Amfipoli News: Ο Δίας «έχτισε» το ηλιακό μας σύστημα

Σάββατο 30 Νοεμβρίου 2019

Ο Δίας «έχτισε» το ηλιακό μας σύστημα


Ο Δίας, σύμφωνα με την αρχαία ελληνική θεογονία, είναι ο «πατέρας των θεών και των ανθρώπων», ενώ σύμφωνα με αρκετούς ειδικούς είναι και ο «πατέρας των πλανητών του ηλιακού μας συστήματος». 

Το 2001 ομάδα αστρονόμων του Πανεπιστημίου Queen Mary του Λονδίνου διατύπωσε μια επαναστατική θεωρία σύμφωνα με την οποία ο Δίας έπαιξε τον πλέον καθοριστικό ρόλο στον σχηματισμό του ηλιακού μας συστήματος όπως το γνωρίζουμε σήμερα.
Όπως ο Δίας με τη θεϊκή του υπόσταση κάποια στιγμή μεταμορφώθηκε σε ταύρο για να αρπάξει την όμορφη Ευρώπη, έτσι και ο ομώνυμος πλανήτης μεταμορφώθηκε σε «ταύρο» και μάλιστα κινήθηκε στο ηλιακό μας σύστημα ως… ταύρος εν υαλοπωλείω.

Σύμφωνα με τη θεωρία που ανέπτυξαν οι αστρονόμοι του Queen Mary, ο Δίας στις απαρχές του ηλιακού μας συστήματος έκανε «βόλτες» μέσα σε αυτό συμπαρασύροντας ό,τι βρισκόταν στον δρόμο του. Έτσι, κατέστρεψε κάποιους πλανήτες, «τραυμάτισε» κάποιους άλλους ενώ επίσης εξέτρεψε από την τροχιά τους ορισμένους πλανήτες στέλνοντάς τους σε άλλα σημεία από αυτά που αρχικά βρίσκονταν. Εκτός από την ύπαρξη ή τη θέση των πλανητών στο ηλιακό μας σύστημα, ο Δίας φαίνεται ότι έπαιξε ρόλο στη δημιουργία και διαφόρων περιοχών ή ζωνών με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά μέσα σε αυτό, όπως είναι οι ζώνες αστεροειδών.
Έτσι, κάποια στιγμή εγκαταστάθηκε στη θέση που βρίσκεται σήμερα έχοντας προηγουμένως διαμορφώσει τη σύνθεση και την εικόνα του ηλιακού μας συστήματος. Η θεωρία αυτή γοήτευσε αρκετούς επιστήμονες που άρχισαν να τη διερευνούν. Έκτοτε, έχουν πραγματοποιηθεί διάφορες μελέτες οι οποίες επιβεβαιώνουν την καταλυτική δράση του Δία στο ηλιακό μας σύστημα.

Η χαμένη γενιά πλανητών
Η τελευταία σχετική μελέτη έγινε από ομάδα επιστημόνων με επικεφαλής τον καθηγητή Αστρονομίας Γκρέγκορι Λάφλιν του Πανεπιστημίου Σάντα Κρουζ της Καλιφόρνιας και τον επίκουρο καθηγητή Πλανητικής Επιστήμης Κονσταντίν Μπατίγκιν του Πανεπιστημίου Caltech της Καλιφόρνιας, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στην επιθεώρηση PNAS. Εκτιμάται ότι περίπου τα μισά άστρα σαν τον Ήλιο στον γαλαξία μας έχουν πλανήτες γύρω τους. Ως σήμερα έχουν εντοπισθεί δεκάδες πλανητικά συστήματα γύρω από κάποιο άστρο αλλά το δικό μας διαφέρει πολύ από αυτά. Μια βασική διαφορά είναι ότι στο δικό μας ηλιακό σύστημα δεν υπάρχουν πλανήτες σε τροχιά πιο κοντινή στον Ήλιο από ό,τι ο Ερμής.

Σε άλλα συστήματα, αντίθετα, είναι συνηθισμένο φαινόμενο να ανακαλύπτονται πλανήτες λίγο μεγαλύτεροι από τη Γη (οι λεγόμενες σούπερ Γαίες) σε απόσταση πολύ κοντινή στο άστρο τους. Η εξήγηση για αυτή τη διαφοροποίηση έρχεται από τη συγκεκριμένη νέα μελέτη που αναφέρει ότι στις απαρχές του το ηλιακό μας σύστημα ακολούθησε μια φάση κοινή στον γαλαξία μας, δημιουργώντας βραχώδεις πλανήτες με πυκνή ατμόσφαιρα πολύ κοντά στον Ήλιο. Ωστόσο ο Δίας διέλυσε αυτή την αρχική «φουρνιά» πρωτοπλανητών, προκαλώντας ένα φοβερό ντόμινο συγκρούσεων, που θα θύμιζαν κοσμικό μπιλιάρδο, με τελικό αποτέλεσμα οι πρώτοι πλανήτες να γίνουν κομμάτια και θρύψαλα.

Σύμφωνα με τη μελέτη, ένα μέρος από αυτά τα απομεινάρια (γύρω στο 10% των αρχικών πρωτοπλανητών) σχημάτισαν εν καιρώ τη δεύτερη γενιά των πλανητών, μεταξύ των οποίων η Γη μας. Αν αυτό πράγματι συνέβη, τότε οι εσωτερικοί και μικρότεροι πλανήτες του ηλιακού μας συστήματος, δηλαδή ο Ερμής, η Αφροδίτη, η Γη και ο Άρης, είναι νεότεροι σε ηλικία σε σχέση με τους εξωτερικούς και πιο μεγάλους. Αν τελικά το σενάριο του «επιθετικού Δία» ισχύει, δίνεται μια πειστική εξήγηση στο γιατί διαφέρει το δικό μας ηλιακό σύστημα από εκείνα που έχουν εντοπισθεί ως σήμερα.

Οι ζώνες αστεροειδών
Διεθνής ομάδα επιστημόνων διατύπωσε το 2011 μια θεωρία που εξηγεί τόσο το σχετικά μικρό μέγεθος του Άρη όσο και την ύπαρξη της μεγάλης ζώνης αστεροειδών του ηλιακού μας συστήματος που βρίσκεται ανάμεσα στον Άρη και τον Δία. Η θεωρία βασίζεται σε εκείνη του περιπλανώμενου Δία και αναφέρει ότι σε μία από τις «βόλτες» του ο γίγαντας αερίου πέρασε από την περιοχή όπου βρίσκεται σήμερα ο Άρης όταν ακόμη εκεί υπήρχε διάσπαρτη κοσμική ύλη. Ο Δίας κατά το πέρασμά του πήρε μαζί του μια σημαντική ποσότητα αυτής της ύλης η οποία σε διαφορετική περίπτωση θα σχημάτιζε έναν μεγάλο βραχώδη πλανήτη.

Παρ” όλα αυτά ο Άρης θα μπορούσε να αναπληρώσει τη «χαμένη» μάζα του από κοσμική ύλη (κυρίως βράχους) που θα προέρχονταν από την περιοχή του Κρόνου. Σύμφωνα με τους ειδικούς, μέρος της κοσμικής ύλης που δεν θα χρειαζόταν τελικά ο Κρόνος για τη δημιουργία του θα μπορούσε να καταλήξει στον Άρη. Οι ερευνητές είδαν όμως στις προσομοιώσεις που έκαναν ότι ο Δίας δεν άφησε κανένα περιθώριο στον Άρη, αφού εγκαταλείποντας την περιοχή του Κόκκινου Πλανήτη κινήθηκε προς την περιοχή του Κρόνου και ολοκλήρωσε τη δημιουργία της ζώνης των αστεροειδών «κλέβοντας» κοσμική ύλη και από εκεί.

Η συγκεκριμένη θεωρία δίνει ταυτόχρονα και μια πιθανή εξήγηση για τα πολλά και διαφορετικού είδους σώματα και πετρώματα που υπάρχουν στη μεγάλη ζώνη αστεροειδών ανάμεσα στον Δία και τον Άρη.

Πατέρας και προστάτης της Γης
Αν πάντως υπάρχουν κάποιοι στο ηλιακό μας σύστημα που πρέπει να ευγνωμονούν τον Δία για την ύπαρξη και τη «συμπεριφορά» του, αυτοί είναι σίγουρα η Γη και ο άνθρωπος. Εκτός από το ότι, όπως φαίνεται, άνοιξε τον δρόμο για να σχηματιστεί ο πλανήτης μας, έπαιξε κομβικό ρόλο και στη διαμόρφωση των συνθηκών πάνω σε αυτόν.

Ομάδα ερευνητών από το Πανεπιστήμιο της Νέας Νότιας Ουαλίας στην Αυστραλία και το Πανεπιστήμιο Royal Holloway στο Λονδίνο διεξήγαγαν μια σχετική μελέτη. Οι ερευνητές προχώρησαν σε μια σειρά προσομοιώσεις οι οποίες έδειξαν ότι ο Δίας έπαιξε καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση των ευνοϊκών για τη ζωή κλιματικών συνθηκών στη Γη.

Οι ερευνητές μελέτησαν την κλιματική σχέση της Γης και του Δία με βάση την απόσταση που έχουν μεταξύ τους αλλά και την τροχιακή τους κίνηση. Μελέτησαν επίσης την κλιματική σχέση που θα υπήρχε ανάμεσα στους δύο πλανήτες αν βρίσκονταν σε διαφορετικές αποστάσεις και τροχιές. Κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η απόσταση και η τροχιά που έχουν οι δύο πλανήτες επηρέασαν το κλίμα της Γης με τρόπο τέτοιον ώστε οι κλιματικές συνθήκες να είναι φιλικές για την παρουσία της ζωής. Τα ευρήματα της μελέτης παρουσιάστηκαν στην επιθεώρηση «Astrobiology Magazine».

tovima.gr

Διαβάστε επίσης:



Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου