Κυριακή Τσολάκη
Περίπου 30 χιλιόμετρα νότια της Κομοτηνής στις υπώρειες του όρους Ίσμαρος σε μια περιοχή που αποτελείται από χαμηλά υψώματα, ανάμεσα στο χωριό Προσκυνητές και στο χωριό Μαρώνεια, από το οποίο απέχει περίπου 2,5 χλμ. και σε υψόμετρο περίπου 170 μ. βρίσκεται το ένα σπήλαιο που κουβαλά αιώνες ιστορίας.
Το σπήλαιο είναι επίμηκες, με μήκος περίπου 350 μ. και πλάτος από 15 έως 50 μ. Έχει δύο εισόδους, μία κύρια σχεδόν στο μέσο και μία δευτερεύουσα, που παρέχει δυσχερή πρόσβαση, στο ανατολικό του τμήμα. Το συνολικό μήκος των διαδρόμων του είναι γύρω στα 2.000 μ.
ΚΑΤΟΨΗ ΚΑΙ ΘΕΣΕΙΣ ΑΝΑΣΚΑΦΗΣ
Το ιστορικό της έρευνας
Σε άρθρο του 1957 αναφέρεται ότι ο πρώτος που ερεύνησε το σπήλαιο ήταν ο γιατρός Κωνσταντίνος Αυδής το 1896.
Έχει επίσης καταγραφεί ότι το 1919 διμοιρία μηχανικού του γαλλικού στρατού, ο οποίος ασκούσε τη διοίκηση της Δυτικής Θράκης κατά το βραχύβιο καθεστώς της Διασυμμαχικής Θράκης (Thrace interalliée, Οκτώβριος 1919 – Μάιος 1920) προκάλεσε σοβαρές βλάβες στον λιθωματικό διάκοσμο του σπηλαίου, αποσπώντας στοιχεία του.
Αργότερα, το 1934-1935 μια επιχείρηση εμπορικής εκμετάλλευσης της κόπρου των νυχτερίδων του σπηλαίου διάνοιξε νέες ή διεύρυνε υφιστάμενες στενές διόδους στο σπήλαιο, ακόμη και με χρήση δυναμίτιδας, επιφέροντας σημαντικές βλάβες στο ίδιο το μνημείο και στις αρχαιολογικές επιχώσεις του.
Στη συνέχεια, το 1938 ο καθηγητής αρχαιολογίας Γεώργιος Μπακαλάκης επισκέφτηκε το σπήλαιο το 1938 και επισήμανε την αρχαιολογική σημασία του.
Το 1969, λίγο μετά την πρώτη ανασκαφή του Πεντάζου, το σπήλαιο ερευνήθηκε και χαρτογραφήθηκε πλήρως από την Άννα Πετροχείλου, πρόεδρο της Ελληνικής Σπηλαιολογικής Εταιρείας.
Το 1979 το σπήλαιο της Μαρώνειας κηρύχθηκε ως αρχαιολογικός χώρος. Οριοθέτηση της κήρυξης του αρχαιολογικού χώρου έγινε το 2019.
Από την δεκαετία του 1980 φορείς της Τοπικής Αυτοδιοίκησης ενεργούν ώστε να κινηθούν διαδικασίες αξιοποίησης του σπηλαίου.
Οι δύο προγραμματικές συμβάσεις
Στο πλαίσιο αυτό, από το 2006 έως το 2010 η ΕΠΣ διενήργησε ανασκαφές, υπό την διεύθυνση της αρχαιολόγου Άννας Παντή, για την αρχαιολογική τεκμηρίωση του σπηλαίου, με χρηματοδότηση του Νομαρχιακού Διαμερίσματος Ροδόπης.
Μετά το 2010 το ενδιαφέρον της Νομαρχίας αποσύρθηκε, «πιθανότατα υπό την πίεση της οικονομικής ένδειας της περιόδου», όπως τονίζει στο makthes.gr ο Προϊστάμενος του Γραφείου Βορείου Ελλάδος της Εφορείας Παλαιοανθρωπολογίας – Σπηλαιολογίας Δρ Φώτης Γεωργιάδης.
Επανήλθε όμως το 2021 και κατέληξε στη σύναψη δύο Προγραμματικών Συμβάσεων Πολιτισμικής Ανάπτυξης μεταξύ του ΥΠ.ΠΟ. της Περιφέρειας Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης και του Δήμου Μαρώνειας-Σαπών, με χρηματοδότηση από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων της Περιφέρειας Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης. Η μία Προγραμματική Σύμβαση είχε ως αντικείμενο την ανασκαφική έρευνα κάποιων αιθουσών του σπηλαίου και η δεύτερη την εκπόνηση των σχετικών μελετών που απαιτούνται για την αξιοποίησή του.
Το 2023 ολοκληρώθηκε η πρώτη, η Προγραμματική Σύμβαση για το υποέργο «Ανασκαφικές εργασίες στο σπήλαιο ‘Πολυφήμου’ Μαρώνειας».
«Σκοπός της Προγραμματικής Σύμβασης ήταν να αποκτήσουμε γνώση της στρωματογραφίας του σπηλαίου στην λεγόμενη ‘αίθουσα του Βωμού’ (την πρώτη κύρια αίθουσα του σπηλαίου) και στον ανατολικό διάδρομο που ενώνει την ‘αίθουσα του βωμού’ με την βορειότερη ‘αίθουσα των γιγάντων’», όπως τονίζει ο κ. Γεωργιάδης.
Στην ανασκαφή, που έγινε υπό την διεύθυνση του ιδίου, εργάστηκε ο αρχαιολόγος Θεόδωρος Παπαδημητρίου, ενώ στη διενέργειά της εκτός από το εργατοτεχνικό προσωπικό συμμετείχαν και φοιτητές από το Τμήμα Ιστορίας και Εθνολογίας του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης και από το Τμήμα Ιστορίας-Αρχαιολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.
Τι έδειξε η ανασκαφή
Η ανασκαφή επιβεβαίωσε τα συμπεράσματα των παλαιότερων ερευνών και εμπλούτισε τη γνώση μας για το σπήλαιο με νέα αρχαιολογικά δεδομένα. «Αποκτήσαμε γνώση μίας πλήρους στρωματογραφικής ακολουθίας των επιχώσεων της πρώτης αίθουσας του σπηλαίου, της λεγόμενης ‘αίθουσας του βωμού’», επισημαίνει ο κ. Γεωργιάδης.
ΔΑΧΤΥΛΙΔΙΑ - ΤΜΗΜΑΤΑ ΒΡΑΧΙΟΛΙΩΝ
Στην αίθουσα διαπιστώνουμε τις φάσεις χρήσης όπως είχαν αναγνωριστεί από τις έρευνες του 2006-2010:
-Μία φάση εντατικής δραστηριότητας, του τέλους του 12ου – αρχές 13ου αιώνα μ.Χ.
Η δραστηριότητα αυτή τεκμηριώνεται από μια σειρά ανασκαφικά δεδομένα. Καταρχήν, διαπιστώθηκε η ισοπέδωση και λιθόστρωση μέρους τουλάχιστον των πρώτων αιθουσών του σπηλαίου, ενώ εντοπίστηκε πολύ μεγάλη ποσότητα οικοδομικών υλικών (φερτοί αργόλιθοι, σιδερένια καρφιά) που μαρτυρούν την εκτεταμένη οικοδομική επέμβαση στο εσωτερικό του σπηλαίου. Επιπλέον, η συνολική εικόνα των ευρημάτων, που περιλαμβάνουν κάθε είδους αντικείμενα καθημερινής χρήσης (εργαλεία, κεραμική, κοσμήματα, νομίσματα), δηλώνει την εγκατάσταση μιας πολυάριθμης ομάδας ανθρώπων στο σπήλαιο, εγκατάσταση η οποία σχετίστηκε με την αναταραχή της περιόδου της Δ΄σταυροφορίας .
Σύμφωνα με την κεραμική, φαίνεται πως κατά τις πρώτες δεκαετίες του 14ου αι. μ.Χ. έχουμε εκ νέου μαζική χρήση του χώρου. Και αυτή η περίοδος είναι περίοδος αναταραχών: οι λεηλασίες των Καταλανών μισθοφόρων, που στις αρχές του 14ου αι. μ.Χ. λεηλατούσε συστηματικά κι ερήμωσε τη Θράκη, και οι εμφύλιοι πόλεμοι των διεκδικητών του θρόνου (Ανδρόνικου Β΄Παλαιολόγου - Ανδρόνικου Γ΄, Ιωάννη Ε΄Παλαιολόγου - Ιωάννη Στ΄Καντακουζηνού) πίεσαν τους τοπικούς πληθυσμούς και πιθανώς τους ανάγκασαν να αναζητήσουν καταφύγιο στο σπήλαιο.
-Η φάση της όψιμης αρχαιότητας.
Κατά τις προηγούμενες ανασκαφικές περιόδους, εντοπίστηκε μια εκτεταμένη χρήση του σπηλαίου κατά την όψιμη αρχαιότητα, από τον 5ο έως τον 7ο αι. μ.Χ.. Μεγάλη ποσότητα εμπορικών αμφορέων του 5ου – 7ου αι μ.Χ., ερυθροβαφής κεραμική terra sigillata (πινάκια, χύτρες), λυχνάρια, οδήγησε στην υπόθεση ότι το σπήλαιο χρησιμοποιήθηκε ως χώρος αποθήκευσης αμφορέων. Η φάση αυτή εντοπίζεται και στην «αίθουσα του βωμού.»
Χαρακτηριστικό της διαταραχής που έχουν υποστεί οι αποθέσεις δραστηριοτήτων των παλαιότερες περιόδων στο σπήλαιο, είναι ότι αμέσως κάτω από το στρώμα της όψιμης αρχαιότητας ακολουθούν επιχώσεις της Ύστερης Εποχής του Χαλκού, ενώ κατά τόπους εντοπίζονται αποθέσεις που θα πρέπει να χρονολογηθούν στην Πρώιμη Εποχή του Χαλκού ή την Τελική Νεολιθική περίοδο.
Τέλος, εντοπίστηκε μικρή ποσότητα αρχαϊκής κεραμικής και κεραμική της Νεότερης Νεολιθικής σε διαταραγμένες επιχώσεις, ενώ κάποια σποραδικά ευρήματα μεταβυζαντινής περιόδου δηλώνουν επεισόδια ανθρώπινης δραστηριότητας και στο σχετικά πρόσφατο παρελθόν (πήλινες πίπες καπνίσματος, μικρή ποσότητα μεταβυζαντινής κεραμικής).
Το βυζαντινό λιθόστρωτο και οι υψομετρικές διαφορές
Το βυζαντινό λιθόστρωτο, γνωστό από τις παλαιότερες έρευνες, εντοπίστηκε και στην «αίθουσα του βωμού», στην πρώτη αίθουσα του σπηλαίου. «Παρατηρούμε ότι το λιθόστρωτο δάπεδο της ύστερης βυζαντινής περιόδου παρουσιάζει σημαντικές υψομετρικές διαφορές στις θέσεις του σπηλαίου στις οποίες έχει εντοπιστεί. Ακόμη και υψομετρική διαφορά άνω του ενός μέτρου σε σημεία που απέχουν μεταξύ τους 6 μ. Έχει ενδιαφέρον να εξακριβώσουμε στη συνέχεια των ερευνών αν αυτές οι σημαντικές υψομετρικές διαφορές υποδηλώνουν κάποια επιπλέον διαμόρφωση στο εσωτερικό του σπηλαίου, π.χ. τη διευθέτηση του δαπέδου του σε άνδηρα. Τα άνδηρα αυτά μπορούμε να τα φανταστούμε στο πλαίσιο των γενικότερων εκτεταμένων διαμορφώσεων που είχαν λάβει χώρα στο σπήλαιο κατά την εντατική του χρήση από σημαντικό αριθμό ανθρώπων τον τον 13ο και 14ο αιώνα μ.Χ. Χαρακτηριστικά παραδείγματος χάριν είναι τα λείψανα τοιχοποιΐας που έφραζε μια κόγχη του σπηλαίου, μετατρέποντάς την σε ξεχωριστό, ιδιαίτερο χώρο», υπογραμμίζει ο κ. Γεωργιάδης.
ΕΡΓΑΣΙΕΣ ΣΤΗΝ ΠΡΩΤΗ ΑΙΘΟΥΣΑ
Υπήρξε ή όχι λατρευτικό σπήλαιο;
Ένα άλλο ερώτημα που έχει απασχολήσει την έρευνα σχετικά με το σπήλαιο της Μαρώνειας είναι το αν υπήρξε ή όχι λατρευτικό σπήλαιο, κατά την αρχαϊκή περίοδο. «Όπως είδαμε, έχει εντοπιστεί σποραδική μικρή ποσότητα αρχαϊκής κεραμικής στο σπήλαιο, όχι όμως και κάποιο αρχαϊκό στρώμα, που θα μας προσέφερε περισσότερα δεδομένα.
Η συζήτηση για το αν το σπήλαιο υπήρξε ιερό ή όχι , ξεκινάει από την παρουσία μιας λαξευμένης κόγχης σε κεντρική θέση της πρώτης αίθουσας του σπηλαίου», λέει ο κ. Γεωργιάδης.
Μπαίνοντας στο σπήλαιο, απέναντί σου και σε απόσταση 5 μ. περίπου από την είσοδο, υψώνεται ο όγκος ενός ενιαίου συμπλέγματος σταλαγμιτών. Οι μέγιστες διαστάσεις του είναι 5,35 μ. πλάτος (Β-Ν) x 3,10 μ. πάχος (Α-Δ). Το ελάχιστο ύψος του είναι περί το 1,60 μ., από το σημερινό δάπεδο του σπηλαίου, ενώ στα άκρα του, υψώνονται εξάρματα από λιθωματικές κολώνες που έχουν αποκοπεί και δεν φτάνουν πια ως την οροφή του σπηλαίου, σε ύψος που φτάνει τα 2,65 μ. Στο μέσο της πίσω όψης αυτού του σταλαγμιτικού συμπλέγματος, της όψης δηλαδή που βλέπει προς την πρώτη ευρύχωρη αίθουσα του σπηλαίου, έχει λαξευτεί μια μεγάλη ημικυκλική κόγχη, ενώ λίγες μικρές, αβαθείς κόγχες διαμορφώνονται πάνω και γύρω από αυτήν. Η μεγάλη ημικυκλική κόγχη, έχει πλάτος (άνοιγμα) 0,78 μ., βάθος 0,41 μ. και ύψος 0,55 μ.
Περίπου στο μέσο του δαπέδου της κόγχης έχει λαξευτεί βάθυνση κυκλικής διατομής, διαμέτρου 7,2 εκ. και βάθους 5,5 εκ. Παρόμοιους τόρμους βρίσκουμε λαξευμένους σε λατρευτικά σπήλαια, σε θέσεις που υποδέχονταν κάποιο ανάθημα, με χαρακτηριστικό το παράδειγμα του σπηλαίου του Αρχεδήμου στη Βάρη.
«Έχουμε λοιπόν σε κεντρική θέση, που κυριαρχεί στον χώρο, μια λαξευμένη κόγχη με τόρμο στο δάπεδό της. Αυτή η κατασκευή αποκτά νόημα αν την κατανοήσουμε ως κατασκευή υποδοχής και στερέωσης ενός αντικειμένου με έμβολο, όπως μια στήλη ή ένα αγαλμάτιο, που θα είχαν θέση εκεί μόνο αν το σπήλαιο είχε λατρευτική λειτουργία. Σε διαφορετική περίπτωση η παρουσία της είναι δυσερμήνευτη. Βέβαια, εξακολουθούν να υπάρχουν σημαντικά προβλήματα για την απόδοση λατρευτικής λειτουργίας στο σπήλαιο κατά την αρχαϊκή περίοδο, παραδείγματος χάριν η απουσία θραυσμάτων ειδωλίων, που θα περιμέναμε να βρούμε σε μια τέτοια περίπτωση. Από την άλλη, με αυτή την ερμηνεία είναι συμβατή και η παρουσία αρχαϊκής διακοσμημένης κεραμικής, που μάλιστα προέρχεται κυρίως από αγγεία πόσης, ανάμεσά τους και αττικές μικρογραφικές κύλικες, αλλά και από μία αττική λήκυθο. Από την αρχαϊκή περίοδο έχει βρεθεί επίσης κεραμική με ταινιωτή διακόσμηση και σημαντική ποσότητα τεφρόχρωμης κεραμική (κρατήρες, λεκάνες, οινοχόες)», επισημαίνει ο προϊστάμενος του Γραφείου Βορείου Ελλάδος της Εφορείας Παλαιοανθρωπολογίας – Σπηλαιολογίας.
ΛΑΞΕΥΜΕΝΗ ΚΟΓΧΗ
Ωστόσο, παρόλο που το ερώτημα παραμένει ανοιχτό, οι νέες παρατηρήσεις κατά τη γνώμη των επιστημόνων προσθέτουν μια σημαντική ένδειξη υπέρ της υπόθεσης ότι το σπήλαιο υπήρξε ιερό κατά την αρχαϊκή περίοδο.
Η συνέχεια της έρευνας κατά τη φάση της υλοποίησης των έργων είναι πιθανό να δώσει μια οριστική απάντηση σε αυτό το ερώτημα αλλά και επιπλέον να προσθέσει δεδομένα στις γνώσεις μας για τη διαμόρφωση του σπηλαίου κατά την ύστερη βυζαντινή περίοδο.
Αναλυτικά στοιχεία για τον χώρο θα παρουσιαστούν στην 36η Επιστημονική Συνάντηση για το Αρχαιολογικό Έργο στη Μακεδονία και τη Θράκη (σήμερα στις 10.45-11), που πραγματοποιείται σήμερα και αύριο στην αίθουσα τελετών της Παλαιάς Φιλοσοφικής Σχολής του ΑΠΘ. Η συνάντηση περιλαμβάνει 73 ανακοινώσεις και οργανώνεται σε συνεργασία των Εφορειών Αρχαιοτήτων και των Αρχαιολογικών Μουσείων της Μακεδονίας και της Θράκης με το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης (Τομέας Αρχαιολογίας, Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας).
makthes.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου