Κατά την έναρξη του Πελοποννησιακού πολέμου (431-422 π.Χ.) η Σπάρτη ανέδειξε έναν στρατηγό ο οποίος επηρέασε την τακτική, την στρατηγική και την συμπεριφορά των μελλοντικών στρατιωτικών ηγετών. Είναι βέβαιο ότι τόσο ο Ξενοφών όσο και ο ΜέγαςΑλέξανδρος μελέτησαν τις εκστρατείες του, διότι τα μετέπειτα ανδραγαθήματά τους φέρουν την υπογραφή του. Παρόλο που ο Λύσανδρος είναι γνωστός ως ο αρχιτέκτονας της τελικής νίκης κατά των Αθηναίων, εντούτοις ουδείς άλλος Σπαρτιάτης ανέδειξε την ευελιξία της τακτικής σκέψης, τον ρεαλισμό, την γενναιότητα και την ανδρεία στην μάχη, όσο ο Βρασίδας. Οι ικανότητές του ήταν τόσο εξαιρετικές ώστε ακόμα και η παραδοσιακή Σπάρτη τον «πολέμησε» στον ίδιο βαθμό με τους προαιώνιους εχθρούς Αθηναίους.
Γονείς του Βρασίδα ήταν η Αργιλεωνίς και ο Τέλλιςεπιφανής Σπαρτιάτης πολίτης. Παρόλο που δεν υπάρχουν στοιχεία για την παιδική του ηλικία, είναι βέβαιο ότι όπως κάθε Σπαρτιάτης, φοίτησε στην «Aγωγή» σε ηλικία 7 ετών. Μέχρι την ηλικία των δώδεκα, η εκπαίδευσή του εστίαζε στην φυσική ενδυνάμωση, την προσαρμογή ώστε να λειτουργεί ως μέλος της ομάδας και την πειθαρχία. Στο επόμενο στάδιο δινόταν μεγαλύτερη έμφαση στο τραγούδι και στο χορό – δύο δεξιότητες που θεωρούνταν ανεκτίμητες για την φυσική κατάσταση του πολεμιστή. Κατά τη διάρκεια της εφηβείας του, θα συμμετείχε στηνδοκιμασία του μαστιγώματος στο ναό της Αρτέμιδος Ορθίας, θα αγωνιζόταν στο άθλημα της σφαίρας, θα μυείτο στα Σπαρτιατικά συσσίτια και θα ολοκλήρωνε την διαδικασία επιβίωσης. Σε ηλικία 18 ετών θα οριζόταν αγελάρχης στην αγωγή και ενδεχομένως θα είχε επιλεγεί για την Κρυπτεία, ενώ σε ηλικία 20 ετών θα συμμετείχε στα συσσίτια και τελικά θα χριζόταν οπλίτης στην Σπαρτιατική φάλαγγα.
Ο Θουκυδίδης βασική ιστορική πηγή για τον Βρασίδα, τον αναφέρει για πρώτη φορά κατά το 1ο έτος του Πελοποννησιακού Πολέμου (431 π.Χ.). Οι Σπαρτιάτες και οι σύμμαχοί τους, υπό τον βασιλέα Αρχίδαμο, εισβάλλουν στην Αττική με σκοπό να παρασύρουν τον Αθηναϊκό στρατό σε ανοικτή μάχη, προσφιλή μέθοδο επίλυσης διαφορών στην αρχαία Ελλάδα. Αλλά αντίθετα με το παρελθόν, οι Αθηναίοι υπό τον Περικλή, γνώριζαν καλά ποια θα ήταν η έκβαση μιας τέτοιας μάχης και απέφυγαν να εξέλθουν των τειχών. Εν τω μεταξύ ο Βρασίδας, ανεξήγητα, είχε σταλεί στη νοτιοδυτική Πελοπόννησο ως διοικητής μιας τοπικής μονάδας φρουράς. Η εν λόγω τοποθέτηση απέφερε εντελώς απροσδόκητα, την πρώτη χερσαία νίκη της Σπάρτης στα Αθηναϊκά στρατεύματα, όταν ένας Αθηναϊκός στόλος στάλθηκε στη Μεθώνη για να καταλάβει την παραθαλάσσια πόλη. Ο Βρασίδας με την μονάδα του, έσπευσε στην πόλη και συνέτριψε τις Αθηναϊκές γραμμές, προξενώντας απώλειες, πριν φτάσουν στα τείχη της πόλης. Ενώ όμως ο Θουκυδίδης αναφέρει το γεγονός και επαινεί τους Σπαρτιάτες γι’ αυτήν την ενέργεια, ο Ξενοφών ήταν εκείνος που ανέφερε στο έργο του «Ελληνικά» την εκλογή του Βρασίδα στη θέση του εφόρου ως ανταμοιβή για αυτήν την εξαιρετική πράξη.
Τα επόμενα χρόνια περνούν με τον Βρασίδα να ενεργεί ως σύμβουλος σε άλλους, εμφανώς υποδεέστερους Σπαρτιάτες διοικητές, ενθαρρύνοντας τα αποθαρρημένα πληρώματα των τριήρων μετά από ήττες που υπέστησαν. Αργότερα εκπονεί νέα σχέδια μάχης, όπως μια παράτολμη επιδρομή στο Λιμάνι του Πειραιά, με μυστική πλεύση των πολεμικών πλοίων πέρα από τον Ισθμό της Κορίνθου στον Σαρωνικό κόλπο – αλλά αυτός να συμμετέχει ως θεατής με αποτέλεσμα την αποτυχία του σχεδίου. Κατά την μάχη της Σφακτηρίας, ο Βρασίδας, ως διοικητής τριήρους, επιχειρεί αμφίβια επίθεση στο φρούριο της Πύλου, αλλά τραυματίζεται σοβαρά και χάνει την ασπίδα του. Υπάρχουν κάποιες εικασίες ότι η ασπίδα που εκτίθεται σήμερα στοΑρχαιολογικό Μουσείο Αρχαίας Αγοράς στην στοά Αττάλου ίσως ανήκε στον Βρασίδα. Στην επιφάνειά της είναι χαραγμένη η επιγραφή, «Ληφθείσα από τους Λακεδαίμονες στην Πύλο». Τελικά μετά από αυτήν την ταπεινωτική ήττα και την απώλεια αρκετών εκατοντάδων Σπαρτιατών, η ηγεσία της Σπάρτης θα αναγνωρίσει την αξία του.
Ο Βρασίδας ασκεί πιέσεις για μια εκστρατεία στη Θράκη, περιοχή ζωτικής σημασίας για την Αθήνα, αφού από εκεί προμηθεύεται ξυλεία για την κατασκευή πολεμικών πλοίων. Εκεί επίσης την Ευρωπαϊκή πλευρά του Βοσπόρου μπορεί να προστατευθεί, εξασφαλίζοντας την διακίνηση σιτηρών από την Μαύρη Θάλασσα που είναι απαραίτητα για την σίτιση της Αθήνας σε περιπτώσεις πολυήμερης πολιορκίας. Πάλι όμως είτε λόγω αδιαφορίας, είτε φθόνου, είτε απερισκεψίας, ο Βρασίδας στέλνεται στην αποστολή, όχι όμως με Σπαρτιάτες όμοιους, αλλά με λίγους είλωτες και με χρήματα για να προσλάβει μισθοφόρους καθ’ οδόν. Σε σύντομο χρονικό διάστημα συγκροτεί στράτευμα, αποκρούει μια επίθεση στα Μέγαρα από μια Αθηναϊκή δύναμη και έπειτα γρήγορα βαδίζει μέσω Κεντρικής και Βόρειας Ελλάδας προς την Χαλκιδική, αποφεύγοντας τις περιττές συγκρούσεις, κάτι το οποίο εφάρμοσε αργότερα ο Μεγ. Αλέξανδρος. Επιπλέον, όπως ο Αλέξανδρος μετά από περίπου έναν αιώνα, με την δύναμη της προσωπικότητάς του, απέκτησε την εμπιστοσύνη πόλεων που ήταν πιστές στην Αθήνα, διατηρώντας ταυτόχρονα την συνοχή στην στρατιά ειλώτων και μισθοφόρων, ενώ ανέλαβε τον έλεγχο μιας ζωτικής σημασίας περιοχής, σχεδόν αναίμακτα. Όμως σε αντίθεση με τον Αλέξανδρο, ήταν πολίτης και όχι απόλυτος κυβερνήτης και ως εκ τούτου ήταν αναγκασμένος να ακολουθεί τις εντολές της Σπάρτης και να ικανοποιεί τις απαιτήσεις των συμμάχων.
Ένας τέτοιος σύμμαχος, ο Περδίκκας Β’ της Μακεδονίας, ήταν αρωγός της αποστολής του Βρασίδα, παρέχοντας χρήματα και ελεύθερη διέλευση, ως αντάλλαγμα για την υποστήριξη της Σπάρτης κατά του κοινού εχθρού. Ο Περδίκκας, ακολουθώντας την τυπική παράδοση των Μακεδόνων βασιλέων, «έπαιζε με όλες τις πλευρές». Χρειαζόταν την Σπάρτη, αλλά μόνο ως σύμμαχο εναντίον της γειτονικής Λυγκηστίδας ή Λύγκου (αρχαία χώρα η οποία βρισκόταν βόρεια της Εορδαίας και της Ορεστίδας στο νοτιοδυτικό τμήμα του λεκανοπεδίου του Εριγώνα.). Ο Βρασίδας καθυστέρησε όσο μπορούσε αλλά τελικά διέσχισε τα σύνορα μαζί με τους Μακεδόνες προκειμένου να ικανοποιήσει την επιθυμία του Περδίκκα να εισβάλλει στον Λύγκο. Οι Λυγκηστές με επικεφαλής τον βασιλέα Αρραδαίο συγκέντρωσαν στράτευμα πολύ μεγαλύτερο από ότι ανέμενε ο Περδίκκας και ο Μακεδόνας αποφάσισε ότι ήταν καλύτερο να εγκαταλείψει τον σύμμαχο και να ζήσει παρά να πολεμήσει με τιμή και να πεθάνει. Αυτή η ενέργεια είχε ως αποτέλεσμα να βρεθούν ο Βρασίδας και οι άνδρες του εγκλωβισμένοι σε ξένο έδαφος από τις εχθρικές δυνάμεις. Ο Σπαρτιάτης στρατηγός τότε απευθύνθηκε στους άνδρες του εξορκίζοντας τον πανικό, υπενθυμίζοντας τις ευθύνες τους και ενθαρρύνοντάς τους να αγωνισθούν για την νίκη και μόνο γι’ αυτήν.
Για πρώτη φορά στην ιστορία ένας στρατός υποχώρησε χρησιμοποιώντας σχηματισμό κοίλου τετραγώνου (τετράγωνος σχηματισμός με ενδιάμεσο κενό) για να προστατεύσει τους αθωράκιστους πολεμιστές και τους συνοδούς του. Δημιουργήθηκαν μικρές κινητές μονάδες με αποστολή να αποκρούουν τον εχθρό και να προωθούνται για να εξασφαλίσουν τακτικό πλεονέκτημα σε υπερυψωμένο έδαφος με στενό πέρασμα. Αυτή η τολμηρή και θαρραλέα τακτική υποχώρηση από εχθρικό έδαφος που εμπνεύσθηκε το 423 π.Χ. ο Σπαρτιάτης στρατηγός, θα επαναληφθεί μετά από 20 χρόνια από τους Μύριους του Ξενοφώντα.
Τα επιτεύγματα του Βρασίδα στην Λύγκο έλαβαν χώρα κατά την διάρκεια ετήσιας ανακωχής με την Αθήνα. Λίγο μετά την υποχώρησή του, η ανακωχή έληξε και ο Βρασίδας αποσύρθηκε στην οχυρωμένη πόλη της Αμφίπολης, την οποία είχε καταλάβει νωρίτερα με την δύναμη του λόγου και όχι των όπλων. Το Αθηναϊκό οχυρό που έλεγχε τις γέφυρες στον ποταμό Στρυμόνα, βρισκόταν πλέον στα χέρια του πιο τολμηρού στρατηγού της Σπάρτης. Οι Αθηναίοι υπό τον Κλέωναδεν μπορούσαν πλέον να καθυστερήσουν λόγω της καταστροφής στη μάχη του Δηλίου και της ανάγκης να διασφαλισθούν οι στρατηγικοί πόροι της Θράκης………και το κλειδί ήταν η Αμφίπολη.
Εν τω μεταξύ οι άνδρες του Βρασίδα ήσαν εξαντλημένοι από την εκστρατεία του Λύγκου και επιπλέον απαιτούνταν χρήματα για να πληρωθούν οι μισθοφόροι και να αναπληρωθεί ο οπλισμός. Ο στρατηγός επιδεικνύοντας ευρηματικότητα κατάφερε να συγκεντρώσει χρήματα, ασήμι και χρυσάφι για να εξοπλίσει εκ νέου τα στρατεύματά του προκειμένου να είναι ετοιμοπόλεμοι για την τελική σύγκρουση.
Εν τω μεταξύ ο Κλέων αποβιβάσθηκε στο οχυρωμένο λιμάνι της Ηιόνος, λίγα μίλια κάτω από τον ποταμό της Αμφίπολης. Ο Θουκυδίδης περιγράφει την προσέγγισή του στην πόλη σαν να περίμενε ότι η Αμφίπολη θα παραδιδόταν αμαχητί. Η πόλη όπως υποδηλώνει το όνομά της, ήταν οριοθετημένη σε τρεις πλευρές από τον Στρυμόνα χτισμένη επάνω σε λόφο. Ανεβαίνοντας νότια της πόλης ήταν ο λόφος του Κερδύλιου, ενώ ανατολικά και απέναντι από τα τείχη της, βρισκόταν ένας άλλος ανώνυμος λόφος. Ο Βρασίδας γνωρίζοντας ότι ο αντίπαλός του θα διεκδικούσε τουλάχιστον ένα από αυτούς, προκειμένου να αποκτήσει τακτικό πλεονέκτημα έπρεπε να επιλέξει έναν από τους δύο λόφους. Τελικά επέλεξε τον Κερδύλιο, δημιουργώντας ένα καταφανές και χαοτικό στρατόπεδο στις κορυφές και τις πλαγιές του. Ο Κλεόν βάδισε με τις δυνάμεις του στον ανατολικό λόφο, περιμένοντας από τους Σπαρτιάτες είτε να παραδοθούν είτε να πολεμήσουν. Ο Βρασίδας εγκατέλειψε τον Κερδύλιο, αποσυρμένος στην Αμφίπολη, αφήνοντας τους Αθηναίους να εξαντλήσουν τις προμήθειες και την υπομονή τους.
Τελική μάχη
Στις 14 του μηνός Ελαφηβολιώνα (περ.13 Μαρτίου 422) η ανακωχή έληξε και ο Αθηναίος στρατηγός Κλέων έφτασε στα βόρεια με εκστρατευτική δύναμη. Ήταν επιτακτική ανάγκη η Αθήνα να ανακτήσει την πρόσβαση στα δάση και στα ορυχεία της Αμφίπολης. Αρχικά ο Κλέων προξένησε αντιπερισπασμό στην Σκιώνη (πόλη στην Κασσάνδρα Χαλκιδικής) γεγονός που του επέτρεψε να καταλάβει την Τορώνη – η οποία ήταν πολύ πιο σημαντική – χωρίς να συναντήσει μεγάλη αντίσταση. Ο Θουκυδίδης, ο οποίος αντιπαθούσε τον Κλέωνα επειδή τον είχε στείλει στην εξορία, δεν αναφέρει ότι ανακτήθηκαν επίσης πολλές πόλεις στην περιοχή, αλλά τα ευρεθέντα αφιερώματα δεν αφήνουν καμία αμφιβολία.
Ο Κλέων γνώριζε ότι δεν έπρεπε να υποτιμήσει τον Βρασίδα και περίμενε υπομονετικά τις ενισχύσεις από την Μακεδονία και την Θράκη, ενώ συγχρόνως οργάνωσε βάση στο Ήιον και μετέβη με τον στρατό του στην Αμφίπολη, την οποία ήθελε να δει πριν αρχίσει την πολιορκία. Ο Βρασίδας κατάλαβε ότι δεν μπορούσε να επιτεθεί στο υπεράριθμο στράτευμα του Κλέωνα και υποχώρησε στην πόλη.
Όταν ο Κλέων ολοκλήρωσε την ανίχνευση στην πόλη, άρχισε να υποχωρεί προς τα νότια, στην Ήιον, όταν απροσδόκητα δέχτηκε επίθεση από τον Βρασίδα με μικρό αριθμό ανδρών από τη νότια πύλη της Αμφίπολης. Ήταν ένας τολμηρός ελιγμός, επειδή οι Αθηναίοι υπερτερούσαν αριθμητικά από τους Σπαρτιάτες. Οι Αθηναίοι γύρισαν για να αντιμετωπίσουν την επίθεση και αυτό τους επιβράδυνε με αποτέλεσμα να δώσουν την ευκαιρία σε μία δεύτερη Σπαρτιατική δύναμη, η οποία βγήκε από την πόλη μέσω της βορειοανατολικής πύλης, να προλάβει την υποχώρηση των Αθηναίων.
Οι Σπαρτιάτες επιτέθηκαν στον στρατό του Κλέωνα από την δεξιά πλευρά, όπου ήταν ευάλωτος (οι στρατιώτες κρατούσαν τις ασπίδες στο αριστερό χέρι). Τόσο ο Βρασίδας όσο και ο Κλέων βρίσκονταν στις πιο επικίνδυνες θέσεις, αφού ο Βρασίδας οδηγούσε την επίθεση από τη νότια πύλη της Αμφίπολης, ενώ ο Κλέων βρισκόταν στην απροστάτευτη πτέρυγα του Αθηναϊκού στρατού.
Στη σκιά των τειχών της Αμφίπολης κείτονταν περισσότεροι από 600 Αθηναίοι νεκροί, μεταξύ των οποίων και ο Κλέων. Ο θάνατός του, σύμφωνα με τον Θουκυδίδη, δεν ήταν ένδοξος – χαρακτηρισμός που εμφορείται από την προαναφερθείσα αντιπάθεια του ιστορικού προς τον Αθηναίο στρατηγό. Μόνο 6 Σπαρτιάτες έχασαν τη ζωή τους κατά την διάρκεια της μάχης, συμπεριλαμβανομένου του Βρασίδα.
Ο Βρασίδας ετάφη στην Αμφίπολη και αναγνωρίστηκε ως δεύτερος ιδρυτής της πόλης μετά τον ΑθηναίοΆγνωνα ο οποίος ανοικοδόμησε την πόλη. Ο Σπαρτιάτης στρατηγός τιμήθηκε ως ήρωας και έκτοτε έχαιρε μεγάλης εκτίμησης αφού καθιερώθηκαν ειδικοί εορτασμοί γι’ αυτόν με την ονομασία «Βρασίδεια».
Ο «τάφος του Βρασίδα» ανακαλύφθηκε τα τελευταία χρόνια και η μεταλλική λάρναξ με τα οστά του μαζί με ένα χρυσό στεφάνι εκτίθεται στό Αρχαιολογικό Μουσείο Αμφιπόλεως Σερρών. Ο τάφος εντοπίστηκε κατά τις σκαπτικές εργασίες οικοπέδου για την ανέγερση του Αρχαιολογικού Μουσείου Αμφιπόλεως το 1976. Πρόκειται για κιβωτιόσχημο τάφο από πωρόλιθους, λαξευμένο μέσα στο φυσικό ημίβραχο. Βρέθηκε ασύλητος και σφραγισμένος. Περιείχε μια ταφή – καύση μέσα σε μεταλλική οστεοθήκη όπου βρέθηκε χρυσό στεφάνι από φύλλα ελιάς. Η θέση του τάφου εσωτερικά των τειχών οδηγεί στην άποψη ότι πρόκειται για τάφο ιδιαίτερα σημαντικού προσώπου που τάφηκε με τιμές μέσα στον περίβολο των τειχών.
Συμπεράσματα
Σύμφωνα με τον Θουκυδίδη, η μάχη της Αμφίπολης «απομάκρυνε» τους δύο άνδρες που ήσαν αντίθετοι στην ειρήνη. Αυτό ισχύει εν μέρει, διότι ο Βρασίδας είχε δείξει ότι είναι διατεθειμένος να σπάσει μια ανακωχή και επιπλέον μισούσε τους Αθηναίους περισσότερο από τους περισσότερους συμπατριώτες του.
Ο Κλέων, από την άλλη πλευρά, ήταν δημοκρατικός πολιτικός και ίσως ακολουθούσε την επιθυμία του λαού να διαπραγματευτεί μια ειρηνευτική συνθήκη, όπως είχε κάνει το 423 π.Χ., όταν ολοκληρώθηκε η ανακωχή. Αν είχε παραμείνει ζωντανός, η ειρήνη ήταν ακόμα δυνατή και πιθανότατα, μια συνθήκη που είχε σχεδιαστεί από τον Κλέωνα, ίσως ήταν καλύτερη από την ειρήνη του Νικία. Μετά τον θάνατό του, ο Νικίας ορίσθηκε υπεύθυνος για τις διαπραγματεύσεις και η συνθήκη ειρήνης που φέρει το όνομά του δεν βασίστηκε σε ρεαλιστική εκτίμηση της πολιτικής και στρατιωτικής κατάστασης. Η συνθήκη τέθηκε σε ισχύ τον Μάρτιο του 421 π.Χ. και σχεδόν αμέσως οι Αθηναίοι μετάνιωσαν που υπέγραψαν.
Αυτή η νίκη υποχρέωσε την Αθήνα να διαπραγματευτεί συνθήκη ειρήνης και κατά ειρωνικό τρόπο, αυτός ο οποίος υπέγραψε για λογαριασμό των Σπαρτιατών ήταν ο Τέλλις πατέρας του Βρασίδα. Αυτή η συνθήκη όμως θα αποδειχθεί βραχύβια, λόγω της εμφάνισης στην Αθηναϊκή πολιτική σκηνή του Αλκιβιάδη.
Βιβλιογραφία
– The Landmark Thucydides edited by R. Strassler -Touchstone -1998
– Warfare in Antiquity by Hans Delbruck -Univ. of Nebraska Press -1990
– Sparta by H. Mitchell – Cambridge Univ. Press 1964
– Ancient Sparta by K. M. T. Chrimes – Greenwood Press 1949
– The Spartans by Paul Cartledge -The Overlook Press 2003
– A History of My Times by Xenophon – Penguin Books 1979
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου