Ο Νικολό Παγκανίνι θεωρείται ο σπουδαιότερος βιρτουόζος βιολιού όλων των εποχών. Τον έχουν χαρακτηρίσει ως «μουσική θεότητα» αλλά και ως «τσιράκι» του διαβόλου.
Η ταύτιση του δεξιοτέχνη μουσικού με τις σκοτεινές δυνάμεις του κακού, πηγάζει κυρίως από την ασθενική, οστεωμένη εξωτερική του εμφάνιση αλλά και από τις φήμες που ήθελαν να έχει «πουλήσει» την ψυχή του στο διάβολο για να γίνει σπουδαίος μουσικός και το όνομα του να διαδίδεται για αιώνες.
Η μουσική ιδιοφυΐα
Γεννήθηκε στη Γένοβα της Ιταλίας, γιος του λιμενεργάτη Αντόνιο Παγκανίνι και της Τερέζας Μποκιάρντο.
Σε ηλικία 5 ετών, έλαβε τα πρώτα μαθήματα μουσικής από τον πατέρα του, ο οποίος ως ερασιτέχνης μουσικός του δίδαξε μαντολίνο και βιολί.
Δάσκαλός του υπήρξε ο Τζιοβάνι Τσερβέτο (ή Σερβέτο), ενώ αργότερα παρακολούθησε μαθήματα βιολιού από τον Τζιάκομο Κόστα. Ήταν πηγαίο ταλέντο και σύντομα ξεπέρασε ακόμα και τους ίδιους. Μαζί με τον πατέρα του μετακόμισε στην Πάρμα, ώστε να ζητήσει περαιτέρω καθοδήγηση από τον μεγάλο βιολιστή Αλεσάντρο Ρόλα.
Οι συνθέσεις του περιέχουν κυρίως έργα για βιολί και ορχήστρα και μουσική δωματίου. Μεταξύ αυτών ξεχωρίζουν τα Εικοσιτέσσερα Καπρίτσια.
Στη διάρκεια της ζωής του, ο Παγκανίνι αποθεώθηκε και συκοφαντήθηκε λόγω του ιδιόρρυθμου χαρακτήρα του.
Οι εξαιρετικές ικανότητες του στο βιολί, η εντυπωσιακή δεξιοτεχνία και τεχνική του έλαβαν μυθικές διαστάσεις.
Από το 1810 μέχρι το 1828 πραγματοποίησε μεγάλες περιοδείες σε πόλεις της Ευρώπης, αποτελώντας έναν από τους πρώτους μουσικούς που το τόλμησε.
Ο «βιολιστής με το διαβολικό παίξιμο»
Το 1801, στην ηλικία των 18, έγινε το πρώτο βιολί στη Δημοκρατία της Lucca, μια πόλη κοντά στην Τοσκάνη.
Σύντομα, εγκατέλειψε το πατρικό του και άρχισε να ζει μία άσωτη ζωή με πολλές γυναίκες και τυχερά παιχνίδια.
Για να ξεπληρώσει τα χρέη του από τη χαρτοπαιξία έβαλε ενέχυρο το βιολί του. Τότε, ένας έμπορος του δάνεισε ένα «Γκουαρνέρι» για να παίξει σε ένα κοντσέρτο. Όμως μόλις τον άκουσε να παίζει, του το χάρισε.
Ένας θρύλος λέει, ότι το παίξιμο του είχε διαβολική δύναμη. Πολλοί άρχισαν να πιστεύουν και να διαδίδουν, ότι ο Παγκανίνι είχε πουλήσει την ψυχή του στο διάβολο για να έχει αυτές τις εξωπραγματικές ικανότητες.
Το 1805, ο Ναπολέων εισέβαλε στη Lucca και μόλις κατέκτησε την περιοχή, την χάρισε στην αδελφή του, Elisa Baciocchi. Ο Παγκανίνι τότε, έκανε ιδιαίτερα μαθήματα στον σύζυγό της Elisa, τον Felice. Προς το τέλος του 1809, έφυγε από το Baciocchi για να συνεχίσει την καριέρα του.
Το τέλος και η «ψύχωση Παγκανίνι»
Από μικρή ηλικία ταλαιπωρούνταν από ασθένειες. Έπασχε από το σύνδρομο Marfan. Mια σπάνια κληρονομική διαταραχή του συνδετικού ιστού που επηρεάζει πολλά όργανα του σώματος όπως την καρδιά, τα αιμοφόρα αγγεία, τα μάτια, τα οστά και τους πνεύμονες. Στις αρχές του 1822, διαγνώστηκε με σύφιλη και το 1834, στο Παρίσι, προσβλήθηκε από φυματίωση.
Νικκολό Παγκανίνι (27 Οκτωβρίου 1782 – Νίκαια, 27 Μαΐου 1840). Wikimedia Commons
Η μακάβρια εμφάνιση του αποστεωμένου μουσικού, με τα εξογκωμένα μάτια και την ωχρή επιδερμίδα, σε συνδυασμό με τα παραμορφωμένα δάχτυλά του, ενίσχυσαν τη δεισιδαιμονία του διαβολικού όντος. Λίγο πριν πεθάνει στη Νίκαια από σύφιλη, ο επίσκοπος της Νίκαιας έστειλε έναν τοπικό ιερέα στον Παγκανίνι, για να του κάνει την τελευταία μετάληψη.
Ο ίδιος, υποθέτοντας ότι το μυστήριο είναι πρόωρο, έδιωξε τον ιερέα. Μια εβδομάδα αργότερα, στις 27 Μαΐου του 1840 πέθανε από εσωτερική αιμορραγία.
Μια άλλη άποψη υποστηρίζει, ότι ζήτησε ο ίδιος να κοινωνήσει, αλλά λόγω της αδυναμίας κατάποσης η μετάληψη έπεσε από το στόμα του, με συνέπεια κανείς πλέον να μην αμφιβάλει για τη σατανική του υπόσταση!
Η εκκλησία αρνήθηκε την ταφή του σε καθαγιασμένο χώμα στη Γένοβα. Το άψυχο σώμα του έμεινε για μήνες στα ψυγεία του νοσοκομείου.
«Εκείνη την εποχή δημιουργήθηκε και η «ψύχωση Παγκανίνι» στους πολίτες, οι οποίοι «άκουγαν» τα βράδια τον διάσημο βιολιστή να παίζει μέσα από το φέρετρό του.
Έτσι ο νεκρός μεταφέρθηκε εσπευσμένα σε ένα παλαιό λεπροκομείο της Βιλλαφράνκα. »
Μετά τη πάροδο ενός ακόμη μήνα, τρεις Γάλλοι θαυμαστές του μεγάλου δεξιοτέχνη, παρέλαβαν το φέρετρο και το μετέφεραν κρυφά στη Σαιν Ζαν, όπου το έθαψαν.
Τρία χρόνια αργότερα ο γιος του Παγκανίνι, Αχιλλίνος, επιτυγχάνοντας άδεια ταφής από τον Πάπα μετέφερε δια θαλάσσης το φέρετρο στη Γένοβα.
Λόγω όμως της επιδημίας της πανώλης απαγορεύτηκε η εκφόρτωση και το πλοίο επέστρεψε στη Μασσαλία.
Εκεί οι κάτοικοι αρνήθηκαν να προσφέρουν Γη, για τη ταφή του νεκρού που τελικά οδηγήθηκε στη Μονή της νησίδας του Αγίου Ονωρίου.
Τέλος με την επέμβαση της Μεγάλης Δούκισσας της Πάρμας, της άλλοτε Αυτοκράτειρας της Γαλλίας Μαρίας Λουίζας, έληξε ο μεταθανάτιος διωγμός και το φέρετρο μετεφέρθη τελικά στη Πάρμα, το 1845, όπου και τάφηκε στο ναό της Στεκάτας.
Ύστερα από 22 χρόνια ο γιος του Παγκανίνι κληρονόμος της κολοσσιαίας κληρονομιάς του πατέρα του, ανήγειρε τον τάφο, που πίστευε πως άρμοζε στον πατέρα του, στο νεκροταφείο της Πάρμας όπου και ενταφιάστηκαν οριστικά τα λείψανα.
Αρχική εικόνα: Wikimedia Commons.
mixanitouxronou.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου