Amfipoli News: Όστρακα με γραφή 2.700 χρόνων βρέθηκαν στις ανασκαφές στο Ιερόν του Απόλλωνος στα νησίδια Δεσποτικό και Τσιμηντήρι της Ωλιάρου (Αντιπάρου) Κυκλάδων

Τρίτη 3 Σεπτεμβρίου 2024

Όστρακα με γραφή 2.700 χρόνων βρέθηκαν στις ανασκαφές στο Ιερόν του Απόλλωνος στα νησίδια Δεσποτικό και Τσιμηντήρι της Ωλιάρου (Αντιπάρου) Κυκλάδων

Η συστηματική ανασκαφή που διενεργείται από την Εφορεία Αρχαιοτήτων Κυκλάδων υπό την διεύθυνση του αρχαιολόγου Γ. Κουράγιου διήρκησε εφέτος 6 εβδομάδες (20 Μαΐου - 28 Ιουνίου 2024), και επικεντρώθηκε τόσο στην θέση Μάντρα, στην νησίδα Δεσποτικό, όσο και στην νησίδα Τσιμηντήρι, έναντι της Ωλιάρου (νυν Αντιπάρου) Κυκλάδων.

Ανάμεσα στα ευρήματα και θραύσματα ενεπίγραφων οστράκων! Βλέπουμε τα γράμματα Θ, Ο, Κ, Ε, Ν - ίσως και άλλα!

Οι εργασίες επικεντρώθηκαν στα κτήρια που βρίσκονται έξω από το αρχαϊκό τέμενος στην περιοχή ανάμεσα σε αυτό και την ακτή.

Συνεχίστηκε η διερεύνηση του Κτηρίου ΜΝ που είχε εντοπισθεί το 2023. Το κτήριο χρονολογείται στο β΄ μισό του 6ου αιώνα π.Χ. Είναι ορθογώνιας κάτοψης και έχουν έρθει στο φως οκτώ δωμάτια του. Οι τοίχοι τους έχουν πλάτος 0,45 - 0,48 μ., εκτός από το νότιο και το δυτικό, όπου οι τοίχοι είναι «διπλοί» με πάχος σχεδόν 1,20 μ. Είναι κατασκευασμένοι από μεσαίους και μεγάλους πλακοειδείς και αδρά λαξευμένους λίθους και αρχιτεκτονικά δεν διαφέρουν από τα υπόλοιπα κτήρια που έχουν ήδη ανασκαφεί εξωτερικά του τεμένους. Στα Δωμάτια 2 και 3 εντοπίστηκαν τετράπλευρες κατασκευές, ενώ στο μέσον του Δωματίου 5 υπάρχει επίμηκες «αυλάκι» μήκους 1,70 μ., για την απορροή υδάτων. Στο εσωτερικό των δωματίων βρέθηκαν πολλοί πήλινοι κέραμοι από την στέγη του κτηρίου, όπως και  τμήμα ενός ακροκεράμου με την μορφή γοργονείου.

Με βάση τις αρχιτεκτονικές λεπτομέρειες, μπορούν να αναγνωριστούν τουλάχιστον δύο αρχιτεκτονικές φάσεις του κτηρίου ΜΝ.

Η ανασκαφή του λεγόμενου «Κτηρίου Ω», στο περιβάλλον του οποίου το 2023 είχαν αποκαλυφθεί τα θραύσματα τουλάχιστον τριών κούρων, ενός ανδρικού αγάλματος αυστηρού ρυθμού, μαρμάρινων βάσεων και ειδωλίων και το οποίο είχε θεωρηθεί ως ένα είδους πρόπυλου συνεχίστηκε και εφέτος με την διερεύνηση της μεγάλης κατάρρευσης στο εσωτερικό του κτίσματος, ανάμεσα στους τοίχους Τ1 και Τ3. Από την μελέτη της στρωματογραφίας και της κεραμεικής φαίνεται πολύ πιθανόν πως οι δύο τοίχοι γνώρισαν δύο φάσεις κατασκευής και επισκευής, με την πρωιμότερη στον 6ο αι. π.Χ.

Διακρίνεται ρόδι, διακόσμηση ψαροκόκκαλου, κ.ά.

Στην περιοχή Β./ΒΔ. του Κτηρίου Ζ, που βρίσκεται έξω αλλά πολύ κοντά στο τέμενος και του οποίου η κύρια φάση τοποθετείται στο α΄ μισό του 5ου αι. π.Χ., αποκαλύφθηκε ένα ακόμη δωμάτιο του αρχαϊκού κτηρίου Ζα, το οποίο είχε εντοπιστεί πέρυσι, ακριβώς κάτω από το πλακόστρωτο αίθριο του Ζ και τα βορειότερα δωμάτιά του. Το πρωιμότερο κτήριο φαίνεται πως είχε αντίθετο προσανατολισμό με το «διάδοχό» του και αποτελούνταν από τουλάχιστον 3 δωμάτια σε παράταξη, στο εσωτερικό των οποίων αποκαλύφθηκε σημαντική ποσότητα κεραμεικής αρχαϊκών χρόνων.

Μικρής κλίμακας καθαρισμοί πραγματοποιήθηκαν στο νοτιότερο δωμάτιο 11 του μεγάλου Κτηρίου Β, όπου ήρθε στο φως μεγάλη συγκέντρωση οστρέων και κεραμεικής του 6ου και 5ου αι .π.Χ., επιβεβαιώνοντας την οικιστική / κοσμική χρήση του κτηρίου και το ευρύ χρονικό διάστημα λειτουργίας του από τον πρώιμο 6ο έως τον 5ο αι. π.Χ.

Μετά την ολοκλήρωση και κατάθεση προς έγκριση της μελέτης αποκατάστασης και ανάδειξης του συστήματος των αρχαϊκών δεξαμενών (αρχιτ. μελετητής Γ. Ορεστίδης) πραγματοποιήθηκε ο τελικός καθαρισμός της κεντρικής Δεξαμενής 1 με την απομάκρυνση των νεώτερων επιχώσεων από την ΝΔ γωνία της.

Στο Τσιμηντήρι

Η μικρή νησίδα Τσιμηντήρι βρίσκεται μεταξύ του κόλπου του Αγ. Γεωργίου της Αντιπάρου και της Μάντρας του Δεσποτικού, με την οποία συνδεόταν μέσω μιας στενής λωρίδας γης, ενός ισθμού[2]. Το όνομα της είναι παράφραση της λέξης κοιμητήριο, αφού στη νότια ακτή της νησίδας είχαν ανασκαφεί Πρωτοκυκλαδικοί τάφοι, δυστυχώς συλημένοι. Σύντομη διερεύνηση το 2011 είχε οδηγήσει στον εντοπισμό του ορθογώνιου Κτηρίου ΑΤ αποτελούμενου από τρεις τουλάχιστον χώρους σε διάταξη Β-Ν. Η συνέχιση των ανασκαφικών εργασιών το 2019 και 2020 και πάλι για μικρά χρονικά διαστήματα λόγω της δυσκολίας πρόσβασης στη νησίδα, οδήγησαν στον εντοπισμό των κτηρίων ΒΤ, ΓΤ, ΔΤ, ΕΤ, στο ανατολικό άκρο της νησίδας, ενός μεγάλου κυκλικού κτηρίου (Κτήριο ΖΤ), καθώς και τμήματα δύο ακόμα ορθογώνιων κτηρίων (ΘΤ και ΗΤ) κοντά στο Κτήριο ΑΤ.

Κατά την φετινή ανασκαφική περίοδο, λόγω της εγκατάστασης πλωτής εξέδρας[1] ήταν δυνατή η συστηματικότερη διερεύνηση των κτηρίων στο Τσιμηντήρι για ένα μήνα. Διαπιστώθηκε πως τα περισσότερα κτήρια που είχαν διερευνηθεί κατά τα προηγούμενα έτη και είχαν θεωρηθεί ανεξάρτητα οικοδομήματα στην πραγματικότητα συναποτελούν δύο μεγάλα κτηριακά συγκροτήματα, το ΑΤ και το ΒΤ που διατάσσονται κατά μήκος της νότιας πλευράς της νησίδας προς τον υπήνεμο κόλπο και με άμεση θέαση προς το ιερό στο Δεσποτικό.

Κτηριακό Συγκρότημα ΑΤ : Η συνέχιση της ανασκαφής των κτηρίων ΑΤ και ΗΤ απέδειξε πως αυτά πιθανότατα συναποτελούν ένα μεγάλο Κτηριακό Συγκρότημα, το ΑΤ. Πρόκειται για ορθογώνιας κάτοψης συγκρότημα με τουλάχιστον 6 δωμάτια παρατεταγμένα ανατολικά και δυτικά ενός αύλειου χώρου. Οι ορατές διαστάσεις του είναι 18 μ. (Β-Ν) Χ 23 μ. (Α-Δ). Πιθανότατα σε μεταγενέστερη φάση προσαρτήθηκε στη βόρεια πλευρά του συγκροτήματος το λεγόμενο κτήριο ΘΤ, ορατών διαστάσεων 11 μ. (Β-Ν) Χ 6,5 μ. (Α-Δ).

Αναμένεται η συνέχιση της ανασκαφής τους το επόμενο καλοκαίρι, για να αποσαφηνιστεί η σύνδεση  του δυτικού τμήματος του συγκροτήματος (το λεγόμενο κτήριο ΑΤ) με το ανατολικό (το λεγόμενο κτήριο ΗΤ) και το βόρειο τμήμα (το λεγόμενο κτήριο ΘΤ).

Σε απόσταση περίπου 30 μ. προς βορειοδυτικά των παραπάνω κτηρίων αποκαλύφθηκε ένα ορθογώνιο κτήριο, το Κτήριο ΙΤ, διαστάσεων 7,80 μ. (Α-Δ) Χ 10 μ. (Β-Ν), η ανασκαφή του οποίου δεν ολοκληρώθηκε.

Κτηριακό Συγκρότημα ΒΤ : Στην ανατολική πλευρά της νησίδας όπου είχαν αποκαλυφθεί τα λεγόμενα Κτήρια ΒΤ, ΓΤ ΔΤ, και ΕΤ, διαπιστώθηκε ότι αυτά απαρτίζουν το μεγάλων διαστάσεων Κτηριακό Συγκρότημα ΒΤ. Η κάτοψή του είναι ορθογώνια και οι ορατές διαστάσεις του είναι περίπου 45 μ. (Α-Δ) Χ 18 μ. (Β-Ν). Ο βορειότερος τοίχος  του συγκροτήματος  φθάνει σε μήκος τα 41,50 μ. και ορίζει στη βόρεια πλευρά του συγκροτήματος μια σειρά 10 χώρων, ποικίλων διαστάσεων, που βρίσκονται σε παράταξη με διεύθυνση Α-Δ. Τα νότια δωμάτια του συγκροτήματος ορίζονται και αυτά εξωτερικά από τον ίδιο τοίχο μήκους 24 μ.

Αν και ανάμεσα στη βόρεια και τη νότια σειρά δωματίων - στο μέσον του συγκροτήματος- δεν ολοκληρώθηκε η ανασκαφή, ενώ και αρκετοί τοίχοι του έχουν καταστραφεί, είναι ξεκάθαρο πως ο σχεδιασμός του συγκροτήματος ακολουθεί τη φιλοσοφία της οργάνωσης πολλών χώρων ποικίλων διαστάσεων γύρω από μεγάλους αύλειους χώρους. Αυτό που δεν κατέστη σαφές είναι αν υπήρχε ένας ενιαίος ορθογώνιος αύλειος χώρος ή και ένας δεύτερος μικρότερος.

Αναλυτικότερα, το ανατολικότερο άκρο του συγκροτήματος, λίγα μόνο μέτρα από τη σημερινή ακτή, αποτελείται από έναν τετράπλευρο χώρο (Χ2) εμβαδού 129 τ.μ. Στην βόρεια πλευρά του βρίσκονται δύο ισομεγέθη δωμάτια, ενώ στη νότια πλευρά του ένας μικρός ορθογώνιος χώρος χωρίς είσοδο, στον οποίο εφάπτεται λίθινη ράμπα πλάτους 2,70 μ., μέσω της οποίας γινόταν η πρόσβαση στον χώρο.

Μπροστά (δυτικά) από τον Χ2 ανοίγεται ένας μεγάλος ορθογώνιος χώρος, πιθανότατα αύλειος (Χ4), το δυτικό όριο του οποίου δε σώζεται. Στο εσωτερικό του ανεσκάφη φέτος μία εκτεταμένη κατάρρευση. Βόρεια και νότια του αύλειου χώρου σώζονται έξι και τέσσερεις χώροι, αντίστοιχα.

Το δυτικό τμήμα του κτηριακού συγκροτήματος έχει διατηρηθεί σε πολύ καλή κατάσταση. Στη βόρεια πλευρά του βρίσκονται δύο τετράπλευροι χώροι που μοιράζονται τον ίδιο τοίχο με τους βόρειους χώρους που προαναφέρθηκαν. Αυτοί επικοινωνούν με μεγάλο αύλειο χώρο, τμήμα του οποίου σώζει πλακόστρωση. Νότια αυτού ίσως ανοίγονταν περισσότεροι χώροι, αλλά η περιοχή χρήζει περαιτέρω διερεύνησης.

Τα πρωιμότερα κεραμικά ευρήματα από τα Συγκροτήματα ΑΤ και ΒΤ ανήκουν στην πρώιμη αρχαϊκή περίοδο, στα τέλη του 7ου / αρχές 6ου αιώνα, ωστόσο η πλειονότητα τους χρονολογείται στον ύστερο 6ο και 5ο αιώνα π.Χ. Μικρή ποσότητα αγγείων χρονολογείται και στον 4ο αι. π.Χ. Βρέθηκαν πολλά θραύσματα μεγάλων πίθων με ανάγλυφη διακόσμηση του τύπου «μετοπών – τριγλύφων», αλλά και με κυματοειδείς ταινίες, θραύσματα εμπορικών αμφορέων, μελαμβαφής κεραμική του 6ου και 5ου αιώνα π.Χ., και αρκετές πήλινες πυραμιδόσχημες αγνύθες. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει μαρμάρινο αντικείμενο, πιθανόν ναύδετο.

Οι διαστάσεις του συγκροτήματος, η αρχιτεκτονική του μορφή, η χωροταξική σχέση του με τον απάνεμο κόλπο και ο τύπος των ευρημάτων – κυρίως οι εμπορικοί αμφορείς και οι πίθοι – υποδεικνύουν λιμενικές εγκαταστάσεις που μεταξύ άλλων εξυπηρετούσαν και την αποθήκευση προϊόντων.

Πρωτοκυκλαδική ταφή: Η φετινή ανασκαφική περίοδος μας επεφύλασσε μια μεγάλη έκπληξη κατά τη διερεύνηση του Συγκροτήματος ΒΤ, καθώς κατά τη διερεύνηση του εσωτερικού του Χώρου 5 στο ΒΔ άκρο του Συγκροτήματος, εντοπίστηκε τραπεζοειδής, κιβωτιόσχημη κατασκευή από κάθετα τοποθετημένες λίθινες πλάκες. Η αποχωμάτωση του εσωτερικού του έως το βάθος περίπου 0,15 εκατ. από την άνω επιφάνεια των πλακών απέδωσε κάποια όστρακα από χείλος αρχαϊκού αμφορέα και βάση σύγχρονου ανοιχτού μικρού αγγείου. Ωστόσο, η διερεύνηση σε μεγαλύτερο βάθος αποκάλυψε ότι πρόκειται για κιβωτιόσχημο τάφο της Πρωτοκυκλαδικής περιόδου, που δεν είχε συληθεί. Ο τραπεζιόσχημος τάφος είχε διαστάσεις 3,30 μ. στη δυτική του πλευρά, 2,20 μ. στην ανατολική, 2,90 μ. στη βόρεια και 3 μ. στη νότια. Κοντά στη ΝΔ γωνία του τάφου αποκαλύφθηκε ακέραιο μαρμάρινο κωνικό κύπελλο που πρέπει να είχε τοποθετηθεί όρθιο. Σχεδόν σε επαφή με τη δυτική πλευρά του τάφου βρέθηκε πήλινη ρηχή φιάλη, εντός της οποίας είχε τοποθετηθεί σφαιρική πυξίδα και λίγο  βορειότερα τους σε μεγαλύτερη απόσταση από την πλευρά του τάφου ραμφοειδόστομη πρόχους με ευθύγραμμο χείλος.

Στο κέντρο περίπου της ανατολικής πλευράς και σχεδόν σε επαφή με αυτήν βρέθηκε ακέραιο πήλινο δισκοειδές σφονδύλι. Τα οστά εντοπίστηκαν συγκεντρωμένα κυρίως στο νότιο ήμισυ, και ειδικότερα στη ΝΔ γωνία του τάφου. Ο νεκρός είχε τοποθετηθεί σε έντονα συνεσταλμένη στάση με το κρανίο πιθανότατα στη ΝΑ γωνία με τα χέρια διπλωμένα μπροστά στο πρόσωπο. Πλάκα είχε τοποθετηθεί στο δάπεδο του τάφου που όμως το κάλυπτε σχεδόν κατά το ήμισυ.

Με βάση τα κτερίσματα η ταφή μπορεί να χρονολογηθεί με ασφάλεια στην Πρωτοκυκλαδική Ι περίοδο - στα τέλη της 4ης χιλιετίας π.Χ. Ο τάφος αυτός θα πρέπει να ανήκει στο ίδιο νεκροταφείο με αυτούς που είχαν ανασκαφεί το 2003 από το Γ. Κουράγιο.

Το ενδιαφέρον του ευρήματος έγκειται στο γεγονός ότι η ταφή είχε ενσωματωθεί στο συγκεκριμένο χώρο του συγκροτήματος που πρέπει να θεμελιώθηκε το αργότερο κάποια στιγμή στον 6ο αιώνα π.Χ. και χρησιμοποιήθηκε ως αποθηκευτικός χώρος χωρίς να γνωρίζουν οι χρήστες του ότι πρόκειται για τάφο.

Πλην των παραπάνω, αποκαλύφθηκε η κάτοψη μίας ακόμη κυκλικής κατασκευής διαμέτρου 17 μ. (πλέον είναι ορατές τρεις πάνω στη νησίδα και μία στο Δεσποτικό). Η κακή κατάσταση διατήρησής της δεν επιτρέπει επί του παρόντος τη διεξαγωγή συμπερασμάτων για τη χρήση της.

Αναστήλωση

Συνεχίστηκε και φέτος η αποκατάσταση του τετράστυλου πρόστυλου Κτηρίου Δ, του δεύτερου σημαντικότερου κτηρίου του τεμένους. Μετά την συμπλήρωση της υπόβασης και του στυλοβάτη από γνεύσιο, τοποθετήθηκε το κατώφλι και οι παραστάδες του, αποκαταστάθηκαν οι βάσεις και τμήματα σπονδύλων από αρχαίο και νέο υλικό, αλλά και η πρόσοψη του κτηρίου από μαρμάρινους δόμους. Τέλος, αποκαταστάθηκε η ΒΔ γωνία της θεμελίωσης ώστε να τοποθετηθεί ο τοιχοβάτης από μαρμάρινους δόμους δουλεμένους με χοντρό βελόνι. Οι αναστηλωτικές εργασίες, διάρκειας 3 εβδομάδων, πραγματοποιήθηκαν από τους εξιδεικευμένους μαρμαροτεχνίτες Β. Χατζή. Μ. Αρμάο, Γ. Σκαρή, Γ. Παλαμάρη, Λ. Ιωάννου, Γ. Κοντονικολάου  υπό την επίβλεψή του αρχιτέκτονα Γ. Ορεστίδη.

Εργασίες Στερέωσης-συντήρησης

Επί πλέον, πραγματοποιήθηκαν εργασίες συντήρησης τοιχοποιών και στερέωσης κονιαμάτων από τον συντηρητή Γ. Καράμπαλη και την Ε. Τσάβου, στα Κτήρια Ζ και Υ στο Δεσποτικό, αλλά και στους χώρους του Συγκροτήματος Βτ στο Τσιμηντήρι.

Η ανασκαφή πραγματοποιήθηκε με τη συνεργασία των αρχαιολόγων Αλ. Αλεξανδρίδου (Αναπλ. Καθηγήτρια Αρχαιολογίας Πανεπιστημίου Ιωαννίνων), Ίλ. Νταϊφά (Δρ. Αρχαιολόγος), E. Angliker (Dr., Research Associate -British School at Athens), ενώ συμμετείχαν σε αυτή οι C. Meyer (Dr., Bard Graduate Center), L. Lafasciano (Dr., Univeristy of Salerno), Κ. Καρακάση (Δρ. Αρχαιολόγος), D. Forsyth (Dr., University of St Andrews), οι μεταπτυχιακές φοιτήτριες του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων Λ. Πανοπούλου, Κλ. Παπαθανασίου, Ε.-Μ. Χουμαδάκη και μεγάλος αριθμός εθελοντών φοιτητών από Πανεπιστήμια της Ευρώπης, της Αμερικής, της Βραζιλίας και της Ελλάδας (College Year in Athens/ΔΙΚΕΜΕΣ, JICAS Center, Bard Graduate Center N.Y., Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων κ.ά).

Η πραγματοποίηση των εργασιών κατέστη εφικτή χάρη στην υποστήριξη της ΑΙΓΕΑΣ ΑΜΚΕ (Θ. και Μ. Μαρτίνου), του Ιδρύματος Π&Α Κανελλοπούλου, του Ιδρύματος Α. Γ. Λεβέντη, της M. Stassinopoulos, των Συλλόγων «Φίλοι της Πάρου» και "Antiparos Preservation Societty".

ΣΗΜΕΙΩΣΙΣ:

[1] Δωρήθηκε στην ανασκαφή από τον Σύλλογο Antiparos Preservation Society.

[2] Ακόμη και σήμερα, από την Αντίπαρο μπορείς κανείς να πάει... πεζός στο μικρονήσι Τσιμηντήρι!

ΠΗΓΗ: ΥΠΠΟΑ, ΑΡΧΕΙΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ.

Διαβάστε επίσης:



Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου