Για πάνω από μισό αιώνα οι επιστήμονες διατύπωναν το ερώτημα εάν υπάρχει ζωή στον Πλανήτη Αφροδίτη. Οι αφιλόξενες συνθήκες που επικρατούν στην επιφάνεια του έκανα τους περισσότερους να απαντούν αρνητικά.
Καινούργια στοιχεία όμως, έρχονται να αναθερμάνουν την συζήτηση γύρω από αυτό το θέμα, με τους ειδικούς να ζητούν την χρηματοδότηση περισσότερων διαστημικών αποστολών στον πλανήτη.
«Προσπαθούμε να πείσουμε ώστε να εξερευνηθεί περαιτέρω μέσω βολιστήρων (εξερευνητικές διαστημικές συσκευές) ο πλανήτης, ώστε να συλλεχθούν επιτόπου περισσότερα στοιχεία» δηλώνει ο Sanjay Limaye επιστήμονας του Κέντρου Διαστημικής Επιστήμης και Μηχανικής του Πανεπιστημίου του Ουισκόνσιν και συν-συγγραφέας μιας σειράς μελετών γύρω από τον πλανήτη Αφροδίτη.
O Limaye θεωρείται ειδικός όσο αφορά την Αφροδίτη, έχοντας πίσω του 45 χρόνια έρευνας γύρω από αυτήν, κατά την διάρκεια των οποίων μελέτησε την πυκνή της ατμόσφαιρα.
«Μια και είναι ο πιο κοντινός στην Γη πλανήτης, είναι πιο εύκολο να τον επισκεφτούμε σε σύγκριση με τον δορυφόρο του Κρόνου Τιτάνα, τον Εγκέλαδο ή ακόμα και τον πλανήτη Άρη» αναφέρει.
Σε μία σειρά από άρθρα που δημοσιεύτηκαν στο περιοδικό Astrobiology, η Αφροδίτη φέρεται να μπορεί ενδεχομένως να φιλοξενεί μικροβιακή ζωή όπως βακτήρια και άλλους μικροσκοπικούς οργανισμούς. Τα άρθρα αυτά προέκυψαν μετά από μια επιστημονική ημερίδα του 2019 στην Μόσχα, την λεγόμενη Venera-D Venus Cloud habitability workshop.
Κατά την διάρκεια της ημερίδας αυτής περισσότεροι από 50 επιστήμονες μελέτησαν τα υπάρχοντα στοιχεία προκειμένου να αποφανθούν σχετικά με την πιθανότητα ο πλανήτης να φιλοξενούσε ζωή τόσο στο μακρινό παρελθόν όσο και τώρα.
Δημιουργημένη την ίδια χρονική περίοδο με την Γη, πριν 4.5 δισεκατομμύρια χρόνια, η Αφροδίτη καταλαμβάνει την τροχιά μεταξύ του πλανήτη μας και του πλανήτη Ερμή. Η Αφροδίτη περιστρέφεται πολύ αργά γύρω από τον άξονα της, με κάθε περιστροφή να διαρκεί 243 γήινες μέρες. Η τεράστια ατμόσφαιρά της, αποτελούμενη κυρίως από διοξείδιο του άνθρακα, δημιουργεί έναν ακραίο πλανήτη με υπερ-υψηλές θερμοκρασίες, θυελλώδεις ανέμους και έντονη ηφαιστειακή δραστηριότητα.
Παρόλες τις ακραίες συνθήκες που επικρατούν στην επιφάνεια της, οι ειδικοί ελπίζουν πως ενδεχομένως η ατμόσφαιρα της να είναι ένας τόπος πολύ πιο φιλικός προς την ζωή από ό,τι φαίνεται. Σε αυτό συνεπικουρούν το άφθονο ηλιακό φως, η ύπαρξη θρεπτικών συστατικών και νερού, που όλα μαζί θα μπορούσαν να οδηγήσουν στην δημιουργία μικρών κατοικήσιμων ζωνών στα ψηλότερα στρώματα της ατμόσφαιρας.
Τα αρθρα αυτά εξετάζουν την ιστορία του πλανήτη και προτείνουν τρόπους ώστε να μελετηθεί καλύτερα η πυκνή του ατμόσφαιρα, αναδεικνύοντας ταυτόχρονα τα πιθανά σημάδια που θα δήλωναν την ύπαρξη ζωής που τρέφεται με ηλιακό φως.
Πρώιμος σχηματισμός και το νερό
Η Αφροδίτη δεν ήταν πάντα έτσι. Όπως και η Γη για 3 δισεκατομμύρια χρόνια είχε έντονη ηφαιστειακή δραστηριότητα και εκτιμάται πως η επιφάνεια του πλανήτη είχε μεγάλους ωκεανούς με νερό, μέρη ικανά να συντηρήσουν μικροβιακή ζωή. Η όαση αυτή όμως χάθηκε.
«Όταν πρωτοεμφανίστηκε η ζωή στην Γη οι συνθήκες που επικρατούσαν στην Αφροδίτη ήταν παρόμοιες» αναφέρει ο Limaye. «Κάποια μοντέλα αναφέρουν οτι υπήρχε νερό για 1 έως 3 δισεκατομμύρια χρόνια» συμπληρώνει.
Ο Ήλιος τότε ήταν πιο αμυδρός άλλα ταυτόχρονα πιο έντονος, λούζοντας τους πλανήτες με σωματίδια υψηλής ενέργειας και υπεριώδη ακτινοβολία. 3,5 δισεκατομμύρια χρόνια μετά την δημιουργία της η Αφροδίτη άρχισε να θερμαίνεται, με αποτέλεσμα οι ωκεανοί να εξατμίζονται σταδιακά κατά την διάρκεια εκατομμυρίων ετών.
Με την ατμόσφαιρα διοξειδίου του άνθρακα και υδρατμών που προέκυψε, δημιουργήθηκε ένα φαινόμενο του θερμοκηπίου παγιδεύοντας την ενέργεια του ήλιου. Η πίεση στην επιφάνεια του πλανήτη είναι 90 φορές υψηλότερη από την αντίστοιχη της Γης, με την αντίστοιχη θερμοκρασία τους 496 βαθμούς Κελσίου, μια θερμοκρασία ικανή να λιώσει το μολύβι.
Αν και αυτές οι συνθήκες είναι εχθρικές για τις περισσότερες γνωστές μορφές ζωής, κάποιοι οργανισμοί γνωστοί σαν ακραιόφιλα έχουν την δυνατότητα να επιβιώνουν ακόμα και στα πιο απίστευτα σημεία. Οι ερευνητές θεωρούν πιθανό ότι κάποιοι αρχαίοι οργανισμοί προσαρμόστηκαν στις νέες ακραίες συνθήκες, βρίσκοντας καταφύγιο στην πιο φιλόξενη ατμόσφαιρα.
Οι επιστήμονες δεν αποκλείουν το ενδεχόμενο ύπαρξης απολιθωμάτων στην αφιλόξενη επιφάνεια, ιδιαίτερα λόγω της διάβρωσης από την συνεχόμενη ηφαιστειακή δραστηριότητα. Από την άλλη δορυφόροι που περιφέρονται σε τροχιά γύρω από τον πλανήτη θα μπορούσαν να ανακαλύψουν θύλακες ζωής κρυμμένους μέσα στην ατμόσφαιρα.
Τα μυστήρια της ατμόσφαιρας
Από τη δεκαετία του 1960 δεκάδες διαστημικές αποστολές έχουν επισκεφτεί και μελετήσει την Αφροδίτη. Οι αποστολές της NASA «Pioneer Venus Orbiter» και η «Pioneer Multiprobe» συνέλεξαν πολύτιμα στοιχεία για όλα τα στρώματα της ατμόσφαιρας μέχρι την επιφάνεια της Αφροδίτης.
Το 1981 τα Σοβιετικά Venera 13 και 14 μετέδωσαν έγχρωμες εικόνες από την επιφάνεια του πλανήτη, στοιχεία για την σύσταση του εδάφους και των νεφών, ενώ ταυτόχρονα κατέγραψαν για πρώτη φορά τους ανέμους που επικρατούν στην επιφάνεια.
Λίγα χρόνια μετά ειδικά μπαλόνια που άφησαν στην ατμόσφαιρα οι αποστολές Vega 1 και 2 κατέγραψαν ακόμα περισσότερα στοιχεία συμπληρώνοντας τις γνώσεις της ανθρωπότητας γύρω από την σύνθεση της Αφροδίτης και της ατμόσφαιρας της.
Οι ερευνητές ταυτόχρονα συνέλεξαν φασματικά δεδομένα από την Αφροδίτη, δηλαδή πόσο φως αντανακλάται ή απορροφάται από τον πλανήτη. Αξιοποιώντας αυτά τα δεδομένα μπορούν να αναγνωρίσουν τις αντίστοιχες χημικές «υπογραφές» του διοξειδίου του άνθρακα και του διοξειδίου του θείου. Ακόμα και απειροελάχιστα ίχνη από υδρατμούς.
Κάποια από αυτά τα φασματικά δεδομένα αποκάλυψαν κάποιες «σκοτεινές» περιοχές στα στρώματα της ατμόσφαιρας, υποδηλώνοντας σημεία υψηλής απορρόφησης του φωτός. Ο Limaye και οι συνάδελφοι του αναρωτιούνται αν αυτές οι σκοτεινές περιοχές είναι αποτέλεσμα της παρουσίας των μικροοργανισμών, κατ΄αντιστοιχία με τα Γήινα φύκια που βρίσκονται στους ωκεανούς και τις λίμνες.
Την υπόθεση τους αυτή έρχεται να ενισχύσει η ανίχνευση υδρατμών, ενέργειας και θρεπτικών συστατικών όπως το υδρογόνο, το θείο, το άζωτο και ο φώσφορος στα σύννεφα.
«Η Αφροδίτη έχει την δυνατότητα να υποθάλψει μεταβολισμό βασισμένο στο σίδηρο και το θείο» λέει ο Limaye. «Πιστεύουμε ότι με την χρήση των κατάλληλων οπτικών μεθόδων θα μπορέσουμε να ανιχνεύσουμε εύκολα την βιομάζα στην ατμόσφαιρα» προσθέτει.
Σε ύψος 48 με 70 χιλιομέτρων από την επιφάνεια, οι ατμοσφαιρικές συνθήκες είναι παρόμοιες με τις γήινες, ενώ η σχετικά πυκνή ατμόσφαιρα φιλτράρει την επιβλαβή υπεριώδη ακτινοβολία του Ήλιου. Τα ακραιόφιλα που υπάρχουν στην Γη έχει παρατηρηθεί ότι επιβιώνουν σε τέτοιες ακραίες καταστάσεις.
Μαζεύοντας φως φιλοξενείς ζωή
Οι ατμόσφαιρες των πλανητών υπηρετούν πολλούς σκοπούς μεταξύ άλλων το φιλτράρισμα των επιβλαβών ακτινοβολιών. Στην Γη η ατμόσφαιρα μαζί με το μαγνητικό πεδίο μπλοκάρει τις επιβλαβείς συνέπειες της Ηλιακής ακτινοβολίας. Η φυτική ζωή ευημερεί χάρη στις πιο αδύνατες υπεριώδεις ακτίνες που περνούν την ατμόσφαιρα που προσφέρουν τροφή για την φωτοσύνθεση.
Ο Limaye και οι συνάδελφοι του πιστεύουν ότι η ατμόσφαιρα της Αφροδίτης μπορεί να δημιουργήσει παρόμοιες ισορροπημένες ζώνες. Σε μία μελέτη μάλιστα απέδειξαν ότι η ατμόσφαιρα μπορεί να υποστηρίξει το φαινόμενο της φωτοτροφίας, την ικανότητα δηλαδή των οργανισμών να μετατρέψουν το ηλιακό φως σε ενέργεια. Ταυτόχρονα τα σύννεφα της ατμόσφαιρας είναι ικανά να φιλτράρουν πιθανά επιβλαβή αέρια όπως το θειικό οξύ.
Αν και οι έρευνες επικεντρώνονται σε συνθήκες παρόμοιες με τις Γήινες οι ειδικοί πιστεύουν ότι λόγω της προσαρμοστικότητας των ακραιόφιλων σε ακραίες συνθήκες χρειάζεται περισσότερο διεξοδική επιτόπια έρευνα. Με την Ινδια, την Ρωσία και την ίδια τη NASA να έχουν δηλώσει οτι θα στείλουν μελλοντικά αποστολές στον πλανήτη ελπίδα των ειδικών είναι ότι τα ερωτήματα γύρω από την ύπαρξη ή μη ζωής θα μπορέσουν να απαντηθούν.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου