Η σκόπιμη Αλλοίωση και ολοκληρωτική Διαστρέβλωση των αρχαίων ελληνικών εννοιών
Σύμφωνα με τα όσα αναφέρει στο έργο του «Statistik des neutestamenlichen Wortschatzes» (Zurich 1958), ο Robert Morgenthaler, περί στατιστικών στοιχείων αναφορικά με τη γλώσσα της Καινής Διαθήκης, η τελευταία αριθμεί 5.436 λέξεις, από τις όποιες οι 3.000 προέρχονται από το λεξιλόγιο της Αρχαίας Ελληνικής. Από τις υπόλοιπες, οι 1.900 διατυπώθηκαν για πρώτη φορά από τους εβδομήκοντα δύο (72) συγγραφείς της Καινής Διαθήκης, οι 491 είναι δημιουργήματα της μετακλασικής γραμματείας, ενώ οι 45 είναι ξένες.
Η κατηγοριοποίηση αυτή, βέβαια, είναι εντελώς συμβατική, αφού μία εις βάθος γλωσσολογική εξέταση δύναται ν’ αποδείξει ότι η συντριπτική πλειοψηφία των λέξεων (τόσο της Καινής Διαθήκης, όσο και της μεταγενέστερης εκκλησιαστικής και πατερικής γραμματείας), όπως αναφέρει και ο διδάκτωρ της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, Λουκάς X. Φίλης από το βιβλίο του «Η γλώσσα της Καινής Διαθήκης» (Αθήνα, 1984) «προέρχεται γλωσσικά και εννοιολογικά από τον χώρο της ελληνικής σκέψεως και διανοήσεως και συντίθεται για να αποτελέσει ολοκληρωμένη έννοια, με τον καθαρά ελληνικό τρόπο διατυπώσεως». Ωστόσο, το θρησκευτικό πνεύμα της χριστιανικής γραμματείας σε συνδυασμό με την αναμφισβήτητη επιρροή της γλώσσας στον ψυχισμό του ανθρώπου, οδηγεί στην αλλοίωση, ή ολοκληρωτική διαστρέβλωση του εννοιολογικού τους περιεχομένου, καθώς άνευ αναφοράς στον Θεό τους, καταντούν κενές νοήματος στη συνήθη χρήση τους έως σήμερα.
Ακολουθούν ως παραδείγματα, ορισμένες από τις λέξεις αυτές με αντιπαραβολή της προτέρας Αρχαιοελληνικής και νεώτερης χριστιανικής-εβραϊκής σημασίας τους.
Αγάπη: Στα αρχαία ελληνικά, εκ του «άγαμαι» και του ποιητικού τύπου του «αγάζομαι» (=θαυμάζω, παραξενεύομαι). Στη χριστιανική-εβραϊκή γραμματεία έλαβε την έννοια, όχι μόνον της αντιθέσεως προς το μίσος, αλλά και της φιλότητος, υπό την σκέπη όμως του Θεού, κατά τους βιβλικούς συγγραφείς.
Άγγελος: Στα αρχαία ελληνικά, αυτός που κομίζει μήνυμα, ο αγγελιαφόρος. Στον Χριστιανισμό (αλλά και στον Ιουδαϊσμό και στο Ισλάμ), οι άγγελοι είναι υπερκόσμια όντα, μέσω των οποίων ο Γιαχβέ κάνει γνωστή την βουλή του στους θνητούς.
Αγιότητα: Στα αρχαία ελληνικά, σήμαινε την αγνότητα, ενίοτε όμως σήμαινε και τη μιαρότητα. Περαιτέρω έλαβε τη σημασία της αφιερώσεως στον Θεό.
Αδελφοσύνη: Παράγεται εκ του «αδελφός» (ο προερχόμενος από την ίδια μήτρα -δελφύς=μήτρα). Έφθασε να σημαίνει την «εν Πνεύματι Αγίω» αποκλειστικά αδελφική σχέση όλων των θνητών εχόντων ως πατέρα τον Θεό.
Αιωνιότητα: Στα αρχαία ελληνικά, η λέξη ήταν δηλωτική του μεγάλου χρονικού διαστήματος, της εποχής ή της ηλικίας, ανάλογα με την περίπτωση χρήσεώς της. Η σημασία της στο χριστιανικό-εβραϊκό λεξιλόγιο είναι αυτή της ατελεύτητης ζωής στην υπερκόσμια διάσταση του Γιαχβέ.
Αλήθεια: Στα αρχαία ελληνικά, σήμαινε το μη αποκεκρυμμένο, την πραγματικότητα. Και μόνο η θεολογική αναφορά στον Θεό ως απόλυτη «Αλήθεια» υστερεί ως προς την αποδεικτική πλευρά, καθώς η υφή της έννοιας «αλήθεια» {α-λήθω=λανθάνω} προϋποθέτει τη σαφή και αντικειμενική απόδειξη.
Αμαρτία: Στα αρχαία ελληνικά, σήμαινε την αποτυχία, την αστοχία. Ο όρος σημαίνει πλέον την κακοπραγία που αντιβαίνει στην όποια Θεία Βούληση του Γιαχβέ.
Αρετή: Στα αρχαία ελληνικά, σήμαινε την παλικαριά, την γενναιότητα. Η χριστιανική-εβραϊκή της έννοια, είναι η συμμόρφωση με όσα εντέλλεται ο Θεός.
Δαίμονας: Στα αρχαία ελληνικά, η Θεότητα. Η αρνητική σημασία της λέξεως σήμερα, συνίσταται στην ταύτισή της με το κακό πνεύμα. Δαίμονες επίσης ονομάζονταν και οι ψυχές των ανθρώπων, που αποτελούσαν τον συνδετικό κρίκο μεταξύ Θεών και θνητών.
Διάβολος: Στα αρχαία ελληνικά, σήμαινε τον συκοφάντη, τον ψευδώς κατηγορών. Η προσωποποίησή του και η σημασία που έλαβε έκτοτε, δεν χρήζουν σχολιασμού.
Δόγμα: Στα αρχαία ελληνικά, σήμαινε τη γνώμη, την απόφαση, το ψήφισμα. Στο χριστιανικό-εβραϊκό λεξιλόγιο η λέξη σημαίνει την μη επιδεχόμενη αμφισβήτηση της αυθεντικής θεωρίας περί Θεού.
Εκκλησία: Στα αρχαία ελληνικά, σήμαινε τη συνέλευση του δήμου. Έχει πλέον την έννοια του συνόλου των πιστών στον χριστιανικό Θεό Γιαχβέ-Χριστό
Ελπίδα: Στα αρχαία ελληνικά, η προσδοκία, η αναμονή. Η αναφορά της ελπίδας στον Θεό, την κατατάσσει μεταξύ των τριών βασικών χριστιανικών- εβραϊκών αρετών (πίστη, ελπίδα, αγάπη).
Ευλογία: Στα αρχαία ελληνικά, ο έπαινος, το εγκώμιο. Σήμερα έφθασε να σημαίνει την ιερατική ευχή και την θεϊκή τύχη, έγκριση, βοήθεια ή ανταμοιβή από τον Γιαχβέ-Χριστό.
Εωσφόρος: Στα αρχαία ελληνικά, σήμαινε τον φωτοδότη, αυτόν που φέρει την αυγή της ημέρας. Ήταν προσωνύμιο του θεού Απόλλωνα. Το μίσος κατά του Ελληνισμού υπήρξε η αίτια ταυτίσεώς του με τον Σατανά. Δες [1] [2]
Θεός: Στα αρχαία ελληνικά, σύμφωνα με τον Πλάτωνα, η λέξη προκύπτει εκ του ρήματος «Θέω»* (δράμω, σπεύδω, τρέχω). Η ετυμολογία της λέξεως, φανερώνει την ανθρωπομορφική, περί Θεών, αντίληψη των αρχαίων Ελλήνων. Κατόπιν, «Θεός» εκλήθη το εξωσυμπαντικό-υπερκόσμιο ον (Γιαχβέ), που κατά τη σημιτική αντίληψη εξουσιάζει τον κόσμο. * Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο («Ευτέρπη», 52) η λέξη προκύπτει από το ρήμα «τίθημι» «θεοὺς δὲ προσωνόμασαν σφέας ἀπὸ τοῦ τοιούτου, ὅτι κόσμῳ θέντες τὰ πάντα πρήγματα καὶ πάσας νομὰς εἶχον»
Κοινωνία: Στα αρχαία ελληνικά, η συναναστροφή, η επικοινωνία. Οι συγγραφείς της εβραϊκής εκκλησίας περιορίζουν την αρχική ευρύτητα αυτής της έννοιας στη σχέση μεταξύ πιστού-Θεού και πιστών μεταξύ των.
Κόλαση: Στα αρχαία ελληνικά, σήμαινε την τιμωρία. Ο αρχαίος αυτός δικανικός όρος, έφθασε να σημαίνει τον τόπο ή την μέθοδο τιμωρίας των μη υπάκουων στον Γιαχβέ-Χριστό, μετά τον θάνατό τους.
Λόγος: Η λέξη ήταν πολυσήμαντη. Η κύρια έννοιά της, ωστόσο, είναι αυτή του νόμου λειτουργίας του σύμπαντος. Στη χριστιανική-εβραϊκή θεολογία σημαίνει αφ’ ενός τον νόμο δημιουργίας του σύμπαντος (τον Λόγο του Θεού ως ενσάρκωση του οποίου φέρεται ο Χριστός-Γιαχβέ, ως ενδιάθετος Λόγος) κι αφ’ ετέρου τον προφορικό ή γραπτό λόγο των βιβλικών προσώπων και συγγραμμάτων.
Πίστη: Στα αρχαία ελληνικά, σήμαινε την αξιοπιστία, την εμπιστοσύνη. Στη θρησκευτική Χριστιανική-Εβραϊκή της χρήση, η έννοια επιτείνεται με την αποδοχή του Θεού ως απολύτου κυρίου και την υποταγή σ’ αυτόν.
Πνεύμα: Στα αρχαία ελληνικά, σήμαινε το φύσημα, την πνοή, την αναπνοή. Στη φιλοσοφία εφέρετο ενίστε και ως το ανώτερο μέρος της ψυχής ως κάτι κεχωρισμένο απ’ αυτήν. Στην θρησκευτική Χριστιανική-Εβραϊκή χρήση, σημαίνει το τρίτο πρόσωπο της Αγίας Τριάδος ως ομοούσιο με τα δύο άλλα και ουσιαστικά την ψυχή του κάθε ανθρώπου. Ασχολίαστο κι αυτό !!
Σωτηρία: Στα αρχαία ελληνικά, σήμαινε τη διάσωση από κίνδυνο. Στο Χριστιανικό-Εβραϊκό λεξιλόγιο σημαίνει τη λύτρωση από τα διαβολικά δεσμά του κόσμου και την διά της υπακοής στον Θεό αποφυγή της Κολάσεως.
Χάρη: Στα αρχαία ελληνικά, σήμαινε την εύνοια, τη γοητεία, το θέλγητρο, την αίγλη. Στο χριστιανικό-εβραϊκό λεξιλόγιο ως γνώρισμα του Θεού και των αγίων, απαντά με την πρώτη σημασία, καθώς οι υπόλοιπες απαγορεύονται.
Οι αλλαγές των νοημάτων στα παραπάνω λήμματα είναι έκδηλες και αναμφισβήτητες. Η βασικότερη συνέπεια αυτών, δεν είναι μόνο οι παρανοήσεις στη χρήση λέξεων σαν αυτές, αλλά κυρίως η αποκοπή των χρηστών της ελληνικής γλώσσας από τις γενετικές απαρχές της. Συνεπώς το επιχείρημα ότι η συγγραφή της Βίβλου (από τους 72 Εβραίους) και της πατερικής γραμματείας στα ελληνικά, έσωσε και τη γλώσσα μας από αφανισμό είναι μάλλον αδόκιμο. Ακριβέστερο θα ήταν, εάν ελέγετο ότι ο Χριστιανισμός-Εβραϊσμός της Ανατολής έσωσε ένα ελληνικό λεξιλόγιο, αλλά ταυτόχρονα παρήλλαξε ή διαστρέβλωσε εσκεμμένα το νόημα των λέξεων, δίδοντας σ’ αυτές άλλο περιεχόμενο, αυτό που συνέφερε στο δόγμα, με σκοπό την ηλιθιοποίηση των πιστών προβάτων του και ταυτόχρονη καταστροφή της Αρχαίας Ελληνικής γλώσσας.
@Μάριος Μαμανέας «Δαυλός»
Αναζήτησε τα άρθρα: [1] Μελεκ Ταους – Η Επανάσταση του Παλιμπαιδισμού / [2] Μελέκ Ταούς – Γεζίντι: Ταξίδι Στον Παράδεισο του Σατανά
Φωτογραφία εδωλίων Προ-Νεολιθικής εποχής που το φορούσε κρεμασμένο στο λαιμό του το ανθρώπινο κοπάδι και δήλωνε σε ποιόν άρχοντα ανήκε. Αρχαιολογικό μουσείο Βόλου/ Φωτογραφίες: Eos Aurora
Γραφή: Ένα Μέσο Καταπίεσης
Η έλευση της γραφής θεωρείται γενικότερα σαν ένα σημαντικό βήμα πολιτισμικής εξέλιξης, ενώ έχει δοθεί πολύ λιγότερο σημασία στις πολιτικές προεκτάσεις του. Ωστόσο φαίνεται ότι η πιο σημαντική λειτουργία της γραφής είχε σχέση με θέματα διαχείρισης που αφορούσαν τη δουλεία και τους κανονισμούς της κοινωνίας. Κάτι τέτοιο εκφράζεται και στην προσπάθεια να γίνει κατανοητή η πρωτο-Ελαμιτική γραφή, ένα από τα αρχαιότερα μη αποκρυπτογραφημένα συστήματα γραφής στον κόσμο που εμφανίστηκε στην περιοχή που βρίσκεται σήμερα το ΝΔ Ιράν, πριν από 5,000 χρόνια πριν. Πρόκειται για γραφή που σώθηκε πάνω σε πήλινες πλάκες και αποτελεί μία από τις πρώτες προσπάθειες του ανθρώπου να κρατήσει μόνιμα αρχεία καταγραφής του περιβάλλοντός του.
Ακόμα και αν τα σύμβολα δεν τους είναι όλα κατανοητά, οι αρχαιολόγοι μπορούν να προσδιορίσουν το περιεχόμενο των μηνυμάτων στις πλάκες αυτές. Το σύστημα αρίθμησης είναι επίσης κάτι που μπορεί να προσδιοριστεί και μάλιστα δείχνει ότι το περιεχόμενο αυτής της γραφής αφορά κατ’ εξοχήν λογαριασμούς ιδιοκτησίας και κατοχής γης και ανθρώπων. Μιλούν και ιδιοκτησία και κοινωνική θέση και δεν καταγράφουν κείμενα λογοτεχνίας, όπως ποίηση κάτι που είναι αρκετά συνηθισμένο και σε άλλα αντίστοιχα συστήματα γραφής.
Πρόκειται για μία απλή κοινωνία με μία άρχουσα τάξη να δεσπόζει. Κάτω από αυτήν υπάρχει μία σειρά δυνατών μεσαίων θα λέγαμε στρωμάτων, κάτω από αυτούς εργάτες οι οποίοι αντιμετωπίζονται σαν “κοπάδια ζώων” Οι άρχοντες έχουν τίτλους και ονόματα που έχουν σχέση με την κοινωνική επιφάνειά τους και επιρροή τους. Αν κάποιος για παράδειγμα λέγεται “Κος Εκατό” δείχνει τον αριθμό των ανθρώπων που βρίσκονται κάποιον από αυτόν.
Από τις πήλινες αυτές πινακίδες δεν είναι δυνατόν να υπολογίσουμε το μερίδιο τροφής που έπαιρναν οι εργάτες στα χωράφια, αν και η διατροφή τους βασιζόταν στο κριθάρι το οποίο το έσπαγαν, το έκαναν χυλό και το έπιναν με μπύρα. Ωστόσο, όσοι άνηκαν σε πιο ψηλές τάξεις ίσως να έτρωγαν και γιαούρτι, τυρί και μέλι και συντηρούσαν επίσης κατσίκες, πρόβατα και μοσχάρια. Όπως λοιπόν ήταν αναμενόμενο όσοι βρίσκονταν ψηλότερα στην κοινωνική πυραμίδα είχαν μεγαλύτερο προσδόκιμο ζωής, ενώ για όσους ήταν στα κατώτερα, μπορούμε να υποθέσουμε, ότι ο μέσος όρος ζωής τους, ήταν ο ίδιος με αυτόν που υπάρχει σήμερα στις φτωχότερες χώρες του κόσμου.
Αν θεωρήσουμε τη γραφή σαν ένα μέσο καταγραφής των εντυπώσεων ενός παρατηρητή μπορούμε να θεωρήσουμε ότι υπήρχε ένα είδος πρωτο-ιστορικού που είχε το καθήκον να δημιουργήσει αυτές τις πρώτες πινακίδες, ωστόσο το περιεχόμενό τους όπως περιγράψαμε παραπάνω έχει να κάνει με κείμενα καθαρά χρηστικό περιεχόμενο και λειτουργία: ήταν αρχεία της άρχουσας τάξης.
Πραγματικά η δημιουργία της γραφής προήλθε για να εξυπηρετήσει την εξέλιξη και τη διάδοση της ιδιοκτησίας.Πριν τη Νεολιθική Επανάσταση και την εμφάνιση της γεωργίας, όντας κυνηγοί-καρποσυλλέκτες, οι πρόγονοί μας δεν είχαν θεωρητικά ιδιοκτησία. Χωρίς να έχουν τη δυνατότητα να συγκεντρώσουν δύναμη από την αντίστοιχη συγκέντρωση πόρων και τροφής λειτουργούσαν με έναν φυσικό τρόπο ισότητας και συνεργασίας. Για να δημιουργηθούν πάσης φύσεως ανισότητες πρέπει να σταματήσουμε τις μετακινήσεις και να ξεκινάμε να αποκτούμε ιδιοκτησία καθώς και να τη διατηρήσουμε, χρειάζεται κάποιο είδος γραφής: ένα είδος συστήματος γραφής λειτουργούσε σαν μία απόδειξη ότι κάτι ανήκει κάπου. Η δύναμη της γραφής να καταγράφει αυτές τις ανισότητες στην ιδιοκτησία χωρίς αμφιβολία ενίσχυσε το διαχωρισμό μεταξύ των εγγράμματων και αγράμματων, αυτών που χρησιμοποιούσαν τη γραφή και αυτών που χρησιμοποιούνταν από τη γραφή.
Όπως είδαμε παραπάνω λοιπόν, η γεωργία “λειτούργησε” με έναν τρόπο διατηρώντας μία ομάδα που εργαζόταν καταναλώνοντας μόνο την απαραίτητη ποσότητα τροφής για να αποδώσει, αλλά ήταν και αρκετά αδύναμη για να αντιδράσει εναντίον αυτών που πρόσφερε υπηρεσίες. Και εκείνοι πια που μπορούσαν να δίνουν οποιουδήποτε είδους ανταμοιβές είχαν στα χέρια τους το μέσο της γραφής, αυτό που πλέον αντιπροσώπευε σε ποιον άνηκε τι.
Οτιδήποτε καταγραφόταν σε πέτρα ή αλλού από τότε και στο εξής θεωρούταν ένα σταθερό δεδομένο που δεν μπορούσε να αλλάξει, ούτε να γίνει θέμα διαπραγμάτευσης ή εύκολης τροποποίησης. Μπορεί λοιπόν ακόμα και σήμερα η γραφή να “μονιμοποιεί” τη γλώσσα μας, αλλά η δύναμη της ίδιας της γλώσσας βρίσκεται στη συνεχή πλαστικότητά της και η εξέλιξη των συστημάτων γραφής πιστοποιεί αυτό ακριβώς.
Η αρχαία Μεθώνη είναι μία από τις σημαντικότερες αρχαιολογικές θέσεις της Μακεδονίας. Βρίσκεται στη βόρεια Πιερία, στη δυτική ακτή του Θερμαϊκού Κόλπου κοντά στις νότιες εκβολές του Αλιάκμονα. Οι ανασκαφές που διενεργούνται από την ΚΖ΄ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων από το 2003 μέχρι σήμερα έχουν φέρει στο φως σημαντικότατα ευρήματα, τα οποία «ξεδιπλώνουν» πτυχές της ιστορίας αυτής της ακμαίας πόλης. Ένα από τα ευρήματα με μεγάλη ιστορική και αρχαιολογική σημασία προέρχεται από το «Υπόγειο», μια υπόσκαφη κατασκευή, όπου βρέθηκαν 191 ενεπίγραφα αγγεία, τα περισσότερα από τα οποία χρονολογούνται τον ύστερο 8ο και τον πρώιμο 7ο αι. π.κ.ε.
Πρόκειται για μια δυσερμήνευτη κατασκευή, πιθανόν αποθηκευτικού χαρακτήρα, η οποία λόγω στατικών προβλημάτων δεν ολοκληρώθηκε ποτέ και επιχώθηκε βιαστικά λίγο μετά το 700 π.κ.ε. με κάθε είδους υλικά (δηλαδή όστρακα, ξύλα, τμήματα λίθινων μητρών από μεταλλουργικές δραστηριότητες, σκωρίες χαλκού και σιδήρου, πήλινες χοάνες κατεργασίας χαλκού και χρυσού κ.ά.). Στο εσωτερικό του “Υπογείου” βρέθηκαν αγγεία όλων των τύπων: αποθηκευτικά, μαγειρικά, εμπορικοί αμφορείς, αγγεία για το σερβίρισμα και την κατανάλωση υγρών και τροφής. Η προέλευσή τους ποικίλλει: τοπικά, κορινθιακά, αττικά, ευβοϊκά, κυκλαδικά, ιωνικά, αιολικά, αλλά και φοινικικά.
Η σπουδαιότητα του ευρήματος έγκειται στο γεγονός ότι από τον 8ο αι. π.κ.ε. όταν άρχισε να χρησιμοποιείται η αλφαβητική γραφή στον ελλαδικό χώρο, υπάρχουν ελάχιστες επιγραφές και επιγραφικά τεκμήρια, και συνεπώς τα ενεπίγραφα αγγεία της Μεθώνης είναι πραγματικά πολύτιμα. Ειδικότερα για τη Μακεδονία πρόκειται για τα πρωιμότερα μέχρι σήμερα επιγραφικά ευρήματα. Το Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης αποφάσισε με ενθουσιασμό να εντάξει το εύρημα της Μεθώνης στο πρόγραμμα των περιοδικών του εκθέσεων αναγνωρίζοντας τη σπουδαιότητα και τη μοναδικότητά του.
Η έκθεση έχει δύο στόχους. Πρώτον, να αναδείξει ένα σημαντικό εύρημα, το οποίο αφορά τόσο την επιστημονική κοινότητα όσο και το ευρύ κοινό, δίνοντας την ευκαιρία να συζητηθούν σημαντικά ιστορικά και αρχαιολογικά ζητήματα που σχετίζονται με τον ελληνικό αποικισμό, τη χρήση του αλφαβήτου, τις διαλέκτους, τις απαρχές της ποίησης, το συμπόσιο, αλλά και τα εμπορικά δίκτυα της Ανατολικής Μεσογείου κατά τους κρίσιμους αιώνες, τον 8ο και 7ο αι. π.κ.ε.
Και δεύτερον, να παρακινήσει τους επισκέπτες να συνδέσουν το παρελθόν με το παρόν, και μάλιστα οι νεότεροι από αυτούς να αντιληφθούν το μακραίωνο ταξίδι της ελληνικής γλώσσας από τότε ώς τις μέρες μας, από την καθημερινότητα μιας αρχαίας πόλης στα παράλια της Πιερίας στη δική μας πολυκύμαντη καθημερινότητα. Η έκθεση πραγματοποιείται σε συνεργασία με την ΚΖ΄ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων, την Επιτροπή Ερευνών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και το Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων. Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης -από 12 Σεπτεμβρίου 2013 μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2014. Ο κατάλογος της έκθεσης διατίθεται στο πωλητήριο του Αρχαιολογικού Μουσείου Θεσσαλονίκης.
Ο τίτλος της Έκθεσης «Γράμματα από το Υπόγειο. Γραφή στη Μεθώνη της Πιερίας».
«Τα νέα ευρήματα αλλάζουν την Ιστορία, τη φιλολογία, τη γλωσσολογία. Η ελληνική γλώσσα, όπως φαίνεται στα ενεπίγραφα αγγεία του ύστερου 8ου και του πρώιμου 7ου αιώνα π.κ.ε. όχι μόνον υπάρχει, αλλά εμφανίζεται με παγιωμένη γραμματική και συντακτική δομή». Αυτά λέει στη Γιώτα Μυρτσιώτη της Καθημερινής ο καθηγητής ΑΠΘ Γιάννης Τζιφόπουλος, αναφερόμενος στις αρχαιολογικές ανασκαφές στη Μεθώνη της Πιερίας. Τα νέα ευρήματα πρέπει να εκτίθενται με κάποιον τρόπο ειδικότερης προβολής, για να πληροφορείται περί αυτών και το ευρύτερο κοινό, πέραν της αντίστοιχης επιστημονικής κοινότητας.
«Είμαι του Ακεσάνδρου. Όποιος μου το στερήσει, τα μάτια του ή τα χρήματά του θα στερηθεί», διαβάζουν οι επιγραφολόγοι της εποχής μας πάνω στο ευβοϊκό αγγείο του Ακεσάνδρου που, όπως φαίνεται, μόνο τα χείλη του ήθελε να αγγίζουν στα συμπόσια της αρχαίας Μεθώνης. Μεγάλη η κοινωνιολογική, η ανθρωπολογική και η ιστορική διάσταση της περιπαιχτικής εντολής του Ακεσάνδρου για τα συμποσιακά γλέντια.
Πιο πολύτιμο, ωστόσο, αναδεικνύεται το αρχαιότερο συμποτικό επίγραμμα σε ιαμβικό τρίμετρο που φέρει εγχάρακτα το αγγείο του, αποκαλύπτοντας μια από τις πρωιμότερες επιγραφές του ελλαδικού χώρου και τη μοναδική στον βορειοελλαδικό και τη Μακεδονία. Χρονολογείται γύρω στο 730 με 720 π.κ.ε., εποχή κατά την οποία ελάχιστες επιγραφές και επιγραφικά τεκμήρια διασώζονται εκτός από το «Κύπελλο του Νέστορα» από τις Πιθηκούσσες (ελληνική αποικία) της Ιταλίας και την οινοχόη του Δίπυλου Αττικής, που μέχρι σήμερα θεωρούνται από τα παλιότερα γνωστά δείγματα γραφής του ελληνικού αλφαβήτου.
«Μέχρι πρότινος πιστεύαμε ότι την περίοδο αυτή η περιοχή πάνω από τη Θεσσαλία ήταν tabula rasa. Και να που τα «Γράμματα από το Υπόγειο» της Μεθώνης μάς έστειλαν αδιάβαστους. Τα νέα ευρήματα αλλάζουν την ιστορία, τη φιλολογία, τη γλωσσολογία», αναφέρει στην «Κ» ο καθηγητής στο ΑΠΘ Γιάννης Τζιφόπουλος. «Η ελληνική γλώσσα, όπως φαίνεται στα ενεπίγραφα αγγεία του ύστερου 8ου και του πρώιμου 7ου αιώνα π.κ.ε., όχι μόνο υπάρχει, αλλά εμφανίζεται με παγιωμένη γραμματική και συντακτική δομή. (…κάποιος να ενημερώσει και την Ρεπούση)
«Από Ομήρου άρξασθαι» διδάσκουμε ως τώρα, αλλά φαίνεται ότι ταυτόχρονα με τον Ομηρο και τον Ησίοδο εμφανίζεται κι αυτή η ποίηση, μια προχωρημένη μορφή της ελληνικής γραφής με την οποία συνθέτουν αυτά τα αστεία επιγράμματα. Οι άνθρωποι δεν γλεντούσαν μόνο με τις επιγραφές επικών ηρώων αλλά με μια δική τους λυρική ποίηση, περιπαιχτική, σαρκαστική για γλέντια και επίδειξη γνώσης του αλφαβήτου».
Ο σκύφος του Ακεσάνδρου, το αιολικό αγγείο του Φιλίωνα «Είμαι του Φιλίωνα» με τις αρχαιότερες γραφές, εκατοντάδες άλλα με graffiti, dipinti και σύμβολα για εμπορικές συναλλαγές, ανασύρθηκαν από το «Υπόγειο» στην αρχαϊκή αγορά της αρχαίας Μεθώνης κατά τη διάρκεια ανασκαφής από τον Μάνθο Μπέσιο. Ηταν μια υπόσκαφη κατασκευή, λάκκος βάθους 11 περίπου μέτρων, πιθανότατα αποθηκευτικού χαρακτήρα.
Κατασκευάστηκε για τις ανάγκες της αγοράς, αλλά λόγω στατικών προβλημάτων δεν ολοκληρώθηκε ποτέ. Επιχώθηκε βιαστικά λίγο μετά το 700 π.κ.ε. με κάθε είδους υλικά (όστρακα, ξύλα, λίθινες μήτρες, πήλινες χοάνες κατεργασίας χαλκού και χρυσού) αφήνοντας ανέπαφα επί 28 αιώνες δείγματα στη Μεθώνη Πιερίας, όταν άρχισε να χρησιμοποιείται η αλφαβητική γραφή στον ελλαδικό χώρο. Από τα χιλιάδες θραύσματα ξεχωρίζουν 191 ενεπίγραφα αγγεία, τα περισσότερα από τα οποία χρονολογούνται τον ύστερο 8ο και τον πρώιμο 7ο αιώνα π.κ.ε. Εντυπωσιακά αγγεία όλων των τύπων, κύπελλα, κάνθαροι, αποθηκευτικά, μαγειρικά, εμπορικοί αμφορείς, σερβιρίσματος, πόσης και φαγητού, αγγεία για συμπόσια πάνω στα οποία οι κάτοχοι έγραφαν περιπαικτικούς στίχους,
«Αλλάζουν την εικόνα για τη διασπορά της ελληνικής γραφής στις πρώιμες φάσεις του αλφαβήτου αλλά ταυτόχρονα μας δίνουν ποικίλες πληροφορίες. Η διαφορετική τους προέλευση (τοπικά, κορινθιακά, αττικά, ευβοϊκά, κυκλαδικά, ιωνικά, αιολικά και φοινικικά) δείχνει ότι η Μεθώνη -αποικία της Εύβοιας που ιδρύθηκε από Ερετριείς το 733-732 π.κ.ε. στη δυτική ακτή του Θερμαϊκού Κόλπου κοντά στις νότιες εκβολές του Αλιάκμονα- ήταν όχι μόνο ένα σημαντικό κέντρο διαμετακομιστικού εμπορίου αλλά και μια πολυπολιτισμική αποικία. Μας χάρισε ένα πανόραμα της κεραμικής τέχνης από όλα τα μέρη του κόσμου που ανοίγει νέα πεδία έρευνας σχετικά με τον ελληνικό αποικισμό, τη χρήση της αλφαβήτου, τις διαλέκτους, τις απαρχές της ποίησης, το συμπόσια αλλά και τα εμπορικά δίκτυα της Ανατολικής Μεσογείου κατά τους κρίσιμους αιώνες, τον 8ο και 7ο π.κ.ε.» εξηγεί η αρχαιολόγος του ΑΜΘ, Λιάνα Στεφανή.Από τα θραύσματα του «υπογείου», δείγματα 60 περίπου ενεπίγραφων αγγείων παρουσιάζει το Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης σε μια έκθεση που πραγματοποιείται χάρη στη χρηματοδότηση της Επιτροπής Ερευνών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και του Κέντρου Ελληνικής Γλώσσας του υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων.
Αποτελεί προϊόν συνεργασίας ΑΜΘ, ΚΖ΄ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων και μιας επιστημονικής ομάδας (Τζένη Βελένη, διευθύντρια ΑΜΘ, Μάνθος Μπέσιος, Λιάνα Στεφανή, Αγγελική Κουκουβού, Ράνια Πάλη, Αθηνά Αθανασιάδου). Τις επιγραφές επιμελήθηκαν οι Γιάννης Τζιφόπουλος, καθηγητής στο ΑΠΘ, Ανδρονίκη Οικονομάκου και τη μελέτη της κεραμικής ο Αντώνης Κοτσώνας, λέκτορας στο πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου. Οι επισκέπτες, όπως επισημαίνουν στον κατάλογο, μπορούν να αντιληφθούν το μακραίωνο ταξίδι της ελληνικής γλώσσας από τότε ως τις μέρες μας αλλά και την καθημερινότητας μιας αρχαίας πόλης στα παραλία της Πιερίας. @Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης
Πηγή: terrapapers.com
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου