Χάλκινο ειδώλιο Κενταύρου - Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο
Συλλογή Έργων Μεταλλοτεχνίας, αρ. ευρ. Χ 6680
Προέλευση: Ακρόπολη Αθηνών
Διαστάσεις: Ύψος 6,8εκ., Μήκος 6,5εκ.
Χρονολόγηση: 550-525 π.Χ.
Χώρος έκθεσης: Έκθεση Συλλογής Έργων Μεταλλοτεχνίας, Aίθουσα 37α, Προθήκη 40
Το χάλκινο ειδώλιο από την Ακρόπολη των Αθηνών έχει τη μορφή Κενταύρου με γυμνό ανθρώπινο σώμα, από τους γλουτούς του οποίου ξεπετιέται μισό αλογίσιο κορμί[2]. Το μυθικό ον μοιάζει να κινείται με ηρεμία, τα μπροστινά πόδια σε ευρύ διασκελισμό, τα πίσω ενωμένα σαν σε καλπασμό. Το πρόσωπο ζωντανεύει με το «αρχαϊκό μειδίαμα» και τα μεγάλα μάτια που προβάλλουν απόκοσμα προς τα έξω. Τα μακριά μαλλιά πέφτουν στη ράχη σε ενιαία μάζα με εγχάρακτους βοστρύχους, ενώ το κλαδί που κρατά στο αριστερό χέρι προδίδει την εμπλοκή του σε καυγά, κατά τη συνήθεια των Κενταύρων. Έργο λακωνικό των αρχαϊκών χρόνων και πιθανότατα διακοσμητικό στοιχείο από χαμένο σήμερα τριποδικό υποστάτη, ήταν αφιέρωμα στον ιερό βράχο της Ακρόπολης[3]. Τον 6ο αι. π.Χ. οι καλλιτέχνες, προκειμένου να προσδώσουν αγριότητα στη μορφή του Κενταύρου, δανείζονται στοιχεία από τη μορφή του Σειληνού, όπως την πλακουτσωτή μύτη, τη μακριά γενειάδα, το γυμνό από τρίχες κρανίο και τα αυτιά αλόγου.
Με το πέρασμα των χρόνων η κτηνώδης όψη γλυκαίνει και αποκτά ανθρώπινα χαρακτηριστικά, ενώ σταδιακά ο Κένταυρος συνδέεται θεματολογικά με τον Διόνυσο και τον Έρωτα, τα συμπόσια και τη μουσική και ποτέ δεν παύει να αποτελεί πηγή καλλιτεχνικής έμπνευσης.
Οι Κένταυροι, μισοί άνθρωποι μισοί άλογα, συγκαταλέγονται στα πιο παράξενα πλάσματα που έπλασε η φαντασία των αρχαίων Ελλήνων. Από την ένωση του βασιλιά των Λαπιθών Ιξίωνα με τη Νεφέλη, ένα σύννεφο με τη μορφή της Ήρας, γεννήθηκε ο πρώτος Κένταυρος, που συνευρέθηκε με τις φοράδες του Πηλίου και προέκυψε η φυλή των Κενταύρων. Οι περισσότεροι ζούσαν στα δάση του Πηλίου, ήταν ασυγκράτητοι σαν τις δυνάμεις της φύσης, επιθετικοί, έτοιμοι για καυγάδες με όπλα τους κλαδιά, κορμούς δέντρων, πέτρες και βράχους. Έτρωγαν ωμό κρέας, έπιναν κρασί, μεθούσαν και παραφέρονταν. Στον αντίποδα βρίσκονται φωτεινές εξαιρέσεις Κενταύρων, όπως ο Χείρων, γνώστης των θεραπευτικών ιδιοτήτων των φυτών, ιατρός ασθενειών, δεινός κυνηγός, δάσκαλος θεών και ηρώων[4]. Οι Κένταυροι με τη μορφή και τα έργα τους αντιπροσωπεύουν τη δυαδικότητα της ανθρώπινης φύσης, αποκαλύπτοντας τα κατώτερα ένστικτα που συνυπάρχουν με τις υψηλές πνευματικές αξίες.
Στους περισσότερους μύθους οι Κένταυροι εμπλέκονταν σε άδικες και παράλογες επιθέσεις που κατέληγαν στη συντριπτική ήττα τους, με χαρακτηριστικά παραδείγματα τη Θεσσαλική Κενταυρομαχία[5], τη συμπλοκή του Ηρακλή με τους Κενταύρους της Φολόης[6] και το επεισόδιο με τον Νέσσο[7].
Η Κενταυρομαχία, δηλαδή η μάχη μεταξύ Κενταύρων και ανθρώπων, αντικατοπτρίζει την πάλη του ανθρώπου ενάντια στα άγρια στοιχεία της φύσης και τον αγώνα του να διατηρήσει το μέτρο και τη λογική. Επίσης, σε ένα άλλο επίπεδο, χρησιμοποιήθηκε ως σύμβολο της σύγκρουσης των πολιτισμένων Ελλήνων εναντίον των βαρβάρων.
[1] διφυῆ τ᾽ ἄμικτον ἱπποβάμονα στρατὸν
θηρῶν, ὑβριστήν, ἄνομον, ὑπέροχον βίᾳ,
(θηρία δίμορφα, αλογοπόδαρα, με δίχως
πίστη και νόμο, μα με αντρεία γιομάτα)
Σοφοκλή, Τραχίνιαι, στιχ. 1095-1096
Μετάφραση Ι.Ν.Γρυπάρη
(ΠΗΓΗ: Μνημοσύνη. Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας /
http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/library/browse.html?text_id=153&page=26 )
[2] Ο εικονογραφικός τύπος του ειδωλίου από την Ακρόπολη με πλήρες ανθρώπινο σώμα, έκφυση ζωικού σώματος από τους γλουτούς και κλαδί στο χέρι απαντά ήδη από τον 10ο αι.π.Χ. Ο τύπος του Κενταύρου με τέσσερα πόδια αλόγου εμφανίζεται στα μέσα του 7ου αι. π.Χ. και σταδιακά παγιώνεται.
[3] Στα μέσα του 5ου αι. π.Χ. ο Φειδίας θα επιλέξει το θέμα της Θεσσαλικής Κενταυρομαχίας, στην οποία πήρε μέρος ο μυθικός βασιλιάς της Αθήνας, Θησέας, για να εικονογραφήσει τις μετόπες της νότιας πλευράς του Παρθενώνα.
[4] Κοντά στον Χείρωνα μαθήτευσαν ο Ασκληπιός, ο Ιάσονας, ο Ηρακλής, ο Πηλέας, ο Αχιλλέας, οι Διόσκουροι, ο Αρισταίος, ο Ακταίων κ.α. Η ανθρώπινη διάσταση του Χείρωνα προβάλλεται και στην τέχνη, καθώς σχεδόν κατά κανόνα εικονίζεται ντυμένος.
[5] Πρόκειται για τη μυθική μάχη ανάμεσα στου Κενταύρους και τους Λαπίθες. Κατά τη διάρκεια της γιορτής για το γάμο του Λαπίθη βασιλιά Πειρίθου με την Ιπποδάμεια, ο Κένταυρος Ευρυτίωνας, συγγενής του γαμπρού, μέθυσε και αποπειράθηκε να απαγάγει τη νύφη. Οργισμένοι οι ήρωες καλεσμένοι, μεταξύ αυτών και ο Θησέας, του έκοψαν μύτη και αυτιά και τον έδιωξαν από το παλάτι (Ομήρου Οδύσσεια φ, 295-303). Οι Κένταυροι επιτέθηκαν στους καλεσμένους, μα οι ήρωες «με του βουνού τους δράκους τα ‘βαλαν και τους χαλάσαν όλους» Ομήρου Ιλιάδα, Α, 268 (μετάφραση Ν. Καζαντζάκη – Ι.Θ. Κακριδή/ ΠΗΓΗ: http://users.uoa.gr/~nektar/arts/tributes/omhros/il.htm )
[6] Στο δάσος της Φολόης, στα σύνορα Αρκαδίας και Ηλείας, ο Κένταυρος Φόλος φιλοξένησε τον Ηρακλή, που βρέθηκε εκεί καταδιώκοντας τον Ερυμάνθιο κάπρο, στον τέταρτο κατά σειρά άθλο του. Ο πολιτισμένος Φόλος πρόσφερε στον ήρωα γλυκό κρασί, δώρο του Διονύσου. Η μυρωδιά του κρασιού προσείλκυσε τους Κενταύρους της περιοχής, που επιχείρησαν να το αρπάξουν, μα ο Ηρακλής τους καταδίωξε φτάνοντας μέχρι το ακρωτήριο Μαλέας, στο νοτιότερο άκρο της Πελοποννήσου.
[7] Ο Κένταυρος Νέσσος επιχείρησε να αρπάξει τη σύζυγο του Ηρακλή, Δηιάνειρα, μα ο ήρωας τον σκότωσε. Ο πονηρός Κένταυρος, λίγο πριν ξεψυχήσει, εξασφάλισε την εκδίκησή του: συμβούλευσε τη Διηάνειρα αν υποψιαστεί ότι ο ήρωας την απατά, να ετοιμάσει ερωτική παγίδα, αλείφοντας με το αίμα του έναν χιτώνα του Ηρακλή. Μετά από καιρό η Διηάνειρα, μπροστά στην απειλή της Ιόλης, ακολούθησε τη συμβουλή του Νέσσου και ο χιτώνας με το δηλητηριασμένο αίμα κόλλησε στη σάρκα του ήρωα προκαλώντας του φρικτούς πόνους, από τους οποίους γλύτωσε με την αυτοπυρπόληση.
Αλεξάνδρα Χατζηπαναγιώτου
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Herfort-Koch, M., Archaische Bronzeplastik Lakoniens, Münster 1986, K 155, 61-62, 96,121.
Κακριδής, Ι.Θ. (επιμ.), Ελληνική Μυθολογία, Τόμος 3: Οι Ήρωες. Τοπικές Παραδόσεις, Αθήνα 1986, 113-117.
Lexicon Iconographicum Mythologiae Classicae VIII (1997), s.v. Kentauroi et Kentaurides, 676, αρ. 39, πίν. 418 (L. Marangou). Γενικά για τους Κενταύρους 671-721 (S. Drougou, M. Leventopoulou et al.)
Rolley, Cl., Les Bronzes Grecs, Fribourg 1983, 108, 110, εικ. 90.
Schiffler, B., Die Typologie des Kentauren in der antiken Kunst vom 10.bis zum Ende des 4. Jhs. v. Chr., Frankfurt – Bern 1976, 154-155, 320 V15.
Stibbe, C. M., Agalmata. Studien zur griechisch-archaischen Bronzekunst, Leuven – Paris 2006, 298.
Τσαγκάρη, Δ. (επιμ.), Μύθος και νόμισμα, Κατάλογος έκθεσης, Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο – Νομισματικό Μουσείο, 15 Απριλίου – 27 Νοεμβρίου 2011, Αθήνα 2011, 119, αρ. κατ. 248 (Ν. Παλαιοκρασσά).
Αλ. Χατζηπαναγιώτου
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου