Η Σαντορίνη βρίσκεται σε γεωγραφικό πλάτος από 36o 19' 56" έως 36o 28' 40" Βόρειο και γεωγραφικό μήκος από 25o 19' 22" έως 25o 29' 13" Ανατολικό. Η σημερινή ημικυκλική και περισσότερο πεταλοειδής μορφή της νήσου οφείλεται στις κατά καιρούς ηφαιστειακές εκρήξεις που μετέβαλαν το αρχικό στρογγυλό σχήμα της. Η όψη της από τη πλευρά του ηφαιστείου παρουσιάζεται βραχώδης και απόκρημνη σε αντίθεση με την ομαλότητα του εδάφους της στο υπόλοιπό της. Η επιφάνειά της, 76,19 τετραγωνικά χιλιόμετρα, είναι κατά το πλείστον ελαφρόπετρα πολύ δεκτική σε καλλιέργεια. Στο ΝΑ τμήμα της, βρίσκεται το βουνό του Προφήτη Ηλία με το ομώνυμο μοναστήρι του 18ου αιώνα, το οποίο έχει υψόμετρο 567 μέτρα και αποτελείται από τιτανώδη βράχια και λευκό μάρμαρο. Αυτά τα ασβεστολιθικά πετρώματα είναι τα παλαιότερα της Σαντορίνης και σχημάτισαν ένα μικρό νησί πριν αρχίσει η ηφαιστειακή δραστηριότητα[2]. Συνέχεια αυτού είναι το Μέσα Βουνό ή Βουνό του Αγίου Στεφάνου, λόγω του παλαιοχριστιανικού ναού που υπάρχει εκεί και το οποίο έχει υψόμετρο 366 μέτρα. Ο ενδιάμεσος αυχένας που συνδέει τα δύο βουνά αποκαλείται Σελλάδα. Η περίμετρος της Σαντορίνης είναι περίπου 36 ναυτικά μίλια και παρουσιάζει έξι όρμους: Το Αμμούδι ή Άγιος Νικόλαος, στην Πάνω Μεριά (Οία Θήρας), της Αρμένης, επίσης στην Πάνω Μεριά, τον όρμο Μουζάκι, τους όρμους Φηρών και Αθηνιού και τον όρμο του Μπάλου στο Ακρωτήρι.
Γενικά η Σαντορίνη είναι άνυδρος και ξερή, χωρίς λίμνες, ποταμούς, ρεματιές ή χαράδρες. Οι αρδευτικές ανάγκες της καλύπτονται κυρίως από γεωτρήσεις που γίνονται στο υπέδαφός της, όπου συγκεντρώνεται κυρίως το βρόχινο νερό. Υφίστανται στη νήσο τρεις κύριες πηγές καθώς και τέσσερις ιαματικές πηγές. Το έδαφος του νησιού είναι ηφαιστειογενές, πεδινό στο μεγαλύτερο μέρος του και βραχώδες από την πλευρά του ηφαιστείου.[3] Το έδαφος είναι εύφορο και ευνοεί την καλλιέργεια των αμπελιών, της φάβας και της ντομάτας (άνυδρη και μικρόκαρπη ποικιλία).[3] Στο νησί καλλιεργούνται 15.000 στρέμματα με αμπελώνες, ενώ σχεδόν τα μισά (7.100 στρέμματα) καλλιεργούνται στην περιοχή της Οίας.[3] Η υψηλότερη κορυφή είναι ο Προφήτης Ηλίας (567μ.).[3]
Πριν αρχίσει η ηφαιστειακή δραστηριότητα στη Σαντορίνη, πριν 2 με 2,5 εκατομμύρια χρόνια, στη θέση της Σαντορίνης υπήρχε ένα μικρό νησί που αποτελούταν από μεταμορφωσιγενή πετρώματα, κυρίως μεταμορφωμένους ασβεστόλιθους και σχιστόλιθους. Η ηφαιστειακή δραστηριότητα αρχικά έλαβε χώρα στην περιοχή του Ακρωτηρίου και στις νησίδες Χριστιανά Θήρας. Αυτά τα πετρώματα σήμερα έχουν αλλοιωθεί έντονα. Στη συνέχεια, πριν 500.000 χρόνια περίπου, δημιουργήθηκε στα βόρεια του νησιού το ηφαίστειο της Περιστερίας, το οποίο παρήγαγε ανδεσιτικές λάβες. Σήμερα υπολείμματα του ηφαιστείου αυτού βρίσκονται στον Μικρό Προφήτη Ηλία και το Μεγάλο Βουνό. Συγχρόνως μικρότερα ηφαίστεια - κώνοι σκωρίας ήταν ενεργά προς τα νότια, στον Μπάλο, Κόκκινη Παραλία και Κοκκινόπετρα. Στη συνέχεια μέχρι πριν 200.000 χρόνια, δημιουργείται ένα ασπιδωτό ηφαίστειο που ενώνει όλα τα επιμέρους νησιά. Αυτή η φάση τελειώνει με μια σειρά ισχυρών εκρήξεων που δημιουργεί την πρώτη καλντέρα.[2] Η ηφαιστειακή δραστηριότητα παρατηρείται ξανά πριν 180.000 χρόνια. Μια δεύτερη καλντέρα δημιουργείται πριν 40.000 με 60.000 χρόνια από ισχυρές εκρήξεις. Στη συνέχεια σχηματίζονται ηφαίστεια του Σκάρου και της Θηρασιάς, τα οποία καταστρέφονται από την έκρηξη του Ρίβα πριν 21.000 χρόνια. Τον 17ο αιώνα π.Χ. λαμβάνει χώρα η μινωική έκρηξη, η οποία δίνει στην καλντέρα το σημερινό της σχήμα.[2] Η μινωική έκρηξη είναι από τις μεγαλύτερες των ιστορικών χρόνων και είχε σημαντικό αντίκτυπο στην Ανατολική Μεσόγειο. Ο όγκος των ηφαιστειακών αναβλημάτων υπολογίζεται ανάμεσα σε 39 και 61, ίσως και 99 κυβικά χιλιόμετρα και κάλυψαν με ένα στρώμα πάχους δεκάδων μέτρων τη Σαντορίνη. Η δραστηριότητα κατά τους ιστορικούς χρόνους δημιούργησε τις νησίδες Νέα Καμένη Θήρας και Παλαιά Καμένη Θήρας μέσα στην καλντέρα.[4]
Η ηφαιστειακή δραστηριότητα στη Σαντορίνη είναι αποτέλεσμα της καταβύθισης της Αφρικανικής πλάκας κάτω από την Ευρασιατική, ή ακριβέστερα την υποπλάκα του Αιγαίου. Η καταβύθιση γίνεται με ταχύτητα 5 cm/έτος προς τα βορειοανατολικά με γωνία 30-40°, και το όριο μεταξύ των δύο πλακών βρίσκεται στην ελληνική τάφρο νότια της Κρήτης. Η πλάκα της Αφρικής λιώνει σε μεγάλο βάθος και στη συνέχεια τα λιωμένα πετρώματα ανέρχονται στην επιφάνεια και σχηματίζουν τα ηφαίστεια των Μεθάνων, της Μήλου, της Σαντορίνης και της Νισύρου, τα οποία αποτελούν το Ηφαιστειακό Τόξο του Νοτίου Αιγαίου. Το σύμπλεγμα της Σαντορίνης, που περιλαμβάνει επίσης τις νησίδες Χριστιανά και το υποθαλάσσιο ηφαίστειο Κολούμπο, είναι το πιο ενεργό του τόξου.[5]
Είναι γνωστή για το ηφαίστειό της. Η τελευταία ηφαιστειακή δραστηριότητα ήταν το έτος 1950. Τμήματα του ηφαιστείου της Σαντορίνης είναι: Η Νέα Καμένη (1707-1711 μ.Χ.), η Παλαιά Καμένη (46-47 μ.Χ.), το υποθαλάσσιο ηφαίστειο Κολούμπο (ενεργό) (1650 μ.Χ.), τα Χριστιανά νησιά. Η Σαντορίνη ανήκει στο ηφαιστειακό τόξο του Αιγαίου και χαρακτηρίζεται ενεργό ηφαίστειο μαζί με τα Μέθανα, τη Μήλο και τη Νίσυρο. Η Σαντορίνη καθώς και τα νησιά Θηρασία και Ασπρονήσι είναι απομεινάρια του ηφαιστειογενούς νησιού Στρογγύλη. Η Στρογγύλη ήταν ένας ηφαιστειακός κώνος. Το κεντρικό τμήμα της ανατινάχτηκε μαζί με τον κρατήρα του ηφαιστείου από τη Μινωική έκρηξη που έγινε το 1613 π.Χ. και είχε ως αποτέλεσμα τη δημιουργία αυτού που σήμερα ονομάζουμε καλδέρα της Σαντορίνης και την καταστροφή του προϊστορικού πολιτισμού του νησιού. Στο θαλάσσιο χάσμα που σχηματίστηκε μεταξύ Θήρας και Θηρασίας, που έχει βάθος 1.500 μέτρων, κατά καιρούς βγήκαν στην επιφάνεια ηφαιστειακοί κώνοι που σχημάτισαν τα εξής νησιά: την Παλαιά, τη Μικρή και τη Νέα Καμένη, την Καμένη Γεωργίου του Α΄, την Καμένη του Φουκέ, την Αφρόσσα και τη Δάφνη. Όλα αυτά τα νησιά μεγάλωναν σιγά-σιγά και ενώθηκαν, εκτός από την Παλαιά Καμένη.
Πριν τη μεγάλη ηφαιστειακή καταστροφή των προϊστορικών χρόνων η νήσος ήταν στρογγυλή και είχε το όνομα Στρογγύλη, ενώ αργότερα απέκτησε τα ονόματα Καλλίστη ή Καλλιστώ (από το αρχαίο καλλίστη «η ομορφότερη»), Φιλητέρη ή Φιλωτέρα, Καλαυρία, Καρίστη, Τευσία, Θηραμένη καθώς και Ρήνεια.
Το μετέπειτα κλασικό όνομα της νήσου Θήρα προήλθε από τον αρχαίο Σπαρτιάτη Θήρα που από τη Σπάρτη προερχόμενος αποίκησε πρώτος τη νήσο αυτή. Το δε όνομα Σαντορίνη προέρχεται από τους διερχόμενους Φράγκους Σταυροφόρους οι οποίοι κατά το πέρασμα τους στέκονταν για ανεφοδιασμό κοντά σε εκκλησία της Αγίας Ειρήνης, που βρίσκεται στη σημερινή περιοχή της Περίσας πίσω από τον ιερό ναό του Τιμίου Σταυρού (την αποκάλεσαν Σάντα Ιρίνα), η οποία υπήρχε στο νησί. Αρχικά υπήρχε η άποψη ότι η εκκλησία αυτή ήταν το παρεκκλήσι της Αγίας Ειρήνης που υπήρχε στη Θηρασιά, σήμερα θεωρείται πιθανότερο να πρόκειται για τη μεγαλοπρεπέστατη παλαιοχριστιανική τρίκλιτη βασιλική της Αγίας Ειρήνης στη Θήρα, τα ερείπια της οποίας ανακαλύφθηκαν το 1992.
Επί τουρκοκρατίας οι Τούρκοι την ονόμαζαν Δερμετζίκ ή Διμερτζίκ («μικρός μύλος»), πιθανώς από τους πολλούς μικρούς ανεμόμυλους που ξεχώριζαν από μακριά. Μετά την απελευθέρωση της Ελλάδας επίσημα καθιερώθηκε το όνομα Θήρα, πλην όμως οι ξένοι χάρτες συνέχισαν να την ονοματίζουν Σαντα-Ιρίνα από την οποία και παρέμεινε με μικρή παραφθορά από τους Έλληνες ως Σαντορίνη.
Όταν τελείωσε η Εποχή του Χαλκού οι Φοίνικες ίδρυσαν αποικία στη Θήρα, ο Ηρόδοτος γράφει ότι αποκαλούσαν το νησί "Καλλίστη" και έζησαν οχτώ γενιές.[8] Τον 9ο αιώνα π.Χ. εγκαταστάθηκαν στο νησί οι Δωριείς, την ίδια εποχή που έγινε η Κάθοδος των Δωριέων στη Νότια Ελλάδα. Ο αρχηγός των οικιστών ήταν ο Θήρας γιός του βασιλιά της Θήβας Αυτεσίωνα και απόγονος του Κάδμου, η αδελφή του Αργεία είχε παντρευτεί τον Αριστόδημο, γενάρχη των βασιλικών δυναστειών των Δωριέων που εγκαταστάθηκαν στην Αρχαία Σπάρτη. Ο Απολλώνιος ο Ρόδιος που έζησε τον 3ο αιώνα π.Χ. στην αυλή των Πτολεμαίων της Αιγύπτου έγραψε για τη Θήρα έναν σοβαρό θρύλο. Ο Εύφημος πήρε από τα χέρια του Τρίτωνα τον βώλο γης, κάτι που σήμαινε ότι οι απόγονοί του θα πήγαιναν στην Κυρηναϊκή, έριξε τον βώλο στο Αιγαίο πέλαγος και από αυτόν δημιουργήθηκε η Θήρα.
Οι Δωριείς άφησαν έναν μεγάλο αριθμό από επιγραφές σε λίθο που υποδηλώνει τις Γενετήσιες σχέσεις στην αρχαία Ελλάδα ανάμεσα στους συγγραφείς των επιγραφών και των ερωμένων τους. Ο Φρειδερείκος Χίλλερ φον Γκέρτρινγκεν που βρήκε τις επιγραφές κατέληξε στο συμπέρασμα ότι δημιουργήθηκαν τελετουργικά, οι τεχνίτες που τις κατασκεύασαν ήταν επαγγελματίες και δεν ήταν οι συγγραφείς των επιγραφών. Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο μετά από επτά χρόνια ξηρασίας η Θήρα έστειλε εποίκους στη Βόρεια Αφρική που ίδρυσαν πολλές πόλεις, ανάμεσα τους την Κυρήνη.[9] Η Θήρα ήταν το μοναδικό νησί από τις Κυκλάδες που αρνήθηκε τον 5ο αιώνα π.Χ. να συμμαχήσει με την Αρχαία Αθήνα και να εισέλθει στη Συμμαχία της Δήλου, όταν ξέσπασε ο Πελοποννησιακός Πόλεμος δήλωσαν σύμμαχοι της Σπάρτης λόγω Δωρικής καταγωγής. Οι Αθηναίοι την κατέλαβαν αλλά μετά την ήττα τους στη Μάχη στους Αιγός Ποταμούς (404 π.Χ.) αναγκάστηκαν να την παραδώσουν. Στην Ελληνιστική περίοδο έγινε η κύρια ναυτική βάση για τους βασιλείς της Αιγύπτου από τη Δυναστεία των Πτολεμαίων.
Μετά την απελευθέρωση της Σαντορίνης και την ένταξή της στο νεοσύστατο Ελληνικό κράτος το 1830, έφτασαν και εγκαταστάθηκαν στο νησί οικογένειες Μικρασιατών που έδωσαν σημαντική ώθηση στην οικονομία και τον πολιτισμό. Κύριες οικονομικές δραστηριότητες της εποχής ήταν το εμπόριο και η ναυτιλία. Το 1852, η Σαντορίνη, με 7.222 κατοίκους είναι το δεύτερο σημαντικότερο εμπορικό κέντρο μετά τη Σύρο στις Κυκλάδες, με συναλλαγές κυρίως με τη Ρωσία, η οποία είναι η κύρια χώρα εισαγωγής σαντορινιού κρασιού. Μια άλλη σημαντική πηγή εισοδήματος ήταν η καλλιέργεια αγροτικών προϊόντων και ιδίως η παρασκευή κρασιού.[14]
Το ηφαίστειο της Σαντορίνης άρχισε να εκρήγνυται τις 26 Ιανουαρίου 1866. Πριν την έκρηξη παρατηρήθηκε αύξηση της θερμοκρασίας των νερών κοντά στη νέα Καμένη. Η έκρηξη περιλάμβανε την έκχυση λάβας και τη δημιουργία δόμων.[4] Ένας σεισμός 6,1 ρίχτερ έλαβε χώρα τις 30 Ιανουαρίου και προκάλεσε ζημίες σε 50 σπίτια και δύο εκκλησίες. Σύμφωνα με τη βιβλιογραφία η έκρηξη τελείωσε τις 15 Οκτωβρίου 1870.[15] Η έκρηξη έλαβε χώρα στον κρατήρα του Αγ. Γεωργίου και της Αφρόεσσας, δημιούργησε τις νησίδες του Μαΐου που σήμερα έχουν καταβυθιστεί,[4] και τριπλασίασε την έκταση της παλαιάς Καμένης.[16]
Η λάβα πάνω στο ηφαίστειο.
Μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή εγκαταστάθηκαν στο νησί οικογένειες Μικρασιατών προσφύγων. Στη Σαντορίνη είχαν εγκατασταθεί και μετά το 1830 πολλοί Μικρασιάτες καθώς το νησί ήταν πλέον ελληνικό και παρείχε ασφάλεια, ενώ και οι σχέσεις των Κυκλάδων με τα παράλια της Μικράς Ασίας ήταν στενές από τα αρχαία ακόμα χρόνια. Οι 548 Μικρασιάτες, άνδρες γυναίκες και παιδιά, εγκαταστάθηκαν σε διάφορους οικισμούς του νησιού όπως ο Βόθωνας, η Έξω Γωνιά, το Ημεροβίγλι, η Θήρα (τα Φηρά), το Μεγαλοχώρι, η Μεσσαριά, η Οία και ο Πύργος.[17]
Στις 28 Ιουλίου 1925 παρατηρήθηκαν σεισμικές δονήσεις, προειδοποιώντας τους κατοίκους ότι μια έκρηξη επίκειται. Στην περιοχή των Κόκκινων Νερών, ανάμεσα στις νησίδες Νέα και Μικρή Καμένη, η θερμοκρασία της θάλασσας αυξήθηκε και η θάλασσα άλλαξε χρώμα. Η έκρηξη ξεκίνησε τις 25 Αυγούστου με φρεατικές εκρήξεις, ενώ αργότερα παρατηρήθηκαν εκρηκτικές στήλες με ηφαιστειακή στάχτη που έφτασε σε ύψος 3,5 χιλιομέτρων. Η δραστηριότητα επικεντρώθηκε στον ηφαιστειακό δόμο Δάφνη, από όπου εκχύθηκε λάβα και οδήγησε στην ένωση της Νέας και τη Μικρή Καμένη. Η πρώτη φάση της έκρηξης τελείωσε το 1926. Ένας δεύτερος, μικρότερος δόμος που σχηματίστηκε σε νέα έκρηξη το 1928 πήρε το όνομα Ναυτίλος.[4][18] Το ηφαίστειο εξερράγει ξανά το 1939, και δημιούργησε τους δόμους Τρίτωνα, Κτενά κα Φουκέ και τις ροές λάβας Σμιθ, Ρεκ και Νίκης. Η έκρηξη τελείωσε τον Ιούλιο του 1941.[4] Η πιο πρόσφατη έκρηξη του ηφαιστείου έλαβε χώρα από τις 10 Ιανουαρίου 1950 μέχρι 2 Φεβρουαρίου του ίδιου χρόνου και δημιούργησε το δόμο του Λιάστικα. Αυτά τα ηφαιστειακά πετρώματα είναι τα πιο πρόσφατα που δημιουργήθηκαν στην Ελλάδα.[4]
Κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, η Σαντορίνη καταλήφθηκε πρώτα από Ιταλικές (το 1941) και έπειτα, το 1943, από Γερμανικές δυνάμεις κατοχής. Στις 9 Ιουλίου 1956 σημειώθηκε κοντά στην Αμοργό σεισμός μεγέθους 7,8 ρίχτερ, ο οποίος ήταν ο ισχυρότερος που έλαβε χώρα στην Ευρώπη κατά τον 20ο αιώνα. Ο κύριος σεισμός, μαζί με ένα μετασεισμό 6,9 ρίχτερ που ακολούθησε 12 λεπτά αργότερα, προκάλεσαν εκτεταμένες καταστροφές σε Σαντορίνη, Αστυπάλαια, Ανάφη, Κάλυμνο, Λέρο, Αμοργό και Πάτμο[19], 53 θανάτους, καθώς και ένα από τα μεγαλύτερα τσουνάμι στο Αιγαίο, με ύψος μέχρι 25 μέτρα.[20] Μετά αυτό το γεγονός μεγάλο μέρος του πληθυσμού έφυγε από το νησί. Τη δεκαετία του 1960 άρχισε να αναπτύσσεται ο τουρισμός στη Σαντορίνη, φτάνοντας στο αποκορύφωμα του στα μέσα της δεκαετίας του 1980. Από τότε ο τουρισμός στο νησί γνωρίζει συνεχή ανάπτυξη, έχοντας καταστήσει πλέον τη Σαντορίνη σε ένα από τους δημοφιλέστερους τουριστικούς προορισμούς σε διεθνές επίπεδο. Οι κρουαζιέρες ξεκινούν στο νησί από τον Μάρτιο και συνεχίζονται μέχρι και τέλη Νοεμβρίου, έχοντας επεκτείνει χρονικά πολύ την τουριστική περίοδο. Τους καλοκαιρινούς μήνες περισσότερα από 30 με 40 έκτακτες πτήσεις (τσάρτερς) από κάθε γωνιά του κόσμου προσγειώνονται στο αεροδρόμιο του νησιού.
Είναι χαρακτηριστικό ότι ακόμη και τους χειμερινούς μήνες οι επισκέψεις τουριστών στο νησί δεν σταματούν, ιδιαίτερα από χώρες της Ασίας. Η τεράστια τουριστική ανάπτυξη της Σαντορίνης είναι φυσικό να έχει αλλοιώσει και τον χαρακτήρα του νησιού. Εκατοντάδες νέα κτίσματα έχουν κάνει την εμφάνιση τους παντού και οι περίφημες αγροτικές καλλιέργειες του νησιού και οι αμπελώνες του έχουν περιοριστεί κατά πολύ σε έκταση, δίνοντας τη θέση τους σε πολυτελείς ξενοδοχειακές μονάδες, μπαρ, εστιατόρια κλπ.
Στη Σαντορίνη μεγάλος αριθμός μπαρ και νυχτερινών κέντρων λειτουργεί χωρίς τις απαιτούμενες πολεοδομικές ή υγειονομικές άδειες, δημιουργώντας προβλήματα στους μόνιμους κατοίκους του νησιού.[εκκρεμεί παραπομπή]
Το 2020 το Υπουργείο Τουρισμού ξεκίνησε την καμπάνια ευαισθητοποίησης «Plastic-free Santorini» για την προώθηση της μείωσης αλόγιστης χρήσης πλαστικού, κάνοντας έτσι τη Σαντορίνη το πρώτο ελεύθερο από πλαστικό νησί των Κυκλάδων.[21]
ΠΗΓΗ ΑΡΘΡΩΝ ΕΛ.WIKIPEDIA
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου