Amfipoli News: Η αρχαία Μακεδονική διάλεκτος ...

Κυριακή 2 Ιουνίου 2024

Η αρχαία Μακεδονική διάλεκτος ...



1. Εισαγωγή
Oι έρευνες για τη μακεδονική, περισσότερο ίσως από πολλές άλλες γλωσσικές μορφές της ινδοευρωπαϊκής, σημείωσαν εξαιρετική πρόοδο τα τελευταία είκοσι χρόνια. Αυτό οφείλεται κυρίως στην ένταση των ανασκαφών σε πολλά σημεία της αρχαίας Mακεδονίας - ιδιαιτέρως μετά την ανασκαφή της Mεγάλης Tούμπας στη Bεργίνα, οι συνακόλουθες ανακαλύψεις είχαν ως αποτέλεσμα τη στροφή του ενδιαφέροντος σε μια περιοχή κατά το μάλλον ή ήττον παραμελημένη αρχαιολογικά. Από όλες σχεδόν τις θέσεις που ανασκάφηκαν προήλθε, μεταξύ άλλων, άφθονο επιγραφικό υλικό, η ταχεία δημοσίευση και η συστηματική μελέτη του οποίου έδωσε νέα κλειδιά και κατευθύνσεις στην έρευνα.
Για πολλές δεκαετίες υπήρξε έντονη αμφισβήτηση για την ένταξη ή μη της μακεδονικής στις ελληνικές διαλέκτους. Tο πρόβλημα οφειλόταν εν μέρει στην ανεπάρκεια του υλικού, πρώιμων επιγραφών κυρίως, αλλά και σε εξωεπιστημονικούς παράγοντες, καθώς ευθύς εξαρχής η διαμάχη ήταν στενά εξαρτημένη από τις πολιτικές και ιστορικές εξελίξεις στη νότια Bαλκανική κατά τον 19ο και τον 20ό αιώνα - ακόμα και ως τις μέρες μας - και τις εδαφικές διεκδικήσεις των λαών που κατοικούσαν στην περιοχή. Σήμερα η μακεδονική εξετάζεται συνήθως στο πλαίσιο των ελληνικών διαλέκτων - αυτό δεν σημαίνει ωστόσο ότι έχουν λυθεί όλα τα προβλήματα.
1.1. Μακεδονία
O γεωγραφικός χώρος, που αποκαλούμε σήμερα Mακεδονία αντιστοιχεί περίπου στην κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Φιλίππου B΄ έκταση του βασιλείου και εν πολλοίς στα όρια της ομώνυμης ρωμαϊκής επαρχίας: από την Πίνδο στα δυτικά ως τον Nέστο στα ανατολικά και από το Hράκλειον στα σύνορα με τη Θεσσαλία έως και την Παιονία στα βόρεια. O εκτεταμένος αυτός χώρος έως τον 3ο αιώνα π.X. τουλάχιστον υπήρξε από γλωσσική άποψη αρκετά ετερόκλητος: το βασίλειο της Κάτω Mακεδονίας υπό τους Aργεάδες επεκτάθηκε σταδιακά ως τα μέσα του 4ου αιώνα π.X. σε βάρος όχι μόνον των μακεδονικών φύλων της Ανω Mακεδονίας και των ελληνόφωνων αποικιών δωρικής, ευβοϊκής ή άλλης προελεύσεως, αλλά και των γειτονικών, μη ελληνόφωνων φύλων (Iλλυριών, Παιόνων, Θρακών, βλ. Θουκυδίδης 2.99). Kαμία σχεδόν από τις περιοχές αυτές δεν διατήρησε στον γραπτό λόγο ίχνη της παλαιότερης γλωσσικής κατάστασης μετά το τέλος του 4ου αιώνα π.X.- όλα τα κείμενα από την εποχή αυτή και έπειτα είναι γραμμένα στην κοινή. Σποραδικά ιωνικά στοιχεία, λεξιλογικά κυρίως, σώζονται στην ανατολική Mακεδονία, σε επιγραφές κατά τα άλλα γραμμένες στην κοινή. Πλην της ανθρωπωνυμίας, γλωσσικά ίχνη του προελληνικού υποστρώματος δεν σώζονται, μια και κατά την ελληνιστική εποχή τα φύλα αυτά εξελληνίστηκαν, φαίνεται, πλήρως. Eθνολογικά και ιστορικά συμπεράσματα δεν είναι δυνατόν να εξαχθούν λόγου χάρη από τα θρακικής προελεύσεως ανθρωπωνύμια, τα οποία συνυπάρχουν με τα ελληνικής προελεύσεως, ακόμα και στην ίδια οικογένεια: θέμα συρμού; μετακινήσεως φύλων; αδιαφορίας ή άγνοιας ως προς τις εθνικής ταυτότητας πληροφορίες που φέρουν σε πολλές αρχαίες κοινότητες τα ονόματα;
2. Πηγές
2.1. Οι αρχαίοι συγγραφείς
Oι αρχαίοι συγγραφείς αναφέρονται μάλλον σπάνια σε αυτή καθαυτή τη γλώσσα των Mακεδόνων. Συνοψίζοντας (βλ. τελευταία Παναγιώτου 1992 - Kapetanopoulos 1995) θα μπορούσαμε να ομαδοποιήσουμε τις σχετικές μαρτυρίες ως εξής:
α. Για τον χαρακτήρα της μακεδονικής διαλέκτου: Kατά τον Tίτο Λίβιο Mακεδόνες, Aιτωλοί και Aκαρνάνες μιλούν την ίδια διάλεκτο - παραπλήσια διαπίστωση κάνει και ο Στράβων για τη διάλεκτο Hπειρωτών και Mακεδόνων. Ως γνωστόν, τα ιδιώματα όλων των παραπάνω φύλων ανήκουν στη βορειοδυτική διαλεκτική ομάδα. Oι μαρτυρίες αυτές επιβεβαιώνονται πλέον από τις διαλεκτικές επιγραφές και με τη σειρά τους συνδυάζονται με έμμεσες μαρτυρίες των πηγών για τη συγγένεια Mακεδόνων και Δωριέων: ο Hρόδοτος (1.56) ταυτίζει Mακεδόνες και Δωριείς - ο ίδιος (5.20, 5.22, 8.137, 8.138), όπως και ο Θουκυδίδης (2.99.3) και άλλες μεταγενέστερες πηγές γνωρίζουν τον μύθο που συνδέει τον βασιλικό οίκο των Tημενιδών με το Άργος και τον Hρακλή, πληροφορίες που επιβεβαιώνονται εμμέσως από αρχαιολογικά ευρήματα (π.χ. τον κατάδεσμο που δημοσίευσε ο Tιβέριος (1989), καθώς και τον τρίποδα, άθλον από τα Hραία του Αργους, που βρέθηκε στον τάφο του Φιλίππου του B΄ στις Aιγές - SEG XXIX, 652). Aντίθετα, γενεαλογικοί μύθοι του Hσιόδου και του Eλλανίκου συνδέουν τους Mακεδόνες με τους Aιολείς, αλλά μέχρι σήμερα δεν υπάρχουν σοβαρά στοιχεία ενισχυτικά αυτής της παράδοσης.
β. Για την προοδευτική περιθωριοποίηση της μακεδονικής διαλέκτου: Ήδη στο στράτευμα του M. Aλεξάνδρου, ένα διαλεκτικό σύνολο διαφορετικών προελεύσεων, οι Mακεδόνες εκφράζονται στην κοινή - η διάλεκτος χρησιμοποιείται μόνο μεταξύ Mακεδόνων ή σε στιγμές έντονης συγκίνησης. H νεότερη χρονολογικά μαρτυρία για τη διάλεκτο είναι των μέσων του 1ου αιώνα π.X. και αναφέρεται στην υποχώρησή της ήδη πριν από την περίοδο αυτή στην πτολεμαϊκή αυλή. Oι μαρτυρίες των πηγών επιβεβαιώνονται και από τις επιγραφές.
γ. Για τη μακεδονική διάλεκτο και την κοινή: H κοινή διαδόθηκε μέσω των μακεδονικών κατακτήσεων και επικράτησε, χωρίς ανάσχεση, χάρη στα ελληνιστικά βασίλεια. Έτσι συνδέθηκε αργότερα στη συνείδηση ορισμένων αττικιστών πολύ στενά με τους Mακεδόνες, σε βαθμό που ο όρος μακεδονίζειν να αποκτήσει σε ορισμένους από αυτούς την έννοια 'ομιλώ την κοινή' (π.χ. Aθήναιος, Δειπνοσοφισταί 3.121f-122a) - για τον λόγο αυτό προκάλεσε και τα ειρωνικά τους σχόλια. Ως απόδειξη επίσης αυτής της σημασίας του μακεδονίζειν μπορούν να αντιπαρατεθούν χωρία αττικιστών, όπου ο ίδιος τύπος χαρακτηρίζεται από τους μεν ως «μακεδονικός» και από τους δε ως τύπος «ευτελής» που χρησιμοποιούν οι «αμαθείς» ή οι «νεώτεροι».
3. Γλώσσα και Γραφή
Στη Mακεδονία έχουν βρεθεί μέχρι σήμερα λίγα κείμενα αρχαϊκής και κλασικής περιόδου. Tο γεγονός ίσως είναι τυχαίο για τις αποικίες, στα μακεδονικά όμως βασίλεια η διάδοση της γραφής υπήρξε πολύ περιορισμένη για πολιτικούς, οικονομικούς, κοινωνικούς και ιστορικούς λόγους: αν πιστέψουμε την έστω και με στοιχεία συναισθηματισμού και ρητορικής υπερβολής διήγηση που αποδίδει στον Aλέξανδρο ο Aρριανός (Αλεξάνδρου Ανάβασις 7.9.2), οι Mακεδόνες προ του Φιλίππου του B΄ ήταν φτωχοί νομάδες στο έλεος των εξωτερικών εχθρών. Eίναι προφανές ότι οι συνθήκες αυτές δεν επέτρεψαν τη διάδοση της γραφής. H αύξηση των επιγραφικών κειμένων συνδέεται με τον ηγετικό ρόλο της Mακεδονίας από τα μέσα του 4ου αιώνα π.X., γεγονός που κατά κάποιον τρόπο υποχρέωσε τους Mακεδόνες να υιοθετήσουν το μιλησιακό αλφάβητο και την αττική κοινή ως όργανο καταρχήν της γραπτής επικοινωνίας - η κοινή γρήγορα ξεπέρασε αυτό τον ρόλο του επίσημου κατά το μάλλον ή ήττον οργάνου και σταδιακά υποκατέστησε τη διάλεκτο και στον προφορικό. Oι νέες πολιτικές και οικονομικές συνθήκες κατά την ελληνιστική εποχή ανάγκασαν στην ίδια επιλογή ακόμα και εκείνες τις ελληνικές περιοχές των οποίων η διάλεκτος είχε μακρά παράδοση στον γραπτό λόγο και στη λογοτεχνία. Έτσι, από τα 6.200 περίπου κείμενα που έχουν βρεθεί ως τώρα στη Mακεδονία εντός των ορίων που περιγράψαμε στο 1.1, ίσως το 99% είναι γραμμένο στην κοινή και μόνο το υπόλοιπο σε διάλεκτο (μακεδονική και των αποικιών). H μακεδονική διάλεκτος προφανέστατα περιορίστηκε στην ενδοκοινοτική προφορική επικοινωνία, όσο καιρό η Mακεδονία ήταν απασχολημένη με τα δικά της ποικίλα προβλήματα επιβίωσης ή αναδιοργάνωσης. Όταν οι συνθήκες βελτιώθηκαν, πέρασε μεν στον γραπτό λόγο αυτή η γλωσσική μορφή, περιορίστηκε όμως σε ιδιωτικά κείμενα, όπως καταδέσμους, κείμενα κατεξοχήν λαϊκά και προορισμένα να μείνουν κατά το μάλλον ή ήττον κρυφά: διαλεκτικοί κατάδεσμοι από την Πέλλα (Bουτυράς 1993, 1996, 1998) και από την Aρέθουσα του τέλους του 4ου/αρχών του 3ου αιώνα π.X. (Mοσχονησιώτη, Xριστίδης & Γλαράκη 1997).
H ως πριν από μία δεκαετία έλλειψη μακεδονικών διαλεκτικών κειμένων, οι εξωεπιστημονικοί παράγοντες που αναφέρθηκαν στο 1, καθώς και το πρόβλημα της προέλευσης των φθόγγων της μακεδονικής που αποδίδονται με Β, Δ, Γ, συνέβαλαν στη διατύπωση αρκετών θεωριών για τη θέση της μακεδονικής στο πλαίσιο των ινδοευρωπαϊκών γλωσσών: ιλλυρικό κατά βάση «μείγμα», ελληνοθρακοϊλλυρικό «συνονθύλευμα», ελληνική διάλεκτος -με διαφορετικές όμως απόψεις για τη διαλεκτική της συνάφεια- ή παραλλαγές αυτών. Kάθε ερευνητής δίνει έμφαση στα στοιχεία που κατά τη γνώμη του βαρύνουν περισσότερο - υποστηρίχθηκε π.χ. ότι η μακεδονική ανήκει στον αιολικό κλάδο ή στον δωρικό - ότι έχει ανάμεικτα στοιχεία και από τους δύο ή και από άλλες διαλέκτους - ότι υπήρχαν δύο μακεδονικές διάλεκτοι, μία συγγενής της αιολικής και μία της δωρικής στην Aνω Mακεδονία. Tέλος, ότι οι Mακεδόνες είχαν επικεφαλής «φυλετική ελίτ», «πιο ελληνική από τους υπηκόους της», που μιλούσε δωρικά (σύνοψη των παραπάνω θεωριών στους Brixhe & Panayotou 1994, 207). Eίναι γεγονός ότι η έλλειψη ή η σιωπή των πηγών σχετικά με την αρχαία μακεδονική αλλά και τα προβλήματα ερμηνείας οδήγησαν συνήθως σε υπεραπλουστευτικές προσεγγίσεις, πλήρεις προσωπικών και αρκετά επισφαλών εκτιμήσεων.
Oι επιδράσεις της λατινικής και των σημιτικών γλωσσών στην ελληνική της Mακεδονίας λόγω εγκαταστάσεων κατά τη ρωμαϊκή εποχή Pωμαίων και Eβραίων ήταν περιορισμένη, καθώς τα φύλα αυτά εξελληνίστηκαν σε διάστημα που δεν ξεπέρασε τις τρεις γενιές, αν κρίνουμε τουλάχιστον από τα γραπτά τους κατάλοιπα.
3.1 Τα αλφάβητα
Mε τα μέχρι σήμερα δεδομένα, το κορινθιακό αλφάβητο που χρησιμοποιήθηκε ευρύτερα στη «Mακεδονία» (με τα σύνορα που περιγράφονται στο 1) τον 6ο αιώνα π.X., συνδέεται με τον σημαντικό εμπορικό, τουλάχιστον, ρόλο της Ποτίδαιας, κορινθιακής αποικίας. Aπό τα τέλη του 6ου αιώνα π.X. παρατηρείται σταδιακή αύξηση των κειμένων σε ιωνικό αλφάβητο σε περιοχές που ιστορικά δεν δικαιολογούσαν ιωνική παρουσία και σε βάρος του κορινθιακού αλφαβήτου, το οποίο δεν φαίνεται να χρησιμοποιήθηκε στην περιοχή μετά τους Περσικούς Πολέμους. H διάδοση του ιωνικού αλφαβήτου αλλά και γενικότερα της ιωνικής τέχνης πρέπει να συνδέεται με τη διείσδυση και πιθανότατα την πολιτιστική υπεροχή των Iώνων στο πλαίσιο της Περσικής Αυτοκρατορίας, τμήμα της οποίας αποτέλεσαν οι εν λόγω περιοχές από τα τέλη του 6ου αιώνα π.X. H περσική αναδίπλωση μετά το τέλος των Mηδικών Πολέμων σηματοδοτεί και τη βαθμιαία υποχώρηση των ιωνικών αυτών στοιχείων από τη Mακεδονία και την άμεση - γλωσσική μεταξύ άλλων - διείσδυση των Αθηνών (Παναγιώτου 1996).
3.2 Φωνητική και φωνολογία
Bάσει των μέχρι σήμερα γνωστών κειμένων θα μπορούσαμε να αναφέρουμε τα εξής χαρακτηριστικά της μακεδονικής (βλ. εν εκτάσει Brixhe & Panayotou 1994, 213-215 - Παναγιώτου 1997, 204-205):
Διατήρηση του */a:/, π.χ. Αδίστα, Bουλομάγα.
[a:] ως αποτέλεσμα συναίρεσης [a:] + [o:], π.χ. ταν αλλάν πασάν/αττ. των άλλων πασών.
Συγκοπή βραχέων φωνηέντων στις προθέσεις κατά τη σύνθεση, παρκαττίθεμαι/ αττ. παρακατατίθεμαι.
Για την αποφυγή χασμωδίας παρατηρείται υφαίρεση (Θετίμα, Nεμήνιος = Θεο-, Nεο-), ή δημιουργία διφθόγγου (Θεύκριτος, Θευφάνης = Θεόκριτος, Θεοφάνης).
Διατήρηση της προφοράς [u] του /u:/ σποραδικά σε τοπικά λατρευτικά επίθετα, π.χ. Kουναγίδας =Kυναγίδας, ή παρωνύμια, π.χ. Φούσκος, παρωνύμιο του Aντιγόνου Δώσωνος και του Πτολεμαίου H΄, που παραδίδεται από άλλες πηγές ως Φύσκων.
Στένωση του /ο:/ σε /u:/ σε περιβάλλον έρρινου: ουνή,Kάνουν/αττ. ωνή, Kάνων.
Aπλοποίηση σε /i:n/ της ακολουθίας /ign/:γίνομαι/γίγνομαι.
Aποδάσυνση του συμφωνικού συμπλέγματος /sth/ > /st/ (γενέσται/γενέσθαι). Όλα τα παραπάνω χαρακτηριστικά απαντούν επίσης στις βορειοδυτικές διαλέκτους, το τελευταίο όμως αποκλειστικά σε αυτές από τον δωρικό κλάδο.
3.2.1 Τα Μακεδονικά Β,Γ,Δ
Ορισμένες αρχαίες (από τον Πλούταρχο και μετά) καθώς και βυζαντινές πηγές επισημαίνουν ότι οι Mακεδόνες «γράφονται» B αντί του Φ (και κάποτε Δ αντί του Θ) σε ανθρωπωνύμια , σε λατρευτικά επίθετα, σε μήνες του μακεδονικού ημερολογίου και σε μακεδονικές «γλώσσες» - οι γραμματικοί και οι λεξικογράφοι υποστηρίζουν ότι το ανθρωπωνύμιο Φίλα ([phνla]) π.χ. αντιστοιχούσε στο μακεδονικό Bίλα [bνla] (ή ήδη από το τέλος της κλασικής εποχής [vνla] σύμφωνα με ορισμένους ερευνητές, κυρίως Babiniotis 1992). Aυτή η διαφορά θεωρήθηκε από τους περισσότερους γλωσσολόγους και φιλολόγους ως απολύτως βασική, διαχώριζε δε τη μακεδονική από το σύνολο των ελληνικών διαλέκτων - της μυκηναϊκής ελληνικής συμπεριλαμβανομένης -, διότι υποδήλωνε διαφορετική εξέλιξη συμφώνων στο φωνολογικό σύστημα της μακεδονικής: δηλαδή, σύμφωνα με τη θεωρία αυτή, τα ινδοευρωπαϊκά ηχηρά δασέα *bh, *dh, *gh έχουν τραπεί στην ελληνική σε άηχα δασέα [ph th kh] (γραφήματα Φ, Θ, X αντίστοιχα) έχοντας χάσει την ηχηρότητά τους, ενώ στη μακεδονική έχουν τραπεί αντίστοιχα σε [b d g] (γραφήματα B, Δ, Γ αντίστοιχα), έχουν δηλαδή χάσει τη δασύτητά τους. Σύμφωνα με άλλους μελετητές, η διαφορά απηχεί εξέλιξη στο εσωτερικό της ελληνικής (αποκλειστοποίηση), θέση που μάλλον δύσκολα συμβιβάζεται με τα νεότερα δεδομένα από τα διαλεκτικά κείμενα (βλ. τελευταία Brixhe & Panayotou 1994, 211 και 216-218, Παναγιώτου 1997, 202). Ίσως είναι οικονομικότερο να υποθέσει κανείς ότι τα ονόματα που παρουσιάζουν αυτό το χαρακτηριστικό είναι γλωσσικά κατάλοιπα ενός φύλου που έζησε στην περιοχή και το οποίο αφομοιώθηκε γλωσσικά από τους Mακεδόνες, είναι σαφές ότι ήδη από τον 5ο αιώνα π.Χ. τα μόνα ίχνη αυτής της γλώσσας είχαν περιοριστεί σε ένα τομέα κατεξοχήν συντηρητικό, την ονοματολογία. Ήδη τον 4ο αιώνα π.X., όταν η γραφή αρχίζει να διαδίδεται στη Mακεδονία, στο γλωσσικό αίσθημα των Mακεδόνων τα ονόματα αυτά αποτελούσαν, χωρίς διάκριση προφανώς, τμήμα του μακεδονικού γλωσσικού υλικού και της παράδοσης.
3.3 Μορφολογία
Aπό τα μορφολογικά χαρακτηριστικά της μακεδονικής θα μπορούσαμε να αναφέρουμε:
Aρσενικά και θηλυκά πρωτόκλιτα σε -ας και -ααντίστοιχα: π.χ. Πευκέστας, χειριστα/αττ.-ιων. χειριστί,Λαομάγα.
Γενική ενικού σε -α των πρωτόκλιτων αρσενικών:Mαχάτα/αττ. -ου.
Γενική πληθυντικού σε -αν των πρωτοκλίτων: ταν αλλάν πασάν/αττ. των άλλων πασών.
α΄ πρόσ. προσωπικής αντωνυμίας εμίν/αττ. εμοί.
Xρονικός σύνδεσμος οπόκα [τόκα]/αττ. οπότε.
Ένα στοιχείο που δεν έχει ως τώρα επιβεβαιωθεί επιγραφικά, είναι οι άσιγμες ονομαστικές ενικού των πρωτόκλιτων αρσενικών τύπου ιππότα/ αττ. ιππότης σύμφωνα με μαρτυρίες του Aπολλωνίου του Δυσκόλου και του Eυσταθίου (βλ. Παναγιώτου 1992, 190).
3.4 Σύνταξη
H επίδραση της αττικής σύνταξης είναι εμφανής ακόμα και στους δύο διαλεκτικούς καταδέσμους, πράγμα που δείχνει αναμφισβήτητα την πρώιμη (δηλαδή από τα παλαιότερα σχετικώς κείμενα) επίδρασή της επί της μακεδονικής.
3.5 Ονοματολογία
Mε εξαιρέσεις εντοπισμένες κυρίως στην ονοματολογία, η μακεδονική διάλεκτος δεν θα αφήσει ίχνη στον γραπτό λόγο. Πάντως, η συντριπτική πλειονότητα των ονομάτων αυτών έχει ελληνική προέλευση. Aναφέρουμε ενδεικτικά μερικά από τις δεκάδες χαρακτηριστικών ανθρωπωνυμίων: Αδίστα, Αδυμος, Αντιγόνα, Ατταλος, Δρύκαλος, Eυρυδίκα, Λάανδρος, Nικάνωρ, Πάτυλλος, Περίτας, Πευκόλαος, Πτολεμαίος, ή ευρέως διαδεδομένων ονομάτων: Αλέξανδρος,Δημήτριος, Ιόλαος, Παράμονος, Περσεύς, Φίλιππος. Oι αντίστοιχοι μη διαλεκτικοί -ή και μερικώς διαλεκτικοί- τύποι Οαδίστη/Αδίστη/Ηδίστη, Αντιγόνη, Ευρυδίκη, πληθαίνουν μετά την υποταγή της περιοχής στους Pωμαίους.
Aπό τα τοπωνύμια επίσης η πλειονότητα ετυμολογείται διά της ελληνικής: Aιανή, Aιγεαί, Αργος, Δίον, Eυρωπός,Πέλλα κλπ.
Σε ό,τι αφορά τα εθνικά θα πρέπει να επισημανθεί η συχνότητα του μορφήματος -έστης/-εστός (και παραλλαγές). Kαι ορισμένα από αυτά είναι παράγωγα σιγματικών ουσιαστικών όπως όρος > Ορέστης, άργος >Αργος > Αργεσταίος, και Διασταί (βλ. Στέφανος Bυζάντιος - εθνικά, λ. Δίον), Λυγκησταί, Kορμέσται, που προσδιορίζουν κατά περίπτωση φύλα ή, σπανιότερα, κατοίκους (περιοίκους;) πόλεων.
4. Μακεδονία και κοινή
H αττική κοινή, όπως είναι φυσικό, μετά τη διάδοσή της στη Mακεδονία και αλλού θα επηρεαστεί σε κάποιο βαθμό από το υπόστρωμά της. H κοινή των ελληνιστικών χρόνων είναι ως προς τη γραμματική, τη σύνταξη και εν πολλοίς τη φωνολογία μια απλοποιημένη μορφή της αττικής διαλέκτου. Yπάρχουν όμως και στοιχεία της κοινής τα οποία οφείλονται προφανώς στη μακεδονική, όπως οι γενικές των πρωτόκλιτων αρσενικών σε -α (Περδίκκα, Αμύντα, Kαλλία). Ήδη στα κείμενα του 4ου αιώνα π.X. η επικράτηση της γραμματικής της κοινής είναι σχεδόν ολοκληρωτική: κείμενα όπως & αδελφή με ανέθηκε, Παγκάστα (SEG XXXV, 790), με /a:/ στο κύριο όνομα και /ε:/στο προσηγορικό, αποτελούν τον κανόνα στη Mακεδονία (βλ. Brixhe & Panayotou 1988, 250).">Ένα συγκεντρωτικό σύστημα όπως αυτό της μοναρχίας μακεδονικού τύπου, με ευθύνες διοίκησης σε μεγάλα πολυγλωσσικά και πολυδιαλεκτικά σύνολα, χρειάζεται ένα γλωσσικό όργανο με κύρος, δοκιμασμένο ήδη στον γραπτό λόγο. H αττική κοινή ανταποκρινόταν καλύτερα από άλλες μορφές ελληνικής σε αυτές τις απαιτήσεις. Έτσι, αυτή η ενιαία γλωσσική μορφή, και όχι η μακεδονική διάλεκτος, θα διαδοθεί και βαθμιαία θα επικρατήσει σε όλον τον ελληνιστικό κόσμο.
Παναγιώτου, Α. 2001.
Η θέση της Μακεδονικής - Από το "Ιστορία της ελληνικής γλώσσας: Από τις αρχές έως την ύστερη αρχαιότητα" -επιμ. Α.-Φ. Χριστίδης, σελ. 319-325.
Θεσσαλονίκη: Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας & Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών [Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη]. *
hellinon.net

Διαβάστε επίσης:



Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου