*Μια ιστορία πόνου και φρίκης, για τους πρόσφυγες του Πόντου
Γράφει ο Παντελής Στεφ. Αθανασιάδης
Τα βάσανα των Ποντίων, συνθέτουν μια φοβερή
τραγωδία, που δεν πρόκειται να ξεχαστεί ποτέ. Είναι γνωστά τα όσα τράβηξαν με τη γενοκτονία που εφάρμοσαν εις βάρος τους οι Νεότουρκοι και τους ανάγκασαν να ζητήσουν καταφύγιο στη γειτονική ομόδοξη Ρωσία. Και ακολούθησαν αργότερα οι
διωγμοί από τους σοβιετικούς του Στάλιν.
Υπήρξαν και ενδιάμεσες στιγμές, όταν άνοιξε την αγκαλιά της η μητέρα πατρίδα να δεχθεί τους διωγμένους.
Ήταν το 1921, που η Ελλάδα δέχθηκε πρόσφυγες από τον Πόντο και τον Καύκασο εξαιτίας των διωγμών και των φονικών μαχών στις περιοχές εκείνες.
Η μεταφορά τους έγινε με πλοία, κάτω από συνθήκες τραγικές, που οδηγούσαν και σε πολλούς θανάτους κατά τη διάρκεια του πλου προς την Ελλάδα.
Ενδεικτικά αναφέρεται ότι μόνο στο πλοίο “Άγιος Κωνσταντίνος”, που ξεκίνησε στις 21 Μαΐου 1922 από το Βατούμι με 5.000 πρόσφυγες, πέθαναν κατά τη διαδρομή 150-200 Πόντιοι του Καυκάσου. Οι πρόσφυγες αποβιβάζονταν
στη Θεσσαλονίκη.
Το 1920 η Καλαμαριά ήταν ένα κλειστό στρατόπεδο με άθλιες παράγκες, όπου όλοι οι πρόσφυγες ζούσαν σε καραντίνα, εξοντωμένοι από τον τύφο και τη δυσεντερία, με ελάχιστη κρατική βοήθεια.
Τα περισσότερα παιδιά των προσφύγων πέθαιναν αβοήθητα.
Αλλά και όταν το όνειρο έγινε πραγματικότητα και οι πρόσφυγες του Καυκάσου έφτασαν στην πατρίδα, οι δυσκολίες
δεν έλειψαν.
Το κράτος μπλεγμένο στη Μικρασιατική εκστρατεία, με μειωμένους διαθέσιμους πόρους, ελάχιστα πρόσφερε για την περίθαλψη αυτών των ανθρώπων, που από την Καλαμαριά τους προωθούσε σε διάφορα χωριά της Μακεδονίας για μόνιμη
εγκατάσταση. Αλλά και εκεί η κατάσταση ήταν άθλια για τους νεοφερμένους.
Έζευαν ανθρώπους στα άροτρα
Την εποχή εκείνη, η Ελλάδα έπαιρνε από τη Βουλγαρία κυρίως αροτριώντα ζώα, ως αποζημίωση που της επιδικάστηκε για τις καταστροφές που προξένησαν οι Βούλγαροι εις βάρος Ελλήνων κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου ως σύμμαχοι των Γερμανών. Στη διανομή των ζώων αυτών φάνηκε πως επικράτησαν κομματικά και άλλα συμφεροντολογικά κριτήρια.
Τότε (Σεπτέμβριος 1921) ο πληρεξούσιος βουλευτής Δράμας Α. Ζουρμπάς δημιούργησε θόρυβο ζητώντας να διατεθούν αυτά τα ζώα σε πληθυσμούς της Ανατολικής Μακεδονίας. Ο υπουργός άνευ χαρτοφυλακίου Γεώργιος Αλεξανδρόπουλος (που εκλέγονταν στην Αιτωλία και Ακαρνανία) αναγκάσθηκε να ασχοληθεί με το ζήτημα και τελικά έκρινε ότι τα ζώα αυτά έπρεπε να διατεθούν σε πρόσφυγες του Καυκάσου και όχι στους πληθυσμούς της Ανατολικής Μακεδονίας αν και αυτοί είχαν υποστεί τα πάνδεινα από τους Βουλγάρους. Συγκριτικά όμως, έκρινε ότι οι Καυκάσιοι πρόσφυγες ήταν σε ασυγκρίτως χειρότερη θέση. Θεωρούσε επίσης ότι η αξίωση του βουλευτή Α. Ζουρμπά ήταν περισσότερο δημοκοπική.
Ο Αλεξανδρόπουλος όμως έκανε την ακόλουθη δραματική δήλωση σε εφημερίδα:
«Σας βεβαιώ ότι είδα ιδίοις όμμασι δέκα επτά Καυκασίους εζευγμένους ώστε να καλλιεργήσωσιν αγρούς! Επίσης είδον Καυκάσιον εζευγμένον εις άροτρον με τον μοναδικό όνον του αγωνιζόμενος να αροτριώση μικρόν τμήμα! Γενικώς δύναμαι να είπω ότι οι Καυκάσιοι, στερούμενοι εντελώς σχεδόν αροτριώντων ζώων, κινδυνεύουσι να αποθάνουν εκ της πείνης και θα στερηθώμεν ούτω χιλιάδων εργατικών χειρών. Δια τούτο λόγοι φιλανθρωπίας, λόγοι ανακουφίσεως επέβαλον εις το Κράτος, το οποίον είναι ηναγκασμένον να δαπανά προς συντήρησίν των, όπως τα Βουλγαρικά κτήνη διατεθώσιν εις τους Καυκάσιους».
Φοβερό!!! Άνθρωποι ζεύονταν στα άροτρα… Μέσα στον 20ο αιώνα, είχαμε νέα φαινόμενα της δουλείας που καταργήθηκε με αγώνες και αίματα.
Αλλά και τα βουλγαρικά ζώα που θα έδινε στους Καυκάσιους ο Αλεξανδρόπουλος φαίνεται πως ήταν άχρηστα. Ο αντιπρόσωπος της ελληνικής κυβέρνησης στη Σόφια είχε τηλεγραφήσει στον υπουργό Γεωργίας Κωνσταντίνο Τερτίπη (που εκλέγονταν στα Τρίκαλα) ότι τα περισσότερα ζώα που έδιναν οι Βούλγαροι ήταν άχρηστα, ασθενικά, μεγάλης ηλικίας και ακατάλληλα εν γένει, ιδίως δε τα άλογα. Ο Έλληνας αντιπρόσωπος διαμαρτυρήθηκε έντονα προς τη Διασυμμαχική Επιτροπή, που έδρευε στη Σόφια ενώ διατάχθηκε να σταματήσει την παραλαβή άχρηστων ζώων.
*Εικόνες από τη Γενοκτονία του Πόντου
Παρ΄όλα αυτά χιλιάδες ομογενείς έφυγαν το 1921 κυρίως από τα λιμάνια του Βατούμι και του Νοβοροσίσκ, προσδοκώντας να ζήσουν σε καλύτερες συνθήκες στην Ελλάδα (που δεν τις βρήκαν…) και να απολαύσουν την ελευθερία. Ένα χαρακτηριστικό τραγούδι της περιοχής της Γκιόλιας που αναφέρονταν στη μετανάστευση είχε ως τελευταία λέξη, τη λέξη ελευθερία:
"Λυριτζή παίξον τη λύρα σ’ οι νέοι ας χορεύνε
τα ντέρτια για τ’ ανθρώπς είναι, έρτανε και διαβαίνε.
Αδά σα κρύα τ’ άχαρα, προκοπήν εγώ ‘κι είδα
ας πάμε σην Ελλάδα ‘μουν την όμορφην πατρίδα.
Θα πάμε σην Ελλάδα μουν να ζούμ’, άλλο καλλίον
ούλια ‘μουν κι αν εχάσαμε έχομε την υγείαν.
Θα πάμε σην Πατρίδα μουν να ‘χωμεν λευθερίαν".
Για να καταλάβει κανείς το κλίμα μέσα στο οποίο ζούσαν οι Πόντιοι πρόσφυγες την εποχή εκεί, θα θυμίσουμε ότι στις 22 Σεπτεμβρίου 1921 Το Οικουμενικό Πατριαρχείο αποφάσισε να απευθύνει διαμαρτυρία προς τις συμμαχικές κυβερνήσεις, με βάση την έκθεση που είχε υποβάλει ο Μητροπολίτης Αμασείας για την τρομακτική εξόντωση και τις νέες σφαγές Ποντίων. Την ίδια διαμαρτυρία απέστειλαν επίσης και προς του αρχιεπισκόπους του Καντέρμπουρι και της Ουψάλας, καθώς και στους επισκόπους της Αμερικής και στη Κοινωνία των Εθνών, ζητώντας προστασία των πληθυσμών, του Πόντου, που εξοντώνονταν.
Τα βάσανα του Πόντου σε όλες τις ιστορικές του φάσεις ήταν ανείπωτα.
Παντελής Στεφ. Αθανασιάδης
ΠΗΓΕΣ: *Αρχείο εφημερίδων εποχής
sitalkisking.blogspot.com
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου