανίζονται εξαιρετικά επικριτικοί έναντι της ομάδος που μελετά τον τύμβο.

Αυτό είναι άδικο. Νομίζω πως η δημοσιογράφος θα έπρεπε να καλέσει τουλάχιστον έναν από τους ειδικούς που έχουν μελετήσει τον τύμβο λεπτομερειακά: για παράδειγμα, τους δύο ερευνητές που τον ανακάλυψαν – την κυρία Κατερίνα Περιστέρη και τον κύριο Μιχάλη Λεφαντζή – και/ή τους άλλους δύο που ως σήμερα έχουν δημοσιεύσει επιστημονικά τεκμήρια για τον τύμβο: τον Καθηγητή κύριο Μαυρογιάννη και τον υποφαινόμενο.

Οι Αρχαίοι Ρωμαίοι συνήθιζαν να λένε: ‘Audiatur et altera pars’, «η άλλη πλευρά θα έπρεπε επίσης να ακουστεί”. Αντιθέτως, εδώ, έχουμε μόνον μία πλευρά.

Ο πρώτος ερευνητής που καταθέτει την άποψή του, Καθηγητής κύριος Τιβέριος, είναι μακράν ο καλύτερος των τεσσάρων. Υποστηρίζει πως η χρονολόγηση του μνημείο είναι στον ύστερο 4ο π.Χ. αιώνα. Πιστεύει πως εκεί πιθανόν να ετάφη μέλος της ελίτ περί τον Αλέξανδρο. Και δικαίως ασκεί κριτική στην αντι-επιστημονική υπόθεση πως η σορός του Αλεξάνδρου μεταφέρθηκε στην Αμφίπολη: κανείς σοβαρός ειδικός δεν υπονοεί αυτή την αδύνατη ταύτιση.


Άσκησε κριτική στην μεθοδολογία που ακολουθήθηκε από τους ανασκαφείς που ανακάλυψαν το μνημείο: κατά την άποψή του, η ανασκαφή έγινε πολύ βιαστικά. Πιστεύω πως η διευθύντρια της ανασκαφής, Δρ. Περιστέρη, ακολούθησε όλες τις επιστημονικές συμβάσεις της αρχαιολογικής έρευνας και κατέγραψε όλα τα σχετικά στοιχεία που θα επιτρέψουν την επιστημονική συζήτηση σχετικά με τον τύμβο. Μελέτησα τον τύμβο κατά τα τέσσερα παρελθόντα έτη και μπορώ να εγγυηθώ περί αυτού.

Τελικά και εκπληκτικά, ο Καθηγητής κύριος Τιβέριος τονίζει την ανάγκη να δημοσιευθούν τεκμήρια για τον τύμβο σύντομα. Είναι αλήθεια πως η πλήρης δημοσίευση για τον τύμβο, με όλα τα στοιχεία, δεν έχει λάβει ακόμη χώρα και είναι βέβαιον πως αυτό απαιτείται. Παρόλα αυτά, προκαταρκτικά, έχουμε επιστημονικά άρθρα, πλήρη στοιχείων, δημοσιευμένα και διαθέσιμα στην επιστημονική κοινότητα. Η Δρ. Περιστέρη δημοσίευσε μια παρουσίαση σχετικά με τον Καστά στο επίζηλο περιοδικό ‘Revue Archeologique’. Ακόμα ένα, σε ένα συλλογικό τόμο για την Μακεδονία. Και σε ένα άρθρο της σε συνέδριο για την Μακεδονία πέρυσι το φθινόπωρο παρουσίασε νομίσματα του 4ου π.Χ. αιώνος από τον τύμβο καθώς και κεραμικά της ίδιας περιόδου. Εγώ επίσης δημοσίευσα τρία άρθρα σχετικά με τον Καστά. Ο Καθηγητής κύριος Μαυρογιάννης δημοσίευσε ακόμα τρία άρθρα σε αξιοσέβαστα επιστημονικά περιοδικά.

Η δεύτερη ερευνήτρια που κατέθεσε την άποψή της στην εφημερίδα «Τα Νέα” εμφανίζεται αρκετά πιο ιδιοσυγκρασιακή. Προσποιείται να μην γνωρίζει πως ομάδα εξειδικευμένων ερευνητών ήδη υφίσταται για την μελέτη του τύμβου Καστά και υπονοεί πως νέα ομάδα αρχαιολόγων θα έπρεπε να διαμορφωθεί από την οικεία Εφορεία. Διατυπώνει επίσης την κατηγορία περί «πολιτικής” χρήσεως του μνημείου. Σχετικώς με το θέμα αυτό, έχω να πω κάτι. Σε πολλές συζητήσεις για τον τύμβο Καστά που είχα με την Δρα Περιστέρη και τον Δρα Λεφαντζή, καθώς και με τον καθηγητή κύριο Μαυρογιάννη, ποτέ τα συμπεράσματά μας για τα ευρήματα δεν μεσολαβήθηκαν από πολιτικές σκέψεις. Απεναντίας, οι ειδικοί που αποδίδουν το μνημείο στους ρωμαϊκούς χρόνους – ενάντια στα στοιχεία των νομισμάτων, των κεραμικών, τις υφολογικές συγκρίσεις, ένα μωσαϊκό από βότσαλα και μια τετράχρωμη ζωφόρο – προσφέρουν μια εξήγηση που ικανοποιεί τα ισχυρά διεθνή λόμπυ, που προωθούν μια μινιμαλιστική, πρωτογονιστική και ανωνυμική αντίληψη της κλασσικής Ελλάδος. Με άλλα λόγια, έχουν πολιτικούς στόχους και συνεπώς η κατηγορία περί πολιτικής χρήσεως του μνημείου Καστά θα έπρεπε να απευθυνθεί σ’ αυτούς.

Η δεύτερη αυτή ερευνήτρια ορίζει το θέατρο της Αμφιπόλεως ως «ένα φάντασμα”. Τί πράγμα; Είναι προφανές πως μια τόσο σημαντική πόλις όπως η Αμφίπολη – αποικία των Αθηναίων – θα πρέπει να έχει κληροδοτηθεί με ένα θέατρο.

Το κείμενο του τρίτου ερευνητή είναι μακράν το πιο προσβλητικό. Ασκεί κριτική στην επιστημονική εξήγηση περί του μνημείου που δόθηκε από τους ανασκαφείς, χωρίς να εξηγεί τον λόγο (όπως ο καθένας μπορεί να κατανοήσει, αυτό δεν είναι επιστημονικό). Υποστηρίζει πως το μνημείο δεν χρονολογείται πίσω στον 4ο π.Χ. αιώνα και πως είναι ανώνυμο. Η χρονολόγηση του τύμβου είναι αξιόπιστα εκτιμημένη με βάση τα νομίσματα, με ένα εξ αυτών να έχει κοπεί επί Αλεξάνδρου το 325. Επίσης, από τα κεραμικά, από την ομοιότητα των γλυπτών στον Διόνυσο και την Κωμωδία της Θάσου, το βοτσαλωτό μωσαϊκό, την πολύχρωμη ζωφόρο που μας εξιστορεί την εκστρατεία προς την ανατολή. Γίνεται πεντακάθαρο πως προσπαθούν να μας επιβάλουν το δόγμα πως το μνημείο δεν είναι τόσο παλιό. Και μάλιστα ενάντια στα υφιστάμενα ευρήματα. Αυτή είναι η χειρότερη προσβολή που ένας ερευνητής μπορεί να κάμει εναντίον της επιστημονικής μεθοδολογίας.

Κατηγορεί, βέβαια και αυτός ο ερευνητής, μιλώντας για πολιτική χρήση του τύμβου, όμως δεν συνειδητοποιεί πως ο ίδιος καταχράται το μνημείο για πολιτικούς σκοπούς, ακριβώς ώστε να υποστηριχθούν οι ιδέες του ισχυρού διεθνούς λόμπυ.

Κατόπιν, παραθέτει πολλά αστεία ώστε να γελάσουμε και όλα εις βάρος των επιστημόνων που διαφωνούν: είναι σαφές πως αυτό το κομμάτι του κειμένου προδίδει ένα ιδιαίτερα κακό γούστο, αφ ης στιγμής ο ερευνητής δεν σέβεται την επιστημονική αξιοπρέπεια των συναδέλφων του.

Κάνει λόγο για «αόρατες επιγραφές”, αλλά εγώ μπορώ να δώ αρκετά καλά όλες τις επιγραφές του μνημείου που αναφέρονται από τον καθηγητή Μαυρογιάννη.

Τέλος, η τέταρτη αρχαιολόγος επαναλαμβάνει δόγματα που υιοθέτησαν ήδη οι τρεις προηγούμενοι: είναι πεντακάθαρο πως όλοι μας πρέπει να υποστούμε πλύση εγκεφάλου και να τα μάθουμε απέξω κι ανακατωτά. Έτσι, επίσης επαναλαμβάνει πως η μεθοδολογία των ανασκαφέων δεν ήταν η ενδεδειγμένη, καταδικάζει την πολιτική χρήση του μνημείου και εν τέλει υποστηρίζει τα περί μιας χρονολόγησης του τύμβου στο τέλος του 2ου π.Χ. αιώνος. Αυτή η χρονολόγηση έρχεται σε ευθεία αντίθεση με τα νομίσματα, τα γλυπτά που καθαρά μπορούν να αποδοθούν στην σχολή της Θάσου του ύστερου 4ου π.Χ. αιώνος, της πολύχρωμης ζωφόρου, τετράχρωμης όπως είναι, του βοτσαλωτού μωσαϊκού κ.ο.κ.

Τελικώς, ο ύστερος 2ος π.Χ. αιώνας ήταν μια καταθλιπτική περίοδος για την Αμφίπολη. Κανείς σημαίνων παράγοντας δεν κατοικούσε εκεί τον καιρό αυτό για να υποστηριχθεί η ανέγερση ενός τόσο επιβλητικού μνημείου. Έτσι, αυτή η χρονολόγηση είναι εκτός τόπου και χρόνου.

Καταληκτικά, τρεις από τους τέσσερις ειδικούς που παρουσιάζουν τις απόψεις τους στην εφημερίδα «Τα Νέα” αποκαλύπτουν μια τυπική προσέγγιση που υιοθετείται από το διεθνές λόμπυ των ισχυρών: μπορείς να δημοσιεύσεις πολλά στοιχεία που στοιχειοθετούν την υπόθεσή σου, αλλά αυτοί απλώς τα αγνοούν και επαναλαμβάνουην το δόγμα, τον υπερ-σκεπτικισμό τους, απλώς και μόνον για πολιτικούς σκοπούς.

Αν τους αντιτεθείς, σε απογυμνώνουν από την επιστημονική σου αξιοπρέπεια με σαρκαστικά αστεία, όπως έκανε ο τρίτος εκ των συμμετεχόντων. Και βέβαια η καριέρα σου δέχεται συντριπτικά κτυπήματα. Και μπορείς να έχεις και άλλα χειρότερα προβλήματα, όπως έχω πολύ καλά νιώσει στο πετσί μου…

Από Antonio CORSO 

aristeia.online
Διαβάστε επίσης:



Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου