Οι μυθολογίες των περισσότερων λαών μιλούν ή υπονοούν μια πτωτική πορεία της ψυχής ή μια πτωτική πορεία του πνεύματος, καθώς αυτό ενδύεται το σώμα και εγκλείεται στην ύλη. Αυτή την πτωτική πορεία ακολουθεί και ο Ησίοδος μιλώντας για πέντε γένη ανθρώπων. Τα τέσσερα απ’ αυτά τα συνδέει με ένα μέταλλο- κατά σειρά το πρώτο με τον χρυσό, το δεύτερο με τον άργυρο, το τρίτο με τον χαλκό και το πέμπτο με τον σίδηρο- ενώ το τέταρτο δεν το συνδέει με μέταλλο κι αποτελεί το γένος των εκλεκτών ηρώων. Ας δούμε τα βασικά χαρακτηριστικά κάθε γένους:
Το χρυσό γένος: Είναι το πρώτο γένος που έπλασαν οι θεοί. Αυτό το γένος έζησε όταν στη γη κυριαρχούσε ο Κρόνος. Σ’ εκείνη τη μακρινή εποχή οι άνθρωποι ζούσαν σε μια κατάσταση δικαιοσύνης και ηθικής που ήταν πολύ κοντά σ’ αυτήν των θεών. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι ήσαν πραγματική εικόνα των θεών! Οι άνθρωποι ζούσαν ανάμεσα στους θεούς και κυκλοφορούσαν ελεύθερα ανάμεσά τους. Επικρατούσε ειρήνη κι αρμονία. Δεν χρειαζόταν να εργάζονται για να ζήσουν γιατί η γη τους παρείχε πλουσιοπάροχα όλα τα αγαθά. Η ζωή τους ήταν ευλογημένη και τα προβλήματα που είχαν ν’ αντιμετωπίσουν ήταν ελάχιστα. Η εμφάνισή τους ήταν πάντοτε νεανική και με την ίδια μορφή ζούσαν πάρα πολλά χρόνια. Κι όταν έφτανε η εποχή να πεθάνουν, άφηναν τον κόσμο ειρηνικά, σαν να κοιμόντουσαν. Οι ψυχές τους ενεργούν σαν φύλακες και κηδεμόνες των ανθρώπων των νεότερων γενών.
Λέγοντας χρυσό γένος δεν πρέπει να νομίζουμε πως ήσαν καμωμένοι από χρυσό, αλλά άνθρωποι ενάρετοι και ηθικοί, αυτό που ακόμη και σήμερα χαρακτηρίζουμε σαν «χρυσό άνθρωπο», δηλαδή άνθρωποι μεγάλης ηθικής αξίας. Ο Πλάτωνας στο έργο του “Κρατύλος” τους ταυτίζει με τους δαίμονες (= δαήμονες, δηλαδή τους σοφούς). Ας παρακολουθήσουμε τον διάλογο του Σωκράτη και του Ερμογένη, που αναφέρεται στο χρυσό γένος:
[[ ΣΩΚ.: Ξέρεις λοιπόν ποιοι είναι οι δαίμονες, κατά τον Ησίοδο;
ΕΡΜ.: Δεν ξέρω.
ΣΩΚ.: Δεν ξέρεις ούτε ότι λέει πως στην αρχή γεννήθηκε το χρυσό γένος των ανθρώπων;
ÊPM.: Μάλιστα, αυτό το ξέρω.
ΣΩΚ.: Λέει λοιπόν γι’ αυτό:
«Αφ’ ότου η μοίρα σκέπασε αυτό το γένος,
τους καλούμε: οι άγιοι δαίμονες της γης,
αγαθοί, αρωγοί, φύλακες των θνητών»
ΕΡΜ.: Και τί μ’ αυτό;
ΣΩΚ.: Η γνώμη μου είναι ότι αυτός εννοεί ότι το χρυσό γένος δε γεννήθηκε από χρυσό, αλλά ήταν αγαθό και ωραίο. Και απόδειξη για μένα είναι το ότι λέει πως και εμείς είμαστε σιδερένιο γένος.
ΕΡΜ.: Πολύ σωστά.
ΣΩΚ.: Λοιπόν και από τους σημερινούς ανθρώπους νομίζεις ότι, αν υπάρχει κανείς αγαθός, θα έλεγε πως αυτός κατάγεται από εκείνο το χρυσό γένος;
ΕΡΜ.: Πιθανόν.
ΣΩ. Και οι αγαθοί είναι τίποτε άλλο παρά φρόνιμοι;
ΕΡΜ. Φρόνιμοι.
ΣΩΚ.: Να, αυτό λοιπόν περισσότερο από κάθε άλλο, κατά τη γνώμη μου, εννοεί για τους δαίμονες, δηλαδή, επειδή είναι φρόνιμοι και σοφοί (δαήμονες), τους ονόμασε δαίμονες. Και στην αρχαία τη δική μας γλώσσα αυτό το ίδιο όνομα συναντάται. Καλά λοιπόν λέει κι αυτός και άλλοι πολλοί ποιητές, όσοι λένε ότι όταν κανείς, όντας αγαθός, πεθάνει, αποκτά μεγάλη μοίρα και τιμή και γίνεται δαίμονας, σύμφωνα μ’ αυτό το όνομα πού σημαίνει φρόνηση. Με αυτή την έννοια λοιπόν παραδέχομαι κι εγώ ότι κάθε άνθρωπος που είναι αγαθός, είναι δαιμόνιος και όσο ζει και όταν πεθάνει, και σωστά του δόθηκε το όνομα «δαίμονας» .]] (Πλάτωνας, “Κρατύλος”, 397e- 398c)
Ο Ησίοδος για το χρυσό γένος γράφει:
[[ Μ᾽αν θέλεις κι άλλον εγώ με συντομία λόγο θα σου πω,
καλά κι επισταμένα. Κι εσύ μέσα στο νου σου βάλ ᾽το,
[πως απ᾽την ίδια φύτρα γεννηθήκανε οι θεοί και οι θνητοί οι άνθρωποι.]
Πρώτο απ᾽όλα το χρυσό το γένος των θνητών ανθρώπων
έφτιαξαν οι αθάνατοι που τα Ολύμπια τα δώματα κατέχουν.
Κι έζησαν τούτοι τον καιρό του Κρόνου, τότε που ήταν βασιλιάς στον ουρανό.
Ζούσανε σαν θεοί κι είχανε την καρδιά τους δίχως θλίψεις,
από κόπους μακριά και δυστυχίες. Κι ούτε τα ελεεινά
τα γηρατειά σ᾽ αυτούς υπήρχαν, μα πάντα ανάλλαχτοι στα πόδια και τα χέρια
χαίρονταν σ᾽ ευωχίες, έξω απ᾽ όλα τα κακά.
Και σαν παραδομένοι σε ύπνο πέθαιναν. Και όλα τα αγαθά
σ᾽αυτούς υπήρχαν. Καρπό τούς έδινε η σιτοδότρα γη
από μόνη της πολύ και άφθονο. Κι εκείνοι με προθυμία
ζούσαν ήσυχοι απ᾽ τα χωράφια τους μέσα σε αγαθά πολλά,
[πλούσιοι σε κοπάδια, αγαπητοί στους μακάριους θεούς.]
Όμως αφού το γένος τούτο το σκέπασε το χώμα,
γίνανε εκείνοι δαίμονες αγαθοί, με τη θέληση του Δία του μεγάλου,
πάνω στη γη φύλακες των θνητών ανθρώπων
[που προσέχουν δίκαιες κρίσεις κι άδικα έργα
ντυμένοι ομίχλη, σ᾽ όλη τη γη γυρνώντας,]
πλουτοδότες. Τούτο το βασιλικό προνόμιο αποκτήσαν. ]] (Ησίοδος, “Έργα και Ημέρες”, 106- 126)
Συνεχίστε ΕΔΩ
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου