Του Δημήτρη Συμεωνίδη JP
Δημοσιογράφος/Ανταποκριτής
Ε.Σ.Ε.Μ.Ε. (Ένωση Συντακτών Ευρωπαϊκών Μέσων Ενημέρωσης)
Ο Απολλώνιος ο Τυανεύς ήταν νεοπυθαγόρειος θεόσοφος φιλόσοφος, που έζησε στην Καππαδοκία και ήκμασε κατά τον 1ο μ.Χ. αιώνα, κατά τον οποίο εξέπληξε ως θαυματουργός, προφήτης και περιοδεύων ηθικοδιδάσκαλος.
Η επιστολή του νεοπυθαγόρειου Έλληνα φιλοσόφου προς τον Ρωμαίο διοικητή Βαλέριο, εγράφη λίγο μετά τον θάνατο του γιου του.
Το σωζόμενο μέρος της έχει ως εξής:
Apollonii Epistulae 58 Line1-71
Αρχαίον Κείμενον
νη′. Οὐαλερίῳ. Θάνατος οὐδεὶς οὐδενὸς ἢ
μόνον ἐμφάσει, καθάπερ οὐδὲ γένεσις οὐδενὸς ἢ μό-
νον ἐμφάσει. τὸ μὲν γὰρ ἐξ οὐσίας τραπὲν εἰς φύ-
σιν ἔδοξε γένεσις, τὸ δὲ ἐκ φύσεως εἰς οὐσίαν κατὰ
ταὐτὰ θάνατος οὔτε γιγνομένου κατ' ἀλήθειάν τινος,
οὔτε φθειρομένου ποτέ, μόνον δὲ ἐμφανοῦς ὄντος
ἀοράτου τε ὕστερον τοῦ μὲν διὰ παχύτητα τῆς ὕλης,
τοῦ δὲ διὰ λεπτότητα τῆς οὐσίας, οὔσης μὲν αἰεὶ
τῆς αὐτῆς, κινήσει δὲ διαφερούσης καὶ στάσει. τοῦτο
γάρ που τὸ ἴδιον ἀνάγκῃ τῆς μεταβολῆς οὐκ ἔξωθεν
γινομένης ποθέν, ἀλλὰ τοῦ μὲν ὅλου μεταβάλλοντος
εἰς τὰ μέρη, τῶν μερῶν δὲ εἰς τὸ ὅλον τρεπομένων
ἑνότητι τοῦ παντός. εἰ δὲ ἐρήσεταί τις· τί τοῦτό
ἐστι τὸ ποτὲ μὲν ὁρατόν, ποτὲ δὲ ἀόρατον, ἢ τοῖς
αὐτοῖς γινόμενον ἢ ἄλλοις; φαίη τις ἄν, ὡς ἔθος
ἑκάστου ἐστὶ τῶν ἐνθάδε γενῶν, ὃ πληρωθὲν μὲν
ἐφάνη διὰ τὴν τῆς παχύτητος ἀντιτυπίαν, ἀόρατον
δέ ἐστιν, εἰ κενωθείη διὰ λεπτότητα τῆς ὕλης βίᾳ
περιχυθείσης ἐκρυείσης τε τοῦ περιέχοντος αὐτὴν
αἰωνίου μέτρου, γεννητοῦ δ' οὐδαμῶς, οὐδὲ φθαρ-
τοῦ. τί δὲ καὶ τὸ τῆς πλάνης ἐπὶ τοσοῦτον ἀνέ-
λεγκτον; οἴονται γάρ τινες, ὃ πεπόνθασιν, αὐτοὶ
τοῦτο πεποιηκέναι, μὴ εἰδότες, ὡς ὁ γεννηθεὶς διὰ
γονέων γεγέννηται, οὐχ ὑπὸ γονέων, καθάπερ τὸ
διὰ γῆς φυὲν οὐκ ἐκ γῆς φύεται, πάθος τε οὐδὲν
τῶν φαινομένων περὶ ἕκαστον, ἀλλὰ μᾶλλον περὶ ἓν
ἑκάστου. τοῦτο δὲ τί ἂν ἄλλο τις εἰπὼν ἢ τὴν πρώ-
την οὐσίαν ὀρθῶς ἂν ὀνομάσειεν; ἣ δὴ μόνη ποιεῖ
τε καὶ πάσχει πᾶσι γινομένη πάντα διὰ πάντων
θεὸς ἀίδιος, ὀνόμασι καὶ προσώποις ἀφαιρουμένη
τὸ ἴδιον ἀδικουμένη τε. καὶ τοῦτο μὲν ἔλαττον. τὸ
δὲ (μεῖζον)· κλαίεταί τις, ὅταν θεὸς ἐξ ἀνθρώπου γέ-
νηται τόπου μεταβάσει καὶ οὐχὶ φύσεως. ὡς δὲ ἔχει
τὸ ἀληθές, οὐ πενθητέον σοι θάνατον, ἀλλὰ τιμητέον
καὶ σεβαστέον. τιμὴ δὲ ἡ ἀρίστη τε καὶ πρέπουσα,
εἰ ἀφεὶς θεῷ τὸν ἐκεῖ γενόμενον ἀνθρώπων τῶν
πεπιστευμένων τὰ νῦν ἄρχοις, ᾗ πρότερον ἦρχες.
αἰσχρόν, εἰ χρόνῳ μὴ λογισμῷ γένοιο βελτίων, εἰ
χρόνος καὶ τοὺς κακοὺς λύπης ἔπαυσε. μέγιστον
ἀρχὴ ἱκανή, καὶ μεγίστων ἄρχων ἄριστος, ὃς ἂν αὑ-
τοῦ πρότερον ἄρχῃ. ποῦ δὲ καὶ ὅσιον ἀπεύχεσθαι
τὸ βουλήσει θεοῦ γενόμενον; εἰ τάξις ἐστὶ τῶν ὄν-
των, ἔστι δέ, καὶ θεὸς ἐπιστατεῖ ταύτης, ὁ δίκαιος
οὐ βουλήσεται (ἀπεύχεσθαι) τὰ ἀγαθά, πλεονεκτικὸν
γὰρ καὶ παρὰ τάξιν τὸ τοιοῦτον, ἡγήσεται δὲ τὰ γι-
νόμενα συμφέρειν. πρόελθε καὶ θεράπευσαι, δίκα-
σον καὶ παρηγόρησον τοὺς ἀθλίους, τῶν δὲ δακρύων
οὕτως ἀποτρέψεις. οὐ τὰ ἴδια τῶν κοινῶν, ἀλλὰ τὰ
κοινὰ τῶν ἰδίων προτιμητέον. οἷον δέ σοι καὶ τὸ τῆς
παραμυθίας εἶδος· σὺν ὅλῳ τὸν υἱὸν ἔθνει πεπέν-
θηκας. ἄμειψαι τοὺς μετὰ σοῦ λελυπημένους, ἀμείψῃ
δέ, ἐὰν λυπούμενος παύσῃ, τάχιον (ἢ) ἐὰν μὴ προ-
έλθῃς. φίλους οὐκ ἔχεις; υἱὸν δὲ ἔχεις. καὶ νῦν
τὸν τεθνηκότα; φήσει τις τῶν νοῦν ἐχόντων. τὸ γὰρ
ὂν οὐκ ἀπόλλυται, διὰ τοῦτο ὄν, ὅτι ἔσται διὰ παν-
τός, ἢ καὶ τὸ μὴ ὂν γίνεται, πῶς δ' ἂν γένοιτο μὴ
ἀπολλυμένου τοῦ ὄντος; εἴποι ἂν ἕτερός τις, ὡς ἀσε-
βεῖς τε καὶ ἀδικεῖς. ἀσεβεῖς μὲν τὸν θεόν, ἀδικεῖς
δὲ τὸν υἱόν, μᾶλλον δὲ κἀκεῖνον ἀσεβεῖς· βούλει δὲ
μαθεῖν οἷόν ἐστι θάνατος; ἄνελέ με πέμψας μετὰ
ταύτην τὴν φωνήν, ἣν ἐὰν μὴ μεταμφιέσῃ, παρα-
χρῆμα κρείττονά με σεαυτοῦ πεποίηκας. ἔχεις χρό-
νον, ἔχεις γυναῖκα ἔμφρονα φίλανδρον, ὁλόκληρος
εἶ, παρὰ σεαυτοῦ λαβὲ τὸ λεῖπον. ῾Ρωμαῖός τις τῶν
πάλαι γεγονότων, ἵνα σώσῃ τὸν τῆς ἀρχῆς νόμον τε
καὶ κόσμον, υἱὸν ἴδιον ἀπέκτεινε καὶ στεφανώσας
ἀπέκτεινε. πόλεων ἄρχεις πεντακοσίων ῾Ρωμαίων ὁ
εὐγενέστατος. ταῦτα σαυτὸν διατίθης, ἐξ ὧν οὐδ'
οἰκίας τις εὐσταθῶς ἄρξει, μήτι γε πόλεών τε καὶ
ἐθνῶν. ᾿Απολλώνιος εἰ παρῆν, Φαβοῦλλαν ἂν μὴ
πενθεῖν ἔπεισεν.
Απόδοση (58 1- 13)
Θάνατος δεν υπάρχει για κανέναν, παρά μόνο φαινομενικά, ούτε γένεση υπάρχει για κανέναν, παρά μόνο φαινομενικά. Η τροπή της ουσίας σε φύση θεωρείται γένεση, ενώ η τροπή της φύσεως σε ουσία κατά τα αυτά θεωρείται θάνατος. Ούτε γεννιέται αληθινά κάτι ούτε φθείρεται ποτέ, μόνο τη μια γίνεται φανερό και ύστερα γίνεται αόρατο· και το μεν πρώτο συμβαίνει λόγω παχύτητος της ύλης, το δε δεύτερο λόγω λεπτότητος της ουσίας, η οποία είναι πάντα ίδια και απλώς διαφέρει κατά την κίνηση και τη στάση. Διότι αυτό είναι αναγκαστικά το ίδιον της μεταβολής, που δε γίνεται από κάπου έξω, αλλά το μεν όλον μεταβάλλεται στα μέρη, τα δε μέρη στο όλον λόγω της ενότητος του παντός.
ΠΗΓΗ: Απολλώνιος ο Τυανεύς – επιστολή νη΄ - Στον Βαλέριο. [Περί ζωής και θανάτου] - Απολλώνιος ο Τυανεύς – Βίος και Έργο.
Ολόκληρη η επιστολή 58
Θάνατος δεν υπάρχει για κανέναν, παρά μόνο φαινομενικά, ούτε γένεση υπάρχει για κανέναν, παρά μόνο φαινομενικά. Η τροπή της ουσίας σε φύση θεωρείται γένεση, ενώ η τροπή της φύσεως σε ουσία κατά τα αυτά θεωρείται θάνατος. Ούτε γεννιέται αληθινά κάτι ούτε φθείρεται ποτέ, μόνο τη μια γίνεται φανερό και ύστερα γίνεται αόρατο· και το μεν πρώτο συμβαίνει λόγω παχύτητος της ύλης, το δε δεύτερο λόγω λεπτότητος της ουσίας, η οποία είναι πάντα ίδια και απλώς διαφέρει κατά την κίνηση και τη στάση. Διότι αυτό είναι αναγκαστικά το ίδιον της μεταβολής, που δε γίνεται από κάπου έξω, αλλά το μεν όλον μεταβάλλεται στα μέρη, τα δε μέρη στο όλον λόγω της ενότητος του παντός.
Αλλά αν κάποιος ρωτήσει: Τι είναι αυτό, που άλλοτε είναι ορατό και άλλοτε αόρατο, καθώς παρουσιάζεται στα ίδια ή σε διαφορετικά αντικείμενα; Μπορεί να απαντηθεί, ότι είναι χαρακτηριστικό καθενός από τα πολλά γένη πραγμάτων εδώ, όταν είναι γεμάτο, να είναι εμφανές σε εμάς λόγω της αντίστασης της πυκνότητάς του στις αισθήσεις μας, αλλά να είναι αόρατο σε περίπτωση που αδειάσει Η ύλη του λόγω της λεπτότητάς, το τελευταίο είναι εξαναγκαστικά απορριμμένο στο εξωτερικό και ρέει μακριά από το αιώνιο μέτρο που το περιόριζε. αν και το ίδιο το μέτρο δεν δημιουργείται ούτε καταστρέφεται ποτέ.
Γιατί τότε το σφάλμα έχει περάσει αναντίρρητο σε τέτοια κλίμακα; Ο λόγος είναι ότι κάποιοι φαντάζονται ότι οι ίδιοι έχουν επιφέρει ενεργά αυτά που απλώς έχουν υποφέρει και βιώσουν. Επειδή δεν καταλαβαίνουν ότι ένα παιδί που φέρνουν στον κόσμο οι γονείς του, δεν γεννιέται από τους γονείς του, όπως αυτό που μεγαλώνει μέσω της γης, μεγαλώνει από τη γη. Ούτε οι φαινομενικές τροποποιήσεις ή οι επιδράσεις της ύλης είναι ιδιότητες του μεμονωμένου πράγματος, αλλά συμβαίνει μάλλον ότι οι αισθήσεις κάθε μεμονωμένου πράγματος είναι ιδιότητες ενός μεμονωμένου φαινομένου. Και αυτό το μοναδικό φαινόμενο δεν μπορεί να μιλήσει ή να χαρακτηριστεί σωστά, παρά μόνο να το ονομάσουμε την πρώτη ουσία. Διότι μόνον αυτός είναι πράκτορας και υπομονετικός, καθιστώντας τον εαυτό του τα πάντα σε όλους και μέσω όλων, Θεός αιώνιος, ο οποίος, στο βαθμό που παίρνει τα ονόματα και το πρόσωπο των ατόμων, χάνει τον ιδιόμορφο χαρακτήρα του λόγω της προκατάληψής του. Τώρα αυτό έχει μικρότερη σημασία. Το σπουδαιότερο είναι ότι μερικοί είναι ικανοί να κλαίνε τόσο σύντομα όταν ο Θεός αναδυθεί από την ανθρωπότητα, με απλή αλλαγή τόπου και όχι φύσης. Αλλά στην αλήθεια των πραγμάτων, δεν πρέπει να θρηνείς για το θάνατο του άλλου, αλλά να τον βραβεύεις και να τον σέβεσαι. Και η υψηλότερη και μοναδική τιμή που μπορείς να αποδώσεις μέχρι θανάτου, είναι να παραιτηθείς στον Θεό αυτόν που ήταν εδώ, και να συνεχίσεις να κυβερνάς όπως πριν πάνω στα ανθρώπινα όντα που έχουν εμπιστευθεί στη φροντίδα σου. Ατιμάζεις τον εαυτό σου αν βελτιώνεσαι λιγότερο μέσω της κρίσης σου παρά με την πάροδο του χρόνου, βλέποντας ότι ο χρόνος απαλύνει τις θλίψεις ακόμη και των κακών. Υψηλός
Η εντολή είναι το πιο σημαντικό από τα πράγματα. και θα πετύχει καλύτερα στο πιο σημαντικό αξίωμα, που πρώτα έμαθε να κυβερνά τον εαυτό του. Και τι ευσέβεια επιπλέον υπάρχει στην υποτίμηση αυτού που έχει συμβεί με το θέλημα του Θεού; Εάν υπάρχει μια τάξη πραγματικότητας, και υπάρχει, και αν ο Θεός την προεδρεύει, ο δίκαιος άνθρωπος δεν θα επιθυμεί να υποτιμήσει τις ευλογίες του. για μια τέτοια συμπεριφορά αισθάνεται φιλαργυρία και παραβιάζει αυτήν την εντολή. αλλά θα θεωρήσει ότι αυτό που συμβαίνει είναι για το καλύτερο. Προχωρήστε τότε και γιατρέψτε τον εαυτό σας, απονείμετε δικαιοσύνη και παρηγορήστε τους άθλιους. έτσι θα σκουπίσεις τα δάκρυα των ανδρών. Δεν πρέπει να προτιμάτε την ιδιωτική σας ευημερία από την δημόσια, αλλά την δημόσια από την ιδιωτική σας. Και σκέψου τι παρηγοριά σου προσφέρεται: ολόκληρη η επαρχία έχει θρηνήσει μαζί σου για τον χαμό του γιου σου. Επιβραβεύστε αυτούς που έχουν λυπηθεί μαζί σας, και θα τους ανταμείψετε πολύ πιο σύντομα παύοντας να θρηνείτε παρά με το να περιοριστείτε στο σπίτι σας. "Δεν έχεις φίλους?" Αλλά έχεις έναν γιο. «Τι, αυτός που μόλις πέθανε (θα ρωτήσεις); «Ναι», θα είναι η απάντηση όλων όσοι σκέφτονται. "γιατί αυτό που υπάρχει δεν χάνεται, αλλά υπάρχει από το γεγονός ότι θα είναι για πάντα. Ή θα υποστήριζες ότι αυτό που δεν έχει ύπαρξη δημιουργείται; Αλλά πώς μπορεί αυτό να είναι χωρίς την καταστροφή αυτού που υπάρχει;" Κάποιος άλλος μπορεί να πει, ότι είσαι ασεβής και άδικος. Ασεβείς προς τον Θεό και άδικοι προς τον γιο σας, όχι ασεβείς προς αυτόν καθώς και προς τον Θεό. Θα μάθατε τότε τι είναι ο θάνατος; Στείλε και σκότωσε με τη στιγμή που έχω πει αυτά τα λόγια, και αν δεν μπορείς να τα ντύσεις ξανά με σάρκα, έχεις εκεί και μετά με έκανες ανώτερο από τον εαυτό σου.
Έχετε άφθονο χρόνο, έχετε μια γυναίκα που είναι λογική, αφοσιωμένη στον άντρα της. είσαι ο εαυτός σου υγιής στο σώμα, πάρε από τον εαυτό σου ό,τι σου λείπει. Ένας από τους αρχαίους Ρωμαίους, για να τηρήσει τον νόμο και την τάξη του κράτους του, σκότωσε τον ίδιο του τον γιο, και μάλιστα τον σκότωσε αφού τον στεφάνωσε. Είσαι κυβερνήτης πενήντα πόλεων και ευγενέστερος των Ρωμαίων. Ωστόσο, αυτό το σημερινό χιούμορ σας είναι τέτοιο που σας εμποδίζει να έχετε μια σταθερή διακυβέρνηση ακόμη και στο νοικοκυριό σας, για να μην μιλήσουμε για πόλεις και επαρχίες. Αν ήταν μαζί σου ο Απολλώνιος, θα είχε πείσει τον Φαβούλλα να μην θρηνήσει.
LVIII. (58) - To Valerius.
Ολόκληρη η επιστολή 58 μεταφρασμένη
από τα αγγλικά από τον Δ. Συμεωνίδη
There is no death of anyone save in appearance only, even as there is no birth of anyone or becoming, except only in appearance. For when a thing passes from essence into nature we consider that there is a birth or becoming, and in the same way that there is death when it passes from nature into essence; though in truth a thing neither comes into being at any time nor is destroyed. But it is only apparent at one time and later on invisible, the former owing to the density of its material, and the latter by the reason of the lightness or tenuity of the essence, which however remains always the same, and is only subject to differences of movement and state. For this is necessarily the characteristic of change caused not by anything outside, but by a conversion of the whole into the parts, and by a return of the parts into the whole, due to the oneness of the universe. But if someone asks: What is this, which is at one time visible, and at another invisible, as it presents itself in the same or in different objects? It may be answered, that it is characteristic of each of the several genera of things here, when it is full, to be apparent to us because of the resistance of its density to our senses, but to be unseen in case it is emptied of its matter by reason of its tenuity, the latter being perforce shed abroad, and flowing away from the eternal measure which confined it; albeit the measure itself is never created nor destroyed.
Why is it then that error has passed unrefuted on such a scale? The reason is that some imagine that they have themselves actively brought about what they have merely suffered and experienced; because they do not understand that a child brought into the world by parents, is not begotten by its parents, any more than what grows by means of the earth grows out of the earth; nor are phenomenal modifications or affections of matter properties of the individual thing, but it is rather the case that each individual thing's affections are properties of a single phenomenon. And this single phenomenon cannot be rightly spoken of or characterised, except we name it the first essence. For this alone is agent and patient, making itself all things unto all and through all, God eternal, which in so far as it takes on the names and person of individuals, forfeits its peculiar character to its prejudice. Now this is of lesser importance; what is of greater is this, that some are apt to weep so soon as ever God arises out of mankind, 1 by mere change of place and not of nature. But in very truth of things, you should not lament another's death, but prize and reverence it. And the highest and only befitting honour you can pay to death, is to resign unto God him that was here, and continue to rule as before over the human beings entrusted to your care. You dishonour yourself if you improve less through your judgment than by lapse of time, seeing that time alleviates the sorrows even of the wicked. High command is the most important of things; and he will best succeed in the most important office, who has first learnt to govern himself. And what piety moreover is there in deprecating that which has happened by the will of God? If there is an order of reality, and there is, and if God presides over it, the just man will not desire to deprecate his blessings; for such conduct savours of avarice and violates that order; but he will consider that what happens is for the best. Go forward then and heal yourself, dispense justice and console the wretched; so will you wipe away men's tears. You must not prefer your private welfare to the public, but the public to your private. And think what manner of consolation is offered you: the entire province has mourned with you for the loss of your son. Reward those who have grieved with you, and you will far sooner reward them by ceasing to mourn than by confining yourself in your house. "You have no friends?" But you have a son. "What, the one who is just dead (you will ask)?" "Yes," will be the reply of all who reflect; "for that which exists is not lost, but exists by the very fact that it will be for ever. Or would you argue that that which has no existence comes into being? But how can that be without the destruction of that which is?" Another might say, that you are impious and unjust. Impious towards God, and unjust towards your son, nay impious towards him as well as towards God. Would you then learn what death is? Send and slay me the moment I have uttered these words, and unless you can clothe them afresh with flesh, you have there and then made me superior to yourself.
You have abundant time, you have a wife who is sensible, devoted to her husband; you are yourself sound in body, take from yourself whatever lacks. One of the ancient Romans, in order to uphold the law and order of his state, slew his own son, and indeed slew him after crowning him. You are a governor of fifty cities, and noblest of the Romans; yet this present humour of yours is such as to prevent you from affording a stable government even to your household, not to speak of cities and provinces. If Apollonius were with you, he would have persuaded Fabulla not to mourn.
ΠΗΓΗ: ΑΡΧΕΙΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, 5.1.2024.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:
1. Θησαυρός Ελληνικής Γλώσσας (TLG).
2. THE EPISTLES OF APOLLONIUS OF TYANA.
3. Μετάφραση της επιστολής 58 του Απολλώνιου Τυανέα προς τον Βαλέριο από τον Δ. Συμεωνίδη.
4. DZIELSKA M.: ΑΠΟΛΛΩΝΙΟΣ ο ΤΥΑΝΕΥΣ-Στον ΜΥΘΟ και στην ΙΣΤΟΡΙΑ.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου