Ομοσπονδιακό δικαστήριο της Ελβετίας έκρινε ότι το αίτημα της Αθήνας για την αποστολή τραπεζικών δεδομένων του Γιάννου Παπαντωνίου στις ελληνικές εισαγγελικές αρχές, δεν μπορεί να προχωρήσει.
Το πρόβλημα έγκειται στην λίστα Λαγκάρντ στην οποία βασίστηκε το ελληνικό αίτημα και η οποία σύμφωνα με το δικαστήριο θεωρείται προϊόν υποκλοπής και δεν έχει ισχύ με βάση την ελβετική νομοθεσία.
Το νομικό κώλυμα αποκαλύπτει η ελβετική εφημερίδα Νeue Zuericher Zeitung, σύμφωνα με την οποία επαφίεται τώρα στην ελβετική Ομοσπονδιακή Εισαγγελία να αποφασίσει αν θα ζητήσει επιπρόσθετα δεδομένα από την Ελλάδα, τα οποία θα δικαιολογούσαν το αίτημα συνδρομής χωρίς τη χρήση «κλεμμένων» πληροφοριών.
Σύμφωνα με την εφημερίδα:
«Σε περίπτωση αίτησης για παροχή δικαστικής συνδρομής από αλλοδαπούς, η Ελβετία δεν παρέχει πληροφορίες εάν οι αιτήσεις βασίζονται σε κλεμμένα δεδομένα: αυτό επιβεβαιώθηκε από την Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Δικαιοσύνης με εγκύκλιο το 2014. Το Ομοσπονδιακό Ποινικό Δικαστήριο της Μπελιντσόνα / Bellinzona επιβεβαίωσε αυτή τη νομική πρακτική με απόφαση της 17ης Ιουλίου 2018. Στην περίπτωση αυτή επρόκειτο για αίτημα των ελληνικών εισαγγελικών αρχών, οι οποίες διενεργούν έρευνες κατά πρώην υπουργών και ανώτερων αξιωματούχων λόγω υπονοιών για ενεργητική και παθητική δωροδοκία και ξέπλυμα χρήματος που σχετίζονται με συμφωνίες αγοράς όπλων.
Στο μικροσκόπιο βρίσκονται μεταξύ άλλων και ο πρώην Υπουργός Οικονομίας, Οικονομικών και Άμυνας κ. Γιάννης Παπαντωνίου, ο οποίος έχει ήδη στην πλάτη του μια καταδίκη για φορολογικά αδικήματα και τώρα θεωρείται ύποπτος για διαφθορά. Τον Οκτώβριο τέθηκε μάλιστα υπό προσωρινή κράτηση.
Κατά τη διάρκεια του υπουργικής του θητείας, ένας από τους συμβούλους του έκανε τρεις καταβολές συνολικού ύψους 1,3 εκατ. ευρώ στον λογαριασμό της συζύγου του Έλληνα πρώην υπουργού στην τράπεζα HSBC της Γενεύης. Σύμφωνα με τις υπόνοιες των Ελλήνων Εισαγγελέων, αυτές οι καταβολές σχετίζονται με τις φερόμενες ως περιπτώσεις δωροδοκίας. Η Ομοσπονδιακή Εισαγγελία της Ελβετίας διέταξε την παράδοση των αιτουμένων στοιχείων τον Νοέμβριο του 2017, αλλά ο πρώην σύμβουλος του Υπουργού κατέθεσε ένσταση στο Ελβετικό Ομοσπονδιακό Ποινικό Δικαστήριο.
Σύμφωνα με την απόφαση του Ελβετικού Ομοσπονδιακού Ποινικού Δικαστηρίου, είναι αδιαμφισβήτητο ότι η σύζυγος του τότε υπουργού και ο σύμβουλός του ήταν στη λίστα «Lagarde». Ο κατάλογος αυτός, τον οποίο η Ελλάδα είχε λάβει από τη Γαλλίδα, πρώην υπουργό Οικονομικών και νυν επικεφαλής του ΔΝΤ Κριστίν Λαγκάρντ, περιελάμβανε περίπου 2.000 Έλληνες οι οποίοι φέρονται ως φοροφυγάδες με πελατειακή σχέση με την HSBC της Γενεύης, των οποίων τα στοιχεία ήταν μέρος του κλεμμένου από τον Ερβέ Φαλτσιανί (πρώην υπαλλήλου της HSBC) αρχείου. Ο κατάλογος είχε προκαλέσει αναταραχή στην Ελλάδα και δημιούργησε ένα πολιτικό σκάνδαλο.
Σύμφωνα με το Ελβετικό Ομοσπονδιακό Ποινικό Δικαστήριο, η Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Δικαιοσύνης και ο Γενική Εισαγγελία δεν μπόρεσαν ούτε να αποδείξουν, ούτε να καταστήσουν αξιόπιστο ότι το αίτημα της Αθήνας για δικαστική συνδρομή βασίστηκε σε πληροφορίες, εκτός από εκείνες της λίστας Λαγκάρντ. Έτσι, η Ελβετική Ομοσπονδιακή Εισαγγελία «αρνήθηκε» να συμμορφωθεί με το δικαστικό αίτημα για αποσαφήνιση της σχέσης μεταξύ της λίστας Λαγκάρντ και του αιτήματος για νομική συνδρομή.
Σύμφωνα με το Ομοσπονδιακό Ποινικό Δικαστήριο, είναι προφανές ότι ένα κράτος επιτρέπεται να αρνηθεί να συνεργαστεί εάν η αίτηση για δικαστική συνδρομή βασίζεται σε πληροφορίες που αποκτήθηκαν κατά παράβαση του νόμου του. Το δικαστήριο βασίστηκε ιδίως στη θεωρία και στην πρακτική της Ομοσπονδιακής Υπηρεσίας Δικαιοσύνης καθώς και στη νομολογία του Ομοσπονδιακού Δικαστηρίου σχετικά με την παροχή βοήθειας σε θέματα αμοιβαίας φορολογικής συνδρομής.
Kατά ειρωνικό τρόπο, την ίδια μέρα που το Ομοσπονδιακό Ποινικό Δικαστήριο αποφάνθηκε για την υπόθεση της Ελλάδας, το Ελβετικό Ομοσπονδιακό Ανώτατο Δικαστήριο εξέδιδε απόφαση για χαλάρωση των προϋποθέσεων της παροχής φορολογικής συνδρομής. Το κρίσιμο ερώτημα τώρα είναι εάν αυτή η απόφαση θα είχε οδηγήσει ή θα οδηγήσει σε αντίστοιχη χαλάρωση της παροχής δικαστικής συνδρομής.
Η Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Δικαιοσύνης κατέθεσε ένσταση κατά της απόφασης του Ομοσπονδιακού Ποινικού Δικαστηρίου της Μπελιντσόνα (Bellinzona), αλλά απερρίφθη. Το Ελβετικό Ομοσπονδιακό Ανώτατο Δικαστήριο αποφάσισε τον Νοέμβριο να μην υπεισέλθει στην ουσία της ένστασης, δεδομένου ότι η διαδικασία παροχής νομικής συνδρομής δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί. Η Ομοσπονδιακή Εισαγγελία θα πρέπει να λάβει τώρα μια νέα -τελική- απόφαση λόγω της δικαστικής απόφασης της Ομοσπονδιακού Ποινικού Δικαστηρίου της Μπελιντσόνα.
Η Ομοσπονδιακή Εισαγγελία ανακοίνωσε την Τρίτη, κατόπιν σχετικού ερωτήματος, ότι η υπόθεση εκκρεμεί ενώπιόν της. Μπορεί να προσπαθήσει να λάβει πρόσθετα αποδεικτικά στοιχεία από την Αθήνα, τα οποία να αποδεικνύουν ότι το ελληνικό αίτημα δικαστικής συνδρομής δεν βασίζεται ουσιαστικά σε κλεμμένα στοιχεία. Το αν υπάρχουν τέτοια στοιχεία είναι ασαφές. Αν δεν υπάρχουν, τότε η Ελβετική Ομοσπονδιακή Εισαγγελία θα μπορούσε να ελπίζει ότι το Ομοσπονδιακό Δικαστήριο θα χαλαρώσει κατά τον ίδιο τρόπο τις προϋποθέσεις παροχής διεθνούς δικαστικής συνδρομής σε περιπτώσεις που αφορούν κλεμμένα δεδομένα, όπως έπραξε πρόσφατα στην περίπτωση της παροχής βοήθειας σε θέματα φορολογικής συνδρομής. Το αν οι δικαστές της Λωζάννης τείνουν προς αυτό, φαίνεται επί του παρόντος εντελώς ανοικτό. Με την απόφαση του Νοεμβρίου πάντως οι δικαστές δεν έδωσαν καμιά τέτοια ένδειξη».
crashonline.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου