«Το παν και τα πάντα τοις τρισίν ώρισται» (το παν και τα πάντα ορίζονται από τον αριθµό τρία: Αριστοτέλης, Περί Ουρανού)
Είναι σήμερα γενικά αποδεκτό ότι ο Ορφέας είναι ο εισηγητής της τριαδικής υπόστασης του θείου και κατ΄ επέκταση του μονοθεϊσμού. Νεότερες όμως μελέτες επί της Ελληνικής γραμματείας, όπως θα αναφερθεί πιο κάτω, καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι η τριαδική υπόσταση τού θείου, ανάγεται σε πολύ παλαιότερους χρόνους, δηλαδή στους προ-Ορφικούς). Σύμφωνα με την Ορφική κοσμογονία η δυάδα Χρόνος-Ανάγκη (άρεν – θύλη) γεννούν τον νοτερό Αιθέρα, το άπειρον Χάος και το ομιχλώδες Έρεβος, όλα μαζί μια εικόνα της πρωταρχικής κατάστασης του κόσμου: Υπήρχε ένας απέραντος, υγρός και ακαθόριστος χώρος, όπου ο ασώματος και αείπαρκτος Χρόνος κατασκεύασε ένα τεράστιο ασημόφεγγο Ωόν, το οποίο περιείχε όλη την έμψυχη ύλη, την οποία αποτελούσαν τέσσερα στοιχεία : Γη, Αήρ, Ύδωρ και Πυρ (απεικονίσεις των καταστάσεων που μπορεί να υπάρξει η Ύλη. Ως ύλη ο Ελληνικός εσωτερισμός δεν νοεί την φυσική ύλη που βλέπουμε και που δίνει μορφή και υπόσταση σε όλα τα πράγματα, αλλά την πηγή αυτής δηλαδή την ενέργεια). Ο χρόνος έσπασε το κοσμογονικό αυγό (Big-Bang) και από εκεί ξεπετάχτηκε ο Φάνητας, ο κυρίαρχος επί της δημιουργίας. Δεν πρέπει να ταυτίζεται ο Φάνητας με τον δημιουργό θεό. Ο Φάνητας είναι ο εξουσιαστής επί της δημιουργίας, αυτός που καθιστά την ύλη φανερή, δηλαδή κάνει τον κόσμο φανερό – ορατό. Παρατηρούμε την δυάδα Χρόνος-Ανάγκη και την τριάδα Αιθέρας-Χάος-Έρεβος. Όλη πλέον η δημιουργία εκπηγάζει από αυτή την τριάδα. Ο Σουίδας γράφει για τον Ερμή τον αποκαλούμενο Τρισμέγιστο: «…διότι περί τριάδος εφθέγξατο, ειπών εν μια τριάδι μίαν είναι η θεότητα …», επιβεβαιώνοντας έτσι την διαχρονική τριαδική πίστη των Ελλήνων προς τις τρείς ιδιότητες του ασώματου και αυθύπαρκτου χρόνου.
Ο Όμηρος, ως μέγιστος εραστής της Ορφικής τριάδος, χρησιμοποιεί στα έπη του μόνο τον αριθμό (3) συνειδητά και τα πολλαπλάσιά του. Ενδεικτικά αναφέρονται και τρεις γραμματείες αλλά και σε άλλες μυθολογίες, όπως θα δούμε παρακάτω, απαντάται: εχύθηκε φορές με ορμή να τον φονεύσει (ο Διομήδης τον Αινεία) και τρεις του ετίναξε ο θεός (Απόλλων) τη φωτεινή του ασπίδα ( Ιλ. Ραψ. Ε, στ. 435), και τρεις εσκάλωσε φορές ο Πάτροκλος στο τείχος και τρεις τον εξετίναξεν ο Φοίβος με τα χέρια, (Ιλ. Ραψ. Π, στ. 702), και τρεις φορές κραυγάζοντας τρομακτικώς εχύθη (ο Πάτροκλος) και άνδρες εννέα (=3Χ3) τη φορά ροβόλησαν στον Άδη… (Ιλ. Ραψ. Π, στ.784) κ.λ.π. Παντού σε όλη την ελληνική συνεχώς και συνεχώς ο αριθμός (3) και οι παρόμοιες αλληγορικές σημασίες του.
O αριθμός αυτός κατείχε πάντοτε μια ξεχωριστή θέση στην ανθρώπινη συνείδηση σε τέτοιο βαθμό, ώστε να θεωρείται Ιερός σε διάφορες ανεπτυγμένες πολιτισμικά κοινωνίες στην αρχαιότητα, ενώ αρκετά φιλοσοφικά συστήματα ασχολήθηκαν με την αποκρυπτογράφηση του. Στην Κινέζικη παράδοση ταυτίζεται με το Γιάνγκ το φωτεινό στοιχείο και την Τριάδα: Ουρανός, Άνθρωπος, Γή. Στον Βουδισμό συναντάμε τα τρία πετράδια: Βούδας (ο αφυπνισμένος) Ντάρμα (η διδασκαλία) και Σάνγκα (η κοινωνία). Ασφαλώς ένας τόσο ιερός αριθμός δεν θα μπορούσε να αφήσει αδιάφορους τους Έλληνες, τους πρωτοπόρους της φιλοσοφίας. Για τον Αριστοτέλη είναι ο αριθμός τού Παντός, ο πρώτος αριθμός πού έχει αρχή, μέση και τέλος. Κατά την αριθμοσοφία του Πυθαγόρα εμπεριέχει την δημιουργία: από το Ένα γεννιέται το Δύο (1+1=2) το Δύο γεννάει το Τρία (2+1=3) και το Τρία δημιουργεί τα πάντα. Παρόμοια ήταν και ή διδασκαλία του σοφού Λαό Τσε, πώς το Ταό -ο Αιώνιος Λόγος- γέννησε το 1, εκείνο γέννησε το 2 πού γέννησε το 3 και από το 3 γεννήθηκαν όλα.
Ισοσκελές τρίγωνο πού συνδέει την Ακρόπολη με τον ναό της Αφαίας στην Αίγινα και τον ναό τού Ποσειδώνα στο Σούνιο
Οι Αρχαίοι Έλληνες Φιλόσοφοι και ιδιαίτερα οι Πυθαγόρειοι πίστευαν πώς η έννοια της επιφάνειας πρέπει να συμβολίζεται με τον αριθμό (3) από το τρίγωνο το όποιο ονόμαζαν «πρωταρχικό σχήμα», επειδή φανερά διαμορφώνεται και εκφράζεται διά μέσου του αριθμού εκφράζοντας αλληγορικά, το Ισόπλευρο τρίγωνο ΤΗΝ ΥΠΕΡΤΑΤΗ ΔΥΝΑΜΗ, (το Ισοσκελές τον Δαίμονα δηλαδή τον σοφό και το Σκαλινό τον Άνθρωπο), σε αντίθεση με τον κύκλο (Αριστοτελική παραδοχή) πού ενώ είναι το πιο απλό σχήμα κρύβει την σχέση του με τον αριθμό παρουσιάζοντάς την μόνο έμμεσα ως Κέντρο, Ακτίνα και Περιφέρεια. Κατά τους Ευκλείδη και Πυθαγόρα ο αριθμός 3 εκφράζει εννοιολογικά: τoν Κύκλο, το Ορθογώνιο Τρίγωνο και τον Διαβήτη, που με την σειρά τους συμβολίζουν το σχήμα, την μορφή και τους νόμους που διέπουν το Σύμπαν. Σύμφωνα δε με την θεωρία περί τριγωνισμού της Γης, οι ναοί και οι πόλεις χτίζονταν έτσι ώστε να σχηματίζουν ισοσκελή τρίγωνα με κορυφή κάποιον ιερό τόπο. Ένα γνωστό ισοσκελές τρίγωνο είναι εκείνο πού συνδέει την Ακρόπολη με τον ναό της Αφαίας στην Αίγινα και τον ναό τού Ποσειδώνα στο Σούνιο. Ό κύκλος και η τριπλή του υπόσταση ήταν επίσης ιερό σχήμα, σύμβολο τού Ηλίου πού πίστευαν πώς είναι το Μάτι του Θεού. Τον συμβολισμό αυτόν ανευρίσκουμε στο κέντρο του περιζώματος που έφεραν οι ιερείς των προ-Ορφικών και Ορφικών περιόδων κάτωθεν του αναγενόμενου Φοίνικα. Την συμβολική σημασία του (3) βλέπουμε και στις θυσίες προς τους Θεούς στις οποίες οι ιερείς έραιναν τον βωμό τρεις φορές, όπως και τους παρευρισκόμενους για τον απαιτούμενο καθαρμό. Το ίδιο απαντάται και σήμερα στον Χριστιανισμό με το θυμιάτισμα των πιστών υπό του Ιερέως.
Στην αλχημεία, μία από τις λεγόμενες απόκρυφες τέχνες, τα αιθερικά στοιχεία είναι 3: Αλάτι, Υδράργυρος, Θείο και συμβολίζουν αντίστοιχα το σώμα. την ψυχή και το πνεύμα. Μπορούμε να διακρίνουμε ομοιότητες με το Ορφικό Τρίπτυχο «Ύπαρξη. Ζωή, Διάνοια». Εφευρέτης της αλχημείας θεωρείται ο Έρμης, ο αγγελιοφόρος των θεών, προστάτης των οδοιπόρων και σύμφωνα με κάποιες εκδοχές (Ορφικά), εφευρέτης του αλφάβητου. Το προσωνύμιο πού του αποδίδονταν ήταν «Τρισμέγιστος» και συχνά ταυτίζεται με τον Αιγύπτιο Θώθ, τον θεό της σοφής και δάσκαλο της μεγάλης Αιγυπτιακής Τριάδας των Όσιρι, Ίσιδας και Ώρου. Η ιδιότητα «Τρισμέγιστος» φανερώνει πως τρεις υποστάσεις ενσαρκώνονται στο πρόσωπο του θεού.
Στην θεολογία, ο αριθμός (3) και οι αλληγορικές του ενσαρκώσεις απαντώνται σε όλες τις Θεϊκές Τριάδες, των πολυθεϊστικών θρησκειών, ανεξάρτητα από το γένος του κυρίαρχου προσώπου μέσα στην θεϊκή Τριάδα. Στην αρχαία Ελληνική γραμματεία τα πρώτα ίχνη Αγίων Τριάδων απαντώνται κατά την πρώτη (15.000-12.500 π.Χ.) και δεύτερη μητρογγαμική περίοδο, όπου λατρεύονταν η θεά Θέϊα την πρώτη περίοδο και η Μεγάλη Μητέρα, η Γαία, θεά της Γονιμότητας κατά την δεύτερη περίοδο (Ησαίος, Νόννος, Ευριπίδης, Ορφικά).
Η θεά Θεϊα απαντάται σε τρεις βασικές μορφές : Της Σελήνης (η ευμενής και στοργική Εκάτη) ως κόρης, της Μητέρας (που δίνει ζωή) και της Γαίας πλέον ως γραία, συμβολίζοντας την σοφία, τον θάνατο αλλά και την αναγέννηση. Η Γαία με την σειρά της κατά την δεύτερη περίοδο απαντάται σε τρεις βασικές μορφές: της Παρθένας σαν σύμβολο αγνότητας, της Μητέρας, σύμβολο της δημιουργίας και της Γραίας, σύμβολο της Σοφίας άλλα επίσης του Θανάτου και της Αναγέννησης.
Η αλληγορική σημασία του αριθμού (3) όπως θα αναλυθεί εκτενέστερα πιο κάτω, απαντάται επίσης στις μυθολογίες των ανατολικών Σημιτικών φυλών (Ασσυρίων και Βαβυλωνίων) καθώς και των δυτικών Σημιτικών φυλών που χωρίζονται ανάμεσα στους νότιους στην Αραβία και την Αιθιοπία και τους βόρειους στην Παλαιστίνη και την Συρία. Η αλληγορική σημασία του (3) διασώζεται μέχρι σήμερα στο έμβλημα του τριπλού κρίνου των Λουδοβίκων, των Μαριαννών αδελφών και άλλων δυτικοευρωπαϊκών βασιλικών οίκων, ιερατικών και μη ταγμάτων κ.λ.π.
Κατά την πρώιμη Ιουδαϊκή περίοδο (1.600 – 1.550 π.Χ) όπως μας εξιστορεί ο Φίλων, οι Ιουδαίοι λάτρευαν την θεά Ασερά. Οι τρις βασικές της μορφές ήταν : η Γιαρίχ (η Σελήνη) ως κόρη, η Σεκινά (η Γαία) ως μεγάλη μητέρα της ζωής και η Αστάρτη (ανδρόγυνος) ή Ανάτ θεά της Σοφίας αλλά και πολεμίστρια ταυτόχρονα. Οι παραλληλισμοί των Ασερά, Γιαρίχ, Σεκινά και Ανάτ είναι εμφανείς με τις : Θεία, Γαία, Εκάτης, Αθηνάς και Ερμαφρόδιτος (Ησίοδος) αντίστοιχα. Η Ασερά ως μεγάλη Μητέρα ήταν η αγαπημένη θεά των αρχαίων Ιουδαίων. Οι βιβλικοί προφήτες την καταδικάζουν επανειλημμένα με το όνομα Αστορέθ, καθώς η κατάληξη – ορέθ συνδέεται με εβραϊκά σύμβολα που προστέθηκαν για να συσχετίσουν το όνομα με την λέξη μποσέθ, που σημαίνει ντροπή. Ήταν, επίσης, η οικιακή θεά των Ιουδαίων και των Καναανιτών (δηλ. των Παλαιστινίων). Η λατρεία της Ασερά φθάνει στο χρονικό βάθος των 4.000 χρόνων όπως μας εξιστορεί ο Βηρωσσός. Είναι η ίδια θεά που λατρεύτηκε από τον βασιλιά Σολομώντα, και ήταν γνωστή ως «Κανιγιάτου Ελιμά», δηλαδή εκείνη που δίνει ζωή στους θεούς. Η Ασερά θεωρείται γενικά ταυτόσημη με την ουγγαριτική θεότητα Αθιράτ, μια μείζονα σημιτική μητέρα θεά που εμφανίζεται περιστασιακά στις Ακκαδικές πηγές ως Ασράτουμ-Ασράτου και στις ανάλογες χεττιτικές ως Ασερτού ή Ασερντού. Στα ουγγαριτικά κείμενα (προ του 1200 π.Χ.) η Ατιράτ ονομάζεται τρεις φορές ατρτ υμ και ατιράτ γιαμμί, η «Ατιράτ της Θάλασσας» ή πληρέστερα εκείνη που περπατά στη θάλασσα. Διάφοροι σχολιαστές θεωρούν πως προέρχεται από την Ουγγαριτική ρίζα -ατρ (δρασκελίζω), συνώνυμη με την εβραϊκή ρίζα σρ με το ίδιο νόημα. Στα συγκεκριμένα κείμενα η Ατιράτ είναι η σύζυγος του θεού Ελ και υπάρχει μια αναφορά στους εβδομήντα γιους της Ατιράτ, πιθανώς οι ίδιοι με τους εβδομήντα γιους του Ελ. Ωστόσο, η Ατιράτ διακρίνεται ξεκάθαρα από την Αστάρτ (τη γνωστή μας Αστάρτη), με την οποία συνήθως συγχέεται. Ένα άλλο όνομά της είναι Ελάτ (θηλυκό του Ελ) και Κοντές (Αγιότης). Ανάμεσα στους Χιττίτες τούτη η θεότητα εμφανίζεται ως Ασερντού ή Ασερτού, η σύζυγος του Ελκουνίρσα και μητέρα 77 ή 88 γιων. Στην Αίγυπτο, από την 18η δυναστεία αρχίζει να εμφανίζεται μια θεά σημιτική που ονομάζεται Κονσού (Αγιότης), εξισωμένη με την τοπική αιγυπτιακή θεά Άθωρ. Ορισμένοι ερευνητές πιστεύουν ότι πρόκειται για την Ατιράτ/Ασρατού, με το ουγγαριτικό της όνομα Κοντές. Η Κονσού δεν φαίνεται να είναι ούτε η Αστάρτ ούτε η Ανάτ, καθώς και οι δύο αυτές θεότητες εμφανίζονται εικονογραφικά διαφορετικές και εμφανίζονται επίσης σε μία τουλάχιστον απεικόνιση μαζί με την Κονσού.
Στην Προ-ισλαμική Αραβία αλλά και στην πρώιμη Ισλαμική περίοδο λατρεύονταν οι τρεις Θεές Αλούζα, Αλιλάτ και Μαναάτ όπως μας εξιστορεί ο άραβας ιστορικός Αμπτουλαχ Ιμπτ Μπεν Γιουσούφ. Χριστιανικές πηγές όπως ο Ευσέβιος της Καισάρειας, ο μοναχός Ρογήρος Βάκων, αλλά και ο Αμπούτ Ισάκ Χίστι, (ιδρυτής του 1ου τάγματος Χ.ίστι των Σούφι), ισχυρίζονται πώς οι τρεις αυτές θεές αναφέρονται στο κοράνι ως κόρες του Αλλάχ, κάτι πού αμφισβητείται έντονα από τους Ισλαμιστές. Η Αλούζα, η δυνατή, ήταν Θεά τού πρωινού και βραδινού άστρου (Ίστάρ και Άστάρτη). προσφωνούνταν με το άνομα Chaimous (Χαϊμούς) πού σημαίνει Νεαρό Κορίτσι η Παρθένος. Στο Ελληνικό πάνθεον σχετίζεται με την Ουρανία Αφροδίτη. Η πολεμική της ετοιμότητα και η σχέση της με την άγρια φύση, της προσδίδουν ιδιότητες της Αρτέμιδος. Στις μητριαρχικές κοινωνίες ταυτίζεται με την Κόρη. Η Αλιλάτ, η Μητέρα, συνδέεται με την Αφροδίτη κατά τον Ηρόδοτο, άλλα σε κάποιες περιπτώσεις και με την Αθηνά, εφόσον διαχέει πολεμική σοφία. Συχνά συγχέεται με την Αλούζα, παίρνοντας ή μία Θεά την θέση της άλλης. Ως Θεά της γονιμότητας και της Γης, συγκεντρώνει αρκετές ιδιότητες της Δήμητρας. Η Αλιλάτ σε μία από τις εκφάνσεις της ταυτίζεται με τον ήλιο, το Μάτι του Θεού. Η Μαναάτ ήταν Θεά της Μοίρας, η απεικόνιση της Γραίας, Σύμβολο της σοφίας αλλά και τού θανάτου.
Στις αρχαίες Κελτικές φυλές συναντάμε αρκετές Θηλυκές Τριαδικές Θεότητες και ανάμεσα τους την θεά Έρνμας, ιερό πρόσωπο Άγιας Τριάδας και μητέρα πολλών άλλων: Στην πιο γνωστή συναντάμε την Ερίου (πού έδωσε το άνομα της στην Ιρλανδία) και τις αδελφές της Μπάνβα και Φόουλα. Οι πρωταρχικές αυτές Θεές ταυτίζονται με την πολεμική Τριάδα των Μπάβ, Μάχα και Μόριγκαν. Στο πρόσωπο της Μπάβ διακρίνουμε την Γραία, καθώς είναι η Θεά των προφητειών και μάλιστα δίνει προφητεία για το τέλος τού κόσμου πού θα έρθει όταν δούμε: «Καλοκαίρι χωρίς λουλούδια, αγελάδες χωρίς γάλα, γυναίκες χωρίς σεμνότητα, άντρες χωρίς ανδρεία, αιχμάλωτους χωρίς βασιλιά, πλοία χωρίς πανιά, θάλασσα χωρίς προϊόντα». Το καταστροφικό της πρόσωπο, εκείνο πού συνδέει την Γραία με τον Θάνατο, ταυτίζεται με την Μέγαιρα, μία από τις Ερινύες. Η δεύτερη Θεά, η Μόριγκαν, με τις καταστρεπτικές ιδιότητες μοιάζει στην Αληκτώ, ενώ είναι η Μητέρα όταν παρουσιάζεται με το πρόσωπο της Φόουλα. Η Μάχα έχει την θέση της Σκοτεινής Κόρης και γίνεται Αγνή με το πρόσωπο της Μπάνβα. Στην ελληνική εκδοχή είναι η Τισιφόνη, η τρίτη αδελφή. Κατά τον Μεσαίωνα υπήρξε μία τάση να καταστραφεί οτιδήποτε σχετιζόταν με το μη χριστιανικό παρελθόν της Ιρλανδίας. Μέσα σε αυτήν την παράδοση ο γίγαντας Μπάλορ σκοτώνει την Μάχα και μέσω αυτής την Ιερή Τριάδα καθώς οι τρεις θεότητες ταυτίζονται, αλλάζουν ρόλους και τελικά γίνονται Μία.
Τρίμορφη Εκάτη
Η Ελληνική Θηλυκή Τριάδα αποτελείται από την Κόρη, της όποιας το όνομα είναι τόσο ιερό πού δεν πρέπει να προφέρεται, την Δήμητρα και την Εκάτη. Η Περσεφόνη διεκδικεί τις ιδιότητες της Κόρης όμως με την ίδια ιδιότητα λατρεύονται τόσο η Αθηνά όσο και η Αρτέμης. Η Κόρη Περσεφόνη μένει τα δυο τρίτα τού έτους επάνω στην γη και τον υπόλοιπο χρόνο τον περνά στο σκοτεινό βασίλειο τού Πλούτωνα. Ένα άγαλμα της Θεάς Αθηνάς στον ναό της Αθηνάς Νίκης την αναπαριστά να κρατά ένα ρόδι, συνδέοντας την ακόμα περισσότερο με την Περσεφόνη η όποια αναγκάστηκε να μείνει στον Άδη όταν έφαγε σπόρους από ρόδι. Η Αθηνά στο Ερεχθείο λατρευόταν τόσο ως Κόρη, όσο και ως Μητέρα, άρα και πάλι οι ιδιότητες εναλλάσσονται. Η Θεά πού ταυτίζεται περισσότερο με την Μητέρα είναι η Δήμητρα, αδελφή τού Πατέρα των Θεών Δία και Θεά της γεωργίας. Είναι εκείνη πού τρέφει και φροντίζει. Είναι ή Δα-Μάτερ, ή Μητέρα Γη. Κατά τον μύθο ταυτίζεται επίσης με την σοφή Γραία που γνωρίζει τα μυστικά της αιώνιας ζωής και προσπάθησε να κάνει αθάνατο τον Δημοφώντα. Η Μητέρα Δήμητρα θρηνεί την απώλεια της Κόρης, φέρνοντας τον χειμώνα στις καρδιές των ανθρώπων, τον Θρήνο και τον θάνατο. Η επιστροφή της Περσεφόνης σηματοδοτεί την άνοιξη, την χαρά και τον εορτασμό της Αναγέννησης. Την ιδιότητα της σοφής Γραίας έχει σε αυτήν την Ιερή Τριάδα η Θεά Εκάτη. Είναι εκείνη πού βοήθα την Μητέρα να βρει την Κόρη και την συνοδεύει κρατώντας δαυλούς. Μετά την επανένωση Μητέρας-κόρης, έγινε ή σύντροφος της Περσεφόνης στο βασίλειο τού Άδη. Η Εκάτη ταυτίζεται σε αρκετές παραδόσεις με την Κητώ, την θαλάσσια θεότητα, μητέρα των τρομερών Γοργόνων και των Γραιών πού γνώριζαν τα πάντα.
Πολλές αρχαίες θηλυκές θεότητες επιβίωσαν και πέρασαν στην μυθολογία μετά την επικράτηση των Ολύμπιων θεών. Η Τρίμορφη Εκάτη παρουσιάζεται με τρία κορμιά και τρία κεφάλια: λιονταριού, σκύλου και φοράδας. Με την σύντροφο της Εκάβης ταυτίζονται συχνά και αποτελούν πρόσωπα μιας ιερής άρχετυπικής Τριάδας. Δεδομένου, ότι και οι δύο σχετίζονται με την μορφή τού Κυνός αλλά και τον τρικέφαλο Κέρβερο, την τριάδα συμπληρώνει αυτή ή μορφή. Αυτό διαφαίνεται στον μύθο των θυγατέρων τού Πανδάρεως: Ο Πανδάρεως έκλεψε τον χρυσό σκύλο πού φύλαγε το ιερό τού Δία στην Κρήτη και για τιμωρία ο Δίας τον μεταμόρφωσε σε βράχο. Ο Πανδάρεως είχε τρεις κόρες. Μετά τον θάνατο των γονιών τους ανατράφηκαν από τις θεές Αφροδίτη, Ήρα, Αθηνά και Άρτεμη, οι οποίες τις φρόντισαν, τις προίκισαν με πολλά χαρίσματα: η Αφροδίτη τις ταΐζε με γάλα, μέλι, και κρασί, η Ήρα τους έδωσε σοφία και ομορφιά, η Αρτέμης χάρη, η Αθηνά επιδεξιότητα στα χέρια. Όταν μεγάλωσαν, η Αφροδίτη πήγε στον Δία για να τους εξασφαλίσει καλούς γάμους. Ο Δίας όμως δεν είχε ξεχάσει ακόμα την προσβολή τού πατέρα τους και έστειλε τις Αρπυίες να αρπάξουν τα κορίτσια και να τα παραδώσουν δούλες στις Ερινύες, στον Άδη. Επίσης μια φρικτή αρρώστια παραμόρφωσε τα πρόσωπα τους ώστε να μοιάζουν με σκύλο. Στον μύθο αυτόν δεν μπορούμε να μην προσέξουμε την ομοιότητα με τον μύθο της Εκάβης πού μεταμορφώθηκε (ή την μεταμόρφωσε η Θεά Εκάτη) σε σκύλο μετά τον θάνατο της, αλλά και το γεγονός πώς στις Ερινύες προσέφεραν νυχτερινές σπονδές με υδρομέλι και γάλα, την τροφή πού δίνει στα κορίτσια η Αφροδίτη.
Με την επικράτηση των Ολύμπιων η Τριάδα αλλάζει (Όμηρος, Ησίοδος, Θεόκριτος, Έφορος κ.λ.π.). Η Σεληνιακή Εκάτη-Εκάβη κυβερνά τον ουρανό και την Σελήνη μετά από παραχώρηση τού Δία, στη γη ταυτίζεται με την Άρτεμη και στον Κάτω Κόσμο είναι η Περσεφόνη, η μορφή της οποίας σχετίζεται με ακόμα μία Τριάδα, εκείνη των Γοργόνων. Τρεις ήταν οι φοβερές Γοργόνες, η Σθενώ (ή δύναμη), η Εύρυάλη (ή πλατιά θάλασσα) και η θνητή Μέδουσα (σοφή βασίλισσα, από το μέδων = βασιλέας) η Γοργώ (άγρια ματιά). Η Μέδουσα σε αρχικές παραλλαγές συναντάται ως Κενταύρισσα η όμορφη πριγκίπισσα πού φιλονίκησε ή πρόσβαλλε την Αθηνά και η Θεά την μεταμόρφωσε στο γνωστό τέρας πού όποιος κοιτούσε το πρόσωπο της πέτρωνε. Την Μέδουσα σκοτώνει τελικά ό Περσέας με την βοήθεια τhς Αθηνάς συνδέοντας την Γοργόνα με την Κόρη Περσεφόνη, το όνομα της όποιας σημαίνει «εκείνη πού φόνευσε ό Περσέας». Η Μέδουσα συμβολίζει την Θηλυκή Φρόνηση, την οποία λάτρεψαν οι Αμαζόνες τhς Λιβύης με την μορφή ερπετικής θεότητας. Το κεφάλι της γοργόνας παραδίδεται στην Αθηνά έτσι ώστε η δύναμη και οι ιδιότητες της Μέδουσας όχι μόνο δεν χάνονται αλλά υιοθετούνται από την Θεά. Μία ακόμα σύνδεση ανάμεσα στις δυο μορφές είναι η Μήτιδα, μητέρα της Αθηνάς και προσωποποίηση της Σοφίας και της Φρόνησης, ιδιότητες πού ενσαρκώνει η αρχαία μορφή της Μέδουσας, μόνο πού εδώ ή δύναμη της Σοφίας είναι Δημιουργική αντί για Καταστρεπτική.
Μία ακόμα φοβερή Τριαδική θεότητα αποτελούσαν οι Ερινύες: η Τισιφόνη, η Άληκτώ και η Μέγαιρα. Είναι ενδιαφέρουσα η θεωρία πώς οι τρεις αρχαίες Κέλτικες Θεότητες Μάχα, Μοριγκαν και Μπάβ αντιστοιχούν στις τρεις Ερινύες της Ελληνικής Μυθολογίας. Οι ομοιότητες είναι εμφανείς όχι μόνο συγκρίνοντας τις μορφές καθεμιά χωριστά αλλά και σαν σύνολο. Και οι δυο έμειναν στην συνείδηση των ανθρώπων σαν Τριάδες, παρόλο πού δεν υπήρχαν σαφείς αναφορές για τον αριθμό τους, παρά μόνο σε μεταγενέστερες εποχές. Επίσης και οι δύο Τριάδες έχουν την αντίστοιχη Δημιουργική πλευρά τους. Η σύγκριση βοηθάει να καταλάβουμε πώς οι Θηλυκές Τριάδες αποτελούσαν ουσιαστικά εκφάνσεις της Θεάς-Μητέρας και τού κύκλου της ζωής: Γέννηση, Ζωή, Θάνατος, Αναγέννηση. Η Ευγενική, Δημιουργική μορφή της Θεάς εμφανίζεται στις Ειρηνικές Θεότητες, ενώ την Καταστρεπτική Δύναμη τού Θανάτου αντιπροσωπεύουν οι άγριες, πολεμικές θεϊκές μορφές.
Οι Ερινύες ήταν αρχαίες θεότητες πού γεννήθηκαν από το αίμα τού Ουρανού μετά τον ακρωτηριασμό του από τον Κρόνο και υπήρχαν πριν από την εμφάνιση τού Δία και των περισσότερων Ολύμπιων Θεών. Όπως και η Κέλτικη Τριάδα είχαν δύο μορφές: την Καταστρεπτική και την Εξευμενιστική. Σαν Ερινύες έχουν την μορφή τριών αποκρουστικών γυναικείων μορφών πού κυνηγούν όσους έχουν διαπράξει ειδεχθές έγκλημα και τιμωρούν όσες πράξεις είναι αντίθετες προς τη φυσική τάξη. Στα μαλλιά τους έχουν φίδια, στοιχείο πού τις συνδέει με τις γοργόνες. Αντιπροσωπεύουν, όπως και η πολεμική Κέλτικη Τριάδα, το καταστρεπτικό πρόσωπο τού Θηλυκού στοιχείου, εκείνο πού σχετίζεται με το Θάνατο. Χάρη στην θεϊκή παρέμβαση της Αθηνάς, οι θεότητες εξευμενίζονται και ονομάζονται Ευμενίδες. Σε εκείνες προσεύχονται οι άνθρωποι για να απομακρύνουν τον κίνδυνο και να φέρουν ευημερία. Είναι η δύναμη της Αναγέννησης και της Δημιουργίας, όπως οι κέλτισσες Ερίου, Μπάνβα και Φόουλα. Παρατηρούμε πώς οι Ολύμπιοι Θεοί δεν καταργούν την καταστροφική δύναμη, άλλα την μεταλλάσουν σε ευγενική και παράλληλα αναδεικνύουν το Θηλυκό Δημιουργικό Στοιχείο.
Μιχάλης Μπατής
intownpost.com
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου