Οι πρώτες βιβλιοθήκες πρέπει να εμφανίστηκαν στη Μεσοποταμία ήδη από το 3000 π.Χ. Ανασκαφές που έγιναν στη Νινευή το 1850 έφεραν στο φως χιλιάδες πήλινες πινακίδες με σφηνοειδή γραφή, μεθοδικά ταξινομημένες και καταλογογραφημένες, που αποτελούσαν το επίσημο αρχείο του βασιλιά Ασουρμπανιπάλ (668-626 π.Χ.).
Ο βασιλιάς της Αλεξάνδρειας Πτολεμαίος ο Φιλάδελφος (283-247 π.Χ.) ίδρυσε την πλουσιότερη και λαμπρότερη βιβλιοθήκη του αρχαίου κόσμου, γνωστή ως «Μεγάλη Βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας», με 400.000, και κατ’ άλλους 700.000 τόμους και καταλόγους, οι οποίοι θεωρούνται ως οι πρώτες προσπάθειες για τη δημιουργία συστηματικής επιστημονικής βιβλιογραφίας. Η βιβλιοθήκη αυτή καταστράφηκε από πυρκαγιά κατά την άλωση της Αλεξάνδρειας από τον Ιούλιο Καίσαρα το 47 π.Χ.
Οι ρωμαϊκές βιβλιοθήκες ήταν συνήθως εγκατεστημένες σε συνεχόμενα παραρτήματα -βοηθητικά κτίσματα των ναών, κυρίως στο κέντρο των πόλεων. Αποτελούνταν από δύο τμήματα, της ελληνικής και της λατινικής γραμματείας, και αργότερα και από ένα τρίτο, χριστιανικό τμήμα, ενώ τα τετράγωνα βιβλία από περγαμηνή ήταν τοποθετημένα πλάγια. Κατά τη μεσαιωνική περίοδο βιβλιοθήκες δημιουργούνταν μόνο στους ναούς και τα μοναστήρια, ενώ η οργάνωση, η λειτουργία τους και η συστηματική αντιγραφή των χειρογράφων γίνονται από μορφωμένους καλλιτέχνες-μικρογράφους μοναχούς.
Στα σημαντικότερα κέντρα του Ισλάμ (Βαγδάτη, Κάιρο, Τρίπολη) δημιουργήθηκαν βιβλιοθήκες εμπλουτισμένες με ελληνικά χειρόγραφα μεταφρασμένα στην αραβική γλώσσα. Στην Αναγέννηση παρατηρήθηκε μια τάση ίδρυσης σημαντικών ιδιωτικών βιβλιοθηκών, ενώ στα κατοπινά χρόνια τέθηκαν οι βάσεις για τη δημιουργία των μεγάλων δημόσιων βιβλιοθηκών που υπάρχουν μέχρι σήμερα σε όλο τον κόσμο.
Η περίφημη Βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας, η μεγαλύτερη κιβωτός γνώσης του αρχαίου κόσμου, που δυστυχώς κάηκε από τις επιδρομές των βαρβάρων, αποθησαύριζε ολόκληρη τη σοφία, τον πνευματικό θησαυρό της αρχαιότητας, τις κατακτήσεις των επιστημών, των γραμμάτων και των τεχνών και πολλά ακόμη έργα ανεκτίμητης αξίας.
Οι αναρίθμητοι πάπυροι με τα χειρόγραφα μεγάλων σοφών κατέγραφαν την πορεία του μεγαλειώδους ανθρώπινου πνεύματος. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι από την αρχαία ελληνική γνώση που φυλασσόταν στη Βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας σώθηκε, φτάνοντας έως εμάς σήμερα μόνο το 10%. Δηλαδή, από τις 160 τραγωδίες του Σοφοκλή, έχουμε σήμερα μόνο τις επτά, κι αυτό είναι ένα μονάχα απλό παράδειγμα. Μια τεράστια βιβλιοθήκη, που χάθηκε μέσα στις φλόγες και άφησε πίσω της ένα λαμπρό παρελθόν, για να θυμίζει ότι η γνώση μπορεί να υπάρξει για τον άνθρωπο ως δύναμη και ως ομορφιά ταυτόχρονα. Ό,τι απέμεινε από τη μεγάλη εκείνη καταστροφή διδάσκεται σήμερα σε όλα σχεδόν τα πανεπιστήμια του κόσμου.
Η Αρχαία Αλεξάνδρεια υπήρξε Σταυροδρόμι πολιτισμών. Εκεί, γύρω στον 3ο π.Χ. αιώνα, ιδρύθηκε η μεγαλύτερη βιβλιοθήκη του κόσμου, με προοπτική την κατάκτηση της γνώσης αλλά και τη συλλογή πληροφοριών από όλη την οικουμένη:ένα μεγαλόπνοο σχέδιο με διαχρονικές διαστάσεις, ώστε να ενώνει Ανατολή και Δύση. Ο Πτολεμαίος υπήρξε ένας από τους πολύτιμους αρχειοφύλακες της, δυστυχώς όμως η μεγάλη πυρκαγιά στο λιμάνι της Αλεξάνδρειας κατέστρεψε αυτό το οικουμενικό όραμα.
Ο Μουσταφά Ελ Αμπαντή, στο έργο του «Η Αρχαία Βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας (εκδόσεις Σμίλη), στη σελίδα 165 επισημαίνει χαρακτηριστικά ότι «η απώλεια των ανεκτίμητων συλλογών βιβλίων, που περιείχαν οι βιβλιοθήκες της Αλεξάνδρειας, παραμένει ανεξιχνίαστη. Από τον 18ο αιώνα μέχρι σήμερα, οι απόψεις των ιστορικών στο θέμα διίστανται. Κανείς δεν αμφισβητεί το γεγονός ότι οι βιβλιοθήκες καταστράφηκαν, αλλά ακόμα δεν έχει προσδιοριστεί ούτε ο τρόπος ούτε ο χρόνος της καταστροφής».
Αρκετοί μελετητές υπογραμμίζουν το γεγονός ότι η σημασία της βιβλιοθήκης, πέρα από τον πλούτο της γνώσης, υπήρξε η αναθεώρηση του κόσμου μέσα από αξιόπιστες έρευνες και μεγάλα επιστημονικά επιτεύγματα. Ο Μουσταφά Ελ Αμπαντή, στον πρόλογο του έργου του «Η Αρχαία Βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας», θεωρεί ότι «η ιδιάζουσα σημασία της Αρχαίας Αλεξανδρινής Βιβλιοθήκης οφείλεται στο ότι υπήρξε το λίκνο ενός επιστημονικού εγχειρήματος τόσο αξιόλογου, ώστε να έχει παραμείνει ανυπέρβλητο μέχρι τους νεότερους χρόνους».
Ο Geoffrey Blainey, στην περίφημη «Συνοπτική Ιστορία του Κόσμου» (εκδόσεις Φυτράκης), στη σελίδα 120, οριοθετεί το μέγεθος και την αξία της βιβλιοθήκης: «Μια νέα πόλη στην Αίγυπτο, η Αλεξάνδρεια, έμελλε να γίνει ο κύριος κληρονόμος της αθηναϊκής παράδοσης. Η πόλη, που θεμελιώθηκε το 331 π.Χ., αναδείχθηκε σε πνευματικό τροφοδότη του δυτικού κόσμου. Εκεί, οικοδομήθηκαν μια θαυμαστή βιβλιοθήκη και ένα λαμπρό μουσείο. Πλήθος διακεκριμένων Ελλήνων πολυμαθών, όπως ο Ευκλείδης, εγκαταστάθηκαν σε αυτή για να επιδοθούν απερίσπαστοι στις διανοητικές αναζητήσεις τους. Εκεί σημειώθηκαν ουσιαστικές πρόοδοι στην ιατρική έρευνα από τον ανατόμο Ερώφιλο, ο οποίος πρώτος μελέτησε τον ανθρώπινο εγκέφαλο και οφθαλμό το 285 π.Χ.».
Όλη αυτή η απροσμέτρητη αρχαία σοφία που χάθηκε, εκείνη η γνώση, που και σήμερα στη σκέψη της γοητεύεται ο κάθε εραστής της, ελπίζουμε να αναφανεί, έστω σε αμελητέα ψήγματα, γιατί υπάρχουν, κατά πάσα πιθανότητα, ακόμα, αρχαίοι πάπυροι που σώθηκαν από την καταστροφή. Βέβαια, αγνοούμε πολλά χαμένα έργα όπως του Εμπεδοκλή, που βρέθηκε χειρόγραφό τους στα υπόγεια γερμανικής βιβλιοθήκης πριν από μερικά χρόνια. Το παρήγορο είναι ότι η αιγυπτιακή κυβέρνηση, σε συνεργασία με την Ουνέσκο, αναστήλωσαν ξανά τη Βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας, τη Νέα Αλεξανδρινή Βιβλιοθήκη με καινούρια προοπτική και νέο όραμα. Προσδοκούμε γεμάτοι δέος να βρεθούν στο μέλλον αρχαία κειμήλια, μελέτες και έργα, ώστε να επιστρέψουν στην αρχική γενέτειρά τους, επιτρέποντάς της να συνεχίσει εκείνο το πανάρχαιο όνειρο σοφίας και οικουμενικού πολιτισμού που κάποτε επιτελούσε.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου