Χρονολόγηση την 6η - 3η χιλιετία π.Χ
Στις βορειοδυτικές παρυφές του σημερινού χωριού Διμήνι, 5 χιλ. από την πόλη του Βόλου, επάνω σε χαμηλό λόφο με εξαίρετη εποπτεία στον Παγασητικό κόλπο, βρίσκεται ο μεγάλος και καλά οργανωμένος προϊστορικός οικισμός του Διμηνίου. Πρόκειται για έναν από τους πιο γνωστούς οικισμούς της Ελλάδας και για το σημαντικότερο οικισμό της Νεότερης Νεολιθικής περιόδου.
Μαζί με το Σέσκλο είναι οι πιο συστηματικά ανασκαμμένες νεολιθικές θέσεις της Θεσσαλίας, που μας προσφέρουν πολύτιμες πληροφορίες για την αρχιτεκτονική και οικονομική οργάνωση των προϊστορικών οικισμών.
Η θέση σήμερα απέχει 3 χιλ. από την ακτογραμμή, ωστόσο την 5η χιλιετία ή (6η )π.Χ. η θάλασσα βρισκόταν σε απόσταση μόλις ενός χιλιομέτρου. Ιδιαίτερα σημαντικό χαρακτηριστικό του Διμηνίου αποτελεί η συνέχεια της κατοίκησης από τη Νεότερη Νεολιθική έως το τέλος της Ύστερης Εποχής του Χαλκού, γεγονός που αποδεικνύει ότι η πρόσβαση σε πεδινές εκτάσεις κατάλληλες για γεωργική καλλιέργεια και κτηνοτροφία, καθώς και στις θαλάσσιες οδούς του κεντρικού Αιγαίου αποτελούσαν τις κύριες προϋποθέσεις για την αδιάκοπη κατοίκηση των προϊστορικών θέσεων.
Ήταν μία οργανωμένη κοινότητα 200-300 κατοίκων, που ζούσαν σε 30-40 σπίτια και ασχολούνταν κυρίως με τη γεωργία και την κτηνοτροφία, αλλά και με την αλιεία, λόγω της μικρής απόστασης από τη θάλασσα. Το Διμήνι ξεχωρίζει από τους άλλους νεολιθικούς οικισμούς γιατί παρουσιάζει ένα μοναδικό αρχιτεκτονικό στοιχείο, τους έξι λιθόκτιστους περιβόλους, που είχαν οικοδομηθεί γύρω από τον οικισμό κατά ζεύγη, με σκοπό πιθανότατα να στηρίζουν το έδαφος και να ορίζουν το χώρο. Ανάμεσά τους ήταν κτισμένα τα σπίτια, ενώ στο κέντρο βρισκόταν μία ευρύχωρη αυλή.
Η κεραμική, που βρέθηκε στον οικισμό, γνωστή ως κεραμική «Διμηνίου», χαρακτηρίζεται από αγγεία με σκούρα διακόσμηση από γεωμετρικά μοτίβα, που καλύπτει όλη την ανοιχτόχρωμη επιφάνειά τους. Βρέθηκε, επίσης, μεγάλος αριθμός εργαλείων από οψιανό, πυριτόλιθο, πέτρα και οστό, ειδώλια και κοσμήματα. Οι ταφικές συνήθειες των κατοίκων δεν είναι γνωστές. Μέσα στον οικισμό βρέθηκαν λίγες ταφές μικρών παιδιών τοποθετημένες σε αγγεία.
Η κατοίκηση συνεχίσθηκε στο Διμήνι και κατά την Πρώιμη και Μέση Εποχή του Χαλκού, αλλά μεταφέρθηκε στην πεδινή περιοχή πιο νότια και ανατολικά του λόφου. Δεν γνωρίζουμε ποια ήταν η έκταση του οικισμού ούτε αν υπήρξε διακοπή στην κατοίκηση μέχρι τη μυκηναϊκή εποχή. Στη Μέση Εποχή του Χαλκού ο λόφος χρησιμοποιήθηκε ως νεκροταφείο, από το οποίο έχουν αποκαλυφθεί 16 κιβωτιόσχημοι τάφοι.
Στην Ύστερη Εποχή του Χαλκού, στην πεδιάδα προς τη θάλασσα νοτιοανατολικά του λόφου αναπτύχθηκε ανακτορικό κέντρο και σημαντικός οικισμός, που ίσως ταυτίζεται με τη μυκηναϊκή Ιωλκό, την πόλη από όπου ξεκίνησε η μυθική Αργοναυτική εκστρατεία. Ο οικισμός ιδρύθηκε στα μέσα του 15ου αι. π.Χ. και γνώρισε μεγάλη ακμή στο 14ο και 13ο αι. π.Χ.
Περιλάμβανε σπίτια και εργαστήρια εκατέρωθεν ενός μεγάλου δρόμου, στα οποία διαπιστώθηκαν προσθήκες και ανακαινίσεις χώρων, που αντιστοιχούν σε τρεις κύριες αρχιτεκτονικές φάσεις.
Στην πρώτη αρχιτεκτονική φάση, που χρονολογείται στην Υστεροελλαδική ΙΙΙΑ2 περίοδο, οικοδομήθηκαν ένας μεγάλος κεραμικός κλίβανος στο άκρο του οικισμού, καθώς και οι δύο μεγάλοι θολωτοί τάφοι που έχουν αποκαλυφθεί στην περιοχή και πιθανότατα ήταν η μεταθανάτια κατοικία των τοπικών ηγεμόνων.
Στις αρχές του 13ου αι. π.Χ. (ΥΕ ΙΙΙΒ1 περίοδος) ιδρύθηκε το ανακτορικό κέντρο, μοναδικό στην περιοχή, όπου κατοικούσε μία άρχουσα τάξη που συγκέντρωνε διοικητική, θρησκευτική και οικονομική εξουσία, και είχε επαφές με όλο το γνωστό μυκηναϊκό κόσμο μέσω ενός ανεπτυγμένου συστήματος εμπορικών ανταλλαγών.
Το ανάκτορο αποτελείται από δύο μεγάλα μέγαρα που πλαισιώνονται από άλλα μικρότερα κτήρια και συνδέονται με μία εσωτερική αυλή. Το κτήριο καταστράφηκε ολοσχερώς από ισχυρή πυρκαγιά στο τέλος του 13ου αι. - αρχές 12ου αι. π.Χ., ενώ στα τέλη του 13ου αι. π.Χ. (πρώιμη ΥΕ ΙΙΙΓ) όλα τα κτήρια του οικισμού εγκαταλείφθηκαν χωρίς να σημειωθεί καταστροφή. Η θέση ερημώθηκε και ξανακατοικήθηκε μόνο στα νεότερα χρόνια.
Οι πρώτες ανασκαφές στο χώρο έγιναν από τους Β. Στάη και Χ. Τσούντα στις αρχές του 20ού αιώνα. Το 1901 ανασκάφηκε από τον Β. Στάη ο θολωτός τάφος πάνω στο λόφο, ενώ ο δεύτερος θολωτός τάφος, γνωστός ως «Λαμιόσπιτο», είχε ανασκαφεί το 1886 από τους Lolling και Wolters.
Στη δεκαετία 1950 ο Ν. Βερδελής πραγματοποίησε εργασίες συντήρησης των νεολιθικών λειψάνων του οικισμού, που συνεχίσθηκαν και το 1974-1977, όταν ο Γ. Χουρμουζιάδης πραγματοποίησε ανασκαφικές έρευνες στο νεολιθικό οικισμό με σκοπό να επαναπροσδιορίσει την αρχιτεκτονική του και κυρίως τη χρήση των περιβόλων.
Το 1980 ξεκίνησε από τη Β. Αδρύμη-Σισμάνη η ανασκαφή του μυκηναϊκού οικισμού στην πεδιάδα ανατολικά του λόφου, η οποία συνεχίζεται μέχρι σήμερα.
Στα τελευταία χρόνια έχουν πραγματοποιηθεί εργασίες στερέωσης τοίχων και θεμελίων του νεολιθικού οικισμού και διαμορφώσεις του αρχαιολογικού χώρου για τη διευκόλυνση των επισκεπτών.
Στο επίκεντρο του αρχαιολογικού ενδιαφέροντος βρίσκεται ο μυκηναϊκός οικισμός του Διμηνίου, όπου έχουν έρθει νέα ευρήματα στο φως, τα οποία διερευνώνται πολύ προσεκτικά από τους αρχαιολόγους της ΙΓ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασσικών Αρχαιοτήτων.Σημαντικά στοιχεία τα οποία σχετίζονται με την έκταση που καταλαμβάνει ο μυκηναϊκός οικισμός του Διμηνιού, φέρνει, συγκεκριμένα, στο φως το νέο οικιστικό σύνολο που αποκαλύφθηκε πρόσφατα, στην διάρκεια σωστικών ανασκαφών.
Οι μυκηναϊκές οικίες που ανακαλύφθηκαν από την αρχαιολογική σκαπάνη, βρίσκονται εκτός του χώρου που είχε ήδη ανασκαφεί, σε παρακείμενο οικόπεδο, χρονολογούνται στην ίδια φάση με το μυκηναϊκό ανάκτορο του Διμηνιού, τον 13ο π Χ αιώνα και διατηρούν, σημειωτέον, εξαιρετικό δίκτυο αποχέτευσης, το οποίο σώζεται σε πολύ καλή κατάσταση.
Το εν λόγω οικιστικό σύνολο που χρονολογείται, όπως προαναφέρθηκε, στην μυκηναϊκή εποχή, παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στο πλαίσιο των εργασιών του 4ου Αρχαιολογικού Έργου Θεσσαλίας και Στερεάς Ελλάδας 2009-2011, που πραγματοποιήθηκε στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, εμπλουτίζοντας με σημαντικές πληροφορίες το παζλ των αρχαιολογικών δεδομένων της περιοχής μας.«Η έρευνα δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί και η εικόνα των αρχιτεκτονικών καταλοίπων είναι αποσπασματική, καθώς εκτείνονται εκτός των ορίων του οικοπέδου στο οποίο έχουν εντοπιστεί» αναφέρει η αρχαιολόγος της ΙΓ΄ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασσικών Αρχαιοτήτων Σταματία Αλεξάνδρου.
Ιδιαίτερο στοιχείο αποτελεί το σύστημα αποχέτευσης το οποίο συγκέντρωνε και απομάκρυνε τα νερά των οικιών με ένα δίκτυο λιθόκτιστων αυλάκων. Σώζεται σε μήκος 4.00μ. περίπου, αλλά ένα όρυγμα νεότερης καλλιεργητικής δραστηριότητας προκάλεσε φθορές και διακοπή της συνέχειάς του. Έχει πλάτος 0,40μ., είναι κατασκευασμένο από δύο παράλληλες σειρές με ακατέργαστες πέτρες και καλύπτεται από σχιστόπλακες.
Η κεραμική που έχει βρεθεί, περιλαμβάνει άβαφα αγγεία καθημερινής χρήσης, που σχετίζονται με την παρασκευή, κατανάλωση και αποθήκευση της τροφής, ενώ κοντά στον αγωγό, σε χώρο ελεύθερο, συνελέγησαν τμήματα που πιθανώς ανήκουν σε λουτήρα, χωρίς προς το παρόν να μπορούν να συγκολληθούν.
Βρέθηκαν επίσης τμήματα γραπτών ανθρωπόμορφων ειδωλίων, τμήματα από ζωόμορφα ειδώλια, και άλλα κινητά ευρήματα, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται χάλκινη τριχολαβίδα και λιγοστά λίθινα εργαλεία.
«Παρά την έλλειψη ολοκληρωμένης εικόνας, το εν λόγω σύνολο, προσθέτει μία ακόμη, μικρή έστω, ψηφίδα στα ευρήματα και στο χάρτη της έκτασης του μυκηναϊκού οικισμού», υπογραμμίζει η κ. Αλεξάνδρου και προσθέτει ότι: «η αύξηση του πληθυσμού την περίοδο της ακμής του πυκνοδομημένου οικισμού, είχε ως συνέπεια την επέκταση της κατοίκησης στις ανατολικές παρυφές του, σύμφωνα με τον πολεοδομικό σχεδιασμό που διέπει όλο τον οικισμό».
Στην ανοικτή πεδιάδα νοτιοανατολικά του λόφου με τα λείψανα του νεολιθικού οικισμού, εκτείνεται ο μυκηναϊκός οικισμός Διμηνίου, ο οποίος ερευνάται από το 1977. Καλύπτει μια έκταση πάνω από 100 στρέμματα, αλλά τα όριά του δεν μπορούν να προσδιοριστούν με σαφήνεια, καθώς εκτείνεται κάτω από τα σπίτια του σύγχρονου οικισμού.
Ο κεντρικός πυρήνας του ερευνήθηκε συστηματικά από την Δρ. Βασιλική Αδρύμη-Σισμάνη και περιλαμβάνει ένα επιβλητικό κτιριακό συγκρότημα (Μέγαρο Α και Β), έναν κεντρικό δρόμο με καλοκτισμένες ιδιωτικές οικίες εκατέρωθέν του, αλλά και μεμονωμένες οικίες, ενώ σποραδικά, στα πλαίσια σωστικών ερευνών, εντοπίστηκαν οικίες, βιοτεχνικές εγκαταστάσεις, καθώς και τάφοι της Ύστερης Εποχής Χαλκού (σημείωσε σε παρακαλώ την χρονολόγηση της συγκεκριμένης περιόδου).
Παλαιότερα ως ανατολικότερο όριο του οικισμού θεωρήθηκε ένας κεραμικός κλίβανος που λειτούργησε μέχρι το τέλος της Ύστερης Εποχής Χαλκού, αλλά οι σωστικές έρευνες των τελευταίων ετών, που διενεργήθηκαν σε παρακείμενα οικόπεδα, έδωσαν νέα στοιχεία για την επέκταση του πολεοδομικού ιστού του Μυκηναϊκού Διμηνίου.
Η έρευνα στο οικόπεδο όπου βρέθηκε, συγκεκριμένα, το εντυπωσιακό οικιστικό σύνολο, δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί και η εικόνα των αρχιτεκτονικών καταλοίπων του είναι μάλλον αποσπασματική καθώς εκτείνονται εκτός των ορίων του. Έχουν μάλιστα τον ίδιο προσανατολισμό με τα υπόλοιπα σύνολα του οικισμού που ακολουθεί έναν ενιαίο πολεοδομικό σχεδιασμό με μελετημένη χωροταξική οργάνωση.
Οι τεχνικές δομής είναι όμοιες καθώς οι τοίχοι τους σώζονται σε μικρό ύψος 0,30μ.- 0,40μ., έχουν κατά μέσο όρο πλάτος 0,50μ. και είναι κτισμένοι με ακατέργαστους λίθους σε δύο παράλληλες σειρές, ενώ ενδιάμεσα υπάρχει σκληρό χώμα και μικρότερες πέτρες.
Σε κάποια σημεία σώζεται τμήμα του δαπέδου από σκληρό πατημένο χώμα το οποίο είναι τοποθετημένο πάνω σε λεπτή στρώση από χαλίκι. «Τα δωμάτια ήταν σχεδόν άδεια και έτσι είναι δύσκολο να διαπιστωθεί η χρήση τους, αλλά ανήκουν μάλλον σε ιδιωτικές οικίες που τοποθετούνται στην μυκηναϊκή περίοδο, παρότι υπάρχουν ενδείξεις και για προηγούμενες φάσεις» αναφέρει η αρχαιολόγος της ΙΓ Εφορείας.
Στο δυτικό τμήμα του οικοπέδου αναπτύσσεται τετράπλευρος χώρος (4,00μ.x 4,30μ.) ο οποίος αποτελεί τμήμα μεγαλύτερης οικίας που εκτείνεται εκτός του οικοπέδου, ενώ ανατολικά και νότια έχουν προστεθεί βοηθητικοί χώροι. Έξω από την ανατολική γωνία του εντοπίστηκε αβαθής κυκλικός λάκκος διαμέτρου 2.00μ. περίπου από τον οποίο συλλέχθηκαν όστρεα, (θαλασσινά όστρακα), οστά, κυρίως βοοειδών, καύσεις, κεραμική και τμήματα ειδωλίων.
Στο νότιο τμήμα του οικοπέδου διατηρείται τμήμα οικίας που αποτελείται από δύο χώρους, οι οποίοι επικοινωνούν με μία θύρα. Στo εσωτερικό του δεύτερου χώρου εντοπίστηκε μικρή κυκλική λίθινη θήκη, προφανώς για την στήριξη αποθηκευτικού αγγείου. Ανατολικά υπάρχουν αποσπασματικά λείψανα που συνθέτουν την κάτοψη δύο χώρων, των οποίων η έρευνα συνεχίζεται.
Παρά την έλλειψη ολοκληρωμένης εικόνας, το σύνολο που ήρθε πρόσφατα στο φως, προσθέτει μία ακόμη ψηφίδα στα ευρήματα και στο χάρτη της έκτασης του μυκηναϊκού οικισμού. Η αύξηση του πληθυσμού την περίοδο της ακμής του Διμηνιού, είχε ως συνέπεια την επέκταση της κατοίκησης στις ανατολικές παρυφές του, σύμφωνα με τον πολεοδομικό σχεδιασμό που διέπει όλο τον οικισμό.
Η παρουσία των αρχιτεκτονικών λειψάνων, η διάταξη και η σύνδεσή τους με τα όμορα ευρήματα δείχνουν μια πυκνοδομημένη «γειτονιά» του μυκηναϊκού οικισμού Διμηνίου, ο οποίος ερήμωσε οριστικά τα μεταγενέστερα χρόνια, φέρνοντας, ωστόσο, στο φως, πολύ σημαντικά αρχαιολογικά δεδομένα.
Μαζί με το Σέσκλο είναι οι πιο συστηματικά ανασκαμμένες νεολιθικές θέσεις της Θεσσαλίας, που μας προσφέρουν πολύτιμες πληροφορίες για την αρχιτεκτονική και οικονομική οργάνωση των προϊστορικών οικισμών.
Σχέδιο 1 |
Η πρώτη εγκατάσταση στο λόφο χρονολογείται στο τέλος της 5ης ή 6ης χιλιετίας π.Χ., στη Νεότερη Νεολιθική περίοδο.
Ήταν μία οργανωμένη κοινότητα 200-300 κατοίκων, που ζούσαν σε 30-40 σπίτια και ασχολούνταν κυρίως με τη γεωργία και την κτηνοτροφία, αλλά και με την αλιεία, λόγω της μικρής απόστασης από τη θάλασσα. Το Διμήνι ξεχωρίζει από τους άλλους νεολιθικούς οικισμούς γιατί παρουσιάζει ένα μοναδικό αρχιτεκτονικό στοιχείο, τους έξι λιθόκτιστους περιβόλους, που είχαν οικοδομηθεί γύρω από τον οικισμό κατά ζεύγη, με σκοπό πιθανότατα να στηρίζουν το έδαφος και να ορίζουν το χώρο. Ανάμεσά τους ήταν κτισμένα τα σπίτια, ενώ στο κέντρο βρισκόταν μία ευρύχωρη αυλή.
4 Νεολιθικός οικισμός Διμήνι :Γραπτό δίοτο αγγείο |
Διμήνι ,πήλινο σφαιρικό δίοτο εγχάρακτο αγγείο κεραμικού ρυθμού Διμηνίου με ζωγραφισμένη την σπείρα - 5300-4800 π. Χ Ε.Α.Μ |
Ο μεγάλος δρόμος (Φωτ εφημερίδα Χάος) |
Στην πρώτη αρχιτεκτονική φάση, που χρονολογείται στην Υστεροελλαδική ΙΙΙΑ2 περίοδο, οικοδομήθηκαν ένας μεγάλος κεραμικός κλίβανος στο άκρο του οικισμού, καθώς και οι δύο μεγάλοι θολωτοί τάφοι που έχουν αποκαλυφθεί στην περιοχή και πιθανότατα ήταν η μεταθανάτια κατοικία των τοπικών ηγεμόνων.
Διμήνι -Μυκηναϊκός θολωτός τάφος ( Φωτ AnPa) |
2 Διμήνι -Η κεντρική αυλή και το μέγαρο της πρώιμης χαλκοκρατίας |
ΜΥΚΗΝΑΪΚΉΣ ΠΕΡΙΌΔΟΥ ΤΆΦΟΣ ΣΤΟ ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΌ ΔΙΜΗΝΙ |
Το 1980 ξεκίνησε από τη Β. Αδρύμη-Σισμάνη η ανασκαφή του μυκηναϊκού οικισμού στην πεδιάδα ανατολικά του λόφου, η οποία συνεχίζεται μέχρι σήμερα.
Στα τελευταία χρόνια έχουν πραγματοποιηθεί εργασίες στερέωσης τοίχων και θεμελίων του νεολιθικού οικισμού και διαμορφώσεις του αρχαιολογικού χώρου για τη διευκόλυνση των επισκεπτών.
~~{ * }~~
Αρχαία Eυρήματα στο Διμήνι και το άρτιο αποχετευτικό σύστημα 4.000 ετών
Στην Ελλάδα μετά το 5.000 π Χ εμφανίζονται οικισμοί στους οποίους το κεντρικό σημείο καταλαμβάνει ένα μεγάλο κτίσμα, ενώ γύρω τους αναπτύσσονται μικρότερα κτίσματα σε περιβόλους στο Διμήνι και Σέσκλο στη Θεσσαλία
Στο επίκεντρο του αρχαιολογικού ενδιαφέροντος βρίσκεται ο μυκηναϊκός οικισμός του Διμηνίου, όπου έχουν έρθει νέα ευρήματα στο φως, τα οποία διερευνώνται πολύ προσεκτικά από τους αρχαιολόγους της ΙΓ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασσικών Αρχαιοτήτων.Σημαντικά στοιχεία τα οποία σχετίζονται με την έκταση που καταλαμβάνει ο μυκηναϊκός οικισμός του Διμηνιού, φέρνει, συγκεκριμένα, στο φως το νέο οικιστικό σύνολο που αποκαλύφθηκε πρόσφατα, στην διάρκεια σωστικών ανασκαφών.
Η απόληξη τοίχου, του Μεγάλου Κτηρίου |
Το εν λόγω οικιστικό σύνολο που χρονολογείται, όπως προαναφέρθηκε, στην μυκηναϊκή εποχή, παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στο πλαίσιο των εργασιών του 4ου Αρχαιολογικού Έργου Θεσσαλίας και Στερεάς Ελλάδας 2009-2011, που πραγματοποιήθηκε στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, εμπλουτίζοντας με σημαντικές πληροφορίες το παζλ των αρχαιολογικών δεδομένων της περιοχής μας.«Η έρευνα δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί και η εικόνα των αρχιτεκτονικών καταλοίπων είναι αποσπασματική, καθώς εκτείνονται εκτός των ορίων του οικοπέδου στο οποίο έχουν εντοπιστεί» αναφέρει η αρχαιολόγος της ΙΓ΄ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασσικών Αρχαιοτήτων Σταματία Αλεξάνδρου.
Το σύστημα αποχέτευσης |
Εντυπωσιάζει το αποχετευτικό σύστημα του αρχαίου οικισμού.
Ίχνη συστήματος αποχέτευσης έχουν εντοπιστεί παράλληλα σε μεμονωμένες οικίες του μυκηναϊκού οικισμού, αλλά όμοιο, τόσο καλά διατηρημένο δίκτυο διατηρείται στη βόρεια γωνία της αυλής του Μεγάρου Α΄ και κάτω από το συγκρότημα αποθηκών του Μεγάρου Β΄, τα οποία εντάσσονται στο ανακτορικό συγκρότημα του Διμηνιού.Η κεραμική που έχει βρεθεί, περιλαμβάνει άβαφα αγγεία καθημερινής χρήσης, που σχετίζονται με την παρασκευή, κατανάλωση και αποθήκευση της τροφής, ενώ κοντά στον αγωγό, σε χώρο ελεύθερο, συνελέγησαν τμήματα που πιθανώς ανήκουν σε λουτήρα, χωρίς προς το παρόν να μπορούν να συγκολληθούν.
Ανθρωπόμορφο βιολόσχημο ειδώλιο από το Διμήνι 4800-4500 π.Χ. |
Τμήματα ανθρωπόμορφων ειδωλίων ήρθαν στο φως.
«Παρά την έλλειψη ολοκληρωμένης εικόνας, το εν λόγω σύνολο, προσθέτει μία ακόμη, μικρή έστω, ψηφίδα στα ευρήματα και στο χάρτη της έκτασης του μυκηναϊκού οικισμού», υπογραμμίζει η κ. Αλεξάνδρου και προσθέτει ότι: «η αύξηση του πληθυσμού την περίοδο της ακμής του πυκνοδομημένου οικισμού, είχε ως συνέπεια την επέκταση της κατοίκησης στις ανατολικές παρυφές του, σύμφωνα με τον πολεοδομικό σχεδιασμό που διέπει όλο τον οικισμό».
Αρχαιολογικές έρευνες
Στην ανοικτή πεδιάδα νοτιοανατολικά του λόφου με τα λείψανα του νεολιθικού οικισμού, εκτείνεται ο μυκηναϊκός οικισμός Διμηνίου, ο οποίος ερευνάται από το 1977. Καλύπτει μια έκταση πάνω από 100 στρέμματα, αλλά τα όριά του δεν μπορούν να προσδιοριστούν με σαφήνεια, καθώς εκτείνεται κάτω από τα σπίτια του σύγχρονου οικισμού.
Στον προϊστορικό οικισμό του Διμηνίου, οι Μυκηναϊκοί τάφοι ίσως υποδηλώνουν την θέση της αρχαίας Ιωλκού, πόλης του Ιάσονα, της Αργούς. :Φωτ dimdom 2012 |
Εσωτερικό οικίας στο Διμήνι. |
Η αρχαία οικία από άλλη άποψη |
Τοιχοποιία (Φωτ εφημερίδα Χάος) |
Σε κάποια σημεία σώζεται τμήμα του δαπέδου από σκληρό πατημένο χώμα το οποίο είναι τοποθετημένο πάνω σε λεπτή στρώση από χαλίκι. «Τα δωμάτια ήταν σχεδόν άδεια και έτσι είναι δύσκολο να διαπιστωθεί η χρήση τους, αλλά ανήκουν μάλλον σε ιδιωτικές οικίες που τοποθετούνται στην μυκηναϊκή περίοδο, παρότι υπάρχουν ενδείξεις και για προηγούμενες φάσεις» αναφέρει η αρχαιολόγος της ΙΓ Εφορείας.
(Φωτ εφημερίδα Χάος) |
Στο δυτικό τμήμα του οικοπέδου αναπτύσσεται τετράπλευρος χώρος (4,00μ.x 4,30μ.) ο οποίος αποτελεί τμήμα μεγαλύτερης οικίας που εκτείνεται εκτός του οικοπέδου, ενώ ανατολικά και νότια έχουν προστεθεί βοηθητικοί χώροι. Έξω από την ανατολική γωνία του εντοπίστηκε αβαθής κυκλικός λάκκος διαμέτρου 2.00μ. περίπου από τον οποίο συλλέχθηκαν όστρεα, (θαλασσινά όστρακα), οστά, κυρίως βοοειδών, καύσεις, κεραμική και τμήματα ειδωλίων.
Διμήνι -Αγγείο από την νεολιθική περίοδο 4800-1500 π.Χ Οι αύλακες ήταν παραγεμισμένοι με λευκή ουσία που όπου τονιζόταν ο διάκοσμος - Ε.Α.Μ. |
Παρά την έλλειψη ολοκληρωμένης εικόνας, το σύνολο που ήρθε πρόσφατα στο φως, προσθέτει μία ακόμη ψηφίδα στα ευρήματα και στο χάρτη της έκτασης του μυκηναϊκού οικισμού. Η αύξηση του πληθυσμού την περίοδο της ακμής του Διμηνιού, είχε ως συνέπεια την επέκταση της κατοίκησης στις ανατολικές παρυφές του, σύμφωνα με τον πολεοδομικό σχεδιασμό που διέπει όλο τον οικισμό.
Η παρουσία των αρχιτεκτονικών λειψάνων, η διάταξη και η σύνδεσή τους με τα όμορα ευρήματα δείχνουν μια πυκνοδομημένη «γειτονιά» του μυκηναϊκού οικισμού Διμηνίου, ο οποίος ερήμωσε οριστικά τα μεταγενέστερα χρόνια, φέρνοντας, ωστόσο, στο φως, πολύ σημαντικά αρχαιολογικά δεδομένα.
Αγγείο από την νεολιθική περίοδο στο Διμήνι |
Η ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΦΟΡΑ ΚΑΙ Ο ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ
ΠΗΓΕΣ
- Δρ Β. Αδρύμη - Σισμάνη, Αρχαιολόγος
- Σταματία Αλεξάνδρου.Αρχαιολόγος
- Αρχαιολόγοι ΙΓ΄ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασσικών Αρχαιοτήτων
- Παρουσίαση 4ου Αρχαιολογικού Έργου Θεσσαλίας και Στερεάς Ελλάδας 2009-2011
ΑΛΛΕΣ ΠΗΓΕΣ
- ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΤΕΧΝΗ -www.archaiologia.gr
- Σελίδες Ιστορίας και Επιστήμης/history-pages.blogspot.gr
- ΙΔΡΥΜΑ ΜΕΙΖΟΝΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ
- ΑΡΧΕΙΟ PANORAMIO
- ΑΡΧΕΙΟ ΑΡΧΑΙΟΓΝΩΜΩΝΑ
ΑΝΑΦΟΡΑ 1
ΑΝΑΦΟΡΑ 2
Δύο σκεύη από το Διμήνι- Παρατηρούμε ότι δημιουργείται με άλλο τρόπο η ίδια απόδοση σχεδίου (Σήμανση ή διάκοσμος ) |
Όμως βλέπουμε ότι ίδιος διάκοσμος υπάρχει και στην Μακεδονία της Νεολιθικής περιόδου |
ΒΙΝΤΕΟ ΟΙΚΙΣΜΟΙ ΔΙΜΗΝΙΟΥ ΣΕΣΚΛΟΥ
Νέα δεδομένα για το ανάκτορο της θρυλικής Ιωλκού στο Διμήνι...
Καινούργια δεδομένα που τεκμηριώνουν τη σημασία των μυκηναϊκών μεγάρων, ηλικίας 3.500 χρόνων, που ανακαλύφθηκαν στον αρχαιολογικό χώρο του Διμηνίου, όπου ανιχνεύεται η θρυλική Ιωλκός, ανακοινώθηκαν στη διάρκεια των χθεσινών εργασιών του διεθνούς συνεδρίου που πραγματοποιήθηκε στο Βόλο.
Κάτοψη των πολύ εντυπωσιακών μεγάρων στο Μυκηναϊκό Διμήνι |
Οι εργασίες προστασίας και ανάδειξης του μυκηναϊκού οικισμού που πραγματοποιήθηκαν από τα τέλη του 2011 έως τα τέλη του 2013, έφεραν στο φως πολύ σημαντικά στοιχεία, τα οποία τεκμηριώνουν την άποψη, ή καλύτερα τη βεβαιότητα, ότι τα δύο εντυπωσιακά μέγαρα που έχουν βρεθεί, συνθέτουν ένα επιβλητικό διοικητικό κέντρο.... Η χρονολόγηση του ευρήματος τοποθετείται στον 14ο-13ο αιώνα πΧ, ενώ όπως αναφέρει η Ελσα Νικολάου, αναπληρώτρια προϊσταμένη της Εφορείας Αρχαιοτήτων Μαγνησίας: «ενισχύεται η άποψη ότι πρόκειται για μέγαρα, η οποία τεκμηριώνεται από την κατασκευή τους και τους χώρους που διαθέτουν.
Οι πάρα πολλές αποθήκες που έχουν ανακαλυφθεί, μας δείχνουν ότι πραγματικά υπάρχει ένα κέντρο στο συγκεκριμένο αρχαιολογικό χώρο».... Ο «χανανίτικος» αμφορέας που ήρθε στο φως, αποτελεί σημαντική αρχαιολογική μαρτυρία για τις ισχυρές εμπορικές σχέσεις που είχαν αναπτυχθεί με την ανατολική Μεσόγειο.
Παράλληλα αποκαλύφθηκαν όλοι οι αποθηκευτικοί χώροι, όπου βρέθηκαν μήτρες για την κατασκευή μεταλλικών αντικειμένων, μολύβδινα αγγεία, μεγάλα κύπελλα, αλλά και στοιχεία που τεκμηριώνουν την παρασκευή αρωματικών ελαίων, σε χώρους έξω από τις αποθήκες.
Επιπροσθέτως, διαπιστώθηκε ότι τρεις αποθηκευτικοί χώροι χρησιμοποιούνταν για την εναπόθεση σιτηρών, καρπών, μικρότερων αγγείων και αμφορέων, που ενδεχομένως περιείχαν λάδι ή κρασί. «Γενικά, είδαμε ένα πολύ περιποιημένο κτίριο με πολύχρωμα κονιάματα στους τοίχους και λευκά ασβεστοκονιάματα στα δάπεδα, που συνθέτουν ένα εντυπωσιακό μέγαρο, δημόσιου χαρακτήρα», επισημαίνει η κ. Νικολάου.
Οι παραπάνω εργασίες κατέχουν εξέχουσα θέση στον απολογισμό δράσης του Αρχαιολογικού Ινστιτούτου Θεσσαλικών Σπουδών, το οποίο καταργήθηκε πρόσφατα, με την απαλοιφή του από το προεδρικό διάταγμα του 2014. Το ίδιο Ινστιτούτο υλοποίησε με αυτεπιστασία το υποέργο «Αρχαιολογικές εργασίες για την προστασία και ανάδειξη του μυκηναϊκού οικισμού Διμηνίου – Ιωλκός».
Το συγκεκριμένο υποέργο, εκτός από τις διερευνητικές τομές στα σημεία θεμελίωσης των νέων, μόνιμων στεγάστρων, περιελάμβανε μελέτη και τεκμηρίωση του αρχαιολογικού υλικού, δημιουργία έντυπου υλικού για τους επισκέπτες, καθώς επίσης τη δημοσίευση των αποτελεσμάτων της έρευνας του μυκηναϊκού οικισμού σε έναν τόμο με τίτλο: «Ευκτιμένη Ιωλκός»,( ευκτιμένη =γεροθεμελιωμένη, οχυρή) που οδεύει προς εκτύπωση.
Πολύ σημαντικό είναι, εξάλλου, το γεγονός ότι ο παραπάνω χώρος και τα δύο μέγαρα προσφέρονται για εκπαιδευτικές δραστηριότητες, προκειμένου οι μαθητές να βλέπουν τους χώρους του μεγάρου, τις αποθήκες, την κουζίνα, το ιερό και να εμπλουτίζουν με βιωματικό τρόπο τις γνώσεις τους.
Η Ιωλκός αρχαιότατη πόλη της Θασσαλομαγνησίας, τοποθετείται από τους αρχαιολόγους στο λόφο των Αγίων Θεοδώρων Βόλου, στη συνοικία «Παλιά». Η μυθολογική παράδοση θέλει την Ιωλκό ίδρυμα του γιου του Αιόλου Κρηθέα. Απ’ την πανέμορφη Τυρώ, κόρη του Θεσσαλού βασιλιά Σαλμωνέα, που πήρε γυναίκα του, απόχτησε ο Κρηθέας δύο παιδιά : τον Πελία και τον Αίσονα. Στο θρόνο της Ιωλκού τον διαδέχτηκε ο Πελίας.
Ο γιος του Αίσονα, Ιάσονας ,αργότερα για να πάρει το θρόνο αναγκάστηκε να επιχειρήσει την υπερπόντια αργοναυτική εκστρατεία. Πέρα ωστόσο από τις μυθικές αυτές παραδόσεις που έδωσαν τόσα θέματα στην αρχαία λογοτεχνία και καλλιτεχνία, το ιστορικά τεκμηριωμένο είναι ότι στην Ιωλκό κατοικούσαν οι Μινύες, που εκμεταλλεύτηκαν όσο μπορούσαν καλύτερα κι αποδοτικότερα τη γειτονιά τους με την προνομιούχα θάλασσα του Παγασητικού κι έγιναν πολύ γρήγορα εξαιρετικοί ναυτίλοι.
Οι Μινύες εγκαταστάθηκαν στην Ιωλκό γύρω στα 1800 π.Χ. κι από τότε αρχίζει η πόλη αυτή να γίνεται η πιο ενδιαφέρουσα της περιφέρειας μιας και ο μεσόγειος συνοικισμός του Διμηνίου άρχισε να φθίνει και να ερημώνεται.Στα 1300-1150 η Ιωλκός βρίσκεται στο κορύφωμα της ακμής της, κι αυτή την εποχή πρέπει ν’ απηχεί ο χαρακτηρισμός που της δίνει ο Όμηρος :» ευκτιμένη (=γεροθεμελιωμένη, οχυρή) Ιωλκός».
Η ακμή της αυτή , με αργή μα σίγουρη κάμψη, κρατάει μέχρι τον 7ο αιώνα π.Χ., ώσπου στο τέλος του 6ου αιώνα υποτάσσεται στους Θεσσαλούς. Τον 5ο αιώνα αναπτύχθηκαν οι Παγασές και η Δημητριάδα. Μετά την μάχη της Πύδνας (168 π.Χ.) όταν η Δημητριάδα έπεσε στα χέρια των Ρωμαίων, ιδρύθηκε το Κοινό των Μαγνήτων και η Ιωλκός έμεινε ένα απλό προάστειό της.
Τέτοιο έμεινε και σ’ όλη τη βυζαντινή περίοδο, με τη διαφορά πως την εποχή αυτή απόχτησε αξία το στρατιωτικό οχυρό και με το όνομα πια Γόλος την βρίσκουμε τον 14 αιώνα στον Κατακουζηνό.
Οι ανασκαφικές έρευνες που έγιναν στο λόφο της Ιωλκού έφεραν στο φως πλήθος ορθογώνιων και θολωτών τάφων....
ellinondiktyo.blogspot.com
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου