Ο Αλέξανδρος υπήρξε καρπός του γάμου του βασιλέα της Μακεδονίας Φιλίππου και της Ολυμπιάδας, θυγατέρας του βασιλέα της Ηπείρου Νεοπτόλεμου. Ο θρύλος αναφέρει, ότι ο πατέρας και η μητέρα του Αλεξάνδρου γνωρίστηκαν στη Σαμοθράκη, στα, γνωστά σε όλο τον κόσμο τότε, καβείρια μυστήρια. Λέγεται, ότι ήρθε στον κόσμο τον Ιούλιο του 356 π.Χ., με φύση "θυμοειδή" και "λεοντώδη", την ίδια ώρα που ο διαβόητος Ηρόστρατος έβαλε φωτιά στο ναό της Αρτέμιδος στην 'Έφεσο, ένα από τα εφτά θαύματα του αρχαίου κόσμου. Η σύμπτωση αυτή ερμηνεύτηκε από τους μάντεις της εποχής ως δηλωτική της απαρχής της καταστροφής της Ασίας από το γιο του Φιλίππου και της Ολυμπιάδας.
Παραδίδεται, ότι δωδεκαετής ο Αλέξανδρος κατέπληξε τον πατέρα του και τους επιφανείς της μακεδονικής κοινωνίας της Πέλλας, δαμάζοντας με τόλμη και ευφυΐα τον άγριο "Βουκέφαλον ίππον”, πράγμα που δεν είχαν καταφέρει οι επαγγελματίες δαμαστές άγριων αλόγων. Δυο χρόνια πριν, δέκα χρονών αγόρι, ο Αλέξανδρος απήγγειλε αποσπάσματα Ελλήνων ποιητών και παρέστησε με άλλο φίλο του κάποια σκηνή ελληνικού δράματος κατά τη διάρκεια επίσημου δείπνου προς τιμήν του Αισχίνη και του Δημοσθένη, που είχαν έλθει στην Πέλλα ως πρεσβευτές της πόλης των Αθηνών.
Λέγεται επίσης, ότι σε μια περίπτωση, που απουσίαζε ο Φίλιππος, έφηβος ο Αλέξανδρος υποδέχθηκε τους πρέσβεις του βασιλέα των Περσών και τους κατέπληξε με την ευπρέπεια των τρόπων και την εμβρίθεια των ερωτημάτων που υπέβαλε.
Την προσωπική του ανδρεία ο Αλέξανδρος την κατέδειξε πολύ νωρίς, όταν σε ηλικία δεκαέξι ετών, επικεφαλής στρατιωτικού τμήματος, κατέβαλε επανάσταση της γειτονικής προς τη Μακεδονία θρακικής φυλής των Μεδάρων και αφού κυρίευσε την κυριότερη πόλη της, τη μετονόμασε σε Αλεξανδρόπολη. Πιο λαμπρά όμως καταδείχθηκε η προσωπική πολεμική του αρετή, όταν κατά τη μάχη της Χαιρωνείας (338 π.Χ.), κατατρόπωσε τον ηρωικό και αήττητο Ιερό Λόχο των Θηβαίων. Στην Αθήνα τίθεται επικεφαλής της τιμητικής φρουράς, που μεταφέρει την τέφρα των Αθηναίων πεσόντων και τους αιχμαλώτους.
Από νεαρός ο Αλέξανδρος έτυχε επιμελέστατης παιδείας και αγωγής, πράγμα που διαμόρφωσε την ψυχή, το νου, το φρόνημα και το σώμα του σ' ένα αρμονικότατο συνδυασμό αρχαιοελληνικής καλοκαγαθίας. Πριν τον αναλάβει ο Αριστοτέλης, σε ηλικία δεκατριών ετών, δάσκαλοί του υπήρξαν ο Λεωνίδας από την 'Ήπειρο, που τον άσκησε στην ηθική αυστηρότητα και στη σωματική σκληραγωγία και ο Λυσίμαχος ο Ακαρνάν, που φλόγισε τις δυνατότητες της ψυχής και του φρονήματος του και γονιμοποίησε τη φαντασία του για υψηλά πετάγματα και ευγενή οράματα.
Στο δρόμο όμως της φρόνησης και της λογικής ασκήθηκε από τον Αριστοτέλη, φτασμένο ήδη φιλόσοφο στην ΑΘήνα, γιο του φίλου και ιατρού του Φιλίππου Νικόμαχου, από τα Στάγιρα της Χαλκιδικής. Από το 342 ως το 339 π.Χ. ο μικρός Αλέξανδρος διδάχθηκε από τον Αριστοτέλη στη δασωμένη Μίεζα, μια τοποθεσία έξω από την Πέλλα. Στο ειδυλλιακό αυτό περιβάλλον ο Αλέξανδρος μυήθηκε στον Όμηρο, στον Πίνδαρο, τους μεγάλους τραγικούς και ήρθε σε πνευματική επαφή με τα αξιοζήλευτα προϊόντα, που είχε δώσει μέχρι τότε το ελληνικό πνεύμα, φιλοσοφία, ποίηση, φυσικές επιστήμες, ιατρική, ηθική, πολιτική, γεωγραφία. Συσπουδαστές του ήσαν οι γόνοι επιφανών οικογενειών της Πέλλας, οι μετέπειτα σύντροφοί του προς τη θρυλική και επική πορεία της αθανασίας: ο Ηφαιστίων, ο Λεοννάτος, ο Μαρσύας, ο Πτολεμαίος, ο Νέαρχος, o Άρπαλος, ο Αλκέτας και ίσως οι Σέλευκος, Λυσίμαχος και Φιλώτας.
Την ψυχή του Αλεξάνδρου καταγοήτευαν ιδιαίτερα τα ομηρικά έπη και ξεχωριστά η Ιλιάς. 'Ένιωθε ιδιαίτερη συγκίνηση για τα υψηλά και ευγενή αισθήματα των ηρώων της Ιλιάδας και σ' όλη του τη ζωή δε σταμάτησε να τους έχει ως πρότυπα, ιδιαίτερα μάλιστα τον Αχιλλέα, προς τον οποίο όχι μόνο έτρεφε απεριόριστο θαυμασμό, αλλά επεδίωκε συνειδητά να του μοιάσει. Με περηφάνια μάλιστα μνημόνευε, ότι από τη μεριά της μητέρας του συγγένευε με τον Αχιλλέα, ήταν δηλαδή Αιακίδης από Νεοπτόλεμου. Αντίγραφο της Ιλιάδας, που διόρθωσε ο ίδιος ο Αριστοτέλης, μετέφερε μαζί του στα βάθη της Ασίας ως ένα από τα πολυτιμότερα περιουσιακά του στοιχεία. Κατά τη διάρκεια των αδιάλειπτων αγώνων και κινδύνων της προέλασης του στην Ανατολή δεν έπαυσε ποτέ να τέρπει και να ψυχαγωγεί τον εαυτό του με τη μελέτη των ομηρικών ποιημάτων και γενικότερα με τη μελέτη της ελληνικής ποίησης και φιλολογίας.
Δολοφονία του Φιλίππου και αναγόρευση του Αλέξανδρου ως βασιλέα της Μακεδονίας.
Η πορεία του Αλέξανδρου προς την αθανασία άρχισε αμέσως μετά τη δολοφονία του πατέρα του Φιλίππου, τον Αύγουστο του 336 π.Χ. στις Αιγές της Μακεδονίας.
Ο Φίλλιπος το 337 π.Χ δημιουργεί το «Κοινόν των Ελλήνων» με πολιτικό και στρατιωτικό κέντρο τη Μακεδονία και πολιτισμικό την Αθήνα και το οποίο αποτελούσε μια ισχυρότατη ένωση-ομοσπονδία. Αυτό είχε τη δύναμη να επιβάλλει τις απόψεις με πολιτικό και διπλωματικό τρόπο και εάν απαιτείτο με στρατιωτική δύναμη.
Το «Κοινόν Συμβούλιον» που θεσμοθετήθηκε από το «Κοινόν» απαρτιζόταν από μέλη που εκπροσωπούσαν μία ή περισσότερες πόλεις ανάλογα με τη στρατιωτική και ναυτική τους ισχύ. Το συμβούλιο ήταν κυρίαρχο, οι αποφάσεις του στέλνονταν στις πόλεις για εφαρμογή, ενώ οι δικαστικές και οικονομικές δυνατότητες ήταν μεγάλες, όπως και η πειθαρχία που επέβαλε σε κάθε πόλη, που ξέφευγε από τον έλεγχο.
Το 337 π.Χ το «Κοινόν» κηρύττει τον πόλεμο στους Πέρσες και ο Φίλιππος τίθεται επικεφαλής. Οι κίνδυνοι πολλοί, αλλά ο Φίλιππος γνώριζε ότι θα είχε μαζί του το υιό του Αλέξανδρο, ο οποίος είχε ήδη δείξει τις εξαιρετικές του δυνατότητες, τόσο στον πόλεμο όσο και στην ειρήνη.
Ο γάμος του Φιλίππου με την Κλεοπάτρα προκάλεσε τη διαμάχη όχι μόνο μεταξύ Φιλίππου και Ολυμπιάδας, αλλά μεταξύ Φιλίππου και Αλεξάνδρου. Η αποκατάσταση των σχέσεων και η συμφιλίωσή τους έγινε πριν την εκστρατεία εναντίον των Περσών. Έτσι ο Φίλιππος, ενώ ετοιμαζόταν να εκστρατεύσει εναντίον των Περσών, θέλησε να ομαλοποιήσει τα του οίκου του.
Ο Φίλιππος είχε νυμφευθεί αλληλοδιαδόχως πολλές συζύγους εκτός από την Ολυμπιάδα, με τελευταία την ανεψιά του στρατηγού Αττάλου, Κλεοπάτρα. Η σύζυγος αυτή έπεισε το Φίλιππο να εκδιώξει την Ολυμπιάδα από τη συζυγική εστία και η τελευταία κατέφυγε στην Ήπειρο, όπου βασίλευε ο αδελφός της Αλέξανδρος. Τη συνόδευσε στην αναγκαστική εξορία και ο γιος της Αλέξανδρος, που την υπεραγαπούσε και γι' αυτό βρισκόταν σε συνεχείς διενέξεις και προστριβές με τον πατέρα του.
Μετά παρέλευση λίγων μηνών, ο Φίλιππος συμφιλιώθηκε με τον Αλέξανδρο, ύστερα από συνεχείς και επίμονες προτροπές του φίλου του Δημάρατου από την Κόρινθο και τον ανακάλεσε από την εξορία.
Την ίδια περίοδο ο στρατηγός Άτταλος και οι φίλοι του ευνοούνταν από το Φίλιππο και συγκέντρωναν περισσότερη δύναμη στα χέρια τους. Και επειδή ο Φίλιππος ετοιμαζόταν να εκστρατεύσει εναντίον των Περσών στην Ασία, αντιλαμβανόταν ότι έπρεπε να διευθετήσει τα του οίκου του με τέτοιο τρόπο, ώστε στην απουσία του να επικρατήσει ηρεμία και να αποτραπεί οποιαδήποτε παρέμβαση του βασιλέα της Ηπείρου στα πράγματα της Μακεδονίας, αφού ήταν γνωστό ότι η αδελφή του Ολυμπία τον παρακινούσε να προβεί σε τέτοια ενέργεια.
Ο Φίλιππος λοιπόν πρότεινε στο βασιλέα της Ηπείρου Αλέξανδρο να του δώσει ως σύζυγο τη θυγατέρα του Κλεοπάτρα, που είχε αποκτήσει από το γάμο του με την Ολυμπιάδα και συμπτωματικά είχε το ίδιο όνομα με την τελευταία σύζυγο του Φιλίππου, την ανεψιά του στρατηγού Αττάλου.
Για να εορτασθεί το σπουδαίο για το Φίλιππο γεγονός, οργανώθηκαν λαμπροί και πολυτελείς πανηγυρισμοί, που συνδέθηκαν επίσης και με τα γενέθλια του νέου υιού, που μόλις είχε αποκτήσει.
Οι πανηγύρεις και οι εορτασμοί που είχαν οργανωθεί ήταν μεγαλοπρεπέστατοι, γιατί ο πολιτικός στόχος ήταν τεράστιας σημασίας. Ο Φίλιππος, αμέριμνος, γεμάτος αυτοπεποίθηση και αισιοδοξία, υπερήφανος για τις γιορτές που είχε οργανώσει και για το μεγάλο σκοπό που εξυπηρετούσαν, μπήκε στο θέατρο των Αιγών που ήταν ήδη πλήρες θεατών και αντιπροσωπειών που είχαν έρθει από όλα τα μέρη της Ελλάδας. Εκείνη ακριβώς τη στιγμή, ο Παυσανίας, ένας από τους σωματοφύλακες του βασιλέα, που είχε στο παρελθόν ταπεινωθεί από το στρατηγό Άτταλο, όρμησε απροσδόκητα εναντίον του Φιλίππου, του κατέφερε θανατηφόρο πλήγμα με τη λόγχη του και ετράπη εις φυγή. Κατεδιώχθη όμως από τους σωματοφύλακες Λεοννάτο και Περδίκκα, τους μετέπειτα ένδοξους συντρόφους του Αλέξανδρου και πριν προλάβει να απομακρυνθεί, φονεύθηκε μέσα σ' ένα γειτονικό αμπελώνα.
Όταν δολοφονήθηκε o Φίλιππος, ο Αλέξανδρος βρισκόταν στο θέατρο και αναγορεύθηκε αμέσως από τους φίλους του βασιλέας της Μακεδονίας. Χωρίς να καθυστερήσει καθόλου προσοικειώθηκε τα διάφορα σώματα του μακεδονικού στρατού και διακήρυξε την πρόθεση του να φέρει σε πέρας την εκστρατεία εναντίον της Ασίας, όπως την είχε σχεδιάσει ο δολοφονηθείς πατέρας του Φίλιππος.
Αφού τιμώρησε σκληρά, ακόμα και με θανατικές καταδίκες, όσους θεωρήθηκαν αναμεμειγμένοι στη συνωμοσία για τη δολοφονία του Φιλίππου, ετοιμάστηκε να αντιμετωπίσει την αναστάτωση που προκλήθηκε στην υπόλοιπη Ελλάδα, στην οποία είχε προκαλέσει κατάπληξη το φοβερό και απροσδόκητο τέλος του ανθρώπου, που μόλις πρόσφατα το «Κοινό» των Ελλήνων είχε ανακηρύξει ηγεμόνα της εκστρατείας εναντίον των βαρβάρων. Ο Δημοσθένης θεώρησε τη δολοφονία του Φιλίππου ως θεόπεμπτη ευκαιρία και προκάλεσε στην Αθήνα τεράστια αναστάτωση του Δήμου των Αθηναίων. Οι Λακεδαιμόνιοι πανηγύρισαν φυσικά και οι Αμβρακιώτες και οι Αιτωλοί εκδίωξαν τις μακεδονικές φρουρές που είχε εγκαταστήσει ο Φίλιππος.
Συνθήκη της Κορίνθου
Ο Αλέξανδρος αντιλήφθηκε τον κίνδυνο και δεν έχασε καιρό. Προτού περάσουν δύο μήνες από τη δολοφονία του πατέρα του, βάδισε από τη Μακεδονία προς νότο επικεφαλής φοβερού μακεδονικού στρατού και σε λίγες μέρες κατέληξε στην Κόρινθο. Αφού περιόδευσε ακόμα και την Πελοπόννησο, ανάγκασε όλες τις ελληνικές πόλεις, πλην της Σπάρτης, να αναγνωρίσουν οικειοθελώς την κυριαρχία του και να του απονείμουν, όπως προηγουμένως στο Φίλιππο, την ηγεμονία των Ελλήνων για την εκστρατεία εναντίον της Περσίας.
Με πανηγυρική σύνοδο στην Κόρινθο όλοι οι ‘Έλληνες υπέγραψαν συνθήκη, με την οποία συνομολογήθηκε κοινή ειρήνη στην Ελλάδα και έγινε διακήρυξη ότι όλοι ανεξαιρέτως οι Έλληνες είναι ελεύθεροι και αυτόνομοι. Όλες οι πόλεις δεσμεύθηκαν με όρκο να τηρήσουν τη συνθήκη και ανέθεσαν την εκτέλεσή της στον Αλέξανδρο, ανακηρύσσοντάς τον στρατηγό αυτοκράτορα της Ελλάδας στον πόλεμο εναντίον της Περσίας.
Είναι σημαντικό να υπογραμμίσουμε, ότι η συνθήκη αυτή θεωρήθηκε ως η πολιτική βάση της εκστρατείας του Αλέξανδρου εναντίον των Περσών. Ο Μακεδόνας στρατηλάτης δεν έχανε ευκαιρία κατά τη διάρκεια της εκστρατείας να αναφέρεται στη συνθήκη ως "τα κοινή δόξαντα τοις 'Ελλησι". Είναι επίσης αξιοπρόσεκτο, ότι η μακεδονική αυτή ηγεμονία υπήρξε δημοκρατικότερη στο χαρακτήρα από τις προηγούμενες ηγεμονίες των Αθηναίων και των Σπαρτιατών. Πέρα από το γεγονός ότι η συνθήκη συνομολογήθηκε οικειοθελώς από τις ελληνικές πόλεις, έστω και υπό τη δαμόκλειο σπάθη της απειλής του στρατού του Αλέξανδρου, η μακεδονική ηγεμονία δεν κατέστησε τις διάφορες πόλεις φόρου υποτελείς, όπως είχαν πράξει κάποτε οι Αθηναίοι και οι Σπαρτιάτες. Αντί του τακτικού ετήσιου φόρου που υποχρεώνονταν παλαιοτέρα να καταβάλλουν οι ελληνικές πόλεις στην Αθήνα και στη Σπάρτη, με τη συνθήκη της Κορίνθου οι συμμαχίδες πόλεις συμφώνησαν να συνεισφέρουν οικειοθελώς και ποικιλότροπα στο μεγάλο πόλεμο εναντίον της Περσίας..........
Του Σταύρου Τσερπέ
Ο κ. Σταύρος Τσερπές είναι Αντιστράτηγος ε.α και το άρθρο (2ο Μέρος) αυτό όπως και τα λοιπά που θα φιλοξενηθούν στο Liberal είναι μέρος Μελέτης που παρουσιάστηκε στο Πανεπιστήμιο Εθνικής Άμυνας (Universitatea Nation Națională de Apărare (UNAp) Carol) της Ρουμανίας στο Βουκουρέστι.
Το 1ο Μέρος του αφιερώματος μπορείτε να το διαβάσετε εδώ
ΠΗΓΗ: liberal.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου