Η βιομηχανία ζάχαρης είχε μπλοκάρει για πάνω από 40 χρόνια τη δημοσίευση μεγάλης μελέτης που είχε η ίδια χρηματοδοτήσει και συνδέει την κατανάλωση ζάχαρης με την καρδιακή νόσο και τον καρκίνο της ουροδόχου κύστης.
Όπως εξηγεί ο Δρ Στάντον Γκλαντζ, καθηγητής Ιατρικής και διευθυντής του Κέντρου Έρευνας και Επιμόρφωσης για τον Έλεγχο του Καπνού στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια στο Σαν Φρανσίσκο, «τα αποτελέσματα της πειραματικής έρευνας δεν είδαν ποτέ το φως της δημοσιότητας και η βιομηχανία τροφίμων προτίμησε να τα κρατήσει κρυφά, καθώς επρόκειτο για πείραμα που παρήγαγε ανεπιθύμητα αποτελέσματα για την βιομηχανία τροφίμων. Και σίγουρα, αν δημοσιευόταν, θα αύξανε τις γνώσεις μας για τον καρδιαγγειακό κίνδυνο που συνεπάγεται η κατανάλωση πολλής ζάχαρης και φυσικά αυτό ήταν κάτι που δεν ήθελαν οι εταιρίες».
Σύμφωνα με τον Δρα Γκλαντζ, το project 259 ήταν μελέτη που χρηματοδοτήθηκε από την ίδια τη βιομηχανία της ζάχαρης και είχε ανατεθεί σε ερευνητές του Πανεπιστημίου του Μπέρμινγκχαμ, την περίοδο 1967-1971, προκειμένου να εξετάσουν την επίδραση της ζάχαρης στην υγεία μιας ομάδας αρουραίων.
Συγκεκριμένα, οι επιστήμονες εστίασαν στον τρόπο που τα βακτήρια του εντέρου επεξεργάζονται τη ζάχαρη και το άμυλο.
Τα πρώτα αποτελέσματα τον Αύγουστο του 1970 έδειχναν ότι οι αρουραίοι που είχαν κάνει διατροφή με πολλή ζάχαρη είχαν παρουσιάσει αύξηση των τριγλυκεριδίων, των λιπιδίων που συντελούν στην δόμηση της χοληστερόλης. Επίσης, είχαν αυξημένα επίπεδα της β-γλουκουρονιδάσης, ενός ενζύμου που έχει σχετιστεί με τον καρκίνο της ουροδόχου κύστης στους ανθρώπους.
Μήνες μετά την κοινοποίηση των αποτελεσμάτων στο Διεθνές Ίδρυμα Έρευνας για τη Ζάχαρη, δεν δόθηκε η έγκριση για τη χρηματοδότηση άλλων 12 εβδομάδων έρευνας, τις οποίες χρειάζονταν οι επιστήμονες για να ολοκληρώσουν τη μελέτη τους.
«Οι εταιρίες αρνήθηκαν την επιπλέον χρηματοδότηση και έτσι σταμάτησε η έρευνα. Και φυσικά τίποτα δεν δημοσιεύθηκε», εξηγεί ο Αμερικανός ερευνητής.
Σύμφωνα με τον ίδιο, ο χρόνος που έλαβε χώρα το Project 259 ήταν κρίσιμος διότι στις ΗΠΑ ο Αμερικανικός Οργανισμός Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA) σκεφτόταν τότε αν θα έπρεπε να λάβει αυστηρά μέτρα κατά των τροφίμων με μεγάλη περιεκτικότητα σε ζάχαρη. «Αν η μελέτη είχε δημοσιευθεί, η ζάχαρη θα είναι δαιμονοποιηθεί ακόμα περισσότερο», λέει ο Δρ Γκλαντζ.
Η ανάσυρση της έρευνας από την αφάνεια προκάλεσε την αντίδραση της Ένωσης Ζάχαρης, που εξέδωσε ανακοίνωση χαρακτηρίζοντας τα αποτελέσματα «συλλογή εικασιών και υποθέσεων για γεγονότα που συνέβησαν σχεδόν πενήντα χρόνια πριν, από μια μελέτη που έγινε από ομάδα ερευνητών και χρηματοδοτήθηκε από άτομα και οργανώσεις που είναι γνωστό ότι ασκούσαν κριτική στην βιομηχανία της ζάχαρης».
Το άρθρο δημοσιεύεται στο επιστημονικό έντυπο PLOS Biology.
ΠΗΓΗ: onmed.gr
Όπως εξηγεί ο Δρ Στάντον Γκλαντζ, καθηγητής Ιατρικής και διευθυντής του Κέντρου Έρευνας και Επιμόρφωσης για τον Έλεγχο του Καπνού στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια στο Σαν Φρανσίσκο, «τα αποτελέσματα της πειραματικής έρευνας δεν είδαν ποτέ το φως της δημοσιότητας και η βιομηχανία τροφίμων προτίμησε να τα κρατήσει κρυφά, καθώς επρόκειτο για πείραμα που παρήγαγε ανεπιθύμητα αποτελέσματα για την βιομηχανία τροφίμων. Και σίγουρα, αν δημοσιευόταν, θα αύξανε τις γνώσεις μας για τον καρδιαγγειακό κίνδυνο που συνεπάγεται η κατανάλωση πολλής ζάχαρης και φυσικά αυτό ήταν κάτι που δεν ήθελαν οι εταιρίες».
Σύμφωνα με τον Δρα Γκλαντζ, το project 259 ήταν μελέτη που χρηματοδοτήθηκε από την ίδια τη βιομηχανία της ζάχαρης και είχε ανατεθεί σε ερευνητές του Πανεπιστημίου του Μπέρμινγκχαμ, την περίοδο 1967-1971, προκειμένου να εξετάσουν την επίδραση της ζάχαρης στην υγεία μιας ομάδας αρουραίων.
Συγκεκριμένα, οι επιστήμονες εστίασαν στον τρόπο που τα βακτήρια του εντέρου επεξεργάζονται τη ζάχαρη και το άμυλο.
Τα πρώτα αποτελέσματα τον Αύγουστο του 1970 έδειχναν ότι οι αρουραίοι που είχαν κάνει διατροφή με πολλή ζάχαρη είχαν παρουσιάσει αύξηση των τριγλυκεριδίων, των λιπιδίων που συντελούν στην δόμηση της χοληστερόλης. Επίσης, είχαν αυξημένα επίπεδα της β-γλουκουρονιδάσης, ενός ενζύμου που έχει σχετιστεί με τον καρκίνο της ουροδόχου κύστης στους ανθρώπους.
Μήνες μετά την κοινοποίηση των αποτελεσμάτων στο Διεθνές Ίδρυμα Έρευνας για τη Ζάχαρη, δεν δόθηκε η έγκριση για τη χρηματοδότηση άλλων 12 εβδομάδων έρευνας, τις οποίες χρειάζονταν οι επιστήμονες για να ολοκληρώσουν τη μελέτη τους.
«Οι εταιρίες αρνήθηκαν την επιπλέον χρηματοδότηση και έτσι σταμάτησε η έρευνα. Και φυσικά τίποτα δεν δημοσιεύθηκε», εξηγεί ο Αμερικανός ερευνητής.
Σύμφωνα με τον ίδιο, ο χρόνος που έλαβε χώρα το Project 259 ήταν κρίσιμος διότι στις ΗΠΑ ο Αμερικανικός Οργανισμός Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA) σκεφτόταν τότε αν θα έπρεπε να λάβει αυστηρά μέτρα κατά των τροφίμων με μεγάλη περιεκτικότητα σε ζάχαρη. «Αν η μελέτη είχε δημοσιευθεί, η ζάχαρη θα είναι δαιμονοποιηθεί ακόμα περισσότερο», λέει ο Δρ Γκλαντζ.
Η ανάσυρση της έρευνας από την αφάνεια προκάλεσε την αντίδραση της Ένωσης Ζάχαρης, που εξέδωσε ανακοίνωση χαρακτηρίζοντας τα αποτελέσματα «συλλογή εικασιών και υποθέσεων για γεγονότα που συνέβησαν σχεδόν πενήντα χρόνια πριν, από μια μελέτη που έγινε από ομάδα ερευνητών και χρηματοδοτήθηκε από άτομα και οργανώσεις που είναι γνωστό ότι ασκούσαν κριτική στην βιομηχανία της ζάχαρης».
Το άρθρο δημοσιεύεται στο επιστημονικό έντυπο PLOS Biology.
ΠΗΓΗ: onmed.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου