Τι ήταν τελικά το «Άγαλμα» για το οποίο έγραψε το 1969 ο Λευτέρης Παπαδόπουλος και μελοποίησε ο Μίμης Πλέσσας;
To 1969 κυκλοφόρησε ένας από τους κορυφαίους, ελληνικούς, λαϊκούς δίσκους των τελευταίων 50 χρόνων. «Ο Δρόμος» του Μίμη Πλέσσα σε στίχους Λευτέρη Παπαδόπουλου, με τις μοναδικές φωνές του Γιάννη Πουλόπουλου, της Ρένας Κουμιώτη και της Πόπη Αστεριάδη, ήταν – και παραμένει μέχρι σήμερα – ένα αληθινό, διαχρονικό αριστούργημα που συνεχίζει να μιλάει στη ψυχή του ακροατή λες και γράφτηκε πριν από μερικά χρόνια.
Το διπλό άλμπουμ που κυκλοφόρησε από τη δισκογραφική εταιρία Lyra έκανε αμέσως επιτυχία και καθιέρωσε στη συνείδηση του ελληνικού κοινού έναν νέο, φρέσκο τραγουδιστή. Ο Γιάννης Πουλόπουλος που από ελαιοχρωματιστής είδε το μεγάλο όνειρο του να γίνεται πραγματικότητα γενόμενος μέσα σε μία νύχτα λαμπρό αστέρι του ελληνικού τραγουδιού ήταν το γοητευτικο αγόρι με το καταγάλανο, μελαγχολικό βλέμμα. Δεν ήταν μόνο το ραδιόφωνο που πλημμύριζε σπίτια και εστιατόρια της εποχής με την βαθιά, εκφραστική φωνή του. Ήταν οι σκηνές από αγαπημένες ελληνικές ταινίες με τις οποιές η χαμηλών τόνων, ευγενική μορφή του θα μένει για πάντα συνδεδεμένη.
Μαζί με αυτές και ένα τραγούδι. Ένα πάνω απ’ όλα τα υπόλοιπα. «Το Άγαλμα» μέσα από τον «Δρόμο» υπήρξε η μεγαλύτερη επιτυχία του σημαντικού Έλληνα τραγουδιστή, που έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 79 ετών, ένα σπουδαίο κομμάτι που μιλάει για την σπαρακτική μοναξιά ενός χωρισμού. Ένα κομμάτι ανοικτό σε ερμηνείες, όπως άλλωστε όλα τα έργα τέχνης με περιεχόμενο. Σε ποιον μιλάει ο ήρωας των στίχων; Ήταν τόσο απελπισμένος που νόμισε στα αλήθεια ότι είδε ένα μαρμάρινο άγαλμα να ζωντανεύει; Ένιωθε όντως τόσο μόνος ή μήπως το «άγαλμα» υπήρξε πρόσωπο πέρα για πέρα αληθινό;
Το τραγούδι «Το άγαλμα» που ερμήνευσε το 1969 ο Γιάννης Πουλόπουλος:
Πριν από περίπου 2 χρόνια μία τυχαία διαδικτυακή «διαμάχη» ανάμεσα στους συγγραφείς Χρήστο Χωμενίδη και Νίκο Σαραντάκο είχε αποκαλύψει την αληθινή ιστορία πίσω από την δημιουργία του συγκεκριμένου, πασίγνωστου κομματιού, δίνοντας μία αρκετά διαφορετική εκδοχή από αυτή που ήταν μέχρι πρόσφατα ευρέως γνωστή.
Όλα άρχισαν όταν ο Χρήστος Χωμενίδης έγραψε στο facebook ότι το «Άγαλμα» αναφερόταν σε μία νεαρή ιερόδουλη που εργαζόταν στο πεζοδρόμιο καθώς η λέξη «άγαλμα» υπήρξε πολύ κοινώς χαρακτηρισμός για τα κορίτσια που έβγαζαν τα προς το ζην από αυτό το επάγγελμα. Τότε ο Νίκος Σαραντάκος είχε αντιδράσει σχολιάζοντας ότι αυτή η εκδοχή δεν ισχύει και ότι το νόημα του κομματιού υπήρξε πάντα ξεκάθαρο. *
Έτσι ο Χρήστος Χωμενίδης αντέδρασε στη διάψευση αυτή παραθέτοντας μία συνομιλία του με τον ίδιο τον στιχουργό του τραγουδιού, Λευτέρη Παπαδόπουλο, η οποία ξεκαθαρίζει την κατάσταση.
Δείτε την ανάρτηση του Χρήστου Χωμενίδη:
«Εσύ δεν μου’χες πει, Λευτέρη, στην ταβέρνα που τρώγαμε πρόπερσι απέναντι από την Ακρόπολη, ότι αγάλματα έλεγαν τις πόρνες του πεζοδρομίου;»
«Ε βέβαια! Έτσι τις λέγαμε!»
«Άρα το «Άγαλμα» του τραγουδιού σου είναι μια τέτοια κοπέλα.»
«Τα τραγούδια και τα βιβλία και τα έργα τέχνης, όπως καλά ξέρεις, τα ερμηνεύει αυθεντικά ο κάθε αποδέκτης τους. Ωστόσο ναι! Η εκδοχή του «αγάλματος»-πόρνης με γοητεύει εμένα περισσότερο από όλες. Σίγουρα απείρως περισσότερο από την εκδοχή ενός μαρμάρου το οποίο δήθεν ζωντανεύει…»
Και η αρχική του ανάρτηση στην οποία είχε αντιδράσει ο Νίκος Σαραντάκος:
Στίχοι: Λευτέρης Παπαδόπουλος Μουσική: Μίμης Πλέσσας
Στίχοι
Χθες μεσάνυχτα και κάτι κατηφόρισα
στην μικρή την πλατεΐτσα που σε γνώρισα
Κάποιο άγαλμα που μ’ είδε με θυμήθηκε
και τον πόνο μου να ακούσει δεν αρνήθηκε
Και του μίλησα για σένα και για μένανε
και τα μάτια του βουρκώναν και όλο κλαίγανε
Του ’πα για το φέρσιμό σου και για τα άλλα σου
τα ασυγχώρητα τα λάθη τα μεγάλα σου
Κι ύστερα με πιάσαν θεέ μου κάτι κλάματα
που με βρήκανε κουρέλι τα χαράματα
Με το άγαλμα ως το δρόμο προχωρήσαμε
μου εσκούπισε τα μάτια και χωρίσαμε
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου