Amfipoli News: Βίνκελμαν: Η ζωή και ο βίαιος θάνατος του φιλέλληνα θεμελιωτή της κλασικής αρχαιολογίας

Παρασκευή 15 Σεπτεμβρίου 2023

Βίνκελμαν: Η ζωή και ο βίαιος θάνατος του φιλέλληνα θεμελιωτή της κλασικής αρχαιολογίας

 


Πορτρέτο του Βίνκελμαν από τον Anton von Maron, 1768.

«Οι λόγοι και οι αιτίες της υπεροχής που απέκτησε η τέχνη των Ελλήνων πρέπει να αναζητηθούν εν μέρει στην επιρροή του ουρανού, εν μέρει στο πολίτευμα και τη διακυβέρνηση και στον τρόπο σκέψης ως απόρροια της πολιτικής πραγματικότητας και όχι λιγότερο στον σεβασμό απέναντι στον καλλιτέχνη καθώς και στη χρήση και εφαρμογή της τέχνης των Ελλήνων».

Σε αυτό το σύντομο απόσπασμα από το βιβλίο του Βίνκελμαν «Ιστορία της αρχαίας τέχνης» συνοψίζονται οι λόγοι που κατά τον ίδιο η ελληνική τέχνη ευδοκίμησε και υπερείχε της τέχνης άλλων λαών του παλιού κόσμου. Ένα βιβλίο-πραγματεία του 1764 που ούτε λίγο ούτε πολύ αποτέλεσε την αφετηρία και τη βάση της μελέτης της Ιστορίας της Τέχνης στην Ευρώπη για πρώτη φορά ως μια θεώρηση βάσει της οποίας η τέχνη σχετίζεται άμεσα με το περιβάλλον στο οποίο γεννιέται.

Για πρώτη φορά ένας μελετητής δεν έμεινε στην απαρίθμηση έργων αλλά αναζήτησε και ανέλυσε τα πολιτικοκοινωνικά, θρησκευτικά, αισθητικά, πολιτισμικά ακόμα και κλιματολογικά αίτια ώστε να ερμηνεύσει και να αξιολογήσει την τέχνη των αρχαίων λαών, δίνοντας μεγαλύτερη έμφαση στους αρχαίους Έλληνες και στην ελληνική τέχνη, χαρακτηρίζοντάς την μάλιστα ως τη σημαντικότερη της κλασικής εποχής. 

Ήδη, μία δεκαετία πριν, στο σημαντικό δοκίμιό του με τίτλο «Σκέψεις για τη μίμηση των ελληνικών έργων στη ζωγραφική και στη γλυπτική» διατράνωσε την πεποίθησή του ότι ο ελληνικός πολιτισμός υπήρξε ο ιδανικότερος της αρχαιότητας και η μόνη επιλογή ενός σύγχρονου καλλιτέχνη που θέλει να διδαχτεί και να πάρει παραδείγματα πνευματικής εμβάθυνσης. Δηλαδή ότι η μίμηση των αρχαίων Ελλήνων, οι οποίοι μας κληροδότησαν ανεπανάληπτα δείγματα υψηλής τέχνης, ιδεωδών, μεγαλείου και γαλήνιας υπεροχής είναι μονόδρομος.

Αυτό δεν έπαψε να το υπερασπίζεται σε ολόκληρη τη σύντομη ζωή του, κι ας μην πρόλαβε ποτέ να επισκεφθεί τον τόπο που τόσο τον ενέπνευσε, ενώ τα σημαντικότερα και ωριμότερα χρόνια του τα έζησε στην καρδιά της πρώην Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι σε αυτόν χρωστάμε δύο τουλάχιστον άλματα του σύγχρονου πολιτισμού μας, την αρχαιολογία ως επιστήμη και τη διάδοση του νεοκλασικισμού κατά τον δέκατο όγδοο και δέκατο ένατο αιώνα, που έμελλε να κατακλύσει την Ευρώπη πριν και μετά τη Γαλλική Επανάσταση, όπως και κάθε αισθητική έκφραση μέσα από την καλλιτεχνική δημιουργία και τη μνημειακή αρχιτεκτονική των οικοδομημάτων της άρχουσας τάξης. 

Ο Βίνκελμαν, γιος ενός φτωχού τσαγκάρη από το Stendal της Πρωσίας, γεννήθηκε το 1717 και τα παιδικά του χρόνια τα χαρακτήριζαν η ανέχεια και οι κακουχίες. Ωστόσο, ως μοναχοπαίδι οι γονείς του τον έστειλαν σε λατινικό δημοτικό σχολείο, όπου χάρη στην εύνοια που κέρδισε από τον διευθυντή του, είχε πρόσβαση σε μια πλούσια βιβλιοθήκη.

Εκεί άρχισε να διαβάζει εξωσχολικά βιβλία που του άνοιξαν τους ορίζοντες, βάζοντας τα θεμέλια για τις φιλελεύθερες ιδέες που θα κυριαρχούσαν αργότερα στη σκέψη του. Ιδέες που ήταν αναπόφευκτο να γεννηθούν στο μυαλό ενός ευφυούς νέου που ζούσε σε ένα αποπνικτικό πολιτικά και πολιτισμικά περιβάλλον. 

«Portrait of Johann Joachim Winckelmann against classical landscape, after 1760», Royal Castle in Warsaw. Πηγή: Wikipedia
«Portrait of Johann Joachim Winckelmann against classical landscape, after 1760», Royal Castle in Warsaw. [Credit: Wikipedia]

Συνέχισε τις γυμνασιακές του σπουδές στο Βερολίνο, όπου μέσω μιας σειράς μαθημάτων δημόσιας διοίκησης ήρθε σε επαφή με τον Όμηρο χάρη σε έναν φωτισμένο καθηγητή που δίδασκε μυθολογία. Αυτή του η αγάπη στον μεγάλο ραψωδό αποτέλεσε τη μεγαλύτερη επιρροή του, που τα χρόνια που ακολούθησαν εξελίχθηκε σε αυτή την τόσο ιδιαίτερη έλξη για την ανάδειξη της ελληνικής τέχνης και ψυχοσύνθεσης σε στάση ζωής. 

Σε ηλικία είκοσι ενός ετών βρέθηκε να σπουδάζει Θεολογία στο Πανεπιστήμιο της Halle. Εκεί παρακολούθησε τις διαλέξεις Αισθητικής του οραματιστή στον συγκεκριμένο τομέα στη Γερμανία Alexander Gottlieb Baumgarten, ενώ χάρη στις διαλέξεις του γιατρού Johann Heinrich Schulze διεύρυνε, μέσων των νομισμάτων, τις γνώσεις του επάνω στην ελληνική και στη ρωμαϊκή αρχαιότητα.

Ένα μάλλον σύντομο πέρασμά του από την Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου της Jena τού πρόσφερε γνώσεις ανατομίας που αργότερα αποδείχτηκαν χρήσιμες στις περιγραφές αγαλμάτων. Η εμμονή του με το ανθρώπινο σώμα και το αρχαίο κάλλος, βέβαια, οφειλόταν, όπως αποκαλύφθηκε στην πορεία, στο γεγονός ότι ήταν ομοφυλόφιλος. 

Εκείνο το διάστημα αναγκαζόταν να παραδίδει μαθήματα αρχαίων ελληνικών και λατινικών για να επιβιώσει και όταν για σύντομο διάστημα διορίστηκε υποδιευθυντής στο γυμνάσιο του Seehausen, κατάλαβε ότι ο συγκεκριμένος επαγγελματικός χώρος δεν τον ενδιέφερε. Καθώς ο μισθός του ήταν πενιχρός, συνέχισε να διδάσκει παιδιά της εύπορης τάξης, γράφοντας παράλληλα τις πρώτες του μελέτες πάνω σε φιλοσοφικά, ιστορικά και λογοτεχνικά θέματα.

Εξακολουθούσε ωστόσο να ζει μια ζωή στερημένη και κυρίως ασφυκτική. Έχοντας ως πρότυπα τις μεγάλες ερωτικές φιλίες της αρχαίας ελληνικής μυθολογίας και γραμματείας, του Αχιλλέα με τον Πάτροκλο, του Ηρακλή με τον Ύλα, του Αλέξανδρου με τον Ηφαιστίωνα, τόλμησε από νωρίς, σε εποχές απόλυτης ανελευθερίας, να ζήσει σχετικά ανοικτά ως ομοφυλόφιλος. 

Johann Joachim Winckelmann (1717-68) Engraving 1794 [Credit: Getty Images]
Johann Joachim Winckelmann (1717-68) Engraving 1794
[Credit: Getty Images]

Μέχρι που εμφανίστηκε μια δελεαστική πρόταση που του πρόσφερε τη δυνατότητα να αποδράσει από την πλήξη και την ανέχεια. Ο κόμης Heinrich von Bünau, με τον οποίο γνωρίστηκαν το 1748, του πρότεινε να αναλάβει βιβλιοθηκονόμος της προσωπικής του βιβλιοθήκη, που ήταν ανοιχτή και στο ευρύτερο κοινό και βρισκόταν στο Nöthnitz, ένα μέρος όχι μακριά από τη Δρέσδη.

Εκεί, ανάμεσα σε περισσότερους από 40.000 τόμους βιβλίων, εκτός από τους κλασικούς, ανακάλυψε και κείμενα του Βολτέρου και του Μοντεσκιέ. Ουκ ολίγα σημαντικά πρόσωπα επισκεπτόντουσαν τη βιβλιοθήκη, τα οποία γνώρισε προσωπικά. Με αρκετά από αυτά ανέπτυξε πολύτιμες φιλικές σχέσεις χάρη στη μεταξύ τους πνευματική συγγένεια.

Καθώς η βασική του υποχρέωση απέναντι στον Von Bünau ήταν εκείνη του συμβούλου σε ένα βιβλίο που ο κόμης έγραφε σχετικά με τη Γερμανική-Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, είχε την τύχη να επισκέπτεται συχνά τη συλλογή αρχαιοτήτων της Δρέσδης. Εκείνο το διάστημα έκανε και τις πρώτες του απόπειρες να γράψει αναλυτικά μελέτες επάνω σε έργα τέχνης. Εκείνος που τον ενθάρρυνε περισσότερο από οποιονδήποτε να εντρυφήσει σε αυτόν τον τομέα ήταν ο ζωγράφος και στενός φίλος του Γκαίτε, Adam Friedrich Oeser. Σημειωτέον ότι πολύ αργότερα, το 1805, ο μεγάλος Γερμανός ποιητής και διανοητής έγραψε το βιογραφικό βιβλίο «Ο Βίνκελμαν και ο αιώνας του». 

Ανάμεσα στους πολλούς και σπουδαίους που γνώρισε χάρη στη θέση του ήταν και ο Alberico Archinto, νούντσιος του Πάπα, ο οποίος εκτίμησε την ευρυμάθεια και την αφοσίωση του νεαρού αρχαιόφιλου και του πρότεινε να μετακομίσει στη Ρώμη, ώστε να γίνει βιβλιοθηκονόμος στη Βιβλιοθήκη του Βατικανού.

Το μόνο εμπόδιο ήταν ότι ο Βίνκελμαν ήταν λουθηρανός και έπρεπε να δεχτεί να προσηλυτιστεί στον καθολικισμό, κάτι που έκανε χωρίς δεύτερη σκέψη. Η ιδέα και μόνο ότι θα βρισκόταν στο κέντρο της παγκόσμιας γνώσης της εποχής του και ότι θα άφηνε πίσω του τη δεσποτική Γερμανία ήταν αρκετή όχι μόνο να μην απορρίψει την πρόταση αλλά να δεχτεί αμέσως, εγκαταλείποντας τα πατρώα εδάφη για νέες πνευματικές αναζητήσεις και επαγγελματικές κατακτήσεις. Πράγματι, η Ρώμη δεν τον απογοήτευσε. 

Theobald von Oer, Johann Joachim Winckelmann among scholars in the Nöthnitz Castle’s library (1874).
Theobald von Oer, Johann Joachim Winckelmann among scholars in the Nöthnitz Castle’s library (1874).

Η λεγόμενη «αιώνια πόλη» από το 1755 και μετά πρόσφερε στον Βίνκελμαν όλα όσα ήθελε να δει και να μελετήσει από κοντά. Αρχικά συγκατοίκησε με τον ζωγράφο Anton Raphael Mengs, με τον οποίο μοιράζονταν την ίδια αγάπη για τον αρχαιοελληνικό πολιτισμό. Εκείνος όμως που έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην πορεία του ήταν ο καρδινάλιος Alessandro Albani. Στην επιρροή του χρωστάει τον διορισμό του ως Επιτρόπου Αρχαιοτήτων της Ρώμης.

Το κύρος που προσέδιδε η θέση αυτή ήταν τόσο υψηλό, που τον συνέδεε κατευθείαν με εκπροσώπους της εξουσίας και του κατεστημένου της Καθολικής Εκκλησίας, στους οποίους είτε προσέφερε τις πλούσιες γνώσεις του είτε τους ξεναγούσε στα μνημεία της πόλης και της συλλογής του Βατικανού. Μια σειρά επισκέψεων μεταξύ 1758 και 1767 στην Πομπηία και στην Ηράκλεια της Ιταλίας, στις περιοχές που είχαν πληγεί από την έκρηξη του Βεζούβιου το 79 μ.Χ. και όπου διεξάγονταν ανασκαφές από «ερασιτέχνες» αρχαιολόγους, όπως τους αποκαλούσε, τον οδήγησαν σε πάμπολλες καταγγελίες σχετικά με τις ανυπολόγιστες ζημιές που προκαλούσαν εξαιτίας της άγνοιάς τους στις αρχαιότητες.

Παράλληλα, ο ίδιος ολοκλήρωνε τις πρώτες του επιστημονικές περιγραφές για την αρχαία τέχνη, ενώ για πρώτη φορά επισκέφτηκε ελληνικούς ναούς στο Paestum, μια ιδιαίτερα συγκινητική εμπειρία για εκείνον. Αυτό του άνοιξε τον δρόμο για να συγγράψει και να εκδώσει το 1761 τη μελέτη του «Σημειώσεις για την αρχιτεκτονική των αρχαίων» (Anmerkungen über die Baukunst der Alten). 

«Σκέψεις για τη μίμηση των
ελληνικών έργων
στη ζωγραφική και στη γλυπτική»

Σε μια Ευρώπη που αναγνώριζε ως κορύφωση του κλασικού πολιτισμού μόνο τη ρωμαϊκή τέχνη ο Βίνκελμαν κατόρθωσε να επιβάλει το ιδεώδες του ελληνικού κόσμου. Ήδη στο έργο του «Σκέψεις για τη μίμηση των ελληνικών έργων στη ζωγραφική και στη γλυπτική» («Gedanken über die Nachahmung der Griechischen Werke in der Malerei und Bildbauerkunst»), το προσωπικό του μανιφέστο, το οποίο έγραψε λίγο πριν εγκαταλείψει την πατρίδα του, είχε κάνει σαφές ότι για εκείνον μόνο οι αρχαίοι Έλληνες είχαν πετύχει την απόλυτη αρμονία και συμμετρία, κατακτώντας το κάλλος, την τέλεια ομορφιά. Ούτε λίγο ούτε πολύ διατεινόταν ότι «ο μόνος δρόμος για τους σύγχρονους καλλιτέχνες, για να γίνουν μεγάλοι, ίσως ανεπανάληπτοι, είναι να μιμηθούν τους αρχαίους».

Η μελέτη μεταφράστηκε τα χρόνια που ακολούθησαν σε πολλές γλώσσες, χαρίζοντας στον Βίνκελμαν φήμη και μεγάλη εκτίμηση και διαδίδοντας τις απόψεις του σε όλη την ήπειρο. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η περίπτωση του Γάλλου ζωγράφου Ζακ Λουί Νταβίντ, ο οποίος κατά την επίσκεψή του στη Ρώμη γνώρισε τον Βίνκελμαν, ενστερνίστηκε τις ιδέες του και αμέσως μετά δημιούργησε τον εμβληματικό του πίνακα «Ο όρκος των Ορατίων», που εξέθεσε στο παρισινό Σαλόν το 1785, προκαλώντας τομή στην ευρωπαϊκή ζωγραφική. 

Ζακ Λουί Νταβίντ, Ο όρκος των Ορατίων
Ζακ Λουί Νταβίντ, Ο όρκος των Ορατίων

Ο Επταετής Πόλεμος στη Γερμανία ανάγκασε τον Βίνκελμαν να παρατείνει επ’ αόριστον την παραμονή του στη Ρώμη, μια πόλη γεμάτη από αντίγραφα ελληνικών αγαλμάτων, ενίοτε και αυθεντικά, που αποτελούσε ένα είδος παραδείσου για εκείνον.

Αυτό το γεγονός τον ώθησε να γράψει και να παραδώσει στον ευρωπαϊκό πολιτισμό αναρίθμητες μελέτες μεγάλης αξίας. Ανάμεσα στα εξαιρετικά του γραπτά ξεχωρίζουν οι περίφημες περιγραφές του για δύο σημαντικά γλυπτά, το Σύμπλεγμα του Λαοκόοντα, των Αγήσανδρου, Αθηνόδωρου και Πολύδωρου από τη Ρόδο (1ος αι. π.Χ.) και ο λεγόμενος «Κορμός του Belvedere» του Απολλωνίου, γιου του Νέστορα, Αθηναίου (1ος αι. π.Χ.).

Τα δύο έργα προσωποποιούσαν για εκείνον ιδανικά δείγματα ύψιστης ομορφιάς, τελειότητας και πνευματικής ανάτασης. Οι περιγραφές του, όπως εξηγεί ο φιλόλογος και συγγραφέας Γεράσιμος Μαρκαντωνάτος, «συνδυάζουν την άμεση παρατήρηση με τον ένθερμο ενθουσιασμό, το κλασικό ύφος και την τέλεια αισθητική γνώση, επιδιώκοντας να προβάλει το έργο τέχνης σε όλες του τις διαστάσεις». 

Ο Βίνκελμαν δεν έμαθε ποτέ του καλά τα ιταλικά και όσον αφορά τις συνήθειές του δεν έπαψε, παρ' όλη την εξέλιξή του, να είναι λιτός και ασκητικός, ζώντας με ελάχιστες ανέσεις. Η απόρριψη της πολυτέλειας πιθανόν να συνδεόταν και με την ομοφυλοφιλία του, που τον είχε εξαναγκάσει σε μια υπέρμετρη απομόνωση και μοναχικότητα.

Όταν στα 45 του ερωτεύτηκε έναν νεαρό ευγενή θαυμαστή του από τη Ρίγα, τον εικοσάχρονο βαρόνο Friedrich von Berg –ένας έρωτας που τελικά δεν ευτύχησε–, έγραψε: «Έχω παρατηρήσει πώς εκείνοι που βλέπουν και εκτιμούν την ομορφιά μόνο στις γυναίκες, ενώ η ομορφιά των ανδρών τούς συγκινεί ελάχιστα ή καθόλου, σπανίως διαθέτουν ένα αμερόληπτο, ζωτικό, εγγενές ένστικτο για το Ωραίο στην τέχνη. Στους ανθρώπους αυτούς η ομορφιά της ελληνικής τέχνης θα είναι πάντοτε ελλιπής, γιατί η υπέρτατη ομορφιά είναι περισσότερο αρσενική παρά θηλυκή». 

«Σύμπλεγμα του Λαοκόοντα» των Αγήσανδρου, Αθηνοδώρου και Πολύδωρου από τη Ρόδο του 1ου αι. π.Χ.
«Σύμπλεγμα του Λαοκόοντα» των Αγήσανδρου, Αθηνοδώρου και Πολύδωρου από τη Ρόδο του 1ου αι. π.Χ.

Η ζωή του στη Ρώμη ήταν αφιερωμένη στη μελέτη, σε επισκέψεις συλλογών και στο γράψιμο. Οι τίτλοι του συνόλου της εργογραφίας του είναι πολλοί, αλλά ένας είναι εκείνος στον οποίο επανέρχεται ο σύγχρονος αναγνώστης συχνότερα και δεν είναι άλλος από την «Ιστορία της αρχαίας τέχνης» που έχει επηρεάσει καθοριστικά τους καλλιτέχνες και τους διανοητές απ' όταν εκδόθηκε το 1764 μέχρι τις μέρες μας.

Η επίδρασή του στις σημαντικότερες προσωπικότητες του ευρωπαϊκού πολιτισμού ήταν τόσο μεγάλη, που ανήγαγε τον ίδιο σε μοναδική φωτισμένη προσωπικότητα διεθνούς αποδοχής. Έτσι, η επιρροή του στο έργο των Λέσινγκ, Χέρντερ, Χέλντερλιν, Νίτσε, Γκέοργκε, Γκαίτε, Σπένγκλερ, Σίλερ αλλά και στον Μπάιρον υπήρξε ανεπανάληπτη. Γιατί έχει σημασία όχι μόνο το ότι μεθόδευσε τη μελέτη του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού, ότι ήταν ο πρώτος που κατέταξε σε περιόδους την κλασική αρχαιότητα, θέτοντας τις βάσεις για την επιστημονική αντιμετώπιση της Ιστορίας της Τέχνης και της αρχαιολογίας, αλλά και το ότι αναζήτησε και μίλησε ανοιχτά για το δημοκρατικό πνεύμα και την ελευθερία σε μια εποχή δεσποτείας και απολυταρχικών διακυβερνήσεων.

Λέει ο ίδιος: «Η ελευθερία είναι ο κυριότερος λόγος για την υπεροχή της τέχνης. Η ελευθερία είχε πάντοτε την έδρα της στην Ελλάδα, ακόμη και πλάι στον θρόνο των βασιλιάδων που κυβερνούσαν πατρικά, προτού ο διαφωτισμός του Λόγου τούς κάνει να γευτούν τη γλύκα μιας απόλυτης ελευθερίας» 

Μέχρι το 1763, όταν παρουσίασε τα σημαντικότερα σημεία του έργου του στον Πάπα Clemens XII, ο Βίνκελμαν αποτελούσε πια εκλεκτό μέλος της πνευματικής ελίτ της Ρώμης, ενώ συνεργαζόταν με όλους τους εκλεκτούς θεσμούς, από την Accademia di San Luca έως στην Εταιρεία Αρχαιοτήτων του Λονδίνου και από την Accademia Etrusca di Cortona έως την Ακαδημία Ανθρωπιστικών Επιστημών του Γκέτινγκεν.

Κλείνοντας τα πενήντα του, αποφασίζει να επισκεφθεί την πατρίδα του, να συναντήσει παλιούς φίλους και να δώσει το «παρών» σε εκπαιδευτικά ιδρύματα. Παίρνει ειδική άδεια από τον Αλμπάνι για έναν χρόνο και αναχωρεί από την Ιταλία στις 10 Απριλίου του 1768, έχοντας παρέα τον φίλο του και γλύπτη Μπαρτολομέο Καβατσέπι.

Όταν έφτασαν στο Τιρόλο, έπεσε σε κατάθλιψη. Να ‘ταν η επιστροφή τόσο επώδυνη  ψυχικά; Ο συνοδός του τον έπεισε να φτάσουν μέχρι το Μόναχο και τη Βιέννη, και συμφώνησε. Εκεί έγινε δεκτός από την Αυτοκράτειρα Μαρία Θηρεσία στα θερινά ανάκτορα του Σένμπρουν. 

«Κορμός του Belvedere» του Απολλωνίου, γιου του Νέστορα, Αθηναίου, του 1ου αι. π.Χ.
 «Κορμός του Belvedere» του Απολλωνίου, γιου του Νέστορα,
Αθηναίου, του 1ου αι. π.Χ.

Σύμφωνα με πηγές στις οποίες ανατρέχει ο συγγραφέας Αλέξανδρος Ίσαρης στη νουβέλα του «Βίνκελμαν ή το πεπρωμένο» (την οποία έγραψε μετά από παρότρυνση του ποιητή Γιώργου Χρονά, ο οποίος έχει γράψει ποίημα για τον σπουδαίο φιλέλληνα), υιοθετώντας στοιχεία από το ομώνυμο μυθιστόρημα του νομπελίστα Γκέρχαρντ Χάουπτμαν (1954), γράφει: «Πήγαν στο Άουσμπουργκ, στο Μόναχο, στο Ρέγκενσμπουργκ και κατέληξαν στη Βιέννη, όπου έφθασαν στις 12 Μαΐου. Έμειναν στην πολυτελή έπαυλη του τραπεζίτη Σμίντμαγερ και την επομένη ο Βίνκελμαν επισκέφθηκε τον καγκελάριο πρίγκιπα φον Κάουνιτς και την αυτοκράτειρα Μαρία Θηρεσία, στους οποίους παρέδωσε επιστολές του καρδινάλιου Αλμπάνι.

Η αυτοκράτειρα, για να τον τιμήσει, του χάρισε δύο χρυσά και δύο ασημένια μετάλλια». Και όπως επισημαίνει ένας από τους χαρακτήρες του διηγήματος, ήταν η ίδια που εκείνη ακριβώς τη χρονιά διακήρυξε ότι οι ομοφυλόφιλοι που συλλαμβάνονταν στην Αυστρία, στην Ουγγαρία και στη Βοημία θα καταδικάζονταν στον διά της πυράς θάνατο, ενώ ο γιος της Ιωσήφ Β’ στον κώδικα του 1787 όριζε ότι «το να προσβάλλει κανείς την ανθρωπότητα μέσω της σεξουαλικής σχέσης με το ίδιο φύλο αποτελεί πολιτικό έγκλημα και τιμωρείται με καταναγκαστικά έργα και μαστίγωση». Τι ζωή μπορούσε να έχει ο Βίνκελμαν σε τέτοια τυραννικά καθεστώτα; 

Αλέξανδρος Ίσαρης, Βίνκελμαν ή το Πεπρωμένο, εκδόσεις Κίχλη. Στο εξώφυλλο του βιβλίου ο συγγραφέας με τη μητέρα του το 1953.

Τελικά ο Βίνκελμαν αναχώρησε στις 28 Μαΐου για την Τεργέστη, όπου έφτασε την 1η Ιουνίου και κατέλυσε στην περίφημη Λοκάντα Γκράντε, ένα πανδοχείο που θεωρούνταν το καλύτερο της πόλης και όπου είχαν μείνει διασημότητες της εποχής, όπως ο Τζάκομο Καζανόβα και ο αυτοκράτορας Ιωσήφ Β’. Του έδωσαν το δωμάτιο 10 με θέα στο λιμάνι. Κατά τη διάρκεια του μεσημεριανού γεύματος ρώτησε αν γνώριζαν πότε έχει καράβι για Ανκόνα ή Βενετία. Δεν γνώριζαν, αλλά τον άκουσε ένας πελάτης που καθόταν δίπλα του, ένας μελαχρινός με βλογιοκομμένο πρόσωπο, ο Φραντζέσκο Αρκάντζελι, που του είπε ότι το ίδιο βράδυ αναχωρούσε ένα εμπορικό για Βενετία.

Μετά το γεύμα πήγαν μέχρι το λιμάνι, όπου πληροφορήθηκαν ότι το ταξίδι είχε αναβληθεί, ενώ ένα άλλο καράβι με προορισμό την Ανκόνα θα έφευγε στις 4 ή 5 Ιουνίου.

Τις επόμενες μέρες οι δύο άντρες έγιναν για ανεξήγητους λόγους αχώριστοι. Έκαναν συνεχείς βόλτες στην πόλη κι έτρωγαν μαζί στο δωμάτιο 9 του Αρκάντζελι. Ο τελευταίος δεν είχε ιδέα πόσο σημαντικός ήταν ο φίλος του. Ωστόσο ο Βίνκελμαν έδειξε τα τέσσερα μετάλλια που είχε μαζί του στον ξένο με τον οποίο συναναστρεφόταν, χωρίς να του εξηγήσει τις λεπτομέρειες. 

Ο Βίνκελμαν πληροφορήθηκε ότι το καράβι για Ανκόνα θα έφευγε τελικά στις 8 Ιουνίου. Ο Αρκάντζελι, που απ’ ό,τι αποδείχθηκε αργότερα ήταν ένας πρώην κατάδικος από τη Βενετία που δήλωνε μάγειρας, αφού έδωσε για ενέχυρο σε έναν ιερέα το χρυσό του δαχτυλίδι, με τα λεφτά που πήρε αγόρασε ένα μαχαίρι και σχοινί, με το οποίο έφτιαξε μια θηλιά.

Πίσω στο πανδοχείο επισκέφτηκε τον φίλο του στο δωμάτιό του, είχαν μια ευχάριστη κουβέντα, σύμφωνα με τις μαρτυρίες που έδωσαν δύο καμαριέρες που τους είδαν μέσα στο δωμάτιο του Βίνκελμαν να μιλάνε φιλικά, αλλά όταν αρνήθηκε να του ξαναδείξει τα μετάλλια, εκείνος του επιτέθηκε με σκοπό να τον πνίξει με τη θηλιά και τον μαχαίρωσε.

Κατά τη διάρκεια της μάχης μεταξύ τους ο θόρυβος παρακίνησε έναν υπάλληλο του πανδοχείου να μπει στο δωμάτιο, όπου είδε τον Αρκάντζελι να κρατάει το μαχαίρι. Το πέταξε αμέσως και, σπρώχνοντάς τον, βγήκε από το δωμάτιο και εξαφανίστηκε.

Ο Βίνκελμαν, σοβαρά τραυματισμένος, πρόλαβε να περιγράψει τα γεγονότα στους αστυνομικούς που κατέφθασαν και με μεγάλη δυσκολία να υπαγορεύσει τη διαθήκη του. Αφού μετέλαβε, ξεψύχησε στις τέσσερις το απόγευμα. Θάφτηκε την επομένη χωρίς νεκρώσιμη ακολουθία, σε ομαδικό τάφο. Πολλά χρόνια αργότερα, το 1822, ο γλύπτης Αντόνιο Μπόσα σχεδίασε και έχτισε ένα κενοτάφιο στη μνήμη του, στο San Giusto, στην Τεργέστη.

To κενοτάφιο που σχεδίασε το 1822 ο γλύπτης Αντόνιο Μπόσα στη μνήμη του στο San Giusto στην Τεργέστη. Φωτ.: DeAgostini/Getty Images/Ιdeal Image
To κενοτάφιο που σχεδίασε το 1822 ο γλύπτης Αντόνιο Μπόσα στη μνήμη του στο San Giusto στην Τεργέστη. [Credit: DeAgostini/Getty Images/Ιdeal Image]

Ο δολοφόνος συνελήφθη λίγες μέρες αργότερα. Παρόλο που παραδέχτηκε ότι έκανε συνεχώς παρέα με τον «κύριο Τζοβάνι», το επίθετο του οποίου δεν θυμόταν, ισχυρίστηκε ότι εκείνος ήταν που επιδίωξε να γίνουν φίλοι, όχι ο ίδιος. «Για να πω την αλήθεια, εγώ σκέφτηκα πώς θα ήταν Εβραίος ή λουθηρανός και αυτή η υποψία μεγάλωσε, όταν είδα ένα βιβλίο στο γραφείο του, που δεν μπορούσα να διαβάσω», είπε. Εννοούσε ένα αντίτυπο της «Οδύσσειας». Κι έτσι αποφάσισε να τον σκοτώσει.

Ο Χάουπτμαν στο μυθιστόρημά του ισχυρίζεται, και πολύς κόσμος είναι πεπεισμένος γι' αυτό, ότι η προστριβή μεταξύ των δύο είχε σεξουαλικά αίτια. Ο Αρκάντζελι καταδικάστηκε και στις 20 Ιουνίου και οδηγήθηκε στο ικρίωμα που στήθηκε απέναντι από τη Λοκάντα Γκράντε, όπου εκτελέστηκε «διά του τροχού», με έναν τόσο βάρβαρο τρόπο εκτέλεσης που τα αμέσως επόμενα χρόνια καταργήθηκε. 

«Ιστορία της Αρχαίας Τέχνης» του Johann Joachim Winckelmann, εκδ. Gutenberg
«Ιστορία της Αρχαίας Τέχνης» του Johann Joachim Winckelmann, εκδ. Gutenberg

Ο ακαδημαϊκός κόσμος ολόκληρης της Ευρώπης συγκλονίστηκε με αυτόν τον τόσο βίαιο και αναπάντεχο θάνατο. Ένα θλιβερό και απογοητευτικό γεγονός που ο Γκαίτε περιέγραψε ως «αστραπή σε καθαρό ουρανό». Ο άνθρωπος που θεωρήθηκε ο θεμελιωτής της κλασικής αρχαιολογίας ως επιστήμης, αυτός που έστρεψε το ενδιαφέρον μιας ολόκληρης ηπείρου προς τον κλασικό ελληνικό πολιτισμό, έφυγε χωρίς να προλάβει να δει την Ελλάδα, χωρίς να ολοκληρώσει το έργο του.

Ο επιστήμονας ενέπνευσε τα μεγάλα μυαλά που γέννησαν τον νεοκλασικισμό αλλά και τον διαφωτισμό και τον ρομαντισμό δεν πρόλαβε να επισκεφθεί μια Ελλάδα ελεύθερη, ώστε να προχωρήσει σε ανασκαφές στην Ολυμπία όπως είχε ονειρευτεί. Οι συμπατριώτες του της γερμανικής επιστημονικής κοινότητας, σε αναγνώριση της συνεισφοράς του στον πολιτισμό, έχουν θεσμοθετήσει μια σειρά από τιμητικές διακρίσεις.

Tο Τμήμα Κλασικής Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Humboldt του Βερολίνου ονομάζεται Winckelmann-Institut, ενώ στη γενέτειρά του, τη Stendal, υπάρχει η Εταιρεία Winckelmann, η οποία συγκεντρώνει μέλη-επιστήμονες από είκοσι χώρες και είναι αφιερωμένη στην έρευνα για τη ζωή και το έργο του, διοργανώνοντας διαλέξεις και αποτελώντας το χορηγό του μουσείου που φέρει το όνομα του.

Παράλληλα, κάθε χρόνο το Γερμανικό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο απονέμει μετάλλιο με το όνομά του, τιμώντας όσους εργάζονται για την προώθηση της επιστήμης της αρχαιολογίας. Ανάμεσα στους θεσμούς που έχουν παραλάβει μετάλλιο συγκαταλέγονται η Ελληνική Αρχαιολογική Υπηρεσία, το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο της Ελλάδας και το Μουσείο της Ακρόπολης. Και, φυσικά, στην προσωπικότητά του γίνεται ξεχωριστή αναφορά σε όλα τα αρχαιολογικά ινστιτούτα του γερμανικού κράτους διεθνώς. Η Ελλάδα, το μόνο που αφιέρωσε σε αυτόν, είναι ένας μικρός δρόμος πίσω από το Πρώτο Νεκροταφείο της Αθήνας.

Πηγές:

«Ιστορία της Αρχαίας Τέχνης» του Johann Joachim Winckelmann (εκδ. Gutenberg)

«Βίνκελμαν ή το πεπρωμένο» του Αλέξανδρου Ίσαρη (εκδ. Κίχλη) 

Χρ. Παρίδης

Πηγή:  LiFO

Διαβάστε επίσης:



Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου