Το πρωί της 27ης Σεπτεμβρίου 1831 με το Ιουλιανό ημερολόγιο (δηλαδή στις 9 Οκτωβρίου 1831), έξω από την εκκλησία του Αγίου Σπυρίδωνος πυροβόλησαν και μαχαίρωσαν θανάσιμα τον κυβερνήτη Ιωάννη Καποδίστρια, καθώς πήγαινε να παρακολουθήσει την κυριακάτικη θεία λειτουργία.
Ένα πολύ ωραίο απόσπασμα από την τραγωδία του Ν. Καζαντζάκη “Καποδίστριας” είναι το παρακάτω:
Στη σκηνή ο Καποδίστριας και ένας παπάς που έχει έρθει να τον εξομολογήσει. Εκεί ο Κυβερνήτης λυγίζει:
Καποδίστριας: «Πολλά δεν έχω γέροντα να πω… λίγες χαρές, δουλειά πολλή, σεμνές ανάγκες. Λόγο βαρύ θα πω, ο Θεός ας με συγχωρνάει. Καμιά δεν πάτησα εντολή του, δεν θυμούμαι…
Ένα μονάχα βάρος νιώθω στην καρδιά μου. Κουράστηκα! Σιχάθηκα! Δεν τους θέλω τους Έλληνες! Συμφέροντα, ψευτιές, ατιμίες, προδοσίες…
Σιχάθηκα τους Έλληνες. Μοχθώ παλεύω πονώ και χάνομαι γι’ αυτούς, μα δεν τους θέλω. Το αθάνατο το φως μολεύουν (μολύνουν) της Ελλάδας. Γεράσαν όλοι τους στα μίση στις κλεψιές στις ατιμίες στους φόνους.
Η μόνη ελπίδα πια, η μεγάλη, τα παιδιά τους. Γι’ αυτό έχω τόσο πόθο για σχολειά. Γι’ αυτό μαζεύω απ’ τους δρόμους τα ορφανά και νοιάζομαι για τις μανάδες που βυζαίνουν τα μωρά τους.
Έλληνες ίσως να γενούν αυτοί μια μέρα».
Σε άλλη σκηνή είναι με τον Κολοκοτρώνη. Έξω το πλήθος φωνάζει «τύραννε».
Καποδίστριας: «Συμπάθησέ τους Θε μου. Θαρρούν η λεφτεριά πως είναι θυγατέρα της άμυαλης παλικαριάς».
Κολοκοτρώνης: «Ε κυβερνήτη, πάτα ποδάρι. Μην ξεχνάς πως είσαι αφέντης. Χτύπα! Και ας σε προγκούνε “τύραννο”. Μια μέρα θα στήσουν το κορμί σου μαρμαρένιο».
[…]
Καποδίστριας: «Αχ, δεν υπάρχει μια ψυχή μεσ’ στην Ελλάδα περήφανη κι αγνή που το άτιμο συμφέρον να το νικάει και δίχως κέρδος να δουλεύει. Μια μονάχα ψυχή να βρω συντρόφισσά μου».
Ο Κολοκοτρώνης ζητάει πληρωμή και ανταπόδοση για τις υπηρεσίες στην πατρίδα. Ο Κυβερνήτης αντιδρά:
Καποδίστριας: «Πού ακούστει αυτός που πολεμάει για την πατρίδα να θέλει πλερωμή. Μαλώνετε όλοι σας, βογκάτε. Κι ο καθένας το δικό του συντηράει συμφέρο. Κι εγώ κι εσείς αγωνιστές και αρχόντοι νογώ στα σωθικά την γκρεμισμένη ετούτη τη ρέμπελη, τυφλή και αδερφοφάδα Ελλάδα. Όμως νογώ και τη μελλούμενη, και μόνο γι’ αυτή δουλεύω και πονώ και θα πεθάνω».
«Θαρρούν η λεφτεριά πως είναι θυγατέρα της άμυαλης παλικαριάς».
Ιωάννης Καποδίστριας – Κέρκυρα, 10 Φεβρουαρίου 1776 – Ναύπλιο 9 Οκτωβρίου 1831 (ή 27 Σεπτεμβρίου με το Ιουλιανό ημερολόγιο)
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου