Αν και η κοινωνία του Αφγανιστάν πλησιάζει κάθε μέρα και περισσότερο στην πείνα, ειδικά μετά την ανάληψη της εξουσίας από τους Ταλιμπάν, στο υπέδαφος της χώρας υπάρχουν πλούσια κοιτάσματα πολύτιμων μετάλλων, όπως ο χρυσός, ο χαλκός και το λίθιο ● Τα κοιτάσματα έχουν κοστολογηθεί στο 1 τρισ. δολάρια και θα μπορούσαν να αλλάξουν την τύχη του τόπου, όμως ποιος επενδυτής θα τολμούσε τώρα κάτι τέτοιο;
Καθώς οι Ταλιμπάν ανακαταλαμβάνουν την εξουσία στο Αφγανιστάν, ένα από τα ερωτήματα που απασχολούν αρκετούς στη Δύση είναι τι θα γίνει με τον τεράστιο ορυκτό πλούτο που κρύβει το υπέδαφός του.
Η χώρα της Κεντρικής Ασίας, παρότι είναι από τις φτωχότερες του κόσμου, «κάθεται» σε κοιτάσματα ορυκτών αξίας σχεδόν 1 τρισ. δολαρίων που θα μπορούσαν να αλλάξουν ριζικά τις οικονομικές της προοπτικές.
Κοιτάσματα σιδήρου, χαλκού και χρυσού υπάρχουν διάσπαρτα παντού στην επικράτειά της, ενώ -ακόμη σημαντικότερο- υπάρχουν και σπάνιες γαίες. Στο υπέδαφος του Αφγανιστάν βρίσκεται μεταξύ άλλων και ένα από τα μεγαλύτερα ανεκμετάλλευτα κοιτάσματα λιθίου στον κόσμο. Σύμφωνα με εκτιμήσεις της αμερικανικής κυβέρνησης, τα κοιτάσματα λιθίου του Αφγανιστάν θα μπορούσαν να συγκριθούν με τα αντίστοιχα της Βολιβίας που αποτελούν σήμερα τα μεγαλύτερα που είναι γνωστά σε όλο τον κόσμο.
Το λίθιο -αν και σπάνιο- αποτελεί βασικό συστατικό των επαναφορτιζόμενων μπαταριών και άλλων τεχνολογιών ζωτικής σημασίας για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής. Η ζήτηση για το λίθιο, το κοβάλτιο, το νικέλιο και για στοιχεία σπανίων γαιών, όπως το νεοδύμιο, αυξάνεται ραγδαία τα τελευταία χρόνια καθώς επιχειρείται μια παγκόσμια προσπάθεια μετάβασης στα ηλεκτρικά αυτοκίνητα και άλλες καθαρές τεχνολογίες που συμβάλλουν στη μείωση των εκπομπών άνθρακα. Εκτιμάται ότι ένα μέσο ηλεκτρικό αυτοκίνητο απαιτεί περίπου έξι φορές περισσότερα ορυκτά απ’ ό,τι ένα συμβατικό και το λίθιο, το νικέλιο και το κοβάλτιο είναι ζωτικής σημασίας για τις μπαταρίες του.
Τα δίκτυα ηλεκτρικής ενέργειας απαιτούν επίσης τεράστιες ποσότητες χαλκού και αλουμινίου, ενώ στους μαγνήτες που χρειάζονται για τη λειτουργία των ανεμογεννητριών απαιτούνται σπάνιες γαίες. Αξίζει να σημειωθεί ότι υπεύθυνες για το 75% της παγκόσμιας παραγωγής λιθίου, κοβαλτίου και σπανίων γαιών σήμερα είναι μόλις τρεις χώρες του κόσμου - η Κίνα, η Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό και η Αυστραλία. Η Διεθνής Οργάνωση Ενέργειας προειδοποίησε τον περασμένο Μάιο ότι αν η παγκόσμια προσφορά λιθίου, χαλκού, νικελίου, κοβαλτίου και στοιχείων σπανίων γαιών δεν αυξηθεί ραγδαία, τότε η προσπάθεια αναχαίτισης της κλιματικής κρίσης -όπως αυτή έχει οριοθετηθεί από τις κυβερνήσεις- θα αποτύχει.
Το όλο σκηνικό, αν και δραματικό για τον πλανήτη και την ανθρωπότητα, αποτελεί αναμφίβολα τεράστια ευκαιρία για το Αφγανιστάν.
«Εάν το Αφγανιστάν έχει μερικά χρόνια ηρεμίας, επιτρέποντας την ανάπτυξη των ορυκτών πόρων του, θα μπορούσε να γίνει μια από τις πλουσιότερες χώρες της περιοχής μέσα σε μια δεκαετία», έχει υποστηρίξει στο παρελθόν κάποιος που αναμφίβολα κατέχει το θέμα, ο Σαΐντ Μιρζάντ του Γεωλογικού Ινστιτούτου των ΗΠΑ.
Πόσο εφικτό όμως είναι για μια χώρα όπου το 90% των πολιτών ζει σήμερα κάτω από το καθορισμένο από την κυβέρνηση όριο φτώχειας των 2 δολαρίων την ημέρα και η οικονομία της -όπως χαρακτηριστικά σημειώνει στην τελευταία της εαρινή έκθεση η Παγκόσμια Τράπεζα- «είναι ακραία ευάλωτη και στενά εξαρτημένη από την εξωτερική βοήθεια»; «Η ανάπτυξη του ιδιωτικού τομέα περιορίζεται από την ανασφάλεια, την πολιτική αστάθεια, τους αδύναμους θεσμούς, τις ανεπαρκείς υποδομές, την εκτεταμένη διαφθορά και το δύσκολο επιχειρηματικό περιβάλλον», επισήμαινε ακόμη η τράπεζα στην έκθεσή της τον περασμένο Μάρτιο.
Οι παράγοντες αυτοί εμπόδισαν στο παρελθόν την εκμετάλλευση των πολύτιμων ορυκτών που βρίσκονται στο υπέδαφος του Αφγανιστάν, με τελικό αποτέλεσμα αυτά να αποφέρουν σήμερα έσοδα μόλις 1 δισ. δολάρια ετησίως, το μεγαλύτερο μέρος των οποίων κατευθύνεται σε διεφθαρμένους κρατικούς αξιωματούχους, πολέμαρχους και τους Ταλιμπάν. Θα καταφέρουν οι Ταλιμπάν να αλλάξουν αυτή την κατάσταση; Μάλλον δύσκολο τουλάχιστον στο άμεσο μέλλον, εκτιμούν οι ειδικοί. Ενώ έχει υπάρξει κάποια εξόρυξη χρυσού, χαλκού και σιδήρου στη χώρα, η εκμετάλλευση λιθίου και σπανίων γαιών απαιτεί πολύ μεγαλύτερες επενδύσεις, τεχνογνωσία και χρόνο, τονίζουν.
Σύμφωνα με τη Διεθνή Οργάνωση Ενέργειας, απαιτούνται κατά μέσο όρο 16 χρόνια από την ανακάλυψη ενός κοιτάσματος για να ξεκινήσει η παραγωγή ενός ορυχείου. Ποιος ξένος επενδυτής θα θελήσει όμως στις παρούσες συνθήκες να επενδύσει στο υπέδαφος της χώρας; Δεν επένδυσε νωρίτερα όταν η κυβέρνηση ελεγχόταν από τη Δύση, γιατί να αναλάβει το ρίσκο τώρα;
Το κενό αυτό ίσως θελήσουν να εκμεταλλευτούν η Κίνα, η Ινδία και το Πακιστάν, υπογραμμίζουν κάποιοι ειδικοί σε ζητήματα γεωπολιτικής. Η Κίνα, παγκόσμια ηγέτις στην εξόρυξη σπανίων γαιών, δήλωσε την περασμένη Δευτέρα ότι έχει «διατηρήσει επαφή και επικοινωνία με τους Αφγανούς Ταλιμπάν». Ωστόσο και εδώ υπάρχουν αμφιβολίες για το αν το Πεκίνο θα κινηθεί για να συνεργαστεί μαζί τους. Η Κίνα έχει καεί στο παρελθόν όταν προσπάθησε να επενδύσει σε έργο εξόρυξης χαλκού στο εξωτερικό που ακυρώθηκε. Η συνεχιζόμενη αστάθεια θα επηρεάσει έτσι την οποιαδήποτε απόφασή της.
efsyn.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου