Αυτή είναι μια επιγραφή για τον Απολλώνιο η οποία βρίσκεται στο μουσείο των Αδάνων. Το κείμενο που διακρίνεται έχει ως εξής (σε παρένθεση τα γράμματα που λείπουν):
...ΦΟΣ ΤΥΑΝΩΝ TOΔ’ ΕΤΗΤΥΜΟΝ, ΟΥΡΑΝΟΣ ΑΥΤΟΝ (ΠΕΜΨΕΝ Ο)ΠΩΣ ΘΝΗΤΩΝ ΕΞΕΛΑΣΙΕ ΠΟΝΟΥΣ.
Η πρώτη φράση λέει ότι ο Απολλώνιος (ονομασθείς από τον Απόλλωνα), λάμποντας από τα Τύανα, έσβησε τις αμπλακίες (σφάλματα/αμαρτήματα) των ανθρώπων.
Στην δεύτερη η λέξη που λείπει είναι μάλλον ΣΟΦΟΣ τον οποίο έστειλε ο ουρανός να θεραπεύσει τους πόνους των θνητών. Έχει προταθεί επίσης η λέξη ΤΑΦΟΣ, αλλά κάτι τέτοιο φαίνεται απίθανο αφού ο τάφος του δεν βρέθηκε ποτέ ούτε είναι γνωστό να τάφηκε ο Απολλώνιος στα Τύανα.
Εικόνα: Το άγαλμα του Απολλώνιου του Τυανέα, (Αρχαιολογικό Μουσείο Ηρακλείου) του φιλόσοφου και θεραπευτή, ο οποίος ήρθε στην Κνωσσό μαζί με τους μαθητές του, δίδαξε στην Γόρτυνα.
Η ΑΝΑΛΗΨΗ
Σε μεγάλα γηρατειά, κοντά στα 100, πραγματοποιείται το μέγα γεγονός της ανάληψης του Απολλώνιου στους ουρανούς.
Το δρώμενο στην Κρήτη καθόλου τυχαία, εκεί δηλαδή όπου όλα ξεκίνησαν, συνετέλεσθησαν πρώτα τα οργανωμένα Αρχαία Ελληνικά Μυστήρια, στην μητρίδα του Μίνωα και του Ραδάμανθυ δύο εκ των τριών κριτών του κάτω κόσμου και συγκεκριμένα στο ιερό σπήλαιο της Δίκτυνας, της πότνιας θηρών, της κυρίας των θηρίων, όχι τυχαία και αυτό περιγράφει πάλι ο Φιλόστρατος:
«Λοιπόν λένε πως πέθανε στην Λίνδο και πως μπήκε στο ιερό της Αθηνάς και εκεί εξαφανίσθηκε.
Στην Κρήτη λένε κάτι πιο θαυμαστό απ' ότι στην Λίνδο ότι δηλαδή ο Απολλώνιος ζούσε στην Κρήτη τότε που τον θαύμαζαν περισσότερο από κάθε άλλη φορά και ότι πήγε αργά το βράδυ στο ιερό της Δίκτυννας. Το ιερό αυτό φυλάγεται από σκυλιά γιατί μέσα υπάρχουν πολλά πλούτη και λένε οι Κρήτες πως τα σκυλιά αυτά είναι το ίδιο άγρια με τις αρκούδες ή οποιοδήποτε άλλο άγριο θηρίο.
Όμως όταν πλησίασε ο Απολλώνιος, δεν γαύγισαν καθόλου, αντίθετα, τον πλησίασαν κουνώντας την ουρά, έτσι όπως δεν έκαναν ούτε σε κάποιον πολύ γνωστό.
Οι φύλακες του Ιερού τον συνέλαβαν με την κατηγορία πως είναι μάγος και ληστής και τον έδεσαν λέγοντας πως έριξε στα σκυλιά λίγο κρέας και σώπασαν. Ο Απολλώνιος τα μεσάνυχτα λύθηκε, φώναξε αυτούς που τον είχαν δέσει για να τον δουν, έτρεξε προς τις πόρτες του ιερού που άνοιξαν διάπλατα και έκλεισαν μόλις βγήκε, όπως ήταν κλεισμένες προηγουμένως, και ακουστήκαν παρθένες που τραγουδούσαν το έξης τραγούδι: «Πορεύσου από την γη, πορεύσου στον ουρανό, πορεύσου», δηλαδή ανέβα πάνω από τη γη»
ΦΙΛΟΣΤΡΑΤΟΣ - ΤΑ ΕΣ ΤΟΝ ΤΥΑΝΕΑ ΑΠΟΛΛΩΝΙΟΝ ΒΙΒΛΙΟ Θ΄ ΚΕΦ. XXX
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου