Amfipoli News: Υπόθεση Οτσαλάν: Το ανελέητο κυνηγητό, η απαγωγή από τους Τούρκους, η Ελληνική εμπλοκή και η διπλωματική κρίση

Δευτέρα 23 Αυγούστου 2021

Υπόθεση Οτσαλάν: Το ανελέητο κυνηγητό, η απαγωγή από τους Τούρκους, η Ελληνική εμπλοκή και η διπλωματική κρίση



  Πριν από 22 χρόνια, πραγματοποιήθηκε η σύλληψη του Αμπντουλάχ Οτσαλάν. Η σύλλυψη του ιδρυτή και ηγέτη του Εργατικού Κόμματος «ΡΚΚ» του Κουρδιστάν έλαβε χώρα στις 15 Φεβρουαρίου του 1999. Μάλιστα, η σύλληψή του έγινε στο Ναϊρόμπι, ενώ στη συνέχεια παραδόθηκε στους Τούρκους.

Ένα ανελέητο “κυνηγητό” που είχε διαρκέσει από τον Σεπτέμβριο του 1998 είχε φθάσει στο τέλος. Ο Οτσαλάν ήταν ο ιδρυτής του Εργατικού Κόμματος του Κουρδιστάν Ρ.Κ.Κ. (ΠεΚαΚά) και ήταν ο άνθρωπος που είχε ξεσηκώσει τους Κούρδους εναντίον των Τούρκων, δηλώνοντας ανοιχτά ότι «στην Τουρκία υπάρχουν δύο έθνη, οι Τούρκοι και οι Κούρδοι». Υπό την καθοδήγηση του, οι Κούρδοι άρχισαν να αναζητούν την ανεξαρτησία τους, να διεκδικούν τα εργατικά δικαιώματά τους με απεργίες και να διαδηλώνουν υπέρ της εξέγερσης.

Η Τουρκία απάντησε με βίαιες επιθέσεις και σφαγές, ενώ κήρυξε στρατιωτικό νόμο στις περισσότερες από τις κουρδικές επαρχίες της Ανατολίας. Ο Οτσαλάν και τα μέλη του κόμματος βλέποντας ότι δε θα ήταν ικανοί να αντιμετωπίσουν την τουρκική αντίποινα, κατέφυγαν στο Λίβανο, όπου ίδρυσαν στρατιωτική ακαδημία προκειμένου δημιουργήσουν στρατιωτική οργάνωση. Το 1984, ο Οτσαλάν επέστρεψε στο Κουρδιστάν και οι Κούρδοι ξεκίνησαν τον ένοπλο αγώνα εναντίον των τουρκικών στρατιωτικών εγκαταστάσεων. Η Τουρκία απάντησε με “ειδικό πόλεμο”, όπως τον ονόμασε, που είχε ως αποτέλεσμα να εκκενωθούν εκατοντάδες πόλεις και περίπου 3.000 χωριά στο Κουρδιστάν.

Οι επιχειρήσεις διήρκεσαν 8 χρόνια, με τον Οτσαλάν να αποφασίζει το 1998 κατάπαυση του πυρός. Η Τουρκία τον είχε ήδη βαφτίσει τρομοκράτη και σχεδίαζε τη σύλληψή του, απειλώντας τη Συρία, όπου βρισκόταν την περίοδο εκείνη, να σταματήσει να υποστηρίζει την “τρομοκρατική οργάνωση” του Κούρδου ηγέτη. Μετά τις πιέσεις των Αμερικανών και των Τούρκων, ο Οτσαλάν έφυγε από τη χώρα με αεροπλάνο, προς άγνωστη κατεύθυνση.

Η περιπλάνηση

Πρώτος σταθμός ήταν η Ελλάδα. Το αεροπλάνο του Κούρδου ηγέτη προσγειώθηκε στο Ελληνικό, προκαλώντας την αντίδραση της ελληνικής κυβέρνησης που αρνήθηκε να τον δεχτεί.

Δεύτερος σταθμός ήταν η Μόσχα, όπου έμεινε λίγες ημέρες, ώσπου αναχώρησε για τη Ρώμη. Οι Ιταλοί αρνήθηκαν να τον δεχτούν και έκτοτε τα ίχνη του χάθηκαν, με τις πληροφορίες να αναφέρουν ότι βρισκόταν στη Λευκορωσία. Τον Νοέμβριο βρισκόταν στη Ρώμη, η οποία τελικά τον δέχτηκε και αρνήθηκε να τον εκδώσει στην Τουρκία, καθώς σύμφωνα με το ιταλικό δίκαιο, απαγορευόταν να εκδοθούν άτομα σε χώρες που εφαρμοζόταν η θανατική ποινή.

Ύστερα από πιέσεις ο Οτσαλάν αναχώρησε προς άγνωστη κατεύθυνση. Ο Έλληνας απόστρατος πλοίαρχος Π.Ν. Αντώνης Ναξάκης τον εντόπισε και τον έφερε μυστικά στην Ελλάδα, κρύβοντάς τον στο σπίτι του και στο σπίτι της συγγραφέως Βούλας Δαμιανάκου. Οι δημοσιογραφικοί κύκλοι πληροφορήθηκαν την έλευση του στην Ελλάδα, με τον τότε υπουργό Εξωτερικών Θεόδωρο Πάγκαλο να ζητά από τον Ναξάκη, συνάντηση Οτσαλάν με τον επικεφαλής της ΕΥΠ, ο οποίος του ζήτησε να εγκαταλείψει την Ελλάδα.

Στις 31 Ιανουαρίου 1999 ο Οτσαλάν αναχώρησε από την Ελλάδα με την Κούρδισα Μέλσα Ντενίζ, τον Κύπριο Αριστείδη Αριστείδου (ψευδώνυμο), τον ταγματάρχη Σάββα Καλεντερίδη και έναν Ολλανδό δικηγόρο. Μετά από μια περιπλάνηση στις Ευρωπαϊκές χώρες, οι οποίες αρνήθηκαν να του παρέχουν άσυλο, επέστρεψε στην Ελλάδα, όπου αποφασίστηκε η μεταφορά του στην Κένυα.

Η έκθεση του Έλληνα Πρέσβη

Επί 15 ημέρες παρέμεινε κρυμμένος στην ελληνική πρεσβεία. Διαβάστε την έκθεση του Έλληνα Πρέσβη Γ. Κωστούλα, που ήρθε στο φως το Μάρτη του 1999: «(…) Συνομιλία με Κιθουρίμα (σσ: Κενυάτης αξιωματούχος), περίεργο τηλεφώνημα Αμερικανού και αναχώρηση δυο επισκεπτών αναφέρονται αμέσως σε κ. Παπαϊωάννου (σσ: διευθυντής διπλωματικού γραφείου υπουργού Θ. Πάγκαλου), οποίος λέγει ότι θα τα μεταφέρει σε «μεγάλο τραγουδιστή», δηλαδή κ. υπουργό (σσ: Θ. Πάγκαλο), και αναλαμβάνει υποχρέωση “να μας τραγουδήσει, αφού ακούσει τραγούδι μεγάλου τραγουδιστή” (…).

Περί ώρα 14.00, κ. Παπαϊωάννου επικοινωνεί με πρεσβεία και εντέλλει υπογράφοντα μεταφέρει με “δεσποινίδα Κατεχάκη”, δηλαδή κ. Καλεντερίδη, σε Οτσαλάν ότι πρέπει ταχύτερο δυνατόν απομακρυνθεί από “εθνικά χρώματα”. Σε ερώτησή μου “και να πάει πού;”, κ. Παπαϊωάννου απαντά ως εξής: “Μεγάλος τραγουδιστής έχει εκνευριστεί. Κάναμε μια εξυπηρέτηση. Μην μας τη βγάζουν από τη μύτη. Να πάει σαφάρι. Να πάει όπου θέλει.

Μακριά από εθνικά χρώματα” (…) Περί 10.00, κ. Καλεντερίδης επικοινωνεί με αρχηγό του. Τελευταίος μόλις έχει πληροφορηθεί τα περί αιτήσεως ασύλου (σσ: από τον Οτσαλάν ) και εξαγριωμένος απαντά ως εξής: “Να του πεις ότι είναι ηλίθιος. Διέπραξε αθλιότητα. Αυτό που έκανε δεν είναι τίποτα. Δεν ισχύει. Να του πεις να τσακιστεί να φύγει γρήγορα και να πάει όπου θέλει. Εμείς δεν του τάξαμε τίποτα. Πέτα τον έξω, ρε Σάββα, να τελειώνομε. Σε παρακαλώ, παιδί μου” (…).

Ο Οτσαλάν συναντήθηκε με τον δικηγόρο Φαήλο Κρανιδιώτη, νομικό σύμβουλο του Εθνικού Απελευθερωτικού Μετώπου, ενώ οι Έλληνες αξιωματούχοι προσπαθούσαν να τον βοηθήσουν. Στις 15 Φεβρουαρίου το Υπουργείο Εξωτερικών της Κένυας κάλεσε τον Έλληνα πρέσβη και του ζήτησε την απομάκρυνση του Οτσαλάν από τη χώρα. Σύμφωνα με το σχέδιο, θα αναχωρούσε με αεροσκάφος των κενυατικών αερογραμμών. Ο Οτσαλάν δέχτηκε με τον όρο να τον συνοδεύσει ο ταγματάρχης Καλεντερίδης.

Όταν έφτασαν τα αυτοκίνητα έξω από την πρεσβεία, η αστυνομία του ζήτησε να επιβιβαστεί μόνος του στο αυτοκίνητο. Ενώ η πομπή κατευθυνόταν προς το αεροδρόμιο, το αυτοκίνητο που μετέφερε τον Οτσαλάν, “εξαφανίστηκε”.

Η συνέντευξη του Καλντερίδη

Σύμφωνα με συνέντευξη που παραχώρησε αργότερα ο Κελεντερίδης στην τουρκική εφημερίδα Haberturk:”Θα επιβιβαζόμασταν σε όχημα της Πρεσβείας με διπλωματικές πινακίδες. Θα πλησιάζαμε με το όχημα στο αεροπλάνο και στη συνέχεια, εγώ θα έκανα έλεγχο μέσα στο αεροπλάνο και αν αυτό ήταν ασφαλές, τότε θα επιβιβαζόμασταν μαζί με τον Οτσαλάν και θα πηγαίναμε στη χώρα που θα επιθυμούσε εκείνος.”

Όμως οι Κενυάτες μας επιβίβασαν σε τρία δικά τους οχήματα. Ο Πρέσβης ήταν στο πρώτο, ο Οτσαλάν στο μεσαίο και εγώ στο τρίτο όχημα. Οι οδηγοί ήταν Κενυάτες. Όταν το αυτοκίνητο στο οποίο ήταν ο Οτσαλάν, ξέκοψε από εμάς, κατά την πορεία, ζητήσαμε από τον οδηγό να ακολουθήσει τον Οτσαλάν, αλλά εκείνος αρνήθηκε και είπε ότι, θα συναντηθούμε στο αεροδρόμιο. Όταν φθάσαμε στο αεροδρόμιο, ψάξαμε για τον Οτσαλάν, περισσότερο από μία ώρα, αλλά δεν τον βρήκαμε. Γνωστοποιήσαμε το συμβάν στην Αθήνα. Την επόμενη μέρα, μάθαμε από την τηλεόραση ότι ο Οτσαλάν είχε απαχθεί.

Ο Οτσαλάν είχε συλληφθεί από τους Τούρκους και μεταφέρθηκε με αεροσκάφος στην Τουρκία. Από τότε κρατείται σε φυλακές υψίστης ασφαλείας στη νησίδα Ιμραλί στη Θάλασσα του Μαρμαρά.

Διαβάστε επίσης:



Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου