Με αφορμή δύο ευρήματα από νεκροταφεία της Κύπρου που χρονολογούνται στην Πρώιμη Εποχή του Χαλκού, δηλαδή περίπου στο 2300-1900 π.Χ., έχει ενδιαφέρον να αναζητήσουμε τις απαρχές της καλλιέργειας του αμπελιού και κατ’ επέκτασιν της παραγωγής του κρασιού στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου κατά την προϊστορία.
Πριν προχωρήσω στη σύντομη περιγραφή των δύο ευρημάτων, πρέπει να σημειώσω ότι ο πολιτισμός της Κύπρου της 2ης π.Χ. χιλιετίας χαρακτηρίζεται, μεταξύ άλλων, από μια εντελώς ιδιάζουσα, σχεδόν μοναδική, παραγωγή πήλινων αντικειμένων. Αγγείων με ευφάνταστες παραστάσεις σκηνών από την καθημερινή και θρησκευτική ζωή αλλά και μεγάλου αριθμού ομοιωμάτων με παρόμοιο περιεχόμενο.
Το πρώτο εύρημα είναι άγνωστης προέλευσης (Εικ. 1). Πιθανολογείται όμως ότι προέρχεται από τάφο του νεκροταφείου των Βουνών και σήμερα εκτίθεται στο Μουσείο Λευκωσίας. Πρόκειται για ομοίωμα αναπαράστασης ληνού, κοινώς πατητηριού. Ο κάδος του ληνού με τον κρουνό του στηρίζεται σε 4 πόδια. Στην εξωτερική πλευρά, περιφερειακά του κάδου, έχουν τοποθετηθεί διάφορες ανθρώπινες μορφές.
Η μεγαλύτερη σε μέγεθος μορφή που βρίσκεται στο εσωτερικό του ληνού ίσως εκπροσωπούσε πρόσωπο υψηλού κύρους. Το ομοίωμα απεικονίζει μια αγροτική δραστηριότητα με θρησκευτικές προεκτάσεις. Εάν δεχθεί κανείς αυτή την πρόταση, η σημασία του ομοιώματος αποτελούσε ένδειξη σεβασμού προς τον νεκρό μέσω της αναφοράς σε δραστηριότητες της ζωής του.
Το δεύτερο εύρημα είναι μία πρόχους, με 2 προχοές και 2 λαβές, από τάφο στη θέση Πύργος Λεμεσού (Εικ. 2 και 3). Η πρόχους είναι διακοσμημένη με πολλές διαφορετικές μορφές, αντικείμενα και κατασκευές, τοποθετημένες στον ώμο του σκεύους. Οι μορφές ασχολούνται με διάφορες καθημερινές εργασίες (άλεσμα σιτηρών, παρασκευή ψωμιού). Η πιο χαρακτηριστική μορφή είναι η γυναίκα ανάμεσα στις δύο λαβές του αγγείου, η οποία στέκεται μπροστά από ένα κάδο. Πατάει τα σταφύλια;
Ο κάδος φέρει ένα άνοιγμα ή κρουνό, κάτω από τον οποίο υπάρχει μεγάλη λεκάνη. Μπροστά από τη λεκάνη μια μορφή κρατά μια πρόχου αναμένοντας να την γεμίσει με το υγρό που ρέει μέσω του ανοίγματος. Το πιθανότερο είναι ότι εδώ πρόκειται για ληνό και παραγωγή κρασιού. Από τις άλλες μορφές ενδιαφέρον έχουν η ένθρονη γυναίκα με δύο πρόχους και ο καθισμένος σε σκαμνί άνδρας. Η παράσταση αποτελεί, κατά την γνώμη μου, μια επιτομή των ασχολιών των ανθρώπων εκείνης εποχής στο νησί.
Αντίστοιχα παραδείγματα ομοιωμάτων ληνών, λίγο υστερότερων από τα κυπριακά, έχουν έρθει στο φως στην Κρήτη, π.χ. σε τάφους της πεδιάδας της Μεσαράς (Εικ. 4), χρονολογούμενα στα 1900-1800 π.Χ.
Ενώ στην Κύπρο δεν έχουν ακόμη ανασκαφεί πραγματικοί ληνοί, οι οποίοι να χρονολογούνται στους προϊστορικούς χρόνους, στην Κρήτη έχουμε αρκετά παραδείγματα εγκαταστάσεων πήλινων σταφυλοπιεστηρίων σε διάφορες θέσεις, από τις οποίες οι περισσότερες χρονολογούνται από το 1500 π.Χ. και μετά. Ωστόσο, το πρωιμότερο εύρημα πήλινου ληνού μαζί με κύπελλο που περιείχε γίγαρτα (έτσι ονομάζονται τα κουκούτσια των σταφυλιών που βρίσκουμε στις ανασκαφές) ήρθε στο φως στη θέση Μύρτος Φούρνου Κορυφή και χρονολογείται στο 2500 π.Χ. Αγγεία με γραπτές απεικονίσεις σταφυλιών προέρχονται και από το Ακρωτήρι της Σαντορίνης χρονολογούμενα στο 1550-1500 π.Χ.
Συμπληρωματική αλλά πολύ ουσιαστική πηγή της γνώσης μας για την παραγωγή του κρασιού αποτελούν τα αρχαιοβοτανικά κατάλοιπα που μελετούν οι αρχαιολόγοι. Τόσο στην Κύπρο όσο και στην Κρήτη αλλά και σε άλλες περιοχές της Ανατολικής Μεσογείου τα αρχαιοβοτανικά κατάλοιπα, δηλαδή τα γίγαρτα, ανήκουν σε δύο κατηγορίες, στην άγρια άμπελο (Vitis Silvestris Gmel) και στην ήμερη (Vitis vinifera), η οποία βεβαίως είναι και η οινοφόρος ποικιλία. Η παρουσία της άγριας αμπέλου ανάγεται στους Νεολιθικούς χρόνους (7000-6000 π.Χ.) και συνεχίζει να υφίσταται έως και την Ύστερη Εποχή του Χαλκού, ενώ η ήμερη πρωτοεμφανίζεται στην Πρώιμη Εποχή του Χαλκού, δηλαδή στην 3η π.Χ. χιλιετία.
Οι γραπτές πηγές, η εικονογραφία και άλλα ευρήματα δείχνουν ότι και στην αρχαία Αίγυπτο γνώριζαν το κρασί και τον τρόπο παρασκευής του, τουλάχιστον από την 3η π.Χ. χιλιετία. Γραπτές μαρτυρίες από την Μεσοποταμία της 2ης π.Χ. χιλιετίας αναφέρονται στην αποθήκευση και κατανάλωση κρασιού. Όμως πρέπει να υπογραμμίσω ότι στην Αίγυπτο και στη Μεσοποταμία έπιναν κυρίως μπύρα. Φαίνεται ότι έκαναν εισαγωγές κρασιού από άλλες περιοχές, ανάμεσά τους και το Αιγαίο, για κατανάλωση από την ανώτερη τάξη.
Από πού προέρχονται όμως οι παλαιότερες ενδείξεις για την παραγωγή κρασιού; Την δεκαετία του 1990 χημικές αναλύσεις ιζημάτων από ιδιόμορφα αγγεία που βρέθηκαν στη θέση Godin Tepe στα όρη του Ζάγρου στο Ιράν απέδειξαν ότι το κρασί ήταν γνωστό στην περιοχή αυτή ήδη από την 5η π.Χ. χιλιετία. Νεώτερες έρευνες σε αρχαιολογικές θέσεις στον Καύκασο παρέχουν χρονολογήσεις μεταξύ της 4ης και 6ης π.Χ. χιλιετίας για την παραγωγή του κρασιού.
Στα τέλη του 2010 σε συνέδριο στις ΗΠΑ ομάδα αρχαιολόγων από το πανεπιστήμιο της California, Los Angeles, ανακοίνωσε ότι στην νοτιοανατολική Αρμενία μία ανασκαφή σε σπήλαιο κοντά στο χωριό Areni αποκάλυψε, ανάμεσα σε τάφους, εγκατάσταση ληνού, αρχαιοβοτανικά κατάλοιπα και αγγεία σχετιζόμενα με την παραγωγή κρασιού. Αυτά χρονολογούνται στην 4η π. Χ. χιλιετία (Εικ. 5). Πρόκειται δηλαδή για τον, επί του παρόντος, αρχαιότερο πραγματικό ληνό που έχει έρθει στο φως. Στην περίπτωση αυτή πολύ πιθανόν η παραγωγή του κρασιού να συνδεόταν με τελετουργίες προς τιμήν των νεκρών.
Πρόσφατα το 2017 ανακοινώθηκε ότι ανασκαφές σε δύο νεολιθικές θέσεις στη Γεωργία, στο Garadashlili Gora και στο Shulaveris Gora, 50 χλμ. νότια της Τυφλίδας, έφεραν στο φως 8 μεγάλα αποθηκευτικά αγγεία διακοσμημένα με ανάγλυφες παραστάσεις σταφυλιών (Εικ. 6 και 7). Στο εσωτερικό τους τα αγγεία αυτά είχαν ιζήματα που αναμφίβολα συνδέονται με την παραγωγή κρασιού. Τα ευρήματα χρονολογούνται στο 5980 π.Χ. Κατά την άποψη των ειδικών πρόκειται για το παλαιότερο παράδειγμα εξημέρωσης της άγριας Ευρασιατικής αμπέλου, προορισμένης μόνο για την παραγωγή κρασιού.
Στην Αρχαία Ελληνική Γραμματεία οι αναφορές στο κρασί είναι χιλιάδες, αρχής γενομένης από τα Ομηρικά έπη. Στην Οδύσσεια ο οίνος είναι μέλας ή ερυθρός αλλά και ηδύς, ενώ στην Ιλιάδα χαρακτηρίζεται και μελιηδής, μελίφρων ή και παλαιός.
Μια ελάχιστη επιλογή στίχων για το κρασί
Ομήρου Ιλιάς Γ 246: οἶνον ἐΰφρονα καρπὸν ἀρούρης
Ομήρου Ιλιάς Ζ 261: ἀνδρὶ δὲ κεκμηῶτι μένος μέγα οἶνος ἀέξει
Αλκαίου απ. 333.1: οἶνος γὰρ ἀνθρώποις δίοπτρον
Θεόγνιδος στ. 477: ὡς οἶνος χαριέστατος
στ. 501: ἀνδρὸς δ’ οἶνος ἔδειξε νόον
Ίωνος απ. 5.4: οἶνον ἀερσίνοον ἀνθρώπων πρύτανιν.
Ίωνος απ. 26.12: βασιλεὺς οἶνος ἔδειξε φύσιν
Ομηρικός Ύμνος εις Βάκχον 35-36: οἶνος μὲν πρώτιστα θοὴν ἀνὰ νῆα μέλαιναν
ἡδύποτος κελάρυζ’ εὐώδης,
ἡδύποτος κελάρυζ’ εὐώδης,
Νόννου Διονυσιακά 7.77: γλυκὺν οἶνον ἐοικότα νέκταρι
Το κρασί ήταν και παραμένει σημαντικό για τον ανθρώπινο πολιτισμό. Ως γιατρικό, ως μέσο κοινωνικοποίησης, ως ψυχοτρόπος ουσία (μας αλλάζει την ψυχική διάθεση), ως υψηλής αξίας προϊόν, το κρασί αποτέλεσε και αποτελεί αναπόσπαστο στοιχείο των θρησκευτικών τελετουργιών, της φαρμακοποιίας, της μαγειρικής, της οικονομίας και της κοινωνικής ζωής των λαών του Αιγαίου και της Εγγύς Ανατολής. Και σήμερα του δυτικού πολιτισμού.
Εις υγείαν…
Γράφει η Ελένη Μαντζουράνη – καθηγήτρια Αρχαιολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.
slpress.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου