Θεωρείται γιος του Δία και της Ευρώπης, με θνητό πατέρα τον άκληρο Αστέριο ή Αστερίωνα, βασιλιά της Κρήτης, ή γιος της Ευρώπης και του ίδιου του Αστερίωνα. Αδέλφια του ήταν ο Σαρπηδόνας και ο Ραδάμανθυς.
Μεταγενέστεροι μυθογράφοι του απέδωσαν ως πατέρα τον πρίγκιπα της Κνωσού Ταύρο, ο οποίος, ύστερα από εκστρατεία στην Τύρο, έφερε την κόρη του βασιλιά, την Ευρώπη, αιχμάλωτη στην Κρήτη. Αυτός ο Ταύρος ίδρυσε και τη Γόρτυνα.
Σύμφωνα με μια, μάλλον μεταγενέστερη, εκδοχή του μύθου η διαδοχή της εξουσία στα τρία αδέλφια έγινε ειρηνικά με κατανομή που είχε προαποφασίσει ο Αστέριος.
Άλλοι πάλι λένε ότι η διαδοχή υπήρξε ταραχώδης. Ο Μίνωας θεωρούσε και υποστήριζε ότι οι θεοί τον προόριζαν για βασιλιά της Κρήτης. Απέδειξε την υπεροχή του και την προτίμηση που του είχαν οι θεοί, όταν εκείνοι πράγματι του έστειλαν ό,τι ζήτησε, όπως είχε προείπει ο Μίνωας στα αδέλφια του.
Όταν δεήθηκε και προσέφερε θυσία στον Ποσειδώνα, του ζήτησε να στείλει ταύρο από τη θάλασσα, που θα τον θυσίαζε προς τιμή του. Και ενώ η πράξη αυτή του Ποσειδώνα του εξασφάλισε αναίμακτα και αναντίρρητα την εξουσία, ο Μίνωας δε θυσίασε το ζώο· αντίθετα, το έστειλε στα κοπάδια του και λόγω της ομορφιάς του και για να διατηρήσει τη ράτσα του.
Για την πράξη αυτή της υπέρβασης της θεϊκής εντολής, ο Μίνωας και η Κρήτη τιμωρήθηκαν, καθώς ο Ποσειδώνας ενέβαλε μανία στον ταύρο. Αυτόν τον ταύρο πρέπει να ερωτεύτηκε η Πασιφάη αργότερα και αυτόν τον ταύρο σκότωσε ο Ηρακλής ύστερα από εντολή του Μίνωα ή ως έναν από τους άθλους που του επέβαλε ο Ευρυσθέας.
Σύμφωνα με άλλη εκδοχή του μύθου μεταγενέστερων μυθογράφων ο Μίνωας πήρε χρησμό να περιμένει από τη θάλασσα σημάδι. Με πλοία και στρατό ήρθε από το Κρητικό πέλαγος ένας στρατηγός, ο Ταύρος, που ένωσε τις δυνάμεις του με του Μίνωα, ο οποίος με αυτόν τον τρόπο βρέθηκε με μεγαλύτερη ισχύ και ανέλαβε την εξουσία.
Ο Μίνωας παρέλαβε από τον Δία το χρυσό σκήπτρο και τους νόμους με τους οποίους κυβέρνησε, αναθέτοντας την εφαρμογή τους στον Ραδάμανθυ στην πρωτεύουσα του κράτους και στον Τάλο στα χωριά. Κάθε εννιά χρόνια ο Μίνωας αποσυρόταν μόνος στην Ίδα, το σπήλαιο όπου γεννήθηκε και διασώθηκε ο Δίας στον Ψηλορείτη, στο κέντρο ακριβώς της Κρήτης σε υψόμετρο 1500μ. Εκεί συμβουλευόταν τον θεό ή άκουγε από τον ίδιο τους νόμους και τους έγραφε. (Εικ. 109) Το επίθετο εννέωρος που αποδόθηκε στον Μίνωα εξηγείται από την κάθε εννέα χρόνια ανανέωση του δικαίου ή γιατί ο Δίας υπήρξε ο δάσκαλός του από τότε που ο Μίνωας ήταν εννιά χρονών και για εννιά χρόνια του δίδαξε την τέχνη του κυβερνάν.[10] Η δικαιοσύνη του στη ζωή τον έβαλε πιο πάνω από τους άλλους δύο δικαστές του κάτω κόσμου, τον Ραδάμανθυ και τον Αιακό, για τους νεκρούς της Ασίας και της Ευρώπης αντίστοιχα.
Η θαλασσοκρατία της Κρήτης στο Αιγαίο από τη δεύτερη χιλιετία συγκεντρώνεται όλη γύρω από τον Μίνωα και αποδίδεται σε αυτόν. Θεωρούνταν εφευρέτης της επακτηρίδας, ενός μικρού και ευκίνητου πλοίου, με το οποίο απάλλαξε το Αιγαίο από τους πειρατές, κατέστησε ευκολότερα τα ταξίδια και τις εμπορικές ανταλλαγές, καθιέρωσε την κυριαρχία των Κρητών στα πελάγη και επέβαλλε την ειρήνη. Παράλληλα, και εσωτερικές μεταρρυθμίσεις κατέστησαν δυνατή την επέκταση μέχρι την Καρία στην Ασία.
Θεωρούνταν λοιπόν ότι ένωσε τους Κρήτες και τις 90 ή 100 πολιτείες της Κρήτης κάτω από το σκήπτρο του, έκτισε νέες, έκανε κέντρο την Κνωσό, εκπολίτισε τους Κρήτες. Με στόλο, ταχύτατο για την εποχή του, επεκτάθηκε στα νησιά του Αιγαίου και στα παράλια της Μ. Ασίας, απάλλαξε τις θάλασσες από τους πειρατές και τις άγριες φυλές τις έδιωξε προς το εσωτερικό της Ασίας· οι υπόλοιπες δέχτηκαν να κυβερνηθούν υπό τον Μίνωα.
Εποίκισε έρημα νησιά, έχτισε πόλεις στις Κυκλάδες, όρισε σε αυτές τα παιδιά του ως ηγεμόνες, ίδρυσε αποικίες και εμπορικούς σταθμούς, τους Μινώες ή Μινωίδες. Ο Μίνωας, νομοθέτης, κυβερνήτης, θαλασσοκράτορας, κατακτητής, ήταν τελικά ο ιδρυτής ενός ιστορικού μορφώματος.
Το αποκεντρωμένο σύστημα απονομής της δικαιοσύνης και διατήρησης της τάξης, όπως περιγράφεται στον διάλογο Μίνως, με τον Ραδάμανθυ να εποπτεύει την απονομή της δικαιοσύνης στις πόλεις, τον Τάλο στην ύπαιθρο και τον Μίνωα γενικό επόπτη, βασιλιάς με δύο παρέδρους, αποτελεί δημιούργημα της κλασικής εποχής. Εξάλλου, κύρος αποκτούσαν νόμοι και συνήθειες που ανάγονταν σε ένα τιμημένο παρελθόν.
Έτσι, ο Σχολιαστής Εις τον Πλάτωνος Γοργίαν (189, 28) σημειώνει: «Δι' εὐλάβειαν τὴν περἰ τοὺς θεοὺς, οὐ μόνον τὸν κύνα καὶ ἓτερα ζῶα, ἀλλὰ καὶ φυτὰ, ὢμνυον, Ῥαδαμάνθυος τοῦτο καθηγησαμένου, ὥς φησι Σουΐδας· «Ῥαδαμάνθυος ὅρκος» ὁ κατὰ χηνὸς ἢ κυνὸς ἢ πλατάνου ἢ κριοῦ ἢ τινός ἄλλου τοιούτου… Τοιοῦτοι δὲ καὶ οἱ Σωκράτους ὅρκοι.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου