ΠΟΣΕΙΔΩΝΑΣ ΚΑΙ ΑΤΛΑΝΤΙΔΑ
1ο μέρος
Όταν οι θεοί νίκησαν τους Τιτάνες και του Γίγαντες, χωρίς να έχουν πλέον αντίπαλους προχώρησαν να μοιράσουν τον κόσμο. Για να μην υπάρχουν παραπονούμενοι ότι ρίχτηκαν στην μοιρασιά, έβαλαν κλήρο. Έτσι με κλήρωση μοίρασαν τις διάφορες περιοχές της γης χωρίς τσακωμούς και παράπονα, γιατί κανένας δεν αμφισβήτησε το αποτέλεσμα. Ο κάθε θεός οργάνωσε την περιοχή του και φρόντισε για τις καλλιέργειες, τα κοπάδια και όσα αγαθά χρειάζονταν οι θνητοί που τελούσαν υπό την δική του εποπτεία. Και σαν τον καλό καραβοκύρη κυβερνούσαν με την πειθώ τους θνητούς και τους φρόντιζαν. Κι έτσι την παλιά καλή εποχή οι άνθρωποι ζούσαν με ειρήνη και ευτυχία.
Στο Ποσειδώνα κληρώθηκε το νησί της Ατλαντίδας. Εκεί εγκατέστησε τα παιδιά που απόκτησε από μια θνητή, που είχε το όνομα Κλειτώ. Πρώτοι κάτοικοι του νησιού του Ποσειδώνα ήταν ο Ευηνορας και η γυναίκα του Λευκίππη, που απόχτησαν μια όμορφη θυγατέρα την Κλειτώ. Πριν φτάσει σε ηλικία γάμου η κόρη τους και την αποκαταστήσουν, αυτοί πέθαναν. Έτσι η ορφανή Κλειτώ έμεινε μόνη. Την πόθησε ο Ποσειδώνας και ενώθηκε ερωτικά μαζί της. Πέντε φορές του γέννησε του κοσμοσείστη Ποσειδώνα η όμορφη Κλειτώ. Κάθε φορά που γεννούσε έκανε δίδυμους γιους. Ο μεγαλύτερος απ’ όλους τους γιούς πήρε το όνομα Άτλαντας κι απ’ αυτόν ονομάστηκε έτσι όχι μόνο το νησί, αλλά και ο ωκεανός που του στεφάνωνε. Για χάρη των γιων του ο Ποσειδώνας τακτοποίησε όσο γινόταν καλύτερα το νησί ώστε να τους εξασφαλίσει μια ονειρεμένη κι ευτυχισμένη ζωή. Μετά μοίρασε όλη τη χώρα σε δέκα ισοδύναμα μερίδια κι έδωσε από ένα στον καθένα, ενώ όρισε τον πρωτότοκο Άτλαντα να βασιλεύει με δικαιοσύνη.
Τις πληροφορίες που έχουμε για την μυθική Ατλαντίδα- αφού πλέον δεν υπάρχει γιατί καταβυθίστηκε- τις αντλούμε από τον αντίστοιχο πλατωνικό μύθο που αναφέρει ο μεγάλος Αθηναίος φιλόσοφος Πλάτωνας στα βιβλία του “Τίμαιος” και “Κριτίας”- το δεύτερο βιβλίο είναι ημιτελές. Ο μύθος ξεκινά στην εισαγωγή του “Τίμαιου” και συνεχίζει στον “Κριτία”. Στα βιβλία αυτά ο Κριτίας διηγείται στους συνομιλητές του, που είναι ο Σωκράτης, ο Τίμαιος και ο Ερμοκράτης, αυτά που άκουσε, όταν ήταν νέος, από τον παππού του κι εκείνος με την σειρά του από τον ένα από τους εφτά σοφούς της αρχαιότητας Σόλωνα. Εκείνος είχε επισκεφθεί την Αίγυπτο, όπου στην πόλη Σάιν είχε έρθει σε επαφή με τους Αιγύπτιους ιερείς. Εκείνοι είπαν στον Σόλωνα όσα είχαν συμβεί πριν 9 χιλιάδες χρόνια μεταξύ των κατοίκων της Ατλαντίδας και των Αθηναίων. Από εκεί, λοιπόν, πληροφορούμαστε ότι η Ατλαντίδα ήταν ένα τεράστιο νησί, μεγαλύτερο από την Ασία και την Λιβύη μαζί, που βρισκόταν πέρα από της Ηράκλειες στήλες στον ωκεανό. Εκεί είχε αναπτυχθεί ένας αξιόλογος πολιτισμός υπό την αιγίδα του θεού Ποσειδώνα. Το νησί αυτό είχε ένα πολύ μεγάλο πλούτο, που οφειλόταν στο γόνιμο έδαφός του και στο πλούσιο υπέδαφός του, είχε αναπτύξει το εμπόριο και είχε επεκταθεί σε όλον τον κόσμο από το αναπτυγμένο ναυτικό του στόλο. Η διοίκησή του στηριζόταν σε βασιλείς, που ήσαν απόγονοι του θεού της θάλασσας.
Διαβάζουμε, λοιπόν, στον πλατωνικό “Κριτία”, για όσα αναφέραμε παραπάνω:
[[ Κάποτε οι θεοί έβαλαν σε κλήρο τις διάφορες περιοχές όλης της γης και τις μοιράστηκαν μεταξύ τους, χωρίς τσακωμούς. Δεν θα ήταν ασφαλώς σωστό να μην ξέρουν τι ανήκει στον καθένα τους ούτε να θέλουν να πάρουν με έριδες κάτι, αν και ξέρουν ότι ανήκει σε κάποιον άλλο. Αφού λοιπόν έγινε η διανομή με κλήρο, πήρε καθένας το μερίδιο του και κατοίκησαν στην περιοχή που κέρδισαν. Κι όταν εγκαταστάθηκαν, μας έτρεφαν σαν κοπάδια, δικά τους αποκτήματα και ζωντανά, χωρίς να χρησιμοποιούν όμως σωματική βία, σαν τους βοσκούς που οδηγούν τα κοπάδια στη βοσκή χτυπώντας τα. Επειδή ο άνθρωπος είναι ευκολοκυβέρνητο πλάσμα, κατευθύνουν, όπως το πλοίο από την πρύμνη με το πηδάλιο, αγγίζοντας την ψυχή με την πειθώ ανάλογα με τις διαθέσεις τους, και δίνοντας κατεύθυνση μ' αυτό τον τρόπο κυβερνούσαν όλους τους θνητούς. Άλλοι λοιπόν από τους θεούς, αφού πήραν με κλήρο διάφορους τόπους, τους τακτοποίησαν…
Όπως ειπώθηκε πιο πριν για την κλήρωση που έκαναν οι θεοί, ότι μοίρασαν όλη τη γη και ορισμένοι πήραν μεγαλύτερες περιοχές ενώ άλλοι μικρότερες, στις οποίες έφτιαξαν βωμούς και κανόνισαν τις θυσίες που έπρεπε να γίνονται προς τιμήν τους, έτσι κι ο Ποσειδώνας, που του έτυχε το νησί της Ατλαντίδας, εγκατέστησε εκεί τα παιδιά που είχε αποκτήσει με μια θνητή γυναίκα σε κάποια τέτοια περιοχή του νησιού. Κοντά στη θάλασσα, στο κέντρο του νησιού, υπήρχε πεδιάδα, που λέγεται ότι ήταν η ωραιότερη και πιο εύφορη σ' ολόκληρο τον κόσμο. Ακόμα, κοντά στο κέντρο της, σε απόσταση πενήντα στάδια από τη μέση του νησιού, βρισκόταν ένα χαμηλό βουνό, όπου ήταν κάτοικος κάποιος από τους πρώτους ανθρώπους που γεννήθηκαν από τη γη, ο Ευήνορας, που έμενε μαζί με τη γυναίκα του Λευκίππη. Οι δυο γέννησαν μοναχοκόρη την Κλειτώ. Όταν η κοπέλα έφτασε σε ηλικία γάμου, πέθανε η μητέρα και ο πατέρας της. Τότε ο Ποσειδώνας ποθώντας τη συνευρέθηκε μαζί της. Ύστερα οχύρωσε το μικρό βουνό, όπου κατοικούσε, και το έκανε απόκρημνο από παντού, ώστε να μην μπορεί να το περάσει κανένας. Έφτιαξε γύρω του αλλεπάλληλες κυκλικές ζώνες στεριάς και θάλασσας, άλλες μικρότερες και άλλες μεγαλύτερες, δύο στεριανές και τρεις θαλάσσιες ζώνες τόσο στρογγυλές σαν να τις είχε τορνέψει, στη μέση του νησιού, σε ίση απόσταση απ' όλες τις άκρες του, ώστε να είναι απρόσιτες στους ανθρώπους, αφού τότε ούτε πλοία υπήρχαν ούτε ταξίδια γίνονταν. Έπειτα στόλισε πλούσια, σαν θεός που ήταν, το μικρό κεντρικό νησί αφού έφερε από το εσωτερικό της γης δυο ειδών νερά, το ένα ζεστό και το άλλο κρύο, που έρεε από μια κρήνη, κάνοντας τη γη να παράγει άφθονα τρόφιμα κάθε είδους. Αφού γέννησε πέντε ζευγάρια δίδυμων γιων, μοίρασε όλο το νησί της Ατλαντίδος σε δέκα μέρη και στον μεγαλύτερο απ' όσους είχαν γεννηθεί πρώτοι έδωσε την κατοικία της μητέρας του με ολόκληρο τον χώρο τριγύρω, που ήταν το καλύτερο και το μεγαλύτερο από τα μερίδια. Τον όρισε επίσης βασιλιά των άλλων, ενώ έκανε τους άλλους κυβερνήτες μεγάλου αριθμού ανθρώπων και χάρισε στον καθένα τεράστιες εκτάσεις γης. Ακόμα, τους έδωσε ονόματα. Ο μεγαλύτερος και πρώτος βασιλιάς, από τον οποίο ολόκληρο το νησί και ο ωκεανός πήραν το όνομα Ατλαντικός, λεγόταν Άτλαντας. Ο άλλος που γεννήθηκε μαζί του πήρε με κλήρο την άκρη του νησιού, η οποία βρισκόταν κοντά στις στήλες του Ηρακλή, την περιοχή δηλαδή που σήμερα λέγεται Γαδειρική, Εύμηλος στα Ελληνικά και Γάδειρος στη γλώσσα των ντόπιων, από το οποίο όλος ο τόπος πήρε τ' όνομα του. Από τα παιδιά που γεννήθηκαν δεύτερα ονόμασε το ένα Αμφήρη και το άλλο Ευαίμονα. Από τα τρίτα, ο μεγαλύτερος ονομάστηκε Μνησέας και ο μικρότερος Αυτόχθονας. Τα τέταρτα λέγονταν Ελάσιππος ο πρώτος και Μήστορας ο δεύτερος. Και, τέλος, από τα πέμπτα, τον πρώτο ονόμασε Αζάη και τον δεύτερο Διαπρεπή. Αυτοί λοιπόν και οι απόγονοι τους κατοίκησαν επί πολλές γενιές εκεί και εξουσίαζαν τα περισσότερα νησιά του πελάγους κι ακόμα, όπως ειπώθηκε και προηγουμένως, άπλωσαν την εξουσία τους και στο εσωτερικό των στηλών του Ηρακλή, μέχρι την Αίγυπτο και την Τυρρηνική θάλασσα. Από τον Άτλαντα δημιουργήθηκε μεγάλη γενιά με σημαντικούς απογόνους. Ο μεγαλύτερος, που γινόταν πάντα βασιλιάς, έδινε το σκήπτρο στο πρώτο του παιδί κι έτσι η εξουσία τους διατηρήθηκε επί πολλές γενιές, αποκτώντας τόσα πλούτη που καμιά δυναστεία δεν είχε πριν απ' αυτούς, αλλά ούτε και στο μέλλον μπορεί ν' αποκτήσει καμιά άλλη. Έβρισκαν επίσης οτιδήποτε χρειάζονταν είτε μέσα στην πόλη είτε στην υπόλοιπη χώρα, γιατί, σαν άρχοντες που ήταν, έφερναν πολλά πράγματα από το εξωτερικό. Αλλά και το νησί τους έδινε τα περισσότερα απ' όσα χρειάζονταν στην καθημερινή τους ζωή και πρώτα πρώτα τα μέταλλα, που βγαίνουν από τα ορυχεία στερεά και κείνα που βγαίνουν σε ρευστή κατάσταση, υπήρχε ακόμα κι εκείνο το είδος που σήμερα ξέρουμε μόνο τ' όνομα του, δηλαδή ο ορείχαλκος, που τότε ήταν κάτι περισσότερο από τ' όνομα του, που έβγαινε από τη γη σε πολλές περιοχές του νησιού και ήταν το πιο πολύτιμο πράγμα μετά το χρυσάφι και ξυλεία, που τη χρησιμοποιούν οι ξυλουργοί στη δουλειά τους, έβγαζε άφθονη και είχε όλα τα είδη ήμερων και άγριων ζώων. Τότε μάλιστα υπήρχαν εκεί πολλοί ελέφαντες. Διέθετε άφθονη τροφή όχι μόνο για τα ζώα που βόσκουν στους βάλτους, τις λίμνες και τα ποτάμια, αλλά και για εκείνα που τριγυρίζουν στις πεδιάδες και στα βουνά. Η τροφή ήταν τόσο πλούσια που επαρκούσε ακόμα και για τους ελέφαντες, οι οποίοι τρώνε πολύ, σαν μεγαλόσωμα ζώα που είναι. Εκτός όμως απ' αυτά, όσα τώρα βγάζει γενικά η γη, μυρωδικά, ρίζες, βότανα και δέντρα ή ουσίες από λουλούδια και καρπούς έβγαζε κι έτρεφε σε μεγάλες ποσότητες. Υπήρχαν ακόμα χλωροί και ξηροί καρποί που τους χρησιμοποιούμε για φαγητό -τους καρπούς αυτούς τους ονομάζουμε όσπρια- καθώς επίσης και καρποί δέντρων από τους οποίους φτιάχνουμε ποτά, φαγητά ή λάδια, και τους καρπούς που, επειδή τους καλλιεργούμε τόσο για στολισμό όσο και για ευχαρίστηση, έγιναν δυσκολοφύλακτοι. Τέλος, υπήρχαν και τα φρούτα που δίνουμε μετά το φαγητό σε όσους θέλουν ν' ανακουφίσουν το φορτωμένο στομάχι τους. Όλα αυτά βρίσκονταν σε μεγάλη αφθονία και με απέραντη ομορφιά πάνω σ' εκείνο το νησί που ήταν κάποτε παλαιά ιερό κάτω από τον ήλιο. Παίρνοντας λοιπόν τόσα πολλά προϊόντα από τη γη, οι κάτοικοι του νησιού μπόρεσαν να φτιάξουν ναούς, παλάτια, λιμάνια, ναύσταθμους και όλα τ' άλλα έργα που χρειαζόταν η χώρα τους.]] (Πλάτωνας, Κριτίας, 109 b-c, 113c- 115c)
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου