Amfipoli News: ΟΙ ΤΡΕΙΣ ΚΑΤΑΚΛΥΣΜΟΙ ΚΑΤΆ ΤΗΝ ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ ΜΑΣ

Τετάρτη 22 Ιουλίου 2020

ΟΙ ΤΡΕΙΣ ΚΑΤΑΚΛΥΣΜΟΙ ΚΑΤΆ ΤΗΝ ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ ΜΑΣ


Στην Ελληνική μυθολογία αναφέρονται τρεις κατακλυσμοί: του Ωγύγου, του Δευκαλίωνα και του Δαρδάνου. Οι ελληνικοί μύθοι περί κατακλυσμών είναι περισσότερο αληθινοί από τον εβραϊκό μύθο του κατακλυσμού του Νώε, που αναφέρεται σε παγκόσμιο κατακλυσμό. Υποστηρίζω αυτή την άποψη γιατί ο κατακλυσμός του Ωγύγου αναφέρεται στην Αττικοβοιωτία, του Δευκαλίωνα για κατακλυσμό που έγινε στον ελλαδικό χώρο, με επίκεντρο τη Θεσσαλία, και του Δαρδάνου στην περιοχή των Δαρδανελίων, μεταξύ Θράκης και Μ. Ασίας. Αυτά τα φαινόμενα άφησαν γεωλογικά ίχνη που επιστημονικά επαληθεύονται, γιατί αδιάψευστη “Βίβλος” είναι τα γεωλογικά στρώματα όπου καταγράφεται από τη φύση η ιστορία της γης. Αντίθετα δεν υπάρχουν γεωλογικές καταγραφές για παγκόσμιο κατακλυσμό!
Θα αναφερθούμε στη συνέχεια στους δικούς μας- αληθινούς κατακλυσμούς. Ο πιο γνωστός καταγεγραμμένος από την μυθολογία- κατακλυσμό του Δευκαλίωνα είναι και ο μεγαλύτερος στον ελλαδικό χώρο.
Ο Πλάτωνας στο βιβλίο του “Τίμαιος” μας πληροφορεί ότι η γη γνώρισε πολλές καταστροφές, άλλες από πλημμύρες- κατακλυσμούς, κι άλλες από φωτιές ή άνοδο της θερμοκρασίας. Ο ιερέας των Αιγυπτιακών ιερών πληροφορεί τον αθηναίο σοφό Σόλωνα ότι ο πολιτισμός των Αθηναίων είναι τουλάχιστον χίλια χρόνια αρχαιότερος του πολιτισμού των Αιγυπτίων, αλλά οι νεότεροι Αθηναίοι δεν το θυμούνται λόγω ενός μεγάλου κατακλυσμού. Παραθέτουμε τρία αποσπάσματα από το βιβλίο αυτό:
[[ Υπάρχει στην Αίγυπτο» είπε αυτός, «στο Δέλτα, εκεί που χωρίζεται στην κορυφή του το ρεύμα του Νείλου, μια περιοχή, που λέγεται Σαϊτική. Μεγαλύτερη πολιτεία αυτής της περιοχής είναι η Σάις, από την οποία καταγόταν ο βασιλιάς Άμασις. Σύμφωνα με κείνους, ιδρυτής της πόλης ήταν μια θεά που στα Αιγυπτιακά ονομάζεται Νήιθ, και, όπως λένε οι ίδιοι, Αθηνά στα Ελληνικά. Οι κάτοικοί της αγαπούν τους Αθηναίους και ισχυρίζονται ότι, κατά κάποιο τρόπο, είναι συγγενείς τους. Όταν πήγε εκεί ο Σόλωνας, τον τίμησαν, είπε εξαιρετικά. Όταν ζήτησε πληροφορίες για την αρχαία ιστορία τους από τους ιερείς, που κατ’ εξοχήν γνώριζαν αυτά τα πράγματα, διαπίστωσε πως ούτε ο ίδιος ούτε κανένας άλλος Έλληνας, όπως λέγεται, γνώριζε τίποτα σχετικά μ’ αυτά. Κι όταν σε κάποια περίπτωση θέλησε να τους παρασύρει σε συζήτηση σχετικά με την αρχαία ιστορία, τους μίλησε για τον Φορωνέα που θεωρείται ο πρώτος άνθρωπος, για τη Νιόβη, για τον Δευκαλίωνα επίσης και την Πύρρα, για τον τρόπο που σώθηκαν από τον κατακλυσμό και για την γενεαλογία των απογόνων τους, και προσπάθησε να υπολογίσει το χρονικό διάστημα που πέρασε από τότε μετρώντας τα χρόνια. Τότε ένας πολύ ηλικιωμένος ιερέας του είπε: « Σόλωνα, Σόλωνα, εσείς οι Έλληνες είστε αιωνίως παιδιά. Δεν υπάρχει γέρος Έλληνας ». Ακούγοντας αυτό λοιπόν ρώτησε:
« Πώς; Τι εννοείς με αυτά που είπες; » « Είστε όλοι νέοι στην ψυχή », είπε, « γιατί δεν έχετε μέσα σας παλαιές αντιλήψεις από αρχαία παράδοση ούτε και καμιά διδασκαλία που να πάλιωσε με το πέρασμα του χρόνου. Η αιτία όλων αυτών είναι η εξής: Συνέβησαν και θα συμβούν πολλές και διάφορες καταστροφές στο ανθρώπινο γένος. Οι σημαντικότερες προήλθαν από φωτιές και πλημμύρες, ενώ οι μικρότερες από αμέτρητες άλλες αιτίες……
Εσείς θυμάστε μόνο έναν κατακλυσμό, αν και προηγουμένως έγιναν πολλοί. Δεν ξέρετε, επίσης, ότι στη δική σας χώρα γεννήθηκε το πιο όμορφο κι ευγενικό ανθρώπινο γένος, από το οποίο κατάγεσαι κι εσύ και όλοι οι συμπολίτες σου, επειδή βέβαια διασώθηκε λίγο σπέρμα. Αυτό όμως το αγνοείτε, γιατί επί πολλές γενιές οι επιζήσαντες πέθαναν χωρίς να γνωρίζουν να γράφουν. Κάποτε, Σόλωνα, πριν γίνει ο μεγάλος κατακλυσμός, αυτή που σήμερα είναι η πολιτεία των Αθηναίων ήταν πολύ γενναία στον πόλεμο και εξαιρετικά ευνομούμενη από κάθε άποψη. Λέγεται μάλιστα ότι εκεί έγιναν τα πιο σημαντικά έργα και τα καλύτερα πολιτεύματα απ’ όσα τώρα έχουμε ακούσει πως υπήρξαν στον κόσμο……
Η διάρκεια του πολιτισμού μας, όπως λένε τα ιερά μας βιβλία, είναι οκτώ χιλιάδες χρόνια. Θα σου μιλήσω λοιπόν με συντομία για τους νόμους και τα υπέροχα έργα των συμπολιτών σου, που έζησαν πριν από εννέα χιλιάδες χρόνια……»]] (Πλάτωνας, Τίμαιος, 21e- 22c και 23c- 23d και 23e]]
Τους τρεις κατακλυσμούς, που αναφέραμε αρχικά, μνημονεύει στους στίχους του ο ποιητής Νόννος στα “Διονυσιακά” του:
[[ Ο Δάρδανος, ο αδελφός του Ημαθίωνα, είχε γεννηθεί
από το κρεβάτι του Δία, και τροφός του που τον φρόντισε ήταν η Δίκη,
την εποχή που οι Ώρες έτρεξαν στο ανάκτορο της βασίλισσας Ηλέκτρας
έχοντας τα σκήπτρα του Δία, τα πέπλα του Χρόνου και τη ράβδο του Ολύμπου,
προμαντεύοντας την ακατάλυτη κυριαρχία των Αυσονίων.
Ανάθρεψαν λοιπόν το βρέφος, και σύμφωνα μ’ έναν απαράβατο χρησμό
του Δία, ο νεαρός, όταν το άνθος της νιότης που ξαναμεγαλώνει μέστωσε,
έφυγε από το σπίτι της Ηλέκτρας, όταν για Τρίτη φορά κατακλυσμός
πλημμύρισε τα θεμέλια του κόσμου με κύματα ψηλά σαν πύργους.
Την πρώτη φορά που η γη σκεπάστηκε όλη από πλημμύρα, ο Ώγυγος
έκοψε τον αέρα μέσα από τα νερά που είχαν φτάσει στα ύψη,
όταν οι κορφές των υψωμάτων της Θεσσαλίας είχαν καλυφτεί
και ο ψηλός πυθικός βράχος, που έφτανε ίσαμε τα σύννεφα, ήταν μέσα
στον κυματισμό του χιονιού που σχημάτιζε ρέματα.
Ο δεύτερος κατακλυσμός έγινε όταν θυελλώδη νερά ξεχύθηκαν
λυσσασμένα και σκέπασαν την περίμετρο της κυκλικής γης.
Όλοι οι θνητοί βρήκαν τον θάνατο, και μόνο ο Δευκαλίων
με τη συνομήλικη σύντροφό του Πύρρα έσχισε τη στροβιλώδη ροή
του ατέλειωτου κατακλυσμού, μέσα σε μια κοίλη κιβωτό,
σε μια πορεία όλο περιδινήσεις μέσα από τον γεμάτο νερά αέρα.
Την τρίτη φορά ήρθε βροχή από τον Δία και σκέπασε
τη βάση της γης και τους λόφους, καλύπτοντας ακόμα
και τις πλαγιές της Σιθωνίας που δεν είχαν βραχεί ακόμα ποτέ
και το βουνό του Άθωνα. Τότε ο Δάρδανος, διασχίζοντας
τους χειμάρρους των νερών που είχαν φτάσει στα ύψη,
ανέβηκε στη γειτονική Ίδα, το αρχαίο βουνό.]] (Νόννος, Διονυσιακά, βιβιλ. Γ΄, 195- 220)
Ο ΚΑΤΑΚΛΥΣΜΟΣ ΤΟΥ ΩΓΥΓΟΥ
Ο πρώτος κατακλυσμός- που ονομάζεται Ωγύγιος- έγινε όταν βασίλευε ο μυθικός Ώγυγος ή Ωγύγης στη Βοιωτία ή στην Αττική. Αυτός θεωρείται σαν ένας από τους αρχέγονους ηγέτες στη αρχαία Ελλάδα. Κατ’ άλλους συγγραφείς βασίλεψε στη Βοιωτία. Αναφέρεται σαν βασιλιάς των Εκτενών, των αυτόχθονων προκατακλυσμιαίων κατοίκων της Βοιωτίας, στην οποία ίδρυσε την πόλη Ωγυγία- αρχικό όνομα της Θήβας. Κάποιοι αναφέρουν τους πρώτους Θηβαίους ως Ωγυγίδες. Κατ’ άλλους συγγραφείς βασίλεψε στην Αττική πριν της εποχή του Κέκροπα- αναφέρεται, μάλιστα σαν ο πρώτος βασιλιάς της.
Ο Παυσανίας μας αναφέρει:
[[ κατά την παράδοση, οι πρώτοι κάτοικοι στη γη των Θηβών ήταν οι Έκτηνες, των οποίων βασιλιάς ήταν ο αυτόχθων Ώγυγος· απ’ αυτόν οι περισσότεροι ποιητές δίνουν στη Θήβα το προσωνύμιο Ωγύγιαι.]] (Παυσανίας, “Ελλάδος περιήγησις”, Βιβλ. Θ΄, Βοιωτικά, 5,1)
Το επίθετο Ωγύγιος σημαίνει παμπάλαιος, πανάρχαιος, προαιώνιος, αρχέγονος (Ιωαν. Σταματάκος-Λεξικόν της αρχαίας ελληνικής γλώσσης) . Έτσι ο Πλάτωνας στους “Νόμους” υπολογίζει πως ο Ωγύγιος κατακλυσμός έγινε δέκα χιλιάδες χρόνια πριν την εποχή του.
Ο κατακλυσμός του Ώγυγου κατέστρεψε την Αττική και τη Βοιωτία. Αναφέρεται χαρακτηριστικά πως ήταν τόσο καταστροφικός, που άφησε την αττική χωρίς βασιλιά μέχρι την εποχή του Κέκροπα. Κάποιοι μυθογράφοι αναφέρουν ότι ο κατακλυσμός έγινε όταν στο Άργος ήταν βασιλιάς ο Φορωνέας, ο γιος του Ίναχου. Πιστεύουν οι ερευνητές ότι αυτός ο κατακλυσμός οφείλεται στην απότομη αύξηση των νερών του Κηφισού ποταμού.
Άλλοι αναφέρουν ότι τότε φάνηκε ένα παράξενο σημείο στο δίσκο της Αφροδίτης, ενώ ο Freret υποστηρίζει ότι κάποιος κομήτης πέρασε πολύ κοντά στη Γη, ή ότι μέρη του χτύπησαν τη Γη και δημιούργησαν πελώριο παλιρροϊκό κύμα , το οποίο προξένησε μεγάλη καταστροφή . Πιθανολογούν δε ότι εξαιτίας αυτής της φυσικής καταστροφής εξαφανίστηκε ο προκατακλυσμιαίος Αιγαιατικός πολιτισμός . Ο κατακλυσμός του Ωγύγου συνέβη κατά το 37ο έτος της βασιλείας του Ωγύγου.

Ο ΚΑΤΑΚΛΥΣΜΟΣ ΤΟΥ ΔΕΥΚΑΛΙΩΝΑ
Το χάλκινο γένος ξέφυγε από τους νόμους, που οι θεοί είχαν ορίσει, και κάνανε ένα σωρό ανομίες. Οι άνθρωποι ξέχασαν την αρετή και γίνηκαν κακοί. Έπεσαν στην ανομία, έγιναν φαντασμένοι και δίχως σεβασμό, ενώ έπαψαν να τιμούν ακόμη και τους ολύμπιους θεούς.
Λένε, πως τότε στην Αρκαδία ζούσε ο Λυκάονας με τους πενήντα γιους και τη μονοθυγατέρα την Καλλιστώ. Στον καιρό του οι άνθρωποι πλήθυναν πολύ, γίνηκαν ασεβείς και κυριάρχησε η αλαζονεία. Ο ρήγας Λυκάονας έχτισε τη Λυκόσουρα πάνω στο βουνό Λυκαίο, όπου έχτισε ιερό στο Δία και καθιέρωσε τη λατρεία του Λυκαίου Δία. Μα ήταν ο πρώτος που ράντισε το βωμό του κεραυνοβολητή με ανθρώπινο αίμα. Θυσίασε ένα βρέφος στον Δία, γεγονός που εξόργισε τον Πατέρα των θεών κι ευθύς μεταμόρφωσε τον Λυκάονα σε λύκο.
Οι γιοι του ρήγα τον ξεπέρασαν σε ασέβεια. Ο Δίας θέλησε να τους δοκιμάσει ο ίδιος και γι’ αυτό μεταμορφώθηκε σε φτωχό μεροκαματιάρη άνθρωπο. Σαν είδαν τον ξένο στα μέρη τους οι Λυκαονίδες τον κάλεσαν στο τραπέζι τους. Εκεί τον φίλεψαν με τα σπλάχνα ενός παιδιού που είχαν σφάξει. Των θεών ο ρήγας ένιωσε αποτροπιασμό από το ειδεχθές έγκλημα, φανερώθηκε μ’ όλη τη μεγαλοπρέπεια και τους κατακεραύνωσε από τον πρώτο μέχρι τον στερνό.
Ο Δευκαλίωνας ήταν γιος του Προμηθέα. Αυτός βασίλευε στην περιοχή της Φθιώτιδας και παντρεύτηκε την Πύρρα, κόρη του Επιμηθέα και της Πανδώρας, της πρώτης γυναίκας που έπλασαν οι θεοί. Το όνομα Δευκαλίων προκύπτει από τις λέξεις δευκής 😊 γλυκός ), επίσης και δεύκος→ γλεύκος, και άλς (αλός) 😊 θάλασσα ), επομένως είναι ο άνθρωπος της γλυκειάς θάλασσας. Οι γεωλογικές μελέτες μας λένε πως η Θεσσαλία ήταν καλυμμένη από νερά, τα οποία διέφυγαν προς το Αιγαίο, όταν άνοιξε το στενό των Τεμπών, δηλ. διαχωρίστηκαν ο Όλυμπος από τον Κίσσαβο.
Η κάκητά των ανθρώπων τράνωσε τόσο, που ο βασιλιάς του κόσμου, ο νεφελοσυνάχτης Δίας, αποφάσισε να τους αφανίσει από το πρόσωπο της γης με κατακλυσμό. Πρόσταξε να πάψουν να φυσάνε οι άνεμοι. Μόνο ο Νοτιάς, ο υγρός άνεμος να μαζεύει σύννεφα, που σύντομα γίνηκαν κατάμαυρα και κατάφορτα από βροχή. Σαν μάντεψε τις σκοτεινές σκέψεις του Κρονίδη ο Προμηθέας, συμβούλεψε τον γιο του Δευκαλίωνα να σωθεί φτιάχνοντας μια κιβωτό από ξύλο. Μέσα ‘κει έβαλε αρκετές τροφές και μπήκε με τη γυναίκα του την Πύρρα, την κόρη του Επιμηθέα και της Πανδώρας. Άνοιξαν οι ουρανοί κι έβρεχε ασταμάτητα. Γέμισαν τα ποτάμια και φούσκωσαν παρασύροντας τα πάντα, ανθρώπους, ζώα κι αγαθά. Οι πεδιάδες γίνηκαν λίμνες κι αυτές μετά έσμιξαν με τη θάλασσα. Αφανίστηκαν οι πολιτείες και οι ψηλόκτιστοι πύργοι στα κάστρα χάθηκαν κάτω από τα θολά νερά. Μέσα σε θρήνους κι απελπισίας κραυγές κάθε μορφή ζωής βυθιζόταν στο νερό και παράδινε την ψυχή της. Το νερό σκέπασε ακόμη και τα υπερήφανα ελατόφυτα βουνά, κι όλη η γη έμοιαζε με απέραντη φουρτουνιασμένη θάλασσα.
Εννιά μερόνυχτα έπλεε η κιβωτός του Δευκαλίωνα μέσα στα θολά ανταριασμένα νερά, ώσπου κάθισε σε μια κορυφή του ιερού Παρνασσού. Εκεί που κάποτε υπήρχαν φορτωμένα με γλυκά σταφύλια αμπέλια, τώρα ήταν λάσπη και απομεινάδια της χαμένης ζωής. Σαν σταμάτησαν οι βρύσες του ουρανού κι αποτραβήχτηκαν τα νερά, βγήκαν από το πλεούμενο ο Δευκαλίωνας και η Πύρρα, κι αφού πάτησαν σώοι το πόδι τους στην υγρή γη, θυσίασαν στου κόσμου το ρήγα, τον Κρονίδη Δία, για να τον ευχαριστήσουν για τη σωτηρία τους. Αυτός δέχτηκε καλόκαρδα την προσφορά τους κι ευχαριστήθηκε που από τη φύτρα των ανθρώπων είχε σωθεί ο δικαιότερος.
Σφίχτηκε η καρδιά του ζευγαριού σαν είδαν ένα απέραντο ρημοτόπι, χωρίς ίχνος ζωής. Η λύπη κυρίευσε την ψυχή τους κι ο Δίας, που όλα τα καταλάβαινε, ένιωσε τη λύπη και τη μοναξιά τους. Ο παντοκράτορας Δίας από του Όλυμπου το παλάτι, το νεφελοστεφανωμένο, έστειλε το γιο του τον Ερμή, τον μαντατοφόρο των θεών, να εγκαρδιώσει τους σωσμένους θνητούς. Γοργά πέταξε αυτός πάνω από την ερημωμένη γη κι έφτασε στο Δευκαλίωνα.
« Έμαθε ο Δίας », του είπε, «των θεών κι ανθρώπων ο ρήγας, για την ταπεινοσύνη και τη δικαιοσύνη σου. Γι’ αυτό σου μηνάει να του ζητήσεις ό,τι αποθυμάς κι ο γιος του Κρόνου θα το πραγματοποιήσει ».
« Ακούραστε μαντατοφόρε των θεών, γιε της σεβαστής Μαίας, μια και μόνη είναι η επιθυμία μου. Να γεμίσει και πάλι η γη μ’ ανθρώπους!» του αποκρίθηκε ο Δευκαλίωνας.
Ο κεραυνόχαρος Κρονίδης δεν αρνήθηκε να πραγματώσει την επιθυμία του σωσμένου ζευγαριού. Ορμήνεψε τον Δευκαλίωνα και την Πύρρα να σκεπάσουν το πρόσωπό τους, και να προχωρήσουν, πετώντας όσα λιθάρια έβρισκαν προς τα πίσω χωρίς να γυρίσουν να κοιτάξουν. Αυτό κι έκαναν. Όπου πετούσε πέτρες ο Δευκαλίωνας η γη έβγαζε άντρες, ενώ όπου πετούσε η Πύρρα έβγαζε γυναίκες. Έτσι η γη γέμισε και πάλι ανθρώπους. Με ένα νέο λαό που έγινε από της γης τα λιθάρια. Γι’ αυτό και ονομάστηκαν λαοί μεταφορικά, από το λάας που είναι ο λίθος
Το ζευγάρι απόχτησε δικά του παιδιά: τον Έλληνα, τον Αμφικτύονα, την Πρωτογένεια, τη Μελάνθεια, τη Θυία και τη νεότερη Πανδώρα, που πήρε το όνομα της γιαγιάς της. Ο Δευκαλίωνας έχτισε πρώτος βωμούς στους θεούς, και τους τιμούσε με ευλάβεια. Ίδρυσε πολιτείες κι έγινε ο πρώτος βασιλιάς μετά τον κατακλυσμό. Βασίλεψε στην περιοχή της Φθίας, στη Θεσσαλία.
Έτσι έχει ο μύθος για τον κατακλυσμό του Δευκαλίωνα. Αυτήν την εκδοχή μας δίνει κι ο λυρικός μας ποιητής Πίνδαρος:
[[ …………………… Μα τώρα μη φλυαρείς
γι’ αυτά κι άσε μακριά από τους αθάνατους
τον πόλεμο και κάθε μάχη· στρέψε τον λόγο
στην πόλη της Πρωτογένειας όπου με απόφαση
του αστραπόβροντου Δία ο Δευκαλίωνας κι η Πύρρα
κατέβηκαν από τον Παρνασσό, έστησαν το πρώτο
σπίτι και χωρίς αγκαλιάσματα έσπειραν το πέτρινο
γένος που λαός ονομάστηκε· άνοιξε γι’ αυτούς
τον μουσικό δρόμο των τραγουδιών, παίνεψε
το παλιό κρασί και τα λουλούδια των καινούργιων
ύμνων. Λένε πως η ορμή του νερού σκέπασε
τη μαύρη γη, αλλά με τις τέχνες του Δία
το ρούφηξε όλο ξαφνικά. Από κείνους κρατάνε
οι χαλκάσπιδες πρόγονοί σας, βλαστάρια από τη γενιά
των θυγατέρων του Ιαπετού και των αντρειωμένων
γιων του Κρόνου, ντόπιοι βασιλιάδες πάντα…. » ( Πίνδαρος, “Ολυμπιόνικος” ΙΧ, 40-56 )
Θα παρακολουθήσουμε στη συνέχεια τον μύθο του Δευκαλίωνα μέσα από τη διήγηση του Απολλόδωρου:
[[ Γιος του Προμηθέα ήταν ο Δευκαλίωνας. Αυτός βασίλευε στην περιοχή της Φθιώτιδας και παντρεύτηκε την Πύρρα, κόρη του επιμηθέα και της Πανδώρας, της πρώτης γυναίκας που έπλασαν οι θεοί. Επειδή όμως ο Δίας θέλησε να εξαφανίσει το χάλκινο γένος, ο Δευκαλίωνας κατά προτροπή του Προμηθέα έφτιαξε μια κιβωτό και, αφού έβαλε μέσα τα αναγκαία, μπήκε κι αυτός μαζί με την Πύρρα. Ο Δίας έριξε πολλή βροχή από τον ουρανό πλημμυρίζοντας τα περισσότερα μέρη της Ελλάδας, έτσι ώστε πέθαναν όλοι οι άνθρωποι, εκτός από λίγους, οι οποίοι κατέφυγαν στα κοντινά ψηλά βουνά. Τότε χωρίστηκαν και τα βουνά της Θεσσαλίας και πλημμύρισαν όλες οι περιοχές έξω απ’ τον Ισθμό και την Πελοπόννησο. Ο Δευκαλίωνας όμως μέσα στην κιβωτό, παρασυρμένος στη θάλασσα για εννιά μερόνυχτα, έπιασε στην περιοχή του Παρνασσού κι εκεί, όταν σταμάτησαν οι βροχές, βγήκε έξω και πρόσφερε θυσία στον Δία- προστάτη των φυγάδων. Ο Δίας, στέλνοντάς τον Ερμή, τον προέτρεψε να διαλέξει ό,τι θέλει· κι αυτός διάλεξε να του δώσει ανθρώπους. Όπως του είπε λοιπόν ο Δίας, έπαιρνε λίθους και τους πετούσε πάνω από το κεφάλι του· όσοι πέταξε ο Δευκαλίωνας έγιναν άντρες, όσοι πέταξε η Πύρρα γυναίκες. Γι’ αυτό και ονομάστηκαν λαοί μεταφορικά, από το λάας που είναι ο λίθος.
Ο Δευκαλίωνας απέκτησε από την Πύρρα δύο γιους, πρώτο τον Έλληνα- που, όπως λένε κάποιοι, ήταν γιος του Δία- και δεύτερο τον Αμφικτύονα, που έγινε βασιλιάς στην αττική μετά τον Κραναό, και μια κόρη, την Πρωτογένεια, που από τον Δία γέννησε τον Αέθλιο. Από τον Έλληνα και τη Νύμφη Ορσηίδα κατάγονται ο Δώρος, ο Ξούθος και ο Αίολος. Αυτός ονόμασε Έλληνες τους λεγόμενους Γραικούς και μοίρασε τη χώρα στα παιδιά του. ]] (Απολλόδωρος, Βιβλιοθήκη, βιβλ. Α΄, VII, 1-3)
Ο ΚΑΤΑΚΛΥΣΜΟΣ ΤΟΥ ΔΑΡΔΑΝΟΥ
Ο Δάρδανος (ή Πολυάρκης) ήταν γιος του Δία και μιας από τις κόρες του Άτλαντα, της Ηλέκτρας ή Ηλεκτριώνης. Είχε αδερφό τον Ιασίωνα ( ή Ίασο ή Ηετίωνα) και αδερφή την Αρμονία. Κάποιοι συγγραφείς αναφέρουν κι άλλον αδερφό, τον Ημαθίωνα. Για τον αρχικό τόπο, όπου έζησε υπάρχουν πολλές εκδοχές. Το σίγουρο είναι ότι έζησε στη Σαμοθράκη. Ο Διόδωρος ο Αλικαρνασέας αναφέρει ότι ξεκίνησε από την Αρκαδία για να ιδρύσει μια αποικία στο Βορειοανατολικό Αιγαίο, το οποίο δεν είχε τη μορφή που έχει σήμερα. Όταν άρχισε ο κατακλυσμός- που έχει καταγραφεί σαν κατακλυσμός του Δάρδανου- η περιοχή, όπου κατοικούσε, πλημμύρισε και ο Δάρδανος για να επιβιώσει κατέφυγε στο βουνό. Ό,τι απόμεινε πάνω από το νερό σχημάτισε το νησί της Σαμοθράκης.
Ο Διόδωρος ο Σικελιώτης αναφέρει πως οι κάτοικοι της Σαμοθράκης διηγούνται κάποια ιστορία για έναν κατακλυσμό, που έγινε τα παλιά χρόνια στην περιοχή τους. Λένε πως άνοιξε το στόμιο του Βοσπόρου και στη συνέχεια το στόμιο του Ελλήσποντου. Μέχρι τότε η θάλασσα του Εύξεινου Πόντου ήταν μια κλειστή λίμνη χωρίς να επικοινωνεί με το Αιγαίο Πέλαγος. Αυξήθηκαν τα νερά που έχυναν οι ποταμοί στον Εύξεινο Πόντο, που ανέβηκε πολύ η στάθμη των νερών αυτής της αρχικής λίμνης, υπερχείλισαν τα στενά του Βοσπόρου και γέμισε με νερά η Προποντίδα. Μετά υπερχείλισε το στενό του Ελλήσποντου και τα νερά ξεχύθηκαν στο Αιγαίο. Ανέβηκε η στάθμη των νερών σε μεγάλη περιοχή του Αιγαίου και της Μ. Ασίας. Όσοι δεν πρόλαβαν να μετακινηθούν πνίγηκαν, ενώ όσοι κατέφυγαν στα όρη σώθηκαν. Ένας απ’ αυτούς ήταν ο Δάρδανος με την οικογένειά του.
Όταν τελείωσε η πλημμύρα, έφυγε από τη Σαμοθράκη και πέρασε στη βορειοδυτική παραλία της Μικράς Ασίας. Εκεί παντρεύτηκε τη Βάτεια, την κόρη του βασιλιά της περιοχής Τεύκρου, που ήταν γιος του Σκάμανδρου και μια Ιδαίας Νύμφης. Στις υπώρειες της Ίδας έχτισε μια πόλη, που την ονομασία Δαρδανία. Όταν πέθανε ο πεθερός του ανέλαβε τη βασιλεία όλης της περιοχής, που την ονόμασε Δαρδανία. Από το γάμο του απέκτησε τον Ίλο και τον Εριχθόνιο. Εγγονός του ήταν ο Τρως, που έχτισε την Τροία
Ο Όμηρος γράφει για τον Δάρδανο:
[[ Τον Δάρδανο πρωτόκαμε ο νεφαλοστιβάχτης·
τη Δαρδανία έχτισε αυτός· η αγία Τροία
στον κάμπο δεν είχε χτιστεί, πόλη θνητών ανθρώπων·
στη Ίδης της πολύπηγης τα πλάγια ζούσε τότε.
Γέννησε πάλι ο Δάρδανος το ρήγα Εριχθόνιο,
που στάθηκε ο πιο τρανός στα πλούτη απ’ τους ανθρώπους·
μες στο λιβάδι έβοσκαν δικές του τρεις χιλιάδες
φοράδες, που καμάρωναν νιογέννητα πουλάρια. ]] Όμηρος, “Ιλιάδα”, ραψ. Υ΄, 215- 222)

Δημήτριος Μάρκου -Αποσυμβολισμός ελληνικής μυθολογίας
Διαβάστε επίσης:



Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου