Σκοτώθηκε το 1974 - Η κηδεία του θα γίνει στο Σιδηρόκαστρο Σερρών
Το Σάββατο 15/2/2020 στις 11:00 π.μ, θα τελεστεί στο Σιδηρόκαστρο Σερρών, η νεκρώσιμη ακολουθία και η ταφή των οστών του ήρωα - θρύλου των ελληνικών Καταδρομών Ταγματάρχη Γεώργιου Κατσάνη, που σκοτώθηκε στις 21 Ιουλίου το 1974, πολεμώντας τους Τούρκους εισβολείς, στην Κύπρο. Το Σιδηρόκαστρο είναι γενέτειρα του ήρωα και σε κεντρικό της σημείο, δεσπόζει η προτομή του.
Τα οστά του ήρωα εντοπίστηκαν σ’ έναν ομαδικό τάφο στην περιοχή του Αγίου Ιλαρίωνα στο κατεχόμενο κομμάτι της Μεγαλονήσου, μαζί με άλλους πέντε πεσόντες άνδρες του, μετά από υπόδειξη Τ/Κ μάρτυρα προς τις Αρχές. Η ταυτοποίηση ολοκληρώθηκε πριν από λίγες μέρες, στο κέντρο ελέγχου DNA στις ΗΠΑ, οπότε και ενημερώθηκε η οικογένεια του στην Ελλάδα.
«Μη φοβάστε, θα πέσουμε, αλλά δεν θα φύγουμε, να σας αφήσουμε στα χέρια των Τούρκων», έλεγε σε φίλο του από την Κερύνεια ο Κατσάνης, λίγους μήνες πριν από την τουρκική εισβολή στην Κύπρο. Ο ίδιος τήρησε μέχρι τέλους την υπόσχεσή του. Πολέμησε με πάθος τον εισβολέα στην πρώτη γραμμή, έπεσε όρθιος και πέρασε -δικαιολογημένα- στη σφαίρα του θρύλου. «Από τον πατέρα μας κρατάμε πως ήταν πρώτος των πρώτων. Ένας άνθρωπος με βαθιά φιλοπατρία, βαθιά αίσθηση του καθήκοντος που δεν θα έκανε τίποτα λιγότερο. Ήταν πρώτος στην μάχη, οδηγώντας τους στρατιώτες του. Σκοτώθηκε στο πλευρό των παλικαριών του. Έφυγε πρώτος των πρώτων, μπροστά από τα «παιδιά του. Βρήκε τον θάνατο που ήθελε. Από μικρός αυτό ονειρευόταν. Να πέσει όπως ο πρώτος αξιωματικός το 1940. Αυτό τον θάνατο ονειρευόταν και αυτόν τον θάνατο του χάρισε τελικά η μοίρα. Είμαστε περήφανοι γι’ αυτόν» λέει στο ΘΕΜΑ η κόρη του ήρωα κυρία Λίνα Κατσάνη, τονίζοντας πως η συγκίνηση της οικογένειας είναι μεγάλη, στο άκουσμα της είδησης εύρεσης των οστών του, που άργησε 45 ολόκληρα χρόνια.
«Θα πέσουμε, αλλά δεν θα φύγουμε»
Με την εκδήλωση της τουρκικής εισβολής στις 20 Ιουλίου 1974, η 33 ΜΚ κινήθηκε άμεσα από την Λευκωσία προς το Πέλλα – Πάϊς στους πρόποδες του Πενταδάκτυλου, με στόχο την κατάληψη της κορυφής του Αγίου Ιλαρίωνα στον Πενταδάκτυλο, που είχαν καταλάβει οι Τούρκοι. Ο βομβαρδισμός της αυτοκινητοπομπής από τουρκικά αεροπλάνα, παρά τους τραυματισμούς, δεν πτόησε τους καταδρομείς και τον επικεφαλής τους ταγματάρχη Γεώργιο Κατσάνη που προπορευόταν, εμψυχώνοντας συνεχώς τους άνδρες του. Η καταδρομική επιχείρηση πραγματοποιήθηκε αστραπιαία, μόλις έπεσε το βαθύ σκοτάδι, και μετά από σκληρές συγκρούσεις με τους Τούρκους, ο στόχος επιτεύχθηκε, εκδιώκοντάς τους από τη θέση «κλειδί» Πετρομούθια, στις παρυφές του Αγίου Ιλαρίωνα. «Στις 11.00 το βράδυ οι τρεις λόχοι ξεκινήσαμε συντονισμένα την επίθεση, με επικεφαλής τον διοικητή μας Κατσάνη, και σχεδόν 45’ μετά είχαμε καταφέρει τον αντικειμενικό μας στόχο, αναφέροντας την κατάληψη του σημείου και προχωρώντας στη συνέχεια στη σταθεροποίησή μας στην περιοχή, αναμένοντας τις επόμενες ώρες αντικατάσταση μας με άλλα τμήματα, όπως προέβλεπε το αρχικό σχέδιο» λέει στο ΘΕΜΑ ο τότε υποδιοικητής της 33 ΜΚ, λοχαγός Ευάγγελος Μαντζουράτος. Έως το μεσημέρι της 21ης Ιουλίου, οι Τούρκοι είχαν ενισχυθεί εκ νέου με νέες δυνάμεις στην περιοχή, την ίδια ώρα που τα πυρομαχικά της 33 ΜΚ έφταναν στο τέλος και δεν υπήρχε καμία ενημέρωση για αντικατάστασή της. Προκειμένου να μην εγκλωβιστούν και υπάρξουν σοβαρές απώλειες, δόθηκε εντολή απαγκίστρωσης προς το Πέλλα – Πάις, κάτω από ιδιαίτερα αντίξοες συνθήκες.
Οι άνδρες των μονάδων είχαν ξεπεράσει τα όρια της αντοχής τους πολεμώντας σε θερμοκρασία 42 βαθμών υπό σκιάν, δίχως πυρομαχικά και νερό, και υπό συνεχή εχθρικά πυρά. Ο Κατσάνης βρισκόταν στην πρώτη γραμμή εμψυχώνοντας τους άνδρες του, καταϊδρωμένος και το πρόσωπό μαυρισμένο από την από τα καψαλισμένα θάμνα, δίνοντας φωναχτά οδηγίες στους στρατιώτες του, κρατώντας στο χέρι τ’ αυτόματο και στη ζώνη του χειροβομβίδες. Οι επιθέσεις των Τούρκων αποκρούονταν από μικρές τοπικές δυνάμεις των λόχων και σε μία αντεπίθεση, όπου ο Κατσάνης σήκωσε μια διμοιρία για να διώξει από τον χώρο του τον εχθρό που είχε διεισδύσει, τραυματίσθηκε θανάσιμα, από ελεύθερο σκοπευτή. Οι στρατιώτες του προσπάθησαν να πάρουν το πτώμα του, δόθηκε μάχη μα δεν τα κατάφεραν.
Μαρτυρίες αναφέρουν πως ο ήρωας άκουσε να του φωνάζουν από απέναντι: «Μη χτυπάτε, είμαστε Έλληνες, κύριε Κατσάνη». Σηκώθηκε, προχώρησε δίχως προφυλάξεις και χτυπήθηκε από τουρκικά πυρά. «Δεν αποκλείεται να έχει γίνει. Υπήρχαν στις τουρκικές δυνάμεις αξιωματικοί που μιλούσαν ελληνικά αλλά και Τ/Κ. Επίσης ήταν γνωστό, πως γνώριζαν πρόσωπα και ονόματα» λέει ο κ.Μαντζουράτος. Πρόσφατα σε τηλεοπτική εκπομπή στα κατεχόμενα, εμφανίστηκε ο διοικητής των Τ/Κ υπερασπιστών στη θέση Πετρομούθια, Ερντέν Οζέντερ, που ήρθε αντιμέτωπος με την επίθεση της 33 ΜΚ στις 20 και 21 Ιουλίου 1974. Ο ίδιος παραδέχτηκε πως, έδωσε εντολή σ’ ελεύθερο σκοπευτή της δύναμής του, να φονεύσει τον Έλληνα αξιωματικό. Η ώρα συμπίπτει με τον θάνατο του ήρωα.
Ο Κατσάνης μετατέθηκε στην Κύπρο το 1973, όπου ανέλαβε τη Διοίκηση της 33ης Μοίρας Καταδρομών που έδρευε στο Πέλλα Πάις. Είχε ξαναβρεθεί στο νησί και πάλι το 1966 ως λοχαγός της 31ης Μοίρα Καταδρομών, της νεαρής τότε Εθνικής Φρουράς με το όνομα …Γεώργιος Χριστοδούλου. Έως σήμερα οι στρατιώτες του, μιλούν με τα καλύτερα λόγια για τον ήρωα. «Ο Κατσάνης ήταν ένας λεβέντης, κάθε πρωί στη σύνταξη μοίρας, το χέρι του έδειχνε τον Άγιο Ιλαρίωνα. Ήταν η «καρκιά» του καμένη να βγει εκεί πάνω. Βγήκε και έμεινε για πάντα. Στόχος του κάθε καταδρομέα ήταν να ανεβεί στον Άγιο Ιλαρίωνα. Κάθε πρωί είχαμε τούτο το μάθημα. Ο Κατσάνης μιλούσε συνέχεια για τον Άγιο Ιλαρίωνα. Σου έδινε ηθικό και δύναμη, ήταν σπουδαίος διοικητής, πράμα που το απόδειξε και στην μάχη. Πέντε μήνες στην Μοίρα, κατάφερε και πέρασε και σ’ εμάς τούτη την επιθυμία» δήλωσε καταδρομέας της 33ης Μοίρας Μάμα Ζένιος (Μάριου Αδάμου «Μνήμες Πολέμου 1974»).
«Ο διοικητής μου δεν σταματούσε σε κανέναν κίνδυνο. Όπου πήγαινε έβαζε το στήθος του μπροστά, την τόλμη του και την πατρίδα. Οι καταδρομείς του, αξιωματικοί και στρατιώτες, τον ακολουθούσαμε όπου και εάν πήγαινε με οποιοδήποτε τίμημα» λέει από την πλευρά του ο υποστράτηγος ε.α. Ευάγγελος Μαντζουράτος, στενός συνεργάτης του ήρωα που και αντικατέστησε στις επιχειρήσεις κατά των Τούρκων, μετά τον θάνατό του.
H μαρτυρία ενός Τ/Κ που οδήγησε στον ομαδικό τάφο
Καθοριστικός ήταν ο ρόλος, στον εντοπισμό του ομαδικού τάφου στον Άγιο Ιλαρίωνα, της Τ/Κ δημοσιογράφου Σεβγκιούλ Ουλουντάγ, που τα τελευταία 20 χρόνια ασχολείται διεξοδικά με το ευαίσθητο θέμα των αγνοουμένων, κινητοποιώντας τους αναγνώστες της -και από τις δύο κοινότητες- στο να υποδείξουν πιθανούς τόπους ταφής, συμβάλλοντας έτσι εθελοντικά και με ανθρωπιστικό τρόπο στο ευαίσθητο αυτό θέμα. Λόγω της ακτιβιστικής της δράσης, έχει γίνει επανειλημμένως στόχος απειλών από ακροδεξιούς και στρατιωτικούς κύκλους των Τουρκοκυπρίων, ενώ το 2019 είχε προταθεί στη Νορβηγική Επιτροπή Νόμπελ για το Βραβείο Νόμπελ Ειρήνης.
Μία μαρτυρία ενός Τ/Κ προς την κυρία Ουλουντάγ, οδήγησε το 2017 Κυπριακή Διερευνητική Επιτροπή Αγνοουμένων να πραγματοποιήσει έρευνες και εκσκαφές στην στρατιωτική περιοχή του Αγίου Ιλαρίωνα, αφού πρώτα οι κατοχικές στρατιωτικές Αρχές, έδωσαν το «πράσινο» φως. Σύμφωνα με τη μαρτυρία του Τ/Κ, που διατηρεί την ανωνυμία του, τα οστά θάφτηκαν εκ νέου στο σημείο που βρέθηκαν, αφού αρχικά τα νεκρά σώματα είχαν ριχθεί από τους Τούρκους, μέσα σ’ ένα παλαιό καμίνι το καλοκαίρι του 1974. Ο ίδιος έγραψε προς την κυρία Ουλουντάγ : «Θυμούμαι τους σκελετούς που είχα δει σε ένα καμίνι όταν έκανα τη στρατιωτική μου θητεία. Ήταν όλοι στρατιώτες, διότι ανάμεσα στους σκελετούς ήταν και σφαίρες ιδίου τύπου. Επίσης θυμήθηκα ότι εκείνα τα οστά είχαν θαφτεί κάπου αλλού μετά, τα οστά μετακινήθηκαν σε ένα άλλο σημείο (…) Η επιτροπή βλέποντας το χάρτη μου, συνέχιζε τις εκταφές σε ένα άλλο καμίνι πολύ κοντά στη στρατιωτική περιοχή. Πέντε «αγνοούμενοι» βρέθηκαν σε εκείνο το καμίνι. Αυτοί οι πέντε «αγνοούμενοι» δεν είχαν θαφτεί αλλά ριχθεί ο ένας πάνω στον άλλο μέσα στο καμίνι». Ο ίδιος Τ/Κ έως σήμερα βοήθησε με τις μαρτυρίες του, να βρεθούν συνολικά τα οστά αγνοουμένων της κυπριακής τραγωδίας.
Από το Σιδηρόκαστρο στην Κύπρο
Ο ήρωας (1934-1974) κατάγεται από το Σιδηρόκαστρο Σερρών, με γονείς πρόσφυγες από την Ανατολική Θράκη. Κατά την γερμανική κατοχή η οικογένεια του εγκαταστάθηκε στην Θεσσαλονίκη, όπου -μεταξύ άλλων- ο Κατσάνης διακρίθηκε ως αθλητής του «Ηρακλή» στη σκυταλοδρομία, στα αγωνίσματα των 100 και 200 μέτρων και στο μήκος. Αποφοίτησε από τη Σχολή Ευέλπιδων και το 1956, περνώντας με άριστα όλες τις δοκιμασίες, τοποθετήθηκε στις Δυνάμεις Καταδρομών. Νωρίτερα, υπήρξε εκπαιδευτής του τότε διαδόχου Κωνσταντίνου στη Σχολή Πεζικού στην Χαλκίδα.
Το στρατιωτικό του βιογραφικό ήταν εντυπωσιακό και αντάξιο της διαδρομής του. Ο Κατσάνης πέρασε μ’ άριστα όλες τις δοκιμασίες, υπηρετώντας με απαράμιλλο ζήλο. Διακρίθηκε για τις επιδόσεις του στις αναρριχήσεις, στον ορεινό αγώνα αλλά και στις αερομεταφορές. Δυο φορές ήρθε τετ α τετ με τον θάνατο, αλλά τον ξεπέρασε. Το 1957 και το 1961 στη διάρκεια στρατιωτικών αγώνων όπου τραυματίζεται σοβαρά, αλλά θα σταθεί όρθιος λόγω πείσματος και γερής κράσης. Αν κα με … σίδερα στα δύο του πόδια, ποτέ δεν σκέφτηκε να εγκαταλείψει την ενεργό δράση. Ήταν παντρεμένος με την κυρία Εριφύλη Πανωρίδου και μαζί της απέκτησε δυο κόρες την Αγγελική και Ευανθία.
Τα οστά του ήρωα εντοπίστηκαν σ’ έναν ομαδικό τάφο στην περιοχή του Αγίου Ιλαρίωνα στο κατεχόμενο κομμάτι της Μεγαλονήσου, μαζί με άλλους πέντε πεσόντες άνδρες του, μετά από υπόδειξη Τ/Κ μάρτυρα προς τις Αρχές. Η ταυτοποίηση ολοκληρώθηκε πριν από λίγες μέρες, στο κέντρο ελέγχου DNA στις ΗΠΑ, οπότε και ενημερώθηκε η οικογένεια του στην Ελλάδα.
«Μη φοβάστε, θα πέσουμε, αλλά δεν θα φύγουμε, να σας αφήσουμε στα χέρια των Τούρκων», έλεγε σε φίλο του από την Κερύνεια ο Κατσάνης, λίγους μήνες πριν από την τουρκική εισβολή στην Κύπρο. Ο ίδιος τήρησε μέχρι τέλους την υπόσχεσή του. Πολέμησε με πάθος τον εισβολέα στην πρώτη γραμμή, έπεσε όρθιος και πέρασε -δικαιολογημένα- στη σφαίρα του θρύλου. «Από τον πατέρα μας κρατάμε πως ήταν πρώτος των πρώτων. Ένας άνθρωπος με βαθιά φιλοπατρία, βαθιά αίσθηση του καθήκοντος που δεν θα έκανε τίποτα λιγότερο. Ήταν πρώτος στην μάχη, οδηγώντας τους στρατιώτες του. Σκοτώθηκε στο πλευρό των παλικαριών του. Έφυγε πρώτος των πρώτων, μπροστά από τα «παιδιά του. Βρήκε τον θάνατο που ήθελε. Από μικρός αυτό ονειρευόταν. Να πέσει όπως ο πρώτος αξιωματικός το 1940. Αυτό τον θάνατο ονειρευόταν και αυτόν τον θάνατο του χάρισε τελικά η μοίρα. Είμαστε περήφανοι γι’ αυτόν» λέει στο ΘΕΜΑ η κόρη του ήρωα κυρία Λίνα Κατσάνη, τονίζοντας πως η συγκίνηση της οικογένειας είναι μεγάλη, στο άκουσμα της είδησης εύρεσης των οστών του, που άργησε 45 ολόκληρα χρόνια.
«Θα πέσουμε, αλλά δεν θα φύγουμε»
Με την εκδήλωση της τουρκικής εισβολής στις 20 Ιουλίου 1974, η 33 ΜΚ κινήθηκε άμεσα από την Λευκωσία προς το Πέλλα – Πάϊς στους πρόποδες του Πενταδάκτυλου, με στόχο την κατάληψη της κορυφής του Αγίου Ιλαρίωνα στον Πενταδάκτυλο, που είχαν καταλάβει οι Τούρκοι. Ο βομβαρδισμός της αυτοκινητοπομπής από τουρκικά αεροπλάνα, παρά τους τραυματισμούς, δεν πτόησε τους καταδρομείς και τον επικεφαλής τους ταγματάρχη Γεώργιο Κατσάνη που προπορευόταν, εμψυχώνοντας συνεχώς τους άνδρες του. Η καταδρομική επιχείρηση πραγματοποιήθηκε αστραπιαία, μόλις έπεσε το βαθύ σκοτάδι, και μετά από σκληρές συγκρούσεις με τους Τούρκους, ο στόχος επιτεύχθηκε, εκδιώκοντάς τους από τη θέση «κλειδί» Πετρομούθια, στις παρυφές του Αγίου Ιλαρίωνα. «Στις 11.00 το βράδυ οι τρεις λόχοι ξεκινήσαμε συντονισμένα την επίθεση, με επικεφαλής τον διοικητή μας Κατσάνη, και σχεδόν 45’ μετά είχαμε καταφέρει τον αντικειμενικό μας στόχο, αναφέροντας την κατάληψη του σημείου και προχωρώντας στη συνέχεια στη σταθεροποίησή μας στην περιοχή, αναμένοντας τις επόμενες ώρες αντικατάσταση μας με άλλα τμήματα, όπως προέβλεπε το αρχικό σχέδιο» λέει στο ΘΕΜΑ ο τότε υποδιοικητής της 33 ΜΚ, λοχαγός Ευάγγελος Μαντζουράτος. Έως το μεσημέρι της 21ης Ιουλίου, οι Τούρκοι είχαν ενισχυθεί εκ νέου με νέες δυνάμεις στην περιοχή, την ίδια ώρα που τα πυρομαχικά της 33 ΜΚ έφταναν στο τέλος και δεν υπήρχε καμία ενημέρωση για αντικατάστασή της. Προκειμένου να μην εγκλωβιστούν και υπάρξουν σοβαρές απώλειες, δόθηκε εντολή απαγκίστρωσης προς το Πέλλα – Πάις, κάτω από ιδιαίτερα αντίξοες συνθήκες.
Οι άνδρες των μονάδων είχαν ξεπεράσει τα όρια της αντοχής τους πολεμώντας σε θερμοκρασία 42 βαθμών υπό σκιάν, δίχως πυρομαχικά και νερό, και υπό συνεχή εχθρικά πυρά. Ο Κατσάνης βρισκόταν στην πρώτη γραμμή εμψυχώνοντας τους άνδρες του, καταϊδρωμένος και το πρόσωπό μαυρισμένο από την από τα καψαλισμένα θάμνα, δίνοντας φωναχτά οδηγίες στους στρατιώτες του, κρατώντας στο χέρι τ’ αυτόματο και στη ζώνη του χειροβομβίδες. Οι επιθέσεις των Τούρκων αποκρούονταν από μικρές τοπικές δυνάμεις των λόχων και σε μία αντεπίθεση, όπου ο Κατσάνης σήκωσε μια διμοιρία για να διώξει από τον χώρο του τον εχθρό που είχε διεισδύσει, τραυματίσθηκε θανάσιμα, από ελεύθερο σκοπευτή. Οι στρατιώτες του προσπάθησαν να πάρουν το πτώμα του, δόθηκε μάχη μα δεν τα κατάφεραν.
Μαρτυρίες αναφέρουν πως ο ήρωας άκουσε να του φωνάζουν από απέναντι: «Μη χτυπάτε, είμαστε Έλληνες, κύριε Κατσάνη». Σηκώθηκε, προχώρησε δίχως προφυλάξεις και χτυπήθηκε από τουρκικά πυρά. «Δεν αποκλείεται να έχει γίνει. Υπήρχαν στις τουρκικές δυνάμεις αξιωματικοί που μιλούσαν ελληνικά αλλά και Τ/Κ. Επίσης ήταν γνωστό, πως γνώριζαν πρόσωπα και ονόματα» λέει ο κ.Μαντζουράτος. Πρόσφατα σε τηλεοπτική εκπομπή στα κατεχόμενα, εμφανίστηκε ο διοικητής των Τ/Κ υπερασπιστών στη θέση Πετρομούθια, Ερντέν Οζέντερ, που ήρθε αντιμέτωπος με την επίθεση της 33 ΜΚ στις 20 και 21 Ιουλίου 1974. Ο ίδιος παραδέχτηκε πως, έδωσε εντολή σ’ ελεύθερο σκοπευτή της δύναμής του, να φονεύσει τον Έλληνα αξιωματικό. Η ώρα συμπίπτει με τον θάνατο του ήρωα.
Ο Κατσάνης μετατέθηκε στην Κύπρο το 1973, όπου ανέλαβε τη Διοίκηση της 33ης Μοίρας Καταδρομών που έδρευε στο Πέλλα Πάις. Είχε ξαναβρεθεί στο νησί και πάλι το 1966 ως λοχαγός της 31ης Μοίρα Καταδρομών, της νεαρής τότε Εθνικής Φρουράς με το όνομα …Γεώργιος Χριστοδούλου. Έως σήμερα οι στρατιώτες του, μιλούν με τα καλύτερα λόγια για τον ήρωα. «Ο Κατσάνης ήταν ένας λεβέντης, κάθε πρωί στη σύνταξη μοίρας, το χέρι του έδειχνε τον Άγιο Ιλαρίωνα. Ήταν η «καρκιά» του καμένη να βγει εκεί πάνω. Βγήκε και έμεινε για πάντα. Στόχος του κάθε καταδρομέα ήταν να ανεβεί στον Άγιο Ιλαρίωνα. Κάθε πρωί είχαμε τούτο το μάθημα. Ο Κατσάνης μιλούσε συνέχεια για τον Άγιο Ιλαρίωνα. Σου έδινε ηθικό και δύναμη, ήταν σπουδαίος διοικητής, πράμα που το απόδειξε και στην μάχη. Πέντε μήνες στην Μοίρα, κατάφερε και πέρασε και σ’ εμάς τούτη την επιθυμία» δήλωσε καταδρομέας της 33ης Μοίρας Μάμα Ζένιος (Μάριου Αδάμου «Μνήμες Πολέμου 1974»).
«Ο διοικητής μου δεν σταματούσε σε κανέναν κίνδυνο. Όπου πήγαινε έβαζε το στήθος του μπροστά, την τόλμη του και την πατρίδα. Οι καταδρομείς του, αξιωματικοί και στρατιώτες, τον ακολουθούσαμε όπου και εάν πήγαινε με οποιοδήποτε τίμημα» λέει από την πλευρά του ο υποστράτηγος ε.α. Ευάγγελος Μαντζουράτος, στενός συνεργάτης του ήρωα που και αντικατέστησε στις επιχειρήσεις κατά των Τούρκων, μετά τον θάνατό του.
H μαρτυρία ενός Τ/Κ που οδήγησε στον ομαδικό τάφο
Καθοριστικός ήταν ο ρόλος, στον εντοπισμό του ομαδικού τάφου στον Άγιο Ιλαρίωνα, της Τ/Κ δημοσιογράφου Σεβγκιούλ Ουλουντάγ, που τα τελευταία 20 χρόνια ασχολείται διεξοδικά με το ευαίσθητο θέμα των αγνοουμένων, κινητοποιώντας τους αναγνώστες της -και από τις δύο κοινότητες- στο να υποδείξουν πιθανούς τόπους ταφής, συμβάλλοντας έτσι εθελοντικά και με ανθρωπιστικό τρόπο στο ευαίσθητο αυτό θέμα. Λόγω της ακτιβιστικής της δράσης, έχει γίνει επανειλημμένως στόχος απειλών από ακροδεξιούς και στρατιωτικούς κύκλους των Τουρκοκυπρίων, ενώ το 2019 είχε προταθεί στη Νορβηγική Επιτροπή Νόμπελ για το Βραβείο Νόμπελ Ειρήνης.
Μία μαρτυρία ενός Τ/Κ προς την κυρία Ουλουντάγ, οδήγησε το 2017 Κυπριακή Διερευνητική Επιτροπή Αγνοουμένων να πραγματοποιήσει έρευνες και εκσκαφές στην στρατιωτική περιοχή του Αγίου Ιλαρίωνα, αφού πρώτα οι κατοχικές στρατιωτικές Αρχές, έδωσαν το «πράσινο» φως. Σύμφωνα με τη μαρτυρία του Τ/Κ, που διατηρεί την ανωνυμία του, τα οστά θάφτηκαν εκ νέου στο σημείο που βρέθηκαν, αφού αρχικά τα νεκρά σώματα είχαν ριχθεί από τους Τούρκους, μέσα σ’ ένα παλαιό καμίνι το καλοκαίρι του 1974. Ο ίδιος έγραψε προς την κυρία Ουλουντάγ : «Θυμούμαι τους σκελετούς που είχα δει σε ένα καμίνι όταν έκανα τη στρατιωτική μου θητεία. Ήταν όλοι στρατιώτες, διότι ανάμεσα στους σκελετούς ήταν και σφαίρες ιδίου τύπου. Επίσης θυμήθηκα ότι εκείνα τα οστά είχαν θαφτεί κάπου αλλού μετά, τα οστά μετακινήθηκαν σε ένα άλλο σημείο (…) Η επιτροπή βλέποντας το χάρτη μου, συνέχιζε τις εκταφές σε ένα άλλο καμίνι πολύ κοντά στη στρατιωτική περιοχή. Πέντε «αγνοούμενοι» βρέθηκαν σε εκείνο το καμίνι. Αυτοί οι πέντε «αγνοούμενοι» δεν είχαν θαφτεί αλλά ριχθεί ο ένας πάνω στον άλλο μέσα στο καμίνι». Ο ίδιος Τ/Κ έως σήμερα βοήθησε με τις μαρτυρίες του, να βρεθούν συνολικά τα οστά αγνοουμένων της κυπριακής τραγωδίας.
Από το Σιδηρόκαστρο στην Κύπρο
Ο ήρωας (1934-1974) κατάγεται από το Σιδηρόκαστρο Σερρών, με γονείς πρόσφυγες από την Ανατολική Θράκη. Κατά την γερμανική κατοχή η οικογένεια του εγκαταστάθηκε στην Θεσσαλονίκη, όπου -μεταξύ άλλων- ο Κατσάνης διακρίθηκε ως αθλητής του «Ηρακλή» στη σκυταλοδρομία, στα αγωνίσματα των 100 και 200 μέτρων και στο μήκος. Αποφοίτησε από τη Σχολή Ευέλπιδων και το 1956, περνώντας με άριστα όλες τις δοκιμασίες, τοποθετήθηκε στις Δυνάμεις Καταδρομών. Νωρίτερα, υπήρξε εκπαιδευτής του τότε διαδόχου Κωνσταντίνου στη Σχολή Πεζικού στην Χαλκίδα.
Το στρατιωτικό του βιογραφικό ήταν εντυπωσιακό και αντάξιο της διαδρομής του. Ο Κατσάνης πέρασε μ’ άριστα όλες τις δοκιμασίες, υπηρετώντας με απαράμιλλο ζήλο. Διακρίθηκε για τις επιδόσεις του στις αναρριχήσεις, στον ορεινό αγώνα αλλά και στις αερομεταφορές. Δυο φορές ήρθε τετ α τετ με τον θάνατο, αλλά τον ξεπέρασε. Το 1957 και το 1961 στη διάρκεια στρατιωτικών αγώνων όπου τραυματίζεται σοβαρά, αλλά θα σταθεί όρθιος λόγω πείσματος και γερής κράσης. Αν κα με … σίδερα στα δύο του πόδια, ποτέ δεν σκέφτηκε να εγκαταλείψει την ενεργό δράση. Ήταν παντρεμένος με την κυρία Εριφύλη Πανωρίδου και μαζί της απέκτησε δυο κόρες την Αγγελική και Ευανθία.
protothema.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου