Γράφει ο Χρήστος Ηλ. Τσίχλης*
Στην παράγραφο 3 του άρθρου 117 του Συντάγματος, προβλέπεται ότι δασικές εκτάσεις που καταστράφηκαν, κρίνονται υποχρεωτικά και άμεσα αναδασωτεες και δεν μπορούν να διατεθούν για άλλον προορισμό. Το Σύνταγμα της χώρας, αποτελεί τον υπέρτατο νόμο του κράτους. Οι Δασικοί Χάρτες του 2016, κρίθηκαν Αντισυνταγματικοι με διάφορες αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας, που αποτελεί το ανώτατο διοικητικό δικαστήριο στην Ελλάδα (ΣτΕ 1118/2018, ΣτΕ 1411/2019, ΣτΕ 156/2019 κ.α.). Στην απόφαση 2499/2012 του Συμβουλίου της Επικρατείας, με εισηγητρια την νυν πρόεδρο της Δημοκρατίας Αικατερίνη Σακελλαροπουλου, προβλέπεται ότι δύναται να χρησιμοποιηθεί αναδασωτεα έκταση, για την δημιουργία αιολικού πάρκου, διότι δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι ο συνταγματικός νομοθέτης είχε τη βούληση να απαγορεύσει τη χρησιμοποίηση αναδασωτέων εκτάσεων ακόμη και για σκοπούς ιδιαίτερης σημασίας για το δημόσιο συμφέρον που δεν μπορούν να καλυφθούν με άλλο τρόπο.
Παράνομοι Δασικοί Χάρτες, με βάση αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας:
Παράνομοι σύμφωνα με το ΣτΕ είναι οι κυρωμένοι δασικοί χάρτες στις περιοχές της Ελλάδας συμπεριλαμβανομένου και του δασικού χάρτη Μαγνησίας , γιατί δεν τηρήθηκε σωστά η διαδικασία από την διοίκηση σχετικά με τις αιτήσεις πολιτών για διόρθωση του χάρτη γιατί υπήρχαν πρόδηλα σφάλματα.
Έτσι σε νέες περιπέτειες «μπαίνει» η ολοκλήρωση των δασικών χαρτών και έμμεσα του Κτηματολογίου, μετά την απόφαση του ΣτΕ που κρίνει παράνομη την κύρωση δασικών χαρτών , γιατί δεν εξετάστηκαν ως Αντιρρήσεις από τις αρμόδιες Επιτροπές, χιλιάδες αιτήματα πολιτών που υποστήριζαν ότι υπάρχει λάθος στον χάρτη ( πρόδηλα σφάλματα) και η έκταση τους κακώς φαίνεται ως δασική, χωρίς να είναι στην πραγματικότητα.
Σύμφωνα με την πρακτική που ακολούθησαν οι διευθύνσεις δασών , για τα αιτήματα προδήλων σφαλμάτων που δόθηκε απορριπτική απάντηση από την διοίκηση , η υπόθεση έκλεινε χωρίς να εξετασθεί το θέμα από την αρμόδια Επιτροπή Αντιρρήσεων και χωρίς να κληθεί ο πολίτης να παραστεί και να υποστηρίξει το αίτημά του και έτσι η έκταση χαρακτηρίστηκε «πράσινη» , δηλαδή ως δασική στον μερικώς κυρωμένο δασικό χάρτη.
Αντίθετα τα αιτήματα για πρόδηλα σφάλματα που έγιναν δεκτά από την διοίκηση , παραπέμφθηκαν στη συνέχεια στις αρμόδιες Επιτροπές Αντιρρήσεων, προκειμένου να βγάλουν το τελικό πόρισμα. Αποτέλεσμα αυτής της διαδικασίας είναι να λαμβάνουν οι πολίτες σε πολλές περιπτώσεις δύο συγκρουόμενες μεταξύ τους γνωματεύσεις. Μία θετική από την διοίκηση ( Δ/νση Δασών) και μια αρνητική από την Επιτροπή Αντιρρήσεων!
Τι έκρινε το ΣτΕ
Το Ε’ τμήμα του Συμβουλίου της Επικρατείας εκδίκασε απόφαση σύμφωνα με την οποία πολίτης προσέφυγε κατά της ανάρτησης δασικού χάρτη, υποστηρίζοντας πως ο Δασικός Χάρτης εμπεριέχει λάθη που θεωρούνται πρόδηλα σφάλματα, όπως αυτά ορίζονται στην 153394/919/2017 απόφαση του ΥΠΕΝ και η διοίκηση μέσω της αρμόδιας Διεύθυνσης Δασών απέρριψε το αίτημα του και προχώρησε στην κύρωση του δασικού χάρτη συμπεριλαμβανομένης και της συγκεκριμένης έκτασης , ως δασικής.
Σύμφωνα με το ΣτΕ, η αρμόδια αρχή που εξέτασε το θέμα, αφού αρχικά δικαίως έκρινε πως τα σφάλματα του δασικού χάρτη δεν είναι πρόδηλα, θα έπρεπε στη συνέχεια να παραπέμψει την αίτηση για διόρθωση πρόδηλου σφάλματος στην αρμόδια Επιτροπή Αντιρρήσεων, προκειμένου η εν λόγω Επιτροπή να κρίνει, κατά πρώτον, εάν η αίτηση κατατέθηκε εντός της προθεσμίας υποβολής αντιρρήσεων, σε καταφατική δε περίπτωση και εφόσον πληρούνται οι αντίστοιχες νόμιμες προϋποθέσεις, να την εξετάσει ως αντίρρηση, πληρώνοντας ο πολίτης το σχετικό παράβολο.
Η παράλειψη της διαβίβασης της αίτησης στην αρμόδια Επιτροπή Αντιρρήσεων οδήγησε το ΣτΕ στην απόφαση να κάνει δεκτή την αίτηση του πολίτη και να ζητήσει την ακύρωση του εν λόγω δασικού χάρτη.
Η περίληψη της απόφασης του ΣτΕ
Ο πολίτης μπορεί να κάνει χρήση της για διόρθωση του δασικού χάρτη , λόγω προδήλου σφάλματος, χωρίς μάλιστα, να έχει υποχρέωση καταβολής του ειδικού τέλους άσκησης αντιρρήσεων. Οι περιπτώσεις προδήλων σφαλμάτων είναι συγκεκριμένες και απαριθμούνται περιοριστικώς σε Υπουργική Απόφαση.
- Η αίτηση για πρόδηλο σφάλμα του δασικού χάρτη πρέπει να είναι τεκμηριωμένη από τον ενδιαφερόμενο με στοιχεία, κατά τρόπο βέβαιο και αδιαμφισβήτητο, ώστε να μη χωρεί περαιτέρω κρίση επί του περιεχομένου τους εκ μέρους της Διοίκησης.
- Η Υπηρεσία στην οποία υποβλήθηκε η αίτηση οφείλει είτε να την εξετάσει ως αίτηση αντιρρήσεων, είτε, αν δεν είναι αρμόδια, να τη διαβιβάσει στην αρμόδια προς εξέταση των αντιρρήσεων αρχή, προκειμένου αυτή, κατά περίπτωση, είτε να την εξετάσει αυτοτελώς, είτε να την συνεξετάσει με τυχόν ήδη υποβληθείσες αντιρρήσεις, εφόσον, βεβαίως, καταβληθεί το ειδικό τέλος, εάν συντρέχει περίπτωση. Εάν, όμως, η εν λόγω έκταση έχει συμπεριληφθεί στον κυρωθέντα δασικό χάρτη με πράσινο περίγραμμα και πράσινη διαγράμμιση, δηλαδή ως δασική, ο χάρτης πάσχει κατά τούτο, δεδομένου ότι εμπεριέχει την άρνηση της Διοίκησης να διαβιβάσει, όπως υποχρεούνταν, κατά τα προεκτεθέντα, την αίτηση διόρθωσης σφάλματος στην αρμόδια για τις αντιρρήσεις αρχή και περαιτέρω να περιλάβει την έκταση αυτή στον χάρτη με τον ειδικό υπομνηματισμό των εκτάσεων, για τις οποίες εκκρεμούν αντιρρήσεις.
Οι συνέπειες
Με βάση την απόφαση του Ε΄ Τμήματος του ΣτΕ, που έκρινε παράνομη την κύρωση του δασικού χάρτη Λάρισας , γιατί δεν εξετάσθηκε η αίτηση πρόδηλου σφάλματος από την Επιτροπή Αντιρρήσεων , υπάρχει θέμα νομιμότητας όλων δασικών χαρτών που έχουν κυρωθεί γιατί ακολουθήθηκε η ίδια διαδικασία.
Συγκεκριμένα οι περιοχές που αφορά η απόφαση του ΣτΕ είναι περίπου 2750 προκαποδιστριακοί 0ΤΑ, που κυρώθηκε ο δασικός χάρτης και αφορά περίπου στο 50% της έκτασης της χώρας.
Το Σύνταγμα της Ελλάδος, για την υποχρεωτική αναδάσωση δασικών εκτάσεων που κατεστράφησαν:
Ο όρος «αναδάσωση» (αγγλ: reforestation), λέξη σύνθετη με πρώτο συνθετικό την πρόθεση «ανά» (ξανά) και δεύτερο τη λέξη «δάσωση» (<δάσος), περιγράφεται στην καθημερινή γλώσσα και στα λεξικά ως «τεχνητή δημιουργία δάσους σε περιοχή όπου το δάσος είχε απογυμνωθεί ή καεί ή καταστραφεί με οιονδήποτε τρόπο με φύτευση δενδρυλλίων που παράγονται σε φυτώρια ή με σπορά». Ανεξάρτητα από το κατά πόσον ο εν λόγω ορισμός ομοιάζει ή διαφέρει με το νομικό ορισμό της έννοιας, καθίστανται λοιπόν αναγκαίες δύο τουλάχιστον παρατηρήσεις: αφενός ότι η αναδάσωση εντάσσεται ευθέως στους κατασταλτικούς μηχανισμούς που διαθέτει το κράτος προκειμένου να άρει τις συνέπειες της πυρκαγιάς ή αποψίλωσης από άλλη αιτία και να επαναφέρει το θιγέν δασικό οικοσύστημα στην προτέρα κατάσταση, αφετέρου ότι η αναδάσωση εμπεριέχει το «δάσος» ως προσδιοριστικό της στοιχείο και ως προϋπόθεση αναγκαία για να την ορίσουμε και προσεγγίσουμε.
Συνταγματική πρόβλεψη
Η διάταξη της παρ. 3 του άρθρ. 117 Συντάγματος εμφανώς μαρτυρεί την οικολογική αγωνία του για τη συνεχώς μειούμενη δασοκάλυψη και την συνακόλουθη οικολογική ανισορροπία. Σύμφωνα με αυτή, «Δημόσια ή ιδιωτικά δάση και δασικές εκτάσεις που καταστράφηκαν ή καταστρέφονται από πυρκαγιά ή που με άλλο τρόπο αποψιλώθηκαν ή αποψιλώνονται δεν αποβάλλουν για το λόγο αυτό το χαρακτήρα που είχαν πριν καταστραφούν, κηρύσσονται υποχρεωτικά αναδασωτέες και αποκλείεται να διατεθούν για άλλο προορισμό.»
Η έκταση κηρύσσεται αναδασωτέα με σκοπό αφενός τη διατήρηση του δασικού χαρακτήρα της έκτασης (προκειμένου να αποκλειστεί η διάθεση για άλλο προορισμό και αφετέρου προς επαναδημιουργία της δασικής βλάστησης με φυσική αναγέννηση (αναφύτευση προκειμένου να συμβεί αυτό), αλλά και δάσωση εκτάσεων που δεν είχαν μέχρι πρότινος δασικό χαρακτήρα. Η κήρυξη αναδάσωσης συνάπτεται με τις προϋποθέσεις που το ίδιο το Σύνταγμα στο άρθρο 117 παρ. 3 θέτει και είναι υποχρεωτική εξίσου για τις δημόσιες όσο και για τις ιδιωτικές εκτάσεις
Η ταχθείσα από τον Ν. 998/79 τρίμηνη προθεσμία κήρυξης η οποία έχει μετατραπεί σε δίμηνη (δυνάμει της διάταξης της παρ. 2 άρθρ. 12 Ν. 2040/1992), έχει ενδεικτικό και όχι αποκλειστικό χαρακτήρα, πρόκειται για μία βραχεία προθεσμία, έχει δε χαρακτήρα έντονης υπόδειξης προς δράση στη διοίκηση.
Ιδίως επί Δασικών Πυρκαγιών
Σε ορισμένες περιπτώσεις, ο νόμος συνάπτει ορισμένη διοικητική συμπεριφορά που ακολουθεί την κήρυξη αναδάσωσης με την αιτία καταστροφής της δασικής βλάστησης. Έτσι για τις δασικές πυρκαγιές – για τις οποίες διαλαμβάνει το τέταρτο κεφάλαιο του Ν. 998/79 υπό τη μορφή λήψης προληπτικών ή κατασταλτικών μέτρων – ορίζεται ότι μετά την καταστολή της πυρκαγιάς, η έκταση πρέπει να φυλάσσεται για να αποτραπεί τυχόν κίνδυνος αναζωπύρωσης, ενώ ο δασάρχης προβαίνει στις αναγκαίες διοικητικές ενέργειες προκειμένου η έκταση να καθοριστεί (αεροφωτογραφία, χαρτογράφηση) και να αναδασωθεί (άρθρ. 34 Ν. 998/79).
Αυστηρή προστασία των αναδασωτέων εκτάσεων
Ειδικά η προστασία των αναδασωτέων εκτάσεων χαρακτηρίζεται από την ύπαρξη αυστηρότατων διατάξεων τόσο συνταγματικών όσο και σε επίπεδο τυπικού νόμου (άρθρ. 38 επ. Ν. 998/79). Στο αυστηρό καθεστώς των δασών και δασικών εκτάσεων, προκειμένου να διατηρηθεί η χρήση κατά τον προορισμό τους και να διαφυλαχθεί η οικολογική ισορροπία υπάγονται και οι κηρυσσόμενες αναδασωτέες εκτάσεις για την αναδημιουργία προϋπαρχούσης δασικής βλαστήσεως ή τη δάσωση. Ο αυστηρός χαρακτήρας αποσκοπεί στην ίδια την υπόσταση των δασών/δασικών εκτάσεων, η οποία έχει ή κινδυνεύει να αρθεί (έχει ήδη υποβαθμισθεί ουσιωδώς). Ο χαρακτήρας αυτός αναφέρεται σε πληθώρα γνωρισμάτων που φέρει η προστασία αυτή.
Σε αντίθεση με την εξαίρεση που προβλέπει το άρθρ. 24 παρ. 1 για τη μεταβολή του προορισμού δασών ή δασικών εκτάσεων, η διάταξη της παρ. 3 άρθρ. 117 Σ προβλέπει τη διάθεση της κηρυχθείσης αναδασωτέας έκτασης μόνο για την πραγμάτωση του σκοπού της αναδάσωσης, αφού αυτός ανάγεται σε ύψιστο σκοπό δημοσίου συμφέροντος. Αυτό υποδηλώνει, κατά την άποψη του γράφοντος, τη διακριτική προστασία που επεφύλαξε ο συντακτικός νομοθέτης στις αναδασωτέες εκτάσεις.
Καταληκτικά: Αναγκαία μέτρα σε νομικό επίπεδο
Σημαντικό παράγοντα της επιτυχίας της δασικής μεταρρύθμισης αποτελεί και ο συνεχής, πλήρης, αποτελεσματικός και πολυεπίπεδος έλεγχος εφαρμογής των μέτρων πρόληψης αλλά και καταστολής/επανόρθωσης των δασικών πυρκαγιών, αλλά και των υπολοίπων αιτιών (για παράδειγμα φυσικών αιτιών) που προκαλούν υποβάθμιση ή καταστροφή στα δασικά οικοσυστήματα. Στο θεσμικό οπλοστάσιο του κράτους, πρέπει να ανήκει μία συστηματοποιημένη δασική νομοθεσία, στόχος που για να καταστεί απτή πραγματικότητα επιβάλλεται η οργάνωση και κωδικοποίηση της δασικής νομοθεσίας εν γένει αλλά και ειδικά της αναδασωτικής, με την θέσπιση κανόνων δικαίου που συνάδουν με τις πάγιες νομολογιακές παραδοχές.
Η απόφαση 2499/2012 του Συμβουλίου της Επικρατείας που επιτρέπει την ανάπτυξη αιολικού πάρκου σε αναδασωτέες περιοχές:
ΣτΕ Ολ. 2499/2012
Πρόεδρος: Κ. Μενουδάκος
Εισηγητής: Αικ. Σακελλαροπούλου
Δικηγόροι: Μ. Χαϊνταρλής, Δημ. Αναστασόπουλος, Γλ. Σιούτη, Εμ. Βελεγράκης, Δημ. Μέλισσας
Δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι ο συνταγματικός νομοθέτης είχε τη βούληση να απαγορεύσει τη χρησιμοποίηση αναδασωτέων εκτάσεων ακόμη και για σκοπούς ιδιαίτερης σημασίας για το δημόσιο συμφέρον που δεν μπορούν να καλυφθούν με άλλο τρόπο. Κατά την έννοια της συνταγματικής διάταξης για την αναδάσωση, αν και θεσπίζεται αυστηρό καθεστώς προστασίας για τις αναδασωτέες εκτάσεις, δεν αποκλείεται η θέσπιση ρύθμισης, με την οποία παρέχεται η δυνατότητα, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, να εγκριθεί επέμβαση σε έκταση που έχει κηρυχθεί αναδασωτέα, ακόμη και πριν ανακτήσει τη δασική μορφή της. Και τούτο, προκειμένου να εκτελεστεί έργο, το οποίο αποβλέπει στην εξυπηρέτηση ανάγκης με ιδιαίτερη κοινωνική, εθνική ή οικονομική σημασία, εφόσον η εκτέλεση του υπόψη έργου στην έκταση αυτή είναι απολύτως αναγκαία και επιτακτική, στο μέτρο που η παρέλευση του απαιτούμενου για την πραγματοποίηση της αναδάσωσης χρονικού διαστήματος, θα είχε ως συνέπεια τη ματαίωση του επιδιωκόμενου δημόσιου σκοπού.
Άλλωστε, ο εκτελεστικός του Συντάγματος ν. 998/1979, διέκρινε τα σημαντικά, κατά τις αντιλήψεις της εποχής εκείνης, έργα υποδομής, δηλαδή τα στρατιωτικά έργα, για τα οποία αναγνώρισε τη δυνατότητα να εκτελούνται και σε αναδασωτέες εκτάσεις. Την ίδια δυνατότητα αναγνώρισε μεταγενέστερα ο νομοθέτης και για την εκτέλεση σημαντικών δημοσίων έργων και έργων υποδομής, μεταξύ των οποίων οι σταθμοί παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από Α.Π.Ε. και τα συνοδά έργα, για τα οποία εκδίδεται σχετική έγκριση επέμβασης.
Ενόψει, πάντως, του εξαιρετικού χαρακτήρα της επέμβασης στις περιπτώσεις αυτές, η σχετική εγκριτική απόφαση πρέπει να αιτιολογείται ειδικώς, με κριτήρια αναφερόμενα τόσο στην ιδιαίτερη σημασία του έργου, ασυνδέτως προς την επιδίωξη αποδοτικότερης για το φορέα οικονομικής εκμετάλλευσης, όσο και στην αναγκαιότητα εκτέλεσής του στην αναδασωτέα έκταση πριν από την πραγματοποίηση της αναδάσωσης, με γνώμονα αφενός την ανάγκη προστασίας του δασικού οικοσυστήματος και αφετέρου την εξυπηρέτηση του δημόσιου σκοπού στον οποίο αποβλέπει το έργο.
Βασικές σκέψεις
- Επειδή, με την αίτηση αυτή, όπως συμπληρώθηκε με το από 5.2.2010 δικόγραφο προσθέτων λόγων, ζητείται η ακύρωση: α) της υπ’ αριθμ. 56807/5437/10.7.2009 (ορθή επανάληψη από 15.7.2009) αποφάσεως του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας Στερεάς Ελλάδας, με την οποία εγκρίθηκαν περιβαλλοντικοί όροι για την εγκατάσταση και λειτουργία αιολικού σταθμού παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, ισχύος 36 ΜW, από την εταιρεία «Α. Ε. Α.Ε.», στη θέση «Μελίσσι», στην περιφέρεια του Δήμου Θίσβης Ν. Βοιωτίας, και β) της υπ’ αριθμ. 64016/5681/22.7.2009 αποφάσεως του ιδίου Γενικού Γραμματέα περί χορηγήσεως στην ως άνω εταιρεία άδειας εγκαταστάσεως για το ως άνω έργο.
- Επειδή, η υπόθεση εισάγεται ενώπιον της Ολομελείας του Δικαστηρίου μετά την 2474/2011 παραπεμπτική απόφαση της επταμελούς συνθέσεως του Ε’ Τμήματος λόγω σπουδαιότητας.
- Επειδή, λόγω κωλύματος, κατά την έννοια του άρθρου 26 του Ν. 3719/2008 (Α’ 214) του Συμβούλου Δ. Αλεξανδρή, τακτικού μέλους της συνθέσεως που εκδίκασε την ανωτέρω υπόθεση, λαμβάνει μέρος αντ’ αυτού στη διάσκεψη ως τακτικό μέλος η Σύμβουλος Ο. Ζύγουρα, αναπληρωματικό μέχρι τώρα μέλος της συνθέσεως (βλ. ΣτΕ 3500/2009 Ολομ. και Πρακτικό Διασκέψεως της Ολομελείας 115Α/2012).
- Επειδή, με προφανές έννομο συμφέρον παρεμβαίνει υπέρ του κύρους των προσβαλλόμενων πράξεων η ανωτέρω εταιρεία «Α. Ε. Α.Ε.», υπέρ της οποίας εκδόθηκαν οι προσβαλλόμενες αποφάσεις. Επίσης, με έννομο συμφέρον παρεμβαίνει η Ελληνική Επιστημονική Ένωση Αιολικής Ενέργειας, η οποία έχει, μεταξύ άλλων, ως καταστατικό σκοπό την προώθηση και το συντονισμό της επιστημονικής έρευνας, της τεχνολογίας και των εφαρμογών της αιολικής ενέργειας, καθώς και τη διάδοση της χρήσεως των αιολικών συστημάτων ή μονάδων σε εθνικό επίπεδο. Τέλος, παραδεκτώς παρεμβαίνει, το πρώτον ενώπιον της Ολομελείας, ο Ελληνικός Σύνδεσμος Ηλεκτροπαραγωγών από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΕΣΗΑΠΕ).
- Επειδή, νομίμως συνεχίζεται η δίκη από το Δήμο Θηβαίων, ο οποίος δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 1 παρ. 2.7.Α.2 του ν. 3852/2010 «Νέα Αρχιτεκτονική της Αυτοδιοίκησης και της Αποκεντρωμένης Διοίκησης - Πρόγραμμα Καλλικράτης» (Α’ 87) έχει συσταθεί με συνένωση των Δήμων Θηβαίων, Βαγιών, Πλαταιών και του αιτούντος Δήμου Θίσβης και σύμφωνα με τα άρθρα 283 και 286 του ίδιου νόμου, υπεισήλθε στα δικαιώματα και υποχρεώσεις και συνεχίζει αυτοδικαίως τις εκκρεμείς δίκες των συνενωθέντων Δήμων, οι οποίοι καταργήθηκαν.
- Επειδή, με έννομο συμφέρον και εν γένει παραδεκτώς ασκείται η κρινόμενη αίτηση από το Δήμο Θίσβης, ήδη Δήμο Θηβαίων, στην περιφέρεια του οποίου βρίσκεται το επίμαχο έργο.
- Επειδή, κατά τα προκύπτοντα από τα στοιχεία του φακέλου, με την πρώτη προσβαλλόμενη πράξη εγκρίθηκαν περιβαλλοντικοί όροι για την εγκατάσταση αιολικού σταθμού παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας (ΑΣΠΗΕ) ισχύος 36 ΜW στη θέση «Μελίσσι», στην περιφέρεια του τέως Δήμου Θίσβης Ν. Βοιωτίας, ο οποίος αποτελείται από 12 ανεμογεννήτριες ισχύος 3 ΜW η καθεμιά και οικίσκο ελέγχου 120 τ.μ., εγκαθίσταται δε σε περιοχή του όρους Ελικώνα που αποτελεί τμήμα μείζονος δασικής αναδασωτέας εκτάσεως. Όπως αναφέρεται στην προσβαλλομένη, η πρόσβαση στο χώρο του ΑΣΠΗΕ θα πραγματοποιηθεί μέσω του υφιστάμενου οδικού δικτύου της περιοχής, με παράλληλη διάνοιξη νέας οδού πρόσβασης συνολικού μήκους 4,3 χλμ., εντός δε του ΑΣΠΗΕ θα διανοιχτεί εσωτερική οδοποιία για τη διασύνδεση των ανεμογεννητριών (Α/Γ) συνολικού μήκους 4,7 χλμ. περίπου. Εξάλλου, με την ΠΕ.ΧΩ. 7730/06/2.1.2007 πράξη του, ο Γενικός Διευθυντής Περιφέρειας Στερεάς Ελλάδας γνωμοδότησε θετικά, στο πλαίσιο της διαδικασίας Προκαταρκτικής Περιβαλλοντικής Εκτίμησης και Αξιολόγησης, ως προς την κατασκευή και λειτουργία του έργου, αφού έλαβε υπ’ όψη θετικές γνωμοδοτήσεις της Διευθύνσεως Δασών της Περιφέρειας Στερεάς Ελλάδας (έγγραφο 5511/1.12.2006), των οικείων υπηρεσιών του Υπουργείου Πολιτισμού (έγγραφα 1801/28.12.2006 της 23ης Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων, 92/15. 2.2006 της Εφορείας Νεωτέρων Μνημείων Αττικής και 2286/11.5.2006 της Θ’ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων), του Γ.Ε.Ε.Θ.Α. (έγγραφο Φ.100.1/68714/ Σ1254/21.2.2006), του Ο.Τ.Ε. (έγγραφο 523/490038/22.2.2006), της Υ.Π.Α. (έγγραφο Δ3/Δ/85/40/4.1.2006) και του Ε.Ο.Τ. (έγγραφο 507367/3.3. 2006). Ακολούθησε η έκδοση της δεύτερης προσβαλλομένης πράξεως του ίδιου Γενικού Γραμματέα, με την οποία χορηγήθηκε στην ως άνω εταιρεία άδεια εγκαταστάσεως για το ως άνω έργο με χρονική ισχύ δύο ετών. Μετά την άσκηση της κρινόμενης αιτήσεως εκδόθηκε η 27385/3199/28.4.2010 απόφαση της Γενικής Γραμματέως Στερεάς Ελλάδας, με την οποία τροποποιήθηκε η πρώτη προσβαλλόμενη απόφαση περί εγκρίσεως περιβαλλοντικών όρων. Με την τροποποιητική αυτή απόφαση ορίστηκε ότι α) για τη διασύνδεση των Α/Γ θα διανοιχτεί εσωτερική οδοποιία συνολικού μήκους 5,3 χλμ. περίπου, αντί των αρχικώς προβλεπομένων 4,7 χλμ., με παράλληλα έργα διαμόρφωσης υφιστάμενης εσωτερικής οδοποιίας σε μήκος 2,3 χλμ., β) θα κατασκευαστεί υπόγεια γραμμή μεταφοράς μέσης τάσης που θα συνδέσει τον αιολικό σταθμό με τον υφιστάμενο Υ/Σ ανύψωσης τάσης που έχει κατασκευαστεί για να εξυπηρετήσει τις ανάγκες των αιολικών πάρκων της εταιρείας «ΑΙΟΛΙΚΗ ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ Α.Ε.», στις θέσεις «Περδικοβούνι» και «Καλύβα», γ) για την εγκατάσταση του αιολικού σταθμού εγκρίνεται η επέμβαση σε δημόσια έκταση δασικού χαρακτήρα συνολικού εμβαδού 188.404. τ.μ., αντί των αρχικώς προβλεπομένων 186,555 τ.μ., δ) η συνολική έκταση χρήσης που θα καταλάβουν οι ανεμογεννήτριες θα ανέλθει σε 24.000 τ.μ., αντί των αρχικώς προβλεπομένων 21.600 τ.μ., και ε) προσαυξάνονται σε μικρή έκταση οι επιφάνειες του οδικού δικτύου, πρόσβασης στο χώρο του σταθμού με την κατασκευή τεσσάρων ραμπών για τη βελτίωση των ελιγμών. Εν συνεχεία, εκδόθηκε η 34653/3357/ 25.5.2010 απόφαση της Γενικής Γραμματέως Στερεάς Ελλάδας, με την οποία, συνεπεία της αμέσως προηγουμένης τροποποιητικής αποφάσεως, τροποποιήθηκε αντιστοίχως η δεύτερη προσβαλλόμενη απόφαση. Οι τροποποιητικές αυτές αποφάσεις θεωρήθηκαν συμπροσβαλλόμενες με την ως άνω παραπεμπτική απόφαση του Τμήματος.
(*) Δικηγόρος Αθηνών - Συνταγματολόγος- Συνήγορος Αμερικανικού Δημοκρατικού Κόμματος στην Ελλάδα- Δ.Σ. Πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης Δήμου Αθηναίων- Δ.Σ. ιδρύματος Μπότσαρη- Νομικός σύμβουλος Βορειοηπειρωτών
notospress.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου