Της Αγγελικής Κομποχόλη
φιλολόγου-δρ. Πανεπιστημίου Αθηνών
Τα Παναθήναια αποτελούσαν τη σπουδαιότερη εορτή προς τιμήν της θεάς Αθηνάς και τελούνταν κάθε τέσσερα χρόνια, την 28η του «Ἑκατομβαιῶνος», πρώτου μηνός του Αττικού ημερολογίου. Η λέξη «Ἑκατομβαιών» βρίσκεται σε άμεση ετυμολογική συνάφεια με την λέξη «ἑκατόμβη», την θυσία δηλαδή εκατό βοδιών, που μοιράζονταν στους μετέχοντες της εορτής, κατά την διάρκεια των αθλητικών και καλλιτεχνικών αγώνων που λάμβαναν χώρα. Με τον τρόπο αυτόν η πόλις των Αθηνών τιμούσα την προστάτιδά της, την «Μεδέουσαν Ἀθηνᾶν». «Πόλις», στην αρχαία σημασιολογική ματιά, είναι οι άνθρωποι που κατοικούν σε έναν τόπο, «ἄστυ» τα κτήρια.
Ως "Πολιοῦχος" ή "Πολιάς" η θεά Αθηνά προστάτευε την πόλη της σε καιρό ειρήνης, ως «Πρόμαχος» σε καιρό πολέμου. Ήταν η πάλλουσα το δόρυ θεϊκότητα, η «Παλλάς», αυτή που προστάτευε όχι μόνον τον τόπο της, αλλά και κάθε πράξη που απαιτούσε σύνεση, τόλμη, όραμα. «Κλεινόν ἄστυ», ονομαζόταν η Αθήνα, γιατί σμίλευε στην ύλη τις ενατενίσεις του πνεύματος, μία πόλη ξακουστή για την λαμπρότητα της αρχιτεκτονικής και των δημόσιων οικοδομημάτων της. Κυριολεκτικά ήταν ένα σχολείο χρωμάτων, σχημάτων, εννοιών κι αρκούσε μία απλή και μόνον περιήγηση στους δρόμους της πόλεως, για να αναβαθμίσει την αισθητική -και συνακόλουθα το πνεύμα- των πολιτών της. «Ξυνελών τε λέγω τήν τε πᾶσαν πόλιν τῆς Ἑλλάδος παίδευσιν εἶναι», έλεγε ο Περικλής στον επιτάφιο λόγο του, και όχι άδικα.
H ίδια η «προστάτις» της πόλεως η θεά Αθηνά ήταν η αρχαία «Ἠθονόη», λέξη σύνθετη από τα ουσιαστικά «ἦθος» και «νόησις». Την συγκεκριμέν πληροφορία μας την παραδίδει ο Σωκράτης στον πλατωνικό «Κρατύλο» με εμφανή τη σημασιολογική υποδήλωση: Μόνον στο ήσυχο, γαλήνιο, συναίσθημα, που «ἐφορεύεται» από την ηθική, μπορεί να αντικατοπτρισθεί ακέραια η ανώτερη σκέψη. Καθόλου τυχαία τα ονόματά της θεάς, πολλά, είναι ενδεικτικά των ιδιοτήτων της.
Η «Ἀθηνᾶ» είναι η «Γλαυκῶπις» θεά, η θεά με τους λαμπερούς, απαστράπτοντας οφθαλμούς, προσωνύμιο που υποδηλώνει–συμβολικά- το φως της γνώσης που λάμπει στο σκοτάδι της άγνοιας. Είναι επίσης η «Τριτογένεια», αυτή που γεννήθηκε από την κεφαλή του Διός («τριτώ» στην αρχαία διάλεκτο), «τρίτη» μετά την Άρτεμη και τον Απόλλωνα. Ο φιλόσοφος Δημόκριτος ετυμολογώντας ευφυώς το όνομα της λέει ότι η θεά προσαγορεύθηκε «Τριτογένεια», γιατί η εξάσκηση της φρονήσεως (που η θεά εκπροσωπεί) φέρνει στον άνθρωπο τρία μεγάλα δώρα: το «εὖ λογίζεσθαι» (το να σκέπτεται κάποιος ορθά), το «λέγειν ἀναμαρτήτως» (το να μιλά χωρίς αστοχίες)και το «πράττειν ἅ δεῖ» (το να πράττει δηλαδή αυτά που πρέπει)[1].
Αρετές τις οποίες ο άνθρωπος αποκτά και διατηρεί με τον συνεχή αγώνα, συμβολικός εκπρόσωπος του οποίου είναι η θεά, από την αρχή κιόλας της ύπαρξής της. Ο Διονύσιος ο Αλικαρνασσεύς αναφέρει πώς όταν η Αθηνά γεννήθηκε χόρεψε με την ασπίδα της «ἐνόπλιον ὄρχησιν», πολεμικό χορό, «πυρρίχιο» δηλαδή[2]. Άλλες πηγές αναφέρουν ότι τον πυρρίχιο τον χόρεψε μετά τη Γιγαντομαχία, για να γιορτάσει την νίκη του πατέρα της έναντι των εχθρών του. Και στις δύο περιπτώσεις θεωρείται ότι αυτή εφηύρε τον χορό. Ήταν άλλωστε η θεά του Πολέμου, όχι του ωμού και αποκρουστικού πολέμου, αλλά αυτού που διεξαγόταν με φρόνηση και «ἀλκή». Γι΄ αυτό και πάντοτε υπερτερούσε έναντι του «Θουρίου» (ορμητικού) και «Πολεμοχαροῦς Ἄρεως».
Στον ορφικό της ύμνο (6VI) ψάλλεται ως η θεότητα που εμφυτεύει στις ψυχές των ανθρώπων την έμπνευση και τη νοερή δημιουργία και γίνεται η γέφυρα με τον κόσμο των Ιδεών. Προς τιμήν της οι Αθηναίοι αποφάσισαν να την αποκαλούν «Ἀθηναία», αποκλειστικά, σε αντιδιαστολή με την «ἀττική», την απλή γυναίκα της πόλεως. Στις προσευχές τους οι πιστοί την παρακαλούσαν να δώσει γαλήνιους ανέμους στην πλεύση της ζωής τους: «Δός βιότῳ πλώοντι γαληνόωντας ἀήτας»[3].
Αιώνες μετά, ένας σπουδαίος λογοτέχνης μας, κινούμενος στο καθαρό αεράκι της σκέψης, θα γράψει ένα από τα ωραιότερα ποιήματα της θεάς και της πόλης της:
«Θα τραγουδήσω τη Θεά του κόσμου τη μεγάλη,
την παρθενιά, τη προκοπή, τη γνώσι, τη σοφία...
'σ τα χώματά σου τα ιερά, θεοχτισμένη Αθήνα....
... το δικό σου τ' όνομα μαζί με το δικό της...
θα πλέξω 'ς το τραγούδι μου ζευγαρωμένο...
.....χώρα που βγήκες απ' τα χέρια της κ' είσαι του νου της λάμψι.
Αέρα γαλανόφτερε και μοσχοβολισμένε
οπ' αγκαλιάζεις πατρικά την γην αυτήν και κάνεις
ολόλαμπραις ταις 'μέραις μας κι' αχνόξανθαις ταις νύχταις,
πάρε και το τραγούδι μου και λάμπρυνε κ' εκείνο
και σκόρπισέ το σε βουνά, και δάση, κι' ακρογιάλια.
Κάμποι, απ' την άφθαρτην εληά λευκοπρασινισμένοι,
ταπεινοί βράχοι που καιρούς θυμίζετ' ακουσμένους,
δεχθήτε το λαχταριστό κι' ακούστε το με πόνο,
κι' αντιλαλείτε το σκοπό, κρατάτε μου το ίσο
απ' ταις οχθιαίς κι' απ' ταις σπηλιαίς, καλόβουλαις νεράιδες.
Και δος μου δύναμι, Θεά, και καλοτύχισέ με,
κι' άλλα τραγούδια έχω για σε, πάντα για σε τραγούδια.
(Κωστής Παλαμάς)
ΠΗΓΗ: ΑΡΧΕΙΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, 15.8.2021.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου