Ο Πειραιάς ήταν κάποτε νησί.
Σύμφωνα με μελέτες, μέχρι και το 1.550 π.Χ., ο Πειραιάς χωριζόταν από την Αττική με μία λιμνοθάλασσα.
Έτσι πήρε και το όνομά του, «Πειραιεύς», η οποία προέρχεται από τη λέξη «πορθμέας», «πέρασμα» ή «περαιώ», που σημαίνει «μεταφέρω απέναντι».
Ο «πορθμέας» δεν ήταν άλλος απ’ τον βαρκάρη, ο οποίος περνούσε τον κόσμο από τις ακτές της Αττικής στις ακτές του Πειραιά.
Η θαλάσσια λωρίδα ξεκινούσε από την περιοχή του Νέου Φαλήρου, περνούσε από τα Καμίνια και κατέληγε περίπου στο σημείο όπου βρίσκεται σήμερα ο σταθμός ΗΣΑΠ Πειραιώς.
Σταδιακά, συνδέθηκε με την Αττική, εξαιτίας προσχώσεων που μετέφεραν τα ποτάμια Κηφισός και Ιλισσός.
Έτσι η λωρίδα θάλασσας μεταμορφώθηκε αρχικά σε έλος και αργότερα σε «πηλώδη» περιοχή, δηλαδή ένα λασπότοπο που διατηρεί την ίδια ονομασία μέχρι και σήμερα, Αλίπεδο.
Σταδιακά, συνδέθηκε με την Αττική, εξαιτίας προσχώσεων που μετέφεραν τα ποτάμια Κηφισός και Ιλισσός.
Έτσι η λωρίδα θάλασσας μεταμορφώθηκε αρχικά σε έλος και αργότερα σε «πηλώδη» περιοχή, δηλαδή ένα λασπότοπο που διατηρεί την ίδια ονομασία μέχρι και σήμερα, Αλίπεδο.
Ο Θεμιστοκλής και ο Πειραιάς
Η ανάπτυξη του Πειραιά συνδέθηκε με έναν μεγάλο της Αθήνας, τον Θεμιστοκλή, ο οποίος πρώτος αντιλήφθηκε ότι η δύναμη της πόλης βρισκόταν στη θάλασσα και όχι στη στεριά.
Μέχρι τότε, η Αθήνα ήταν μία αγροτική πόλη με επίνειο το Φάληρο, το οποίο λειτουργούσε κυρίως ως εμπορικό λιμάνι.
Το 493 π.Χ., όταν ανακαλύφθηκε ασήμι στο υπέδαφος του Λαυρίου, ο Θεμιστοκλής επέλεξε να το χρησιμοποιήσει για να μετατρέψει την Αθήνα στη μεγαλύτερη ναυτική δύναμη της Μεσογείου.
Το κατάφερε, μεταφέροντας το επίνειο της πόλης στον Πειραιά, όπου υπήρχαν τρία φυσικά λιμάνια, τα οποία μπορούσαν να υποστηρίξουν εμπορικό αλλά και πολεμικό στόλο.
Μέχρι τότε, η Αθήνα ήταν μία αγροτική πόλη με επίνειο το Φάληρο, το οποίο λειτουργούσε κυρίως ως εμπορικό λιμάνι.
Το 493 π.Χ., όταν ανακαλύφθηκε ασήμι στο υπέδαφος του Λαυρίου, ο Θεμιστοκλής επέλεξε να το χρησιμοποιήσει για να μετατρέψει την Αθήνα στη μεγαλύτερη ναυτική δύναμη της Μεσογείου.
Το κατάφερε, μεταφέροντας το επίνειο της πόλης στον Πειραιά, όπου υπήρχαν τρία φυσικά λιμάνια, τα οποία μπορούσαν να υποστηρίξουν εμπορικό αλλά και πολεμικό στόλο.
Τα Μακρά Τείχη
Αυτό που απέμενε για να εξασφαλιστεί η επικράτηση της Αθήνας στη Μεσόγειο ήταν τα αμυντικά έργα.
Με εντολή του Θεμιστοκλή, ξεκίνησε η οχύρωση της Αθήνας και του Πειραιά με τα λεγόμενα «Μακρά Τείχη», που είχαν ως στόχο να προστατεύσουν την πόλη από επιθέσεις, αλλά και να εξασφαλίσουν τη δυνατότητα τροφοδότησης της Αθήνας μέσω του λιμανιού, ακόμα και σε περιόδους πολιορκίας.
Το βασικό σχέδιο της πόλης βασίστηκε πάνω σε δύο κεντρικούς άξονες, οι οποίοι υπάρχουν μέχρι και σήμερα. Πρόκειται για τους δρόμους «Ηρώων Πολυτεχνείου» και «Βασιλέως Γεωργίου».
Οι πολιορκούμενοι έφτασαν να βράζουν ακόμα και τα σανδάλια τους, που ήταν κατασκευασμένα από δέρμα ζώου, για να φάνε μια σούπα που είχε λίγη γεύση.
Η επικράτηση των Ρωμαίων ήταν απόλυτη. Με εντολές του Σύλλα, ο Πειραιάς ισοπεδώθηκε.
Ήταν τέτοιο το μένος του ρωμαίου στρατηγού εναντίον του Πειραιά και τόσο μεγάλες οι καταστροφές που προξένησε στην πόλη, που από το όνομά του προήλθε η λέξη «σύληση».
Ο Πειραιάς δεν κατάφερε να επανέλθει μετά την καταστροφή. Για αιώνες, τα ίχνη του χάθηκαν, μέχρι και το 1834, όταν η Αθήνα έγινε η πρωτεύουσα του νεοσύστατου ελληνικού κράτους.
Τα Μακρά Τείχη που ένωναν την Αθήνα με τον Πειραιά
Η κατασκευή των τειχών ξεκίνησε το 461 π.Χ.
Σε πρώτη φάση, τα τείχη ένωναν την Αθήνα με τον Πειραιά, ακολουθώντας τη διαδρομή που σήμερα ακολουθεί η οδός Πειραιώς.
Σε πρώτη φάση, τα τείχη ένωναν την Αθήνα με τον Πειραιά, ακολουθώντας τη διαδρομή που σήμερα ακολουθεί η οδός Πειραιώς.
Είχαν μήκος 7 χιλιόμετρα και η απόσταση μεταξύ τους ήταν 184 μέτρα.
Μέρος τους καταστράφηκε κατά τον Πελοποννησιακό πόλεμο από τους Σπαρτιάτες, αλλά το 391 π.Χ., άρχισε η ανοικοδόμηση του δεύτερου τμήματος των τειχών, τα οποία είχαν ως στόχο να οχυρώσουν όλη την Πειραϊκή χερσόνησο, η οποία μέχρι τότε ήταν αφύλαχτη.
Τα τείχη έμειναν γνωστά ως «Κονώνεια», απ’ τον Κόνωνα, τον Αθηναίο στρατηγό που έφερε εις πέρας το όραμα του Θεμιστοκλή.
Μέρος τους καταστράφηκε κατά τον Πελοποννησιακό πόλεμο από τους Σπαρτιάτες, αλλά το 391 π.Χ., άρχισε η ανοικοδόμηση του δεύτερου τμήματος των τειχών, τα οποία είχαν ως στόχο να οχυρώσουν όλη την Πειραϊκή χερσόνησο, η οποία μέχρι τότε ήταν αφύλαχτη.
Τα τείχη έμειναν γνωστά ως «Κονώνεια», απ’ τον Κόνωνα, τον Αθηναίο στρατηγό που έφερε εις πέρας το όραμα του Θεμιστοκλή.
Η Ιπποδάμεια Πολεοδομία
Στην πόλη του Πειραιά εφαρμόστηκε για πρώτη φορά πολεοδομικό σχέδιο.
Ο Ιππόδαμος της Μιλήτου, που θεωρείται ο πατέρας της πολεοδομίας, χώρισε την πόλη με κάθετες και οριζόντιες ευθείες που συμβόλιζαν οδούς, σε ίσα οικοδομικά τετράγωνα, τα οποία θα φιλοξενούσαν είτε σπίτια, είτε πλατείες, δημόσιους χώρους λατρείας ή τα εμπορικά καταστήματα της εποχής.
Ο Ιππόδαμος της Μιλήτου, που θεωρείται ο πατέρας της πολεοδομίας, χώρισε την πόλη με κάθετες και οριζόντιες ευθείες που συμβόλιζαν οδούς, σε ίσα οικοδομικά τετράγωνα, τα οποία θα φιλοξενούσαν είτε σπίτια, είτε πλατείες, δημόσιους χώρους λατρείας ή τα εμπορικά καταστήματα της εποχής.
Προβλέπονταν διάφορες ζώνες για την πόλη, δηλαδή περιοχές που θα υπήρχαν μόνο κατοικίες ή μόνο μαγαζιά, έτσι ώστε να μην μπλέκεται η καθημερινή κίνηση του λιμανιού με τις οικογένειες των ντόπιων.
Το βασικό σχέδιο της πόλης βασίστηκε πάνω σε δύο κεντρικούς άξονες, οι οποίοι υπάρχουν μέχρι και σήμερα. Πρόκειται για τους δρόμους «Ηρώων Πολυτεχνείου» και «Βασιλέως Γεωργίου».
Η «Σύληση» του Πειραιά
Το τέλος του Πειραιά ήρθε το 88 π.Χ. Η Αθήνα και ο Πειραιάς βρίσκονταν υπό ρωμαϊκή κυριαρχία, αλλά συμμάχησαν με το ελληνικό βασίλειο του Πόντου και τον βασιλιά Μιθριδάτη και επαναστάτησαν εναντίον των Ρωμαίων. Τη στάση ήρθε να καταπνίξει ο στρατηγός Σύλλας.
Πολιόρκησε την Αθήνα και τον Πειραιά για δύο χρόνια, αλλά τα τείχη δεν έπεφταν.
Οι Ρωμαίοι έκαναν συνεχείς εφόδους. Κατέστρεψαν τα δάση της Αττικής, για να κατασκευάσουν πολιορκητικούς κριούς, έσκαψαν ακόμα κάτω από τα τείχη, για να μπουν στην πόλη, αλλά τους πρόλαβαν οι Έλληνες και ο στρατός του Μιθριδάτη και πολέμησαν μέσα στις στοές.
Οι Ρωμαίοι έκαναν συνεχείς εφόδους. Κατέστρεψαν τα δάση της Αττικής, για να κατασκευάσουν πολιορκητικούς κριούς, έσκαψαν ακόμα κάτω από τα τείχη, για να μπουν στην πόλη, αλλά τους πρόλαβαν οι Έλληνες και ο στρατός του Μιθριδάτη και πολέμησαν μέσα στις στοές.
Οι πολιορκούμενοι έφτασαν να βράζουν ακόμα και τα σανδάλια τους, που ήταν κατασκευασμένα από δέρμα ζώου, για να φάνε μια σούπα που είχε λίγη γεύση.
Με τους Ρωμαίους όμως συνεργάστηκαν πολλοί σκλάβοι, οι οποίοι πετούσαν από τα τείχη μεταλλικά σφαιρίδια, πάνω στα οποία σημείωναν πότε επρόκειτο να επιτεθούν οι Αθηναίοι ή οι Πειραιώτες.
Η πολιορκία έληξε το 86 π.Χ.
Η επικράτηση των Ρωμαίων ήταν απόλυτη. Με εντολές του Σύλλα, ο Πειραιάς ισοπεδώθηκε.
Ήταν τέτοιο το μένος του ρωμαίου στρατηγού εναντίον του Πειραιά και τόσο μεγάλες οι καταστροφές που προξένησε στην πόλη, που από το όνομά του προήλθε η λέξη «σύληση».
Ο Πειραιάς δεν κατάφερε να επανέλθει μετά την καταστροφή. Για αιώνες, τα ίχνη του χάθηκαν, μέχρι και το 1834, όταν η Αθήνα έγινε η πρωτεύουσα του νεοσύστατου ελληνικού κράτους.
mixanitouxronou.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου