Γράφει ο Σπύρος Μακρής
Η περιοχή Θησείο, στην Αθήνα, είναι αρκετά γνωστή. Η συντριπτική πλειοψηφία των σημερινών Ελλήνων, πηγαίνει εκεί για έναν καφέ. Το ιερό μνημείο «Θησείον», ένα από τα αρτιότερα αρχιτεκτονικά μνημεία, που έχουν μείνει στην Ελλάδα, είμαι βέβαιος ότι θα το έχουν προσέξει αρκετοί, στον δρόμο για τις καφετέριες, 100 μέτρα πιο πέρα από αυτό.
Πόσοι, όμως, γνωρίζουν την ιστορία και τα μυστικά του; Πόσοι έχουν δεχτεί την δημιουργική του ενέργεια;
Η ΜΥΣΤΙΚΗ ΟΜΟΡΦΙΑ ΤΟΥ ΘΗΣΕΙΟΥ
Στην περιοχή Θησείο και μεταξύ των δρόμων Απ. Παύλου και Αδριανού, πίσω από την Ακρόπολη, θα συναντήσουμε σε ένα μικρό ύψωμα ένα αρχαίο κτίριο που θυμίζει αρκετά τον Παρθενώνα.
Επισκέφτηκα τον αρχαιολογικό χώρο και πλησίασα το, απαράμιλλης τέχνης και κάλλους, οικοδόμημα. Καθώς ζύγωνα μου έδινε την εντύπωση πως με προσκαλούσε. Μου μιλούσε, θα μπορούσα να πω.
Όσο ερχόμουν κοντά στο μνημείο διαπίστωνα πως δεν ήταν μόνο η αρχιτεκτονική του που με ξεσήκωνε. Δεν ήταν μόνο το μάρμαρο Πεντέλης, ούτε ο δωρικό ρυθμός, ή οι ραβδώσεις των κιόνων, ή η ζωοφόρος με τα τρίγλυφα και τις μετώπες.
Παρατηρώντας την εξωτερική του ομορφιά, ξύπνησε μέσα μου κάτι, που αμέσως αισθάνθηκα ότι με οδηγούσε σε μία άλλη αφανή ή εσωτερική ομορφιά, η οποία πολύ φιλόξενα και με πρόσχαρο χαμόγελο προετοίμαζε τον εναρμονισμό μου με την παρουσία του, με την ύπαρξή μου, με τη φύση την ίδια και το σύμπαν. Έννοιες και δονήσεις που ενυπάρχουν σε κάθε κλασικό αρχιτεκτόνημα.
Σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα, αντιλήφθηκα πως βρίσκομαι σε χώρο που αναδίνει μία μυστηριακή –με την αρχαία ελληνική έννοια– ατμόσφαιρα, η οποία ήταν ικανή να ξυπνήσει μέσα μου το αρχέγονο κύτταρο!
Και νομίζω πως το ξύπνησε. Σα να ξεκλείδωσε με άγνωστο τρόπο κάποιο αρχείο της Φύσης και άρχισα να ατενίζω το Θησείο ζωντανό.
Στην πρόσοψη του κτιρίου έβλεπα να εικονίζονται ανάγλυφα οι παραστάσεις των άθλων του Ηρακλή και του Θησέα.
Το ίδιο άρχισαν να ζωογονούνται και η ζωοφόρος του «σηκού», εντός του περιστυλίου, στον πρόναο και τον οπισθόδομο. Το πάριο μάρμαρο του τελευταίου ζωντάνευε την Κενταυρομαχία, ενώ του πρόναου την μάχη του Θησέα κατά των Παλλαντιδών ενώπιον του Δία, της Ήρας, της Αθηνάς, την Δήμητρας, του Ποσειδώνα και του Άρη ή του Απόλλωνα.
Με είχε συνεπάρει και απορροφήσει τόσο η ακατανίκητη έλξη αυτού του καλλιεπέστατου οικοδομήματος που επιχείρησα να μπω μέσα στο κτίριο και τότε ένας παράδοξος συριγμός με ξύπνησε. Ήταν η σφυρίχτρα του φύλακα. Γύρισα και κοίταξα προς τα εκεί.
Μου έκανε νόημα πως απαγορεύεται να μπω κι έτσι βρήκα την ευκαιρία να του εκφράσω όλα αυτά που αισθάνθηκα για το Θησείο.
Το ενδιαφέρον, για το αρχαίο αυτό ιερό, αυξήθηκε περισσότερο όταν μου ανέφερε ότι κακώς ο κόσμος το ονομάζει Θησείο και πως η σωστή του ονομασία είναι Ναός του Ηφαίστου.
Αυτό που είπε μου δημιούργησε την αίσθηση ότι αν έψαχνα θα ανακάλυπτα πολλά ακόμα ζητήματα και θέματα, εντελώς άγνωστα.
Το πρώτο βήμα ήταν να προσπαθήσω να εξακριβώσω την ταυτότητα του αρχαίου μνημείου.
«ΘΗΣΕΙΟΝ» Ή «ΗΦΑΙΣΤΕΙΟΝ»;
Αφού τελείωσε η επίσκεψή μου στο χώρο του Θησείου, πήγα κι εγώ για ένα δροσερό καφέ, αλλά στο μυαλό μου είχα αυτό που μου είπε ο φύλακας. Όταν γύρισα στο σπίτι αναζήτησα την ταυτότητα του κτιρίου, πρώτα από όλα, από τους αρχαίους ιστορικούς.
Ο Θουκυδίδης μας λεει πως το ιερό ήταν παλαιότερο από την μετακομιδή των οστών του Θησέα και ότι ο περίβολός του ήταν τόσο ευρύχωρος που μπορούσε μέσα να διανυκτερεύσει στρατός ή ακόμα και να συνεδριάσει η Βουλή των πεντακοσίων, όπως αναφέρεται σε επιγραφές.
Ο Πλούταρχος, πάλι, μας λεει ότι το Θησείο χρησίμευσε και ως άσυλο στους δούλους και τους αδύνατους και σε όλους εκείνους οι οποίοι πιέζονταν από την βία των ισχυρότερών τους, διότι ήλπιζαν ότι, όπως όταν ζούσε ο Θησέας ήταν προστάτης των αδικούμενων, θα εξακολουθούσε και τότε με την φιλανθρωπία του να δέχεται τις δεήσεις τους.
Αν και η παράδοση, όπως βλέπουμε, από αιώνες τώρα αναφέρει το ιερό ως Θησείο, εν τούτοις κανείς σχεδόν από τους σύγχρονους αρχαιολόγους δεν δέχεται την ονομασία αυτή. Πρώτος που αμφισβήτησε την ταυτότητα του οικοδομήματος, ήταν ο Λουδοβίκος Ross που έκανε μία ειδική πραγματεία με την ονομασία «Το Θησείο και ο ναός του Άρη», το 1838, και υποστήριξε ότι είναι ο ναός του Άρη, στηριζόμενος σε περιγραφές του Παυσανία στο βιβλίο του τελευταίου «Αττικά». Μετά από αυτή την αμφισβήτηση, άλλες γνώμες υποστήριξαν διάφορες εικασίες και η επικρατέστερη μέχρι και σήμερα είναι πως το ιερό του Θησείου ανήκει τελικά στον Ήφαιστο.
Σίγουρα, έμαθα κάτι καινούργιο που με οδήγησε σε ένα αρχαιολογικό αίνιγμα, το οποίο είμαι βέβαιος, πως ούτε οι ίδιοι οι αρχαιολόγοι έχουν λύσει με ακλόνητα στοιχεία.
Ωστόσο, αυτό που με εντυπωσίασε ήταν η πληροφορία πως κάπου μέσα στο κτίριο υπήρχαν τα οστά του Θησέα. Το επόμενο βήμα μου, ήταν να ερευνήσω για το θέμα αυτό. Ίσως, κατάφερνα να ρίξω φως σε σκοτεινά σημεία και να αντιληφθώ με τον δικό μου τρόπο την λύση του αινίγματος. Ίσως, ανακάλυπτα κρυμμένα ή και ξεχασμένα συρτάρια που έπρεπε
πια να ξεσκουριάσουν και να ανοίξουν.
ΤΑ ΚΡΥΜΜΕΝΑ ΟΣΤΑ ΤΟΥ ΘΗΣΕΑ
Στο κτίριο, λοιπόν, ενδεχομένως τοποθετήθηκαν τα οστά, του κατ εξοχήν και πολύ γνωστού ήρωα των Αθηνών, Θησέα, του σημαντικότερου μετά τον Ηρακλή μυθολογικού ήρωα της αρχαίας Ελλάδας. Γιος του βασιλιά των Αθηνών Αιγαία και της βασιλόπαιδος της Τροιζήνας, Αίθρας. Από την μητέρα του, ο Θησέας συγγένευε με τον Ηρακλή, τον οποίο και γνώρισε στα επτά του χρόνια. Ήταν αυτός που στα δεκαέξι του κατόρθωσε και κύλησε τον βράχο από την σπηλιά που είχε κρύψει ο πατέρας του τα σανδάλια και το ξίφος του, που πάλεψε και νίκησε τον Σίνι τον Πιτυοκάμπτη, τον θηλυκό κάπρο Κρομμυωνία υς, τον Σκίρωνα πετώντας τον από τους βράχους (της σημερινής Κακιάς Σκάλας), τον Κερκύονα και τέλος τον Δαμάστη ή Προκρούστη. Ήταν αυτός που σκότωσε το Μινώταυρο.
Πολύ αργότερα και μετά από άλλα κατορθώματά του, οι άνεμοι έριξαν το πλοίο του στην Σκύρο, ή κατά άλλους πήγε στα κτήματα του πατέρα του. Ο βασιλιάς του νησιού, ο Λυκομήδης, τον δέχτηκε με εγκαρδιότητα, αν και ο σκοπός του ήταν άλλος. Τον παρέσυρε στο υψηλότερο μέρος της Σκύρου, δήθεν για να του δείξει τα κτήματα, αλλά τον γκρέμισε από τους βράχους και τον σκότωσε.
Επί άρχοντος Φαίδωνα, το Μαντείο των Δελφών σήμανε στους Αθηναίους να τιμήσουν τον ήρωά τους. Έτσι, γύρω στο 475-468 π.Χ. εκστράτευσε ο Κίμωνας, ο γιος του Μιλτιάδη, κατά της Σκύρου, την κατέλαβε και έψαξε για τα λείψανα του Θησέα.
Την έρευνά του βοήθησε ένας αετός, ο οποίος σταμάτησε σε έναν λόφο και άρχισε να ξύνει το χώμα με τα νύχια του και να χτυπά με το ράμφος του. Ο Κίμωνας θεώρησε το γεγονός καλό οιωνό και θεία υπόδειξη. Έσκαψε εκεί και βρήκε μία σαρκοφάγο μεγάλου σώματος. Δίπλα ήταν τοποθετημένη η αιχμή χάλκινης λόγχης και ένα ξίφος.
Ο Κίμωνας μετέφερε τα ευρήματά του στην Αθήνα, όπου οι Αθηναίοι τα υποδέχτηκαν τιμητικά και με λαμπρές πομπές και θυσίες, χωρίς ποτέ να πάρουν λατρευτικό χαρακτήρα. Τα οστά τοποθετήθηκαν ευλαβικά και με τιμές στο Ηρώον.
Μια και δυο αποφάσισα να ξαναπάω στο Θησείον ή Ηφαιστείον. Ήθελα να δω αν βρέθηκε ποτέ και που φυλασσόταν η σαρκοφάγος με τα λείψανα του αρχαίου εκείνου ένδοξου ήρωα.
ΤΟ ΑΔΥΤΟ ΤΟΥ ΙΕΡΟΥ
Πολύ σύντομα ξαναβρέθηκα στην δυτική μεριά της Αγοράς και πολύ κοντά στο Γυμνάσιο του Πτολεμαίου. Πλησιάζοντας το Θησείον ή Ηφαιστείον ένοιωσα και πάλι τα ίδια συναισθήματα: ελευθερία, πρόσκληση, πρόκληση, αρμονία, μαγεία, εναρμόνιση με την Φύση.
Αυτή τη φορά έκανα το γύρο του οικοδομήματος και σταμάτησα σε ένα σημείο«τυφλό», από τον όποιο φύλακα . Καθώς με κάλυπταν τα δέντρα και οι πρασινάδες, πήδησα το απαγορευτικό σκοινί και μπήκα γρήγορα στον σηκό. Δεν άκουσα σφυρίχτρα, δεν άκουσα κανέναν φύλακα. Στάθηκα τυχερός.
Με μία πρώτη ματιά το εσωτερικό του σηκού ήταν άδειο και απογοητευτικό σε σχέση με την αίσθηση που αναδίνει η εξωτερική όψη. Με μία δεύτερη ματιά είδα ένα Π από εσωτερικές κιονοστοιχίες που λογικά υποδέχονταν την τοποθέτηση κάποιου λατρευτικού αγάλματος. Με μία τρίτη, δεν υπήρχε πουθενά η σαρκοφάγος.
Απογοήτευση. Όχι τόσο επειδή δεν υπήρχε η σαρκοφάγος –κάτι μου έλεγε πως δεν θα την έβρισκα, τουλάχιστον εκεί. Η απογοήτευση βρίσκεται στην πολύ κοντινή παρατήρηση, τόσο στο εξωτερικό, όσο και στο εξωτερικό μέρος.
Πλησιάζοντας το Θησείο από κοντά, θα διαπιστώσουμε πως είναι για λύπηση και τα μάτια βουρκώνουν. Το εσωτερικό του είναι μαύρο, όπως και οι ζωοφόροι και τα φατνώματα και διάφορα άλλα μέρη του κτιρίου. Χόρτα έχουν μεγαλώσει σε τοίχους, σπόρια που έπεσαν από πουλιά φύτρωσαν σε ανύποπτα ανοίγματα του ναού. Πώς και δεν τα πρόσεξα αυτά με την πρώτη επίσκεψη;
Το εσωτερικό του κτιρίου είναι αποκαρδιωτικά άδειο. Κι, όμως, δυόμισι χιλιετίες πριν καλύπτονταν από ζωγραφικές παραστάσεις των περίφημων ζωγράφων Μίκωνος και Πολυγνώτου. Σήμερα δεν έχουν απομείνει ούτε ελάχιστα ίχνη των τοιχογραφιών, αφού και στην εποχή του περιηγητή Παυσανία κάποια είχαν ξεθωριάσει, πόσο μάλλον αν υπολογίσουμε στην φυσική φθορά και την παρέμβαση φανατικών ανθελληνικών ομάδων που κάλυπταν ή έξυναν κάθε παράσταση.
Θα μπορούσαμε να θαυμάσουμε την νίκη του Θησέα κατά των Αμαζόνων, την Κενταυρομαχία, ή τον Θησέα που στην προσπάθειά του να αποδείξει στον Μίνωα πως ήταν γιος του Ποσειδώνα βούτηξε στην θάλασσα να πιάσει το δαχτυλίδι που εκείνος πέταξε επίτηδες. Ο Θησέας σε λίγο επέστρεψε στην επιφάνεια της θάλασσας, όχι μόνο με το δαχτυλίδι, αλλά και με ένα στεφάνι στο κεφάλι που ακτινοβολούσε, και το οποίο του είχε αποθέσει η ίδια η Αμφιτρίτη.
Βγήκα από τον σηκό απογοητευμένος που δεν μπορούσα να διακρίνω πια αυτές τις καταπληκτικές παραστάσεις.
Και η λάρνακα; Τι απέγιναν τα οστά του Θησέα;
Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΑΠΟΤΥΠΩΜΕΝΗ ΣΤΟ ΘΗΣΕΙΟ
Ακούμπησα το χέρι μου στον τοίχο. Μου φάνηκε ζεστός σαν να κυλούσε αίμα μέσα του. Αισθάνθηκα έναν παλμό, κάτι. Σα να με σκουντούσε για να μου τραβήξει την προσοχή. Τότε, σαν κινηματογραφική ταινία ξετυλίχτηκε η ιστορία των Αθηνών και φυσικά του ίδιου του κτιρίου, από την κλασική εποχή ως την απελευθέρωση. Αρκεί να παρατηρούσα την επιδερμίδα του ιερού μνημείου.
Μπορούσα να διακρίνω στους τοίχους μέσα κι έξω αλλά και στους κίονες, ίχνη από απλά χαράγματα, ακιδογραφίες, επιγραφές, αυτόγραφα, ίσως και αμυδρά ίχνη από αγιογραφίες, που συνυπέγραφαν το γεγονός πως στους χριστιανικούς χρόνους, ούτε αυτό το αρχαίο μνημείο γλίτωσε από το να μετατραπεί σε χριστιανική εκκλησία, κάπου μεταξύ 6ου και 8ου αιώνα.
Ιδού οι αλλαγές για την μετατροπή του σε εκκλησία: Σφραγίστηκε η είσοδος του πρόναου για να γίνει εκεί το Ιερό Βήμα. Στον τοίχο του προδόμου ανοίχτηκε η κύρια είσοδος της εκκλησίας.
Στην βόρεια πλευρά ανοίχτηκε μικρή πόρτα (σήμερα είναι κλειστή με παράταιρο τρόπο). Πιθανότατα, ανοίχτηκαν τρεις ακόμα πλάγιες πόρτες μετά το έτος 979, οπότε και έγινε η εικονογράφηση των εξωτερικών τοίχων. Στα τέλη του 10ου ή κατά τις αρχές του 11ου αιώνα, έγινε ριζική ανακαίνιση της εκκλησίας με δαπάνες πιθανότατα του Βυζαντινού αυτοκράτορα Βασιλείου Β΄ με την προσωνυμία Βουλγαροκτόνος.
Κατά την περίοδο της Φραγκοκρατίας, το Θησείο μετατράπηκε σε λατινική εκκλησία. Στην περίοδο της Τουρκοκρατίας, περιήλθε πάλι στους Έλληνες ως εκκλησία, αλλά επιτρεπόταν μόνο μία φορά τον χρόνο, στις 23 Απριλίου του Αγίου Γεωργίου, να λειτουργούν. Το 1836 το Θησείο γίνεται αποθήκη και μετά την απελευθέρωση από τον τουρκικό ζυγό, ξανά εκκλησία του Αγίου Γεωργίου μέχρι το 1835, οπότε και μετατράπηκε σε προσωρινό αρχαιολογικό μουσείο και αργότερα σε αποθήκη αρχαιοτήτων. Το 1936 και με απόφαση του αρχαιολογικού συμβουλίου γκρεμίστηκαν οι μεταγενέστεροι τοίχοι με τους οποίους φρασσόταν ο πρόναος, αναστυλώθηκαν και συμπληρώθηκαν οι δύο κίονες και οι χριστιανικές τοιχογραφίες και αγιογραφίες αφαιρέθηκαν.
Πόσο υπέφερε το μνημείο!
Πέρα, όμως, από την άγνωστη ιστορία του Θησείου ή Ηφαιστείου, πολλά σημεία άφηναν κενή και ανικανοποίητη την έρευνά μου. Όχι μόνο το αίνιγμα του ονόματος, ούτε μόνο το τι απέγιναν τα οστά. Ήμουν σίγουρος πως υπήρχε και κάτι ακόμα που μου ξέφευγε. Κάτι που δεν μπορούσα να προσδιορίσω, αλλά ήταν πολύ σημαντικό. Ίσως, το σημαντικότερο.
ΙΕΡΗ ΓΕΩΜΕΤΡΙΑ ΚΑΙ ΑΟΡΑΤΕΣ ΠΥΡΑΜΙΔΕΣ
Βγήκα έξω από τον απαγορευμένο χώρο και παρατήρησα γύρω μου.
Το Θησείο βρίσκεται στην κορυφή του «Αγοραίου Κολωνού» -όπου κολωνός σημαίνει γήλοφος, τύμβος, τάφος λοφοειδής, τούμπα (mounds)- και καταλαμβάνει το δυτικό τέρμα της Αγοράς των Αθηνών των κλασικών χρόνων, της οποίας τα ερείπια αποκαλύφθηκαν σχεδόν πλήρως στις ανασκαφές του 1931 από την Αμερικάνικη Σχολή Κλασσικών Σπουδών.
Αυτόματα μου δημιουργήθηκε η σκέψη ότι ξέρω που βρίσκεται η λάρνακα με τα οστά του Θησέα: Ακριβώς κάτω από το κτίριο! Πόσο απίθανη μπορεί να είναι η σκέψη αυτή; Σε πολλές τούμπες έχουν βρεθεί τάφοι, ή στοές και σήραγγες που οδηγούν σε αυτούς. Όμως, απάντηση δεν υπήρχε. Καμία άλλη ένδειξη αρχαίου ιστορικού συγγραφέα, αρχαιολογικών ανασκαφών ή κάποιου άλλου στοιχείου δεν επιβεβαίωνε τη σκέψη μου. Παρά μόνο ότι το Θησείο ήταν πάνω σε γήλοφο.
Δεν εγκαταλείπω, όμως. Ήδη πλησίασα, έστω και με το δικό μου τρόπο, την μία άκρη του μυστηρίου. Ίσως, βρω και τις υπόλοιπες ή ίσως βρω κι άλλες.
Κοίταξα και πάλι το Θησείον ή Ηφαιστείον.
Δεν είναι εύκολο να διαπιστώσει κανείς τα μυστικά που κρύβει η αρχιτεκτονική του, ωστόσο μπορεί απεριόριστα να τα θαυμάσει.
Ανέτρεξα, λοιπόν, στην σχετική βιβλιογραφία για να διαπιστώσω πως ο στυλοβάτης, για να δίνει την αίσθηση ότι είναι επίπεδος, κατασκευάστηκε ελαφρά καμπυλόγραμμος.
Ανάλογα έχει σχεδιαστεί όλο το κτίριο. Όπως και στον Παρθενώνα, δεν υπάρχει πουθενά ευθεία γραμμή πάνω του.
Η καμπύλη που σχηματίζει ο στυλοβάτης αποτελεί το τόξο ενός νοητού κύκλου, το επίκεντρο του οποίου βρίσκεται στο εσωτερικό της γης με ακτίνα κάποιες χιλιάδες μέτρα.
Ίσως, στο κέντρο αυτού του κύκλου βρίσκεται η σαρκοφάγος με τον Θησέα.
Η σκέψη μου αυτή ήταν βιαστική και επιπόλαιη, αν και, ίσως, κάποια γεωμετρική ή αριθμητική αναλογία μετρίαζε το βάθος. Όπως και να έχει, μόνο η αρχαιολογική σκαπάνη μπορεί να επιβεβαιώσει ή όχι.
Οι άξονες των κιόνων έχουν μια ελαφριά κλίση προς τα μέσα, που κυμαίνεται από κάποια χιλιοστά έως ελάχιστα εκατοστά, οπότε οι νοητοί άξονες των πλευρικών κιονοστοιχιών συναντώνται σε κάποιο νοητό ύψος πάνω από την κρηπίδα. Αυτό σημαίνει πως σχηματίζουν μία νοητή πυραμίδα, η οποία δίνει αίσθηση μεγαλύτερης σταθερότητας στο κτίριο. Η ύπαρξη της νοερής πυραμίδας προδίδει και ένα νοερό ταξίδι σε κάποιες άλλες μυστηριώδεις πυραμίδες…
Ωστόσο, η συγκεκριμένη προσδίδει στο αρχιτεκτόνημα «πνοή ζωής», χαρακτήρα ζωντανού οργανισμού με φυσικές αντιδράσεις και προκαλεί την εντύπωση πως η ύλη του είναι ελαφρύτερη. Και μόνο αυτό αρκεί για να γεμίσει τον απλό επισκέπτη με ρίγος που θα απελευθερώσει την φαντασία του για να ενωθεί με έναν άλλο κόσμο, μυστικό, κρυφό και αφανή, αλλά παράλληλα τόσο πραγματικό που τον ζούμε μα δεν τον αντιλαμβανόμαστε.
Κι όλα αυτά παρά το γεγονός ότι είναι σχεδόν σε πλήρη εγκατάλειψη, τουλάχιστον από πλευράς καθαριότητας και συντήρησης…
ΞΕΧΑΣΜΕΝΗ ΚΙΒΩΤΟΣ ΓΝΩΣΗΣ
Πώς κατάφεραν απλοί λιθοξόοι και αμόρφωτοι εργάτες-δούλοι να κατασκευάσουν ένα κτίριο που «μιλάει», που σε κάνει να αντιληφθείς αυτά που υπάρχουν γύρω σου, αλλά δεν τα βλέπεις;
Ποια μέσα και τι εργαλεία είχαν οι εργάτες που κατάφεραν να κατασκευάσουν ένα κτίριο μεγίστης μαθηματικής ακρίβειας και αρχιτεκτονικής, που στην ουσία αποτελεί τον «πρώτο όροφο» μίας αόρατης πυραμίδας;
Γνωρίζοντας πως και ο Παρθενώνας κρύβει μέσα του μία πυραμίδα, αναρωτήθηκα μήπως υπάρχει και άλλο κτίριο γύρω από την Ακρόπολη με ανάλογη αρχιτεκτονική. Ενδεχομένως μία νοητή πυραμίδα να περιείχε και ο ναός του Ολυμπίου Διός, όμως τα ερείπια που έχουν απομείνει δεν βοηθούν στην επιβεβαίωση αυτής της σκέψης.
Ακόμα κι αν δεν ισχύει κάτι τέτοιο για το Ολυμπιείο, ο συλλογισμός αυτός με οδήγησε σε έναν άλλον: αν υπάρχει κάποια σχέση στην θέση του Θησείου με τα υπόλοιπα κτίρια της περιοχής. Η απάντηση που πήρα με ταρακούνησε.
Το κέντρο του ναού του Θησείου, του Ολυμπίου Διός και του βήματος της Πνύκας βρίσκονται στην περίμετρο του ίδιου κύκλου με κέντρο τον Παρθενώνα.
Η απόσταση Θησείου – Ολυμπιείου και Ολυμπιείου – Πνύκας είναι 1270μέτρα.
Στην μεσοκάθετο του ισοσκελούς τριγώνου Παρθενώνος – Ολυμπιείου – Θησείου βρίσκεται ο Άρειος Πάγος.
Το Θησείο βρίσκεται-εμπεριέχεται σε δύο τρίγωνα που σχετίζονται με τον Παρθενώνα και έχουν πλευρές σε αναλογία χρυσής τομής:
Παρθενών – Πνύκα – Κεραμεικός (σε αναλογία χρυσής τομής βρίσκεται το Θησείο στην
πλευρά Παρθενών – Κεραμεικός), Παρθενών – Στοά Αττάλου – Θησείο.
Τι λόγους είχαν οι αρχαίοι Έλληνες αρχιτέκτονες να ενσωματώσουν τόση ακρίβεια και γεωμετρικές και αριθμητικές αναλογίες στο Θησείο αλλά και σε άλλα κτίρια της περιοχής; Μυστήριο! ! !
Και η λάρνακα με τα λείψανα; Τι απόγιναν; Τα έκλεψαν ή τα εξαφάνισαν σκόπιμα κάποιοι στα πρώτα χριστιανικά χρόνια, καθώς τα θεωρούσαν ειδωλολατρικά; Ή μήπως μας περιμένουν κάπου βαθιά στο εσωτερικό του γήλοφου;
Άγνωστη η απάντηση.
Και το αυθεντικό όνομα; Θεωρώ πως είναι πιο σωστό να το λέμε Θησείο. Τόσες παραστάσεις, τόσες εικόνες, τόσα ανάγλυφα, όλα μαρτυρούν τον Θησέα.
Η εμπειρία μου στο χώρο του Θησείου ήταν ανεπανάληπτη αλλά όχι μοναδική και σίγουρα διαφορετική σε σχέση με άλλα ιερά μνημεία και χώρους. Είμαι σίγουρος ότι αν επισκεφθείτε το μέρος θα νιώσετε περίπου τα ίδια συναισθήματα. Ίσως, και ακόμα περισσότερα.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Παυσανία, Αττικά
- Θουκυδίδη, Ιστορία Πελοποννησιακού Πολέμου
- Πλούταρχου, Θησεύς
- Βακχυλίδη, Διθύραμβοι 3,4
- Φωκά Ιωάννα – Βαλαβάνης Πάνος, Αρχιτεκτονική και Πολεοδομία, εκδόσεις Κεδρος, 1992
- Δρ. Θεοφάνη Μανιά, Παρθενών, Πύρινος Κόσμος, 1987
- Η Αγορά της Αρχαίας Αθήνας, Αμερικανική Σχολή Κλασσικών Σπουδών, Αθήνα, 1985
- Ελλάς, α΄ τόμος, εκδοτικός οργανισμός Πάπυρος, 1997
- Νεώτερον Εγκυκλοπαιδικόν Λεξικόν Ήλιου
- Περιοδικό, «Συλλέκτης», 1949
- Περιοδικό, Ιστορία Εικονογραφημένη, τεύχος 406, Απρίλιος 2002
Έγραψε ο Σπύρος Μακρής για το περιοδικό Mystery, τεύχος 1ο
diadrastika
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου