Του Γιώργου Λεκάκη
Ενώ υπάρχουν στοιχεία που δείχνουν ότι η ευρύτερη περιοχή της Κερύνειας Κύπρου είχε κατοικηθεί αρχαιότερα, η πόλις κτίσθηκε από τους Αχαιούς Έλληνες, από την Πελοπόννησο, μετά τον Τρωικό εμφύλιο των Ελλήνων πόλεμο (συμβατικώς το 1300 π.Χ.). Σύμφωνα με την ελληνική μυθολογία, η Κερύνεια ιδρύθηκε από τους Αχαιούς, Κηφέα και Πράξανδρο.
Οι ήρωες έδωσαν στην νέα πόλη το όνομα της πόλεώς τους Κερύνειας Αχαΐας.
Η πόλις ευρίσκεται σήμερα στον 35ο παράλληλο [35°20′25″N 33°19′09″E], στην βόρεια Κύπρο, την δυστυχώς ακόμη υπό κατοχήν!
Ένα από τα πλέον αξιόλογα αρχαιολογικά ευρήματα της περιοχής της, είναι ένα αρχαίο ναυάγιο, που πλοίο και ναυάγιο φέρουν τιμητικώς το όνομά της. Είναι ένα βασικό σκάφος στην ιστορία των επιστημονικών υποβρύχιων ανασκαφών[1] και στην ιστορία της ελληνικής ναυπηγικής τέχνης.
Τώρα, ερευνητές εφάρμοσαν σύγχρονες τεχνικές βαθμονόμησης ραδιοανθράκων για να αναθεωρήσουν την χρονολόγηση του ναυαγίου της Κερύνειας(*).
Με βάση τα νομίσματα και τα κεραμικά, που ανακτήθηκαν από το ναυάγιο, οι ερευνητές είχαν χρονολογήσει το πλοίο στα τέλη του 4ου ή στις αρχές του 3ου αιώνα π.Χ.
Χρησιμοποιώντας νέα δείγματα δακτυλίων δένδρων, μια ομάδα με επί κεφαλής τον αρχαιολόγο St. Manning (του Πανεπιστημίου Cornell) ενημέρωσε τα δεδομένα βαθμονόμησης για την περίοδο μεταξύ 433 και 250 π.Χ. Στην συνέχεια, οι ερευνητές εφάρμοσαν αυτήν την βαθμονόμηση σε νέες χρονολογήσεις ραδιοάνθρακα, που ελήφθησαν από υπολείμματα του πλοίου της Κερύνειας και το τελευταίο χρονολογημένο φορτίο του.
Αυτές οι νέες χρονολογήσεις υποδηλώνουν ότι το πλοίο έκανε το τελευταίο του ταξίδι γύρω στο 280 π.Χ., τουλάχιστον μια δεκαετία αργότερα από ό,τι είχε υποδείξει η προηγούμενη χρονολόγηση.
ΠΗΓΗ: St. W. Manning «A revised radiocarbon calibration curve 350–250 BCE impacts high-precision dating of the Kyrenia Ship», https://doi.org/10.1371/journal.pone.0302645, PLOS ONE, 26.6.2024. Και Public Library of Science. ΑΡΧΕΙΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, 27.6.2024.
(*) Ανακαλύφθηκε από τον Ελληνοκύπριο εκπαιδευτή καταδύσεων Α. Καριόλου τον Νοέμβριο του 1965, κατά την διάρκεια μιας καταιγίδας. Πραγματοποίησε περισσότερες από 200 καταδύσεις μέχρι που ανακάλυψε ξανά το ναυάγιο το 1967, κοντά στην Κερύνεια Κύπρου. Ο M. Katzev[2], τότε μεταπτυχιακός φοιτητής στο Μουσείο Αρχαιολογίας και Ανθρωπολογίας του Πανεπιστημίου της Πενσυλβάνια, διηύθυνε μια επιστημονική ανασκαφή 1967 - 1969.
Η συντήρηση και η συντήρηση των αντικειμένων και του ξύλινου κύτους του πλοίου πραγματοποιήθηκε το 1970 – 1971. Το 1971 - 1973 τα αυθεντικά ξύλα επανασυναρμολογήθηκαν.
Το πλοίο ήταν πολύ καλά διατηρημένο με περισσότερα από τα μισά ξύλα του κύτους του σε καλή κατάσταση. Αφού σηκώθηκε από τον βυθό, βρήκε ένα νέο σπίτι, στο Μουσείο Αρχαίου Ναυαγίου στο Κάστρο της Κερύνειας, όπου παραμένει εκτεθειμένο.
Από τα ευρήματά του μάθαμε για την ζωή του καπετάνιου και τριών ναυτών που επάνδρωναν το πλοίο. Το πλοίο μετέφερε 381 αμφορείς, που περιείχαν ένα φορτίο κρασί, ελαιόλαδο και αμύγδαλα - οι περισσότεροι προέρχονταν από την Ρόδο (340), αλλά και από την Κνίδο (4), την Σάμο (1), την Κω (2), την Παλαιστίνη (1), την Αίγυπτο (ένας), την Κύπρο (ένας) και πιθανώς το Κούριον (ένας). Βρέθηκαν και επτά χάλκινα νομίσματα (294 - 291 π.Χ.). Πέντε από αυτά τα νομίσματα κόπηκαν στο όνομα του Μεγάλου Αλεξάνδρου (334 - 301 π.Χ.). Το ένα νόμισμα είναι άγνωστης κοπής! Το άλλο είναι γνωστός τύπος Μακεδόνα Πτολεμαίου Α', που παρήχθη μόνον στην Κύπρο. Αυτό το νόμισμα χρονολογείται μετά το 294 π.Χ.
Άρα ο εμπορικός δρόμος του πλοίου ήταν Ρόδος - Κύπρος – Λεβάντε - Αίγυπτος.
Επί πλέον, μετέφερε ένα φορτίο με κρασί, λάδι και αμύγδαλα (πάνω από 9.000 αμφορείς), μυλόπετρες και σιδερένιες μπάλλες. Είκοσι εννέα μυλόπετρες, φορτωμένες σε τρεις σειρές επάνω από την καρίνα, χρησίμευαν και ως έρμα. Στο λατομείο, πιθανότατα από το νησί της Κω, οι λατόμοι χάραξαν στα πλαϊνά τους αναγνωριστικά γράμματα!
Οι ναυτικοί του εψάρευαν κατά την διάρκεια του πλου. Αυτό αποκαλύπτεται από περισσότερα από 300 μολύβδινα βάρη για δίχτυα, που βρέθηκαν στην πλώρη. Τα γεύματα παρασκευάζονταν πιθανώς στην ξηρά, χρησιμοποιώντας μεγάλες κατσαρόλες και ένα χάλκινο καζάνι. Στο πλοίο υπήρχαν επίσης τέσσερα ποτήρια (κάνθαροι), τέσσερα δοχεία λαδιού, τέσσερα όλπες, καθώς και κύπελλα, πιατάκια και ξύλινες κουτάλες. Αυτή η κεραμική υποδηλώνει ότι το πλοίο έπλεε με τετραμελές πλήρωμα. Η κεραμική δείχνει επίσης ότι το λιμάνι του σκάφους ήταν η Ρόδος. Οι αρχαιολόγοι βρήκαν επίσης ακόντια στην τοποθεσία του ναυαγίου, τα οποία πιθανότατα χρησιμοποιήθηκαν για την προστασία του πληρώματος κατά το τελευταίο ταξείδι του πλοίου.
Στις σεντίνες του πλοίου ευρέθησαν οκτώ μικρά κομμάτια αγγείων, που περιλαμβάνουν ένα θραύσμα ενός συνηθισμένου τύπου λεβαντίνικου πιθαριού, καθώς και επτά θραύσματα από 4 έως 5 ποτήρια, γνωστά ως αχαιμενιδικά κύπελλα, τυπικά του 5ου και 4ου αιώνα π.Χ.
Το πλοίο είχε ένα μόνον τετράγωνο πανί και πάνω από 100 μολυβένια δακτυλίδια - βρέθηκαν στο σημείο του ναυαγίου. Το ξύλινο κύτος, κτισμένο κυρίως από πεύκο (Pinus brutia), διατηρήθηκε για 14,7 Χ 4,4 μ. Το πλοίο κατασκευάστηκε με την αρχαία μέθοδο «πρώτα το κέλυφος», το αντίθετο από την σημερινή μέθοδο. Σε αντίθεση με την σύγχρονη ναυπηγική μέθοδο κατασκευής ξύλινων σκαφών, όπου πρέπει πρώτα να κατασκευαστεί ένας πλήρης σκελετός πλαισίων ολόκληρου του σκάφους. Τα πλαίσια τοποθετήθηκαν μέσα, στερεωμένα με ένα έξυπνο σύνολο ξύλινων μαντάλων, που τρυπήθηκαν από χάλκινα καρφιά, τα οποία περνούσαν τόσο από πλαίσια, όσο και από σανίδες. Το πλοίο προοριζόταν για μακροχρόνια υπηρεσία και υποβλήθηκε σε τέσσερις μεγάλες επισκευές στην ζωή του. Στην τελευταία επισκευή, εφαρμόστηκε ένα «δέρμα» από επένδυση μολύβδου (πάχους 1,5 - 2 χλστ.!) στο σώμα του, για να διατηρηθεί το παλαιό πλοίο σχετικά ασφαλές από σκουλήκια και πιθανώς να βοηθήσει στην στεγανότητα.
Κατά την στιγμή της βύθισής του, το πλοίο της Κερύνειας είχε μόνον μία άγκυρα[3]. Υπολείμματά της βρέθηκαν. Ήταν μονόχειρη ξύλινη άγκυρα, με ξύλινο κοντάκι, γεμάτο μόλυβδο. Η αρχική άγκυρα είχε έναν κεντρικό ξύλινο άξονα που ονομαζόταν στέλεχος, φτιαγμένο από στριμμένη ξυλεία βελανιδιάς, που κατέληγε σε ένα άγκιστρο ή έναν βραχίονα. Αυτός ο βραχίονας ήταν ρυθμισμένος κάθετα προς το γεμάτο μόλυβδο υλικό. Έτσι έσκαβε τον βυθό της θάλασσας. Στο ναυάγιο της Κερύνειας βρέθηκαν μόνο τα βαρειά μολύβδινα ένθετα του κοντακίου, που παρείχαν το απαραίτητο βάρος για να βυθιστεί η άγκυρα, το σιδερένιο σκυρόδεμα της αιχμής της άγκυρας και μικρά θραύσματα ξύλου.
Το «αρχαίο πλοίο Κερύνεια» απεικονίζεται σε τρία από τα κυπριακά νομίσματα ευρώ: των 10, 20 και 50 λεπτών.
ΔΕΙΤΕ ντοκυμανταίρ του Ραδιοτηλεοπτικού Οργανισμού Κύπρου με τίτλο «Με καπετάνιο, τρεις ναύτες: Το αρχαίο πλοίο της Κερύνειας».
ΠΗΓΗ: Γ. Λεκακης «Αρχαία και συγχρονα ναυαγια των ελληνικων θαλασσων και η λαογραφια της Θαλασσας». Γ. Λεκάκης «Συγχρονης Ελλαδος περιήγησις».
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
[1] Άλλο εμβληματικό πλοίο της Κύπρου είναι του Μαζωτού, επίσης αρχαίο ελληνικό εμπορικό πλοίο, του 4ου αι. π.Χ. αλλά από την νότια ακτή της Κύπρου. Βρέθηκε στα 45 μ. κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας. Είναι το πρώτο ναυάγιο εκείνης της περιόδου που βρίσκεται στην Νοτιοανατολική Μεσόγειο μεταφέροντας 500 - 800 τουλάχιστον αμφορείς (οι περισσότεροι εκ Χίου), σε βάθος όπου μπορούν να εργαστούν δύτες. ΠΗΓΗ: Πανεπ. Κύπρου.
[2] Ο κ. Katzev αργότερα έγινε συνιδρυτής του Αμερικανικού Ινστιτούτου Ναυτικής Αρχαιολογίας.
[3] Η αρχαιότερη αναφορά για άγκυρα, είναι από ένα ελληνικό ποίημα, που χρονολογείται στα μέσα του 7ου αιώνα π.Χ. Οι Έλληνες απέδωσαν την εφεύρεση της άγκυρας με γάντζο σε αρκετές ημιθρυλικές μορφές, όπως ο βασιλιάς Μίδας της Φρυγίας…
arxeion-politismou.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου