Του δρ. Άρη Πουλιανού
Ο Πλειοκαινικος πίθηκος από τα Θαρούνια Ευβοίας: Ένα νέο εύρημα πιθήκου ήρθε να προστεθεί στά τόσα άλλα της Ελλάδας του Τριτογενούς. Πρόκειται για ένα άνω τμήμα αριστερού μηριαίου οστού.
Το απολίθωμα βρήκε ο Γεώργιος Παναγιωτίδης, μέλος τής Ανθρωπολογικής Εταιρείας Ελλάδος, περισσότερο από έναν χρόνο πρίν, σ’ ένα ύψωμα απέναντι από τό χωριό Θαρούνια Εύβοιας.
Η Ανθρωπολογική Εταιρεία Ελλάδος, στην προσπάθειά της να αποκαλύψει το παρελθόν του ανθρώπου στην χώρα μας, οργανώνει συχνά ερευνητικές αποστολές. Δεν αποδίδουν, βέβαια, όλες ευρήματα τέτοιας σημασίας. Στην Εύβοια οργανώσαμε τήν αποστολή από άφορμή τα ευρήματα του Ποντίου στον Αλμυροπόταμο.
Χτενίζοντας την πλαγιά ασβεστολιθικού υψώματος στά Θαρούνια της περιοχής Αλιβερίου, ο τυχερός ήταν ο Γεώργιος Παναγιωτίδης. Στην αρχή το εξέλαβε για μηριαίο ανθρώπου και το παρέδωσε γιά μελέτη.Η απολίθωση του οστού είναι τέλεια. Συγκέντρωση καί άλλων πετρωμάτων γύρω από το σημείο όπου βρέθηκε παρουσιάζει την ίδια υφή των στρωμάτων με εκείνα του Αλμυροποτάμου. Ο βόθρος της κεφαλής του οστού λείπει. Αλλά η βάση της παραμένει καθώς και ο μεγαλύτερος τροχαντήρας. Αυτά τα σημεία του οστού καθώς και το εσωτερικό του, το «μεδούλι» του, έχουν αντικατασταθεί πλήρως από απολιθωμένο πια κοκκινόχωμα, πολύ σκληρής υφής.
Έχει γίνει, δηλαδή, μια τέλεια κοκκινόπετρα. Αντίθετα, το κύριο μέρος του οστού είναι λευκή πέτρα. Η σχετικά εύκολη αντικατάσταση των τροχαντήρων, της βάσης του βόθρου της κεφαλής (καθώς και του εσωτερικού του οστού) με το κοκκινόχωμα του περιβάλλοντος στρώματος, δείχνει ότι τα σημεία αυτά δεν είχαν αποστεωθεί πλήρως κατά την ηλικία του θανάτου του ζώου. Προφανώς, έχουμε να κάνουμε μάλλον με νέο άτομο. Για νά δώσουμε ένα μέτρο της ηλικίας του στον αναγνώστη, υποθέτουμε ότι πρέπει να ήταν περίπου 18 - 20 χρόνων.
Το μήκος του οστού είναι 98 χλστ. Υπολογίσαμε τήν ποσοστιαία σχέση του ως προς τό υπόλοιπο τμήμα ολόκληρου του οστού (Mamonova, Ν., 1968), και βρήκαμε ότι πρέπει να ήταν περίπου 350 χλστ. (μέ «bd» 30 χλστ. και «be» 52 χλστ.). Το ανάστημά του (αν ήταν σε όρθια στάση όπως θα δούμε παρακάτω) υπολογίζουμε να κυμαίνονταν από 140 - 150 εκατοστά. Κι αν προεκτείνουμε και στους πιθήκους τα πειράματα σε παγκόσμια κλίμακα γιά τον υπολογισμό του βάρους του σώματος, που έγιναν στους ανθρώπους με βάση τό μήκος τών μακρών οστών τους (Debetz, G., 1967), τότε το βάρος του πιθήκου από τά Θαρούνια, σύμφωνα μέ τον συμβατικό δείκτη (1CVS) του Γ. Φ. Ντεμπέτς, δεν πρέπει νά περνάει τά 40 - 42 κιλά.
Ο Δείκτης Πάχους του οστού (μέ 350 χλστ. μήκος) είναι 22,85. Δέν ήταν, δηλαδή, ογκώδης. Ήταν όμως αρκετά αναπτυγμένος. [Η μεγαλύτερη διάμετρος στο σημείο όπου έχει σπάσει τό οστό είναι 27 χλστ., και ή μικρότερη στο ίδιο σημείο 23 χλστ. Η μεγαλύτερη διάμετρος τής βάσης του μικρότερου τροχαντήρα του μηριαίου είναι περίπου 29 χλστ., καί η μικρότερη διάμετρος στο ίδιο γνώρισμα 25 χλστ.].
Στο εύρημα δώσαμε την ονομασία Α.Ε.-1 (Ανθρωπολογική Εταιρεία - 1), προς τιμήν τής Εταιρείας μας.
Τήν πιθανότητα νά είναι μηριαίο οστό ανθρώπου τήν άποκλείσαμε άπ' τήν αρχή γιά λόγους ηλικίας του άπολιθώματος. Ή χρονολόγησή του, όπως είδαμε, μπορεί νά βρίσκεται στο μεταίχμιο Μειοκαίνου - Πλειοκαίνου. Δηλαδή, δεν είναι αρχαιότερο άπό 13.000.000 χρόνια, αλλά και όχι νεώτερο από 8.500.000 χρόνια. Αυτό δείχνουν όλα τά συναφή εύρήματα του έλλαδικού χώρου, γιά τούτο καί μείς τό κατατάξαμε στά Πλειοκαινικά, καί μάλιστα στο Κάτω Πλειόκαινο. Επειδή μας λείπει για τήν ώρα η απόλυτη χρονολόγησή του, τό θεωροϋμε σάν εύρημα ηλικίας 9.000.000 – 10.000.000 χρόνων.
Τότε δεν υπήρχαν ακόμη άνθρωποι, δεν είχαν σχηματιστεί.
Οι Αυστραλοπίθηκοι εμφανίζονται λίγο αργότερα, αλλά καί η εξέλιξή τους βαδίζει σχεδόν παράλληλα με του ανθρώπου ως τήν αρχή του Πλειστοκαίνου. Επομένως, έχουμε νά κάνουμε ή μέ άνθρωπόμορφο ανώτερο πίθηκο (Πογκίδα), ή μέ ανθρωπίδα, μιά νέα προγονική μορφή άνθρώπου στον έλλαδικό χώρο.
Θεωρητικά δεν θα έπρεπε νά αποκλειστεί μιά τέτοια περίπτωση.
Τό μόνο πού μας έμενε ήταν νά καθοριστεί ο βαθμός της όρθιας στάσης του μηριαίου που κρατούσαμε στα χέρια μας, γιά νά βρούμε καί την θέση του ζώου στο δένδρο τής εξέλιξης.
Ότι ο πίθηκός μας είχε κάποιο βαθμό όρθιας στάσης φάνηκε από τήν αρχή.
Τά μηριαία οστά τών όρθιων όντων δεν σχηματίζουν ποτέ εύθεία γραμμή, άλλά τά δύο άκρα τους (ή κεφαλή καί ό τροχαντήρας άπό την μιά καί ο κόνδυλος από τήν άλλη άκρη) έχουν διαφορετική φορά ή κάποια στρέβλωση του ενός ως προς τό άλλο. Δηλαδή, κάθε άκρο του μηριαίου έχει δικό του άξονα κατεύθυνσης.
Τό σημείο τομής του κάθετου άξονα τής κεφαλής και του αυχένα του μηριαίου μέ τήν ευθεία που περνά άπό τις οπίσθιες επιφάνειες καί τών δύο κονδύλων τής επίφυσης του κάτω άκρου, σχηματίζει μιά γωνία, που τήν ονομάσαμε ελληνικά ΓΩΝΙΑ ΣΤΡΕΨΗΣ, ή, όπως είναι διεθνώς γνωστή, γωνία TORSION. Όταν μετρηθεί αυτή ή γωνία, μάς δίνει καί τόν βαθμό τής όρθιας στάσης του οστού πού μελετάμε.
Τό απολίθωμα από τά Θαρούνια διατηρεί στήν εξωτερική του επιφάνεια έντονα τά «νερά τής στρέψης», πού συνήθως δεν φαίνεται σ’ ένα μή απολιθωμένο οστό. Αυτό τό γνώρισμα καθόρισε σ’ έναν μεγάλο βαθμό τήν απόφασή μας οτι άξιζε να μετρηθεί η γωνία στρέψης σ’ αυτό τό οστό.
Η ποσοστιαία αναλογία του ορθοβασίας ώς προς τόν σύγχρονο άνθρωπο (όταν ή γωνία στρέψης είναι 28°) είναι 64,28%.
Δηλαδή ό πίθηκος από τά Θαρούνια στεκόταν αρκετά όρθιος, τουλάχιστον περισσότερο όρθιος απ’ όσο οί ανθρωπόμορφοι τής Αφρικής σήμερα (χιμπατζής, γορίλλας), αλλά καί προφανώς λιγώτερο όρθιος από τόν Αυστραλοπίθηκο. Καταλαμβάνει, δηλαδή, μιά ενδιάμεση θέση ανάμεσα σας προγονικές μορφές του ανθρώπου στο δέντρο της εξέλιξης.
Έχουμε παράλληλα από τό απολίθωμα κι εναν δείκτη, τον Δείκτη Πάχους τοϋ μηριαίου του πού είναι περίπου 23. Στον ουραγκοτάγκο, γορίλλα και χιμπατζή ό δείκτης αυτός κυμαίνεται στά 32 - 33 (Roghinskii, J., 1963, Str. 69). Δηλαδή στούς ανθρωπόμορφους πιθήκους το μηριαίον είναι πιο κοντό καί πιο χοντρό. Στον ενήλικο άνθρωπο, κατά ομαδικό μέσον όρο, ό δείκτης αυτός κυμαίνεται από 18-21. Μόνον στά νεαρά άτομα, όπου τό μηριαίον είναι αναλογικά πιο ογκώδες, ό δείκτης του πλησιάζει τά 22. Μέ τήν αύξηση του μήκους του οστού αυτός ό δείκτης κατά μέσον όρο ελαττώνεται (μιά καί η αύξηση του πάχους δεν είναι ευθέως ανάλογη τής αύξησης του μήκους). Θεωρούμε ότι δεν είναι τυχαίο τό γεγονός ότι καί σ’ αυτό τό γνώρισμα τό απολίθωμα από τά Θαρούνια είναι πολύ πιο μακρυά φυλογενετικά από τούς ανθρωπόμορφους καί πλησιάζει περισσότερο τούς ανθρωπίδες.
Τόσο η ημιόρθια στάση του (65% περίπου τής όρθιας στάσης του ανθρώπου), όσο καί ή όλη κατασκευή του μηριαίου του επιτρέπουν νά τον κατατάσουμε στούς ανθρωπίδες (Hominidae).
Πρόκειται, μέ λίγα λόγια, γιά ένα είδος ημιόρθιου πιθήκου, άγνωστου ώς τώρα στην Ευρώπη, που έζησε σέ εποχή παλαιότερη άπό τον Αυστραλοπίθηκο.
Όπως είναι γνωστό, ό Αυστραλοπίθηκος θεωρείται ώς σήμερα ό πλησιέστερος συγγενής του ανθρώπου, αλλά δέν μπορούμε να πούμε ότι είναι καί η άμεση προγονική του μορφή, γιατί η εξέλιξη καί τών δύο βαδίζει παράλληλα. Αυστραλοπίθηκους συνανταμε μέχρι καί το Μέσο Πλειστόκαινο, φυσικά υστερότερες μορφές πού διαφέρουν άπό τις πρωταρχικές. Αύτό τό γεγονός μας αναγκάζει νά αναζητήσουμε κι άλλον κρίκο πού λείπει άπό την φυλογενετική αλυσίδα του άνθρώπου. Καί χωρίς νά αποκλείουμε πολλούς άλλους τέτοιους κρίκους, κάνουμε τήν ύπόθεση ότι ό πίθηκος άπό τά Θαρούνια θά μπορούσε ν’ άποτελέσει μιά τέτοια προγονική μορφή τόσο γιά τόν Αυστραλοπίθηκο, όσο καί γιά τον Άνθρωπο.
Τά δεδομένα πού ενισχύουν τήν υπόθεσή μας, και δέν πρέπει νά μάς διαφεύγουν ποτέ όταν προσπαθούμε νά αναστηλώοουμε το φυλογενετικό μας δέντρο, είναι τά έξής:
1. Ή ύπαρξη του Μεσοπίθηκου σ’ όλη τήν Κεντρική καί Νοτιοανατολική Ευρώπη ώς τά ύψίπεδα τής Μέσης Ανατολής. Είναι το πιο σημαντικό εύρημα όλης τής πικερμικής πανίδας τού Μειοκαίνου, καί είναι είδος πιθήκου του εδάφους πού κατέβηκε από τά δέντρα σέ μιά τόσο μακρυνή εποχή. Έχει, λοιπόν, θεωρητικά, δικαίωμα νά αφήσει απογόνους πιο εξελιγμένους.
2. Στήν Ελλάδα βρέθηκαν τά τελευταία χρόνια σέ δυο σημεία, Μακεδονία καί Αττική, σιαγόνες πιο προχωρημένης μορφής πιθήκου πού δέν άνήκουν στούς Δρυοπίθηκους όπως νομίζαμε ως σήμερα. Αρχίζει πιά νά γίνεται πεποίθηση στούς επιστήμονες το γεγονός ότι ο Δρυοπίθηκος ο Μακεδονικός δέν είναι πιά Δρυοπίθηκος, αλλά ενα ον πιό εξελιγμένο πού δεν ανήκει στούς Πογκίδες.
Η άλλη σιαγόνα από τήν Αττική μοιάζει πολύ μ’ αύτήν της Μακεδονίας. Ο φόν Κένιγκσβαλντ την ονομάζει Γραικοπίθηκο.
Νομίζουμε ότι είναι πολύ ατυχής η ονομασία αυτή. Ήθελε ό εξαίρετος επιστήμονας νά τονίσει μέ τόν νέο όρο του τήν πιο εξελιγμένη μορφή του όντος αυτού ώς προς τόν Δρυοπίθηκο, αλλά και «πίθηκος ο γραικός» δέν μπορεί νά λέγεται.
Όταν δίνουμε ονομασίες σέ νέες μορφές πρέπει, κατά τήν γνώμη μας, νά προτιμάμε τά ονόματα πού υποδηλώνουν τόν τόπο προέλευσης τών ευρημάτων, και όχι εθνολογικά στοιχεία.
Στον ίδιο αυτόν χώρο, στήν Ελλάδα, βρέθηκε καί ό πίθηκος από τά Θαρούνια Εύβοιας. Είναι αρκετά προχωρημένης μορφής σε σύγκριση μέ τούς Δρυοπιθήκους, καί προ πάντων τής ίδιας ήλικίας, δηλαδή του Κάτω Πλειοκαίνου, όπως καί τά άλλα δύο ευρήματα από τήν Μακεδονία καί τήν Αττική. Έχουμε την γνώμη, ότι ανήκουν καί οί τρεις στο ίδιο είδος, ή τουλάχιστον στο ίδιο σύνολο, έστω καί μέ ποικιλίες διαφορετικές, αλλά πάντα στήν ίδια οικογένεια τών πιθήκων από την Ελλάδα του Κάτω Πλειοκαίνου. Γι’ αύτό καί εμείς ονομάζουμε τόν αντιπροσωπευτικώτερο απ’ αυτούς «Ελλαδοπίθηκο τόν ημιόρθιο» (Helladopithecus semierectus). Έτσι υποδηλώνουμε τις πιο μεγάλες του ιδιότητες:
α) ότι είναι ήμιόρθιος καί
β) ότι βρέθηκε σ’ αύτόν τόν χώρο, στήν Ελλάδα.
3. Τά δύο παραπάνω δεδομένα μάς οδηγούν καί στο εξής τρίτο: στή ζούγκλα τής Αφρικής είναι πιο δύσκολο, μιά κι εχει πολλά καί μεγάλα δέντρα, νά μπόρεσε νά βρει τήν ευκαιρία ό πίθηκος που είχε μάθει στά κλαδιά, νά σταθεί όρθιος. Η μορφή πού στάθηκε όρθια, πρέπει νά στάθηκε σε μέρος όπου υποχωρούσε τό πυκνό δάσος, δηλαδή όχι σε χώρο όπου υπήρχαν μεγάλες ανοιχτές πεδιάδες, όπου θά μπορούσε νά τρέχει εύκολα μέ τά τέσσερα, άλλά σε χώρο μέ λόφους καί βουνά όπως είναι ό ελλαδικός καί ο χώρος τής Εγγύς καί Μέσης Ανατολής, χωρίς νά αποκλείουμε τους ανοικτούς χώρους τής Αφρικής. Απ’ αύτούς τούς χώρους απλώθηκε σίγουρα καί στην λοιπή Αφρική η κάθε εξελιγμένη προγονική μορφή του ανθρώπου. Νά γιατί τά νέα δεδομένα πού παρουσιάζουμε υποστηρίζουν την θέση ότι είναι δυνατόν οί ελλαδοπίθηκοι νά είναι πρόγονοι τών αφρικανικών ανθρωπομόρφων και ανθρωπιδών.
Γι’ αυτό ακόμη μιά φορά, μέ τά νεώτερα δεδομένα, επιβεβαιώνεται αυτό που γράφαμε πριν είκοσι περίπου χρόνια: ότι «τά στοιχεία τής παλαιοανθρωπολογίας δεν αποκλείουν τήν πιθανότητα να έχει παίξει η Ελλάδα ρόλο όχι μόνο στήν ιστορία τών αρχαίων πολιτισμών, αλλά καί στην διαμόρφωση του ιδίου του ανθρώπου» (Πουλιανός, Α., 1968).
Σάν πρώτη επιβεβαίωση στά παραπάνω ήρθαν οί ανασκαφές στο Σπήλαιο Πετραλώνων Χαλκιδικής τό 1968, που απέδειξαν την ύπαρξη ανθρώπου στήν Ελλάδα τουλάχιστον γιά τό τελευταίο μισό εκατομμύριο χρόνια (Poulianos, Α., 1971).
Τά τελευταία όμως στοιχεία που εκθέτουμε στο σημερινό άρθρο δείχνουν ότι η διαδικασία ανθρωποποίησης τών πριμάτων, που οδηγεί στήν εμφάνιση τού ανθρώπου επί τής γης, γίνεται καί στον ελλαδικό χώρο.
Τά νέα αυτά στοιχεία πού παραθέσαμε, θεωρούμε ότι επιτρέπουν τήν αναγωγή καί κατάταξη των Ελλαδοπιθήκων σέ χωριστή οικογένεια στο φυλετικό δέντρο, μέ τήν εξής σειρά:
ΠΗΓΗ: Άρ. Ν. Πουλιανός «HELLADOPITHECUS SEMIERECTUS - Ελλαδοπίθηκος ο ημιόρθιος - Είναι η Αφρική η μόνη ήπειρος καταγωγής των Ανθρωπιδών; / HELLADOPITHECUS SEMIERECTUS - Is Africa the only continent of origin of hominidae?», περ. ΑΝΘΡΩΠΟΣ, τ. 3, τ. 1, Ιανουάριος, 1976. Γ. Λεκάκης «Σύγχρονης Ελλάδος Περιήγησις». ΑΡΧΕΙΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, 5.1.2016.
ΣΗΜΕΙΩΣΙΣ Γ. Λεκάκη:
Τα Θαρούνια / Θαρρούνια Εύβοιας, είναι ορεινό χωριό στην κεντρική Εύβοια (Δήμου Κύμης-Αλιβερίου, Ταμυναίων / Ταμιναίων), με πληθυσμό 100 κατοίκων, στον 38ο παράλληλο [38°30′45.29″N 23°58′32.16″E].
Κοντά στο χωριό, υπάρχει το σπήλαιο Σκοτεινή, όπου έχουν βρεθεί ίχνη κατοίκησης από την μέση νεολιθική εποχή μέχρι την μυκηναϊκή, και εν συνεχεία και από τους ιστορικούς χρόνους. Αλλά η πιο εντατική κατοίκηση σε αυτό έγινε από το τέλος της 6ης έως και την 4η χιλιετία π.Χ. (ύστερη νεολιθική περίοδο).
Στο Αρχαιολογικό Μουσείο Χαλκίδος από το σπήλαιο Σκοτεινή Θαρουνίων υπάρχουν νεολιθικά αγγεία (5000 - 4500 π.Χ.).
Τα ευρήματα από το σπήλαιο είναι κυρίως πιθάρια αποθηκευτικής χρήσης. Και άθικτα πρωτοβερνίκωτα αγγεία.
Κατά καιρούς γίνονταν στο σπήλαιο και ταφές και λατρευτικές πράξεις.
Κοντά στο σπήλαιο ευρέθησαν λείψανα μικρού νεολιθικού οικισμού και νεκροταφείο της ιδίας εποχής, καθώς και πρωτοελλαδικές θέσεις (λ.χ. στην θέση Κρούσματα).
Το χωριό αναφέρεται σε οθωμανικό φορολογικό κατάστιχο του 1474 με την ονομασία Σαρουνύα / Sarunya / Σαρουνία, όταν είχε 26 σπίτια. Στην σημερινή θέση εκτίσθη το 1666, από κατοίκους του παλαιού χωριού Κακή Πέτρα, από όσους διεσώθησαν μετά από μία θανατηφόρο πανώλη. Τα ερείπια του παλαιού χωριού σώζονται μέχρι σήμερα, σε έναν απότομο λόφο, ανάμεσα στα Θαρούνια και το Τραχήλι. Εκεί και κατάλοιπα βυζαντινής οχύρωσης και ο τοιχογραφημένος βυζαντινός ΙΝ Αγίου Νικολάου.
Ίσως το όνομά του να αποτελεί παράφραση του τοπωνυμίου Χαρώνεια[1], που πάντα παραπέμπει σε πύλη του Άδου. Ίσως το ίδιο το σπήλαιο να ήταν χαρώνειον άντρον.
ΠΗΓΗ: Γ. Λεκάκης «Σύγχρονης Ελλάδος περιήγησις» (απόσπ.).
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:
- Μπαλτά Ευ. «L' Eubee a la fin du XV siecle: economie et population: les registres de l'annee 1474», εκδ. Εταιρεία Ευβοϊκών Μελετών, 1989.
- Νικολόπουλος Βαγγ. «Η Προϊστορική Εποχή της Εύβοιας», ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΜΒΟΛΕΣ, τόµος Γ: ΒΟΙΩΤΙΑ & ΕΥΒΟΙΑ. Εκδ. Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης, 2015.
- Σάμψων Αδ. «Σκοτεινή Θαρρουνίων: Το σπήλαιο, ο οικισμός και το νεκροταφείο», Αθήναι, 1993.
ΣΗΜΕΙΩΣΙΣ:
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου