Ο Κριτίας στην συνέχεια διηγείται τον τρόπο με τον οποίο οργανώθηκε η Ατλαντίδα. Θα παρακολουθήσουμε αυτή την διήγηση, όπου δίνονται από τον Κριτία οι λεπτομέρειες της οργάνωσης του μυθικού νησιού:
[[ Πρώτα απ' όλα γεφύρωσαν τις κυκλικές θάλασσες που βρίσκονταν γύρω από την αρχαία μητρόπολη κι έφτιαξαν δρόμο που οδηγούσε μέχρι τα βασιλικά ανάκτορα, τα οποία είχαν χτίσει στο σημείο όπου κατοίκησε ο θεός και οι προγονοί τους. Κι επειδή, παρ' ότι ήταν στολισμένα, κάθε βασιλιάς που τα έπαιρνε από τον προηγούμενο πρόσθετε νέα στολίδια, προσπαθώντας να ξεπεράσει τον προκάτοχο του, τα ανάκτορα έγιναν τελικά ασύγκριτα χάρη στο μεγαλείο και την ομορφιά τους. Αρχίζοντας ύστερα από τη Θάλασσα του εξωτερικού κύκλου, άνοιξαν διώρυγα τρία πλέθρα πλάτος, βάθος εκατό πόδια και μήκος πενήντα στάδια. Έτσι ακόμα και τα μεγαλύτερα πλοία μπορούσαν να περνάνε από το στόμιο της και να φτάνουν μέχρι το λιμάνι. Έκαναν επίσης άνοιγμα στις εσωτερικές ζώνες της ξηράς, που χώριζαν τις λωρίδες της θάλασσας κοντά στο σημείο που βρίσκονταν οι γέφυρες, το οποίο οδηγούσε από κύκλο σε κύκλο και ήταν τόσο ώστε να χωράει μια τριήρης. Το κάλυψαν από πάνω, αφού το επίπεδο της ξηράς βρισκόταν αρκετά ψηλότερα από την επιφάνεια της θάλασσας, έτσι ώστε τα πλοία να περνάνε από κάτω. Η μεγαλύτερη απ' αυτές τις κυκλικές ζώνες, που επικοινωνούσε άμεσα με τη θάλασσα, είχε πλάτος τρία στάδια, και το πρόχωμα που ακολουθούσε στη συνέχεια είχε το ίδιο μήκος. Από τις άλλες δυο ζώνες, η θαλασσινή είχε πλάτος δυο στάδια, ενώ ίση ήταν πάλι και η στεριανή ζώνη. Ο κύκλος που έζωνε το κεντρικό νησί είχε ένα στάδιο πλάτος, ενώ η διάμετρος του νησιού στο οποίο βρισκόταν το παλάτι ήταν πέντε στάδια. Στο νησί, οι ζώνες γύρω του και η γέφυρα που είχε πλάτος ενός πλέθρου περιφράχτηκαν με πέτρινο τείχος κι από τις δυο πλευρές. Στις άκρες κάθε γέφυρας, πάνω από τα περάσματα προς τη θάλασσα, έφτιαξαν πύργους και πύλες. Τις πέτρες που χρειάζονταν για τον σκοπό αυτό τις έβγαζαν από τα λατομεία που υπήρχαν τόσο στο κεντρικό νησί όσο και στις ζώνες της ξηράς που βρίσκονταν γύρω του. Άλλες ήταν άσπρες, άλλες μαύρες κι άλλες κόκκινες. Στο σημείο απ' όπου τις έβγαζαν δημιουργήθηκαν δυο μεγάλα κοιλώματα, τα οποία έκαναν υπογείους ναύσταθμους και τα σκέπασαν με αυτό τον βράχο. Ορισμένα από τα κτίρια φτιάχτηκαν με πέτρες του ίδιου χρώματος, άλλα όμως έγιναν πολύχρωμα, ώστε να φαίνονται στολισμένα και να σκορπίζουν την ευχαρίστηση. Την επιφάνεια του τείχους που κάλυπτε ολόκληρη την εξωτερική ζώνη τη σκέπασαν με χαλκό αντί να τη βάψουν, ενώ την εσωτερική επιφάνεια την έντυσαν με κασσίτερο. Το τείχος της ακρόπολης καλύφθηκε με αστραφτερό ορείχαλκο που έλαμπε σαν φωτιά.
Τα ανάκτορα που βρίσκονταν μέσα στην ακρόπολη ήταν φτιαγμένα ως εξής: Στη μέση υπήρχε ναός αφιερωμένος στην Κλειτώ και τον Ποσειδώνα, τριγυρισμένος από χρυσό τοίχο που δεν επιτρεπόταν να τον πλησιάσει κανένας. Σ' εκείνο το σημείο είχαν σμίξει για πρώτη φορά αυτοί οι δυο και γέννησαν τα παιδιά που έγιναν αρχηγοί των δέκα βασιλικών οικογενειών. Εκεί πήγαιναν κάθε χρόνο εκπρόσωποι των δέκα περιφερειών που μοιράστηκαν με κλήρο, για να προσφέρουν τους πιο διαλεχτούς καρπούς της γης αφιέρωμα στον καθένα θεό. Υπήρχε ναός του Ποσειδώνα που είχε μήκος ένα στάδιο, πλάτος τρία πλέθρα και ύψος ανάλογο με τις άλλες διαστάσεις, όπως το βλέπει κανείς, αλλά η μορφή του ήταν κάπως βαρβαρική. Απ' έξω ήταν ντυμένος ολόκληρος με ασήμι, εκτός από τις γωνίες που ήταν χρυσές. Η οροφή του στο εσωτερικό ήταν φτιαγμένη από ελεφαντοστό και είχε χρυσά, ασημένια και ορειχάλκινα στολίδια. Σα υπόλοιπα σημεία, τους τοίχους, τους κίονες και το δάπεδο τα κάλυψαν με ορείχαλκο. Μέσα στον ναό τοποθέτησαν το χρυσό άγαλμα του Ποσειδώνα που ήταν όρθιος στο άρμα του και οδηγούσε τα έξι φτερωτά του άλογα. Ήταν τόσο ψηλός που το κεφάλι του άγγιζε τη σκεπή του ναού. Γύρω του υπήρχαν εκατό αγάλματα Νηρηίδων πάνω σε δελφίνια, γιατί οι τότε άνθρωποι πίστευαν ότι τόσες ήταν οι Νηρηίδες. Ακόμα υπήρχαν πολλά άλλα αγάλματα, τα οποία είχαν αφιερώσει διάφοροι ιδιώτες. Στο έξω μέρος γύρω από τον ναό βρίσκονταν χρυσές εικόνες όλων των βασιλιάδων και των συζύγων τους που κατάγονταν από τα δέκα αδέλφια, καθώς και πολλά άλλα αφιερώματα των ίδιων ή άλλων ατόμων όχι μόνο από την πολιτεία αλλά και από τα υπόλοιπα μέρη που εξουσίαζε αυτή η χώρα. Ο βωμός ήταν ανάλογος στο μέγεθος και στην εμφάνιση με το περιβάλλον, ενώ τα παλάτια ταίριαζαν με την ισχύ της πολιτείας κι επίσης ταίριαζαν με το μεγαλείο του ναού. Οι βρύσες, που είχαν το κρύο και το ζεστό νερό, ήταν πλούσιες κι επειδή με τα όμορφα και θεραπευτικά νερά τους εξυπηρετούσαν ιδιαίτερα τους κατοίκους, έφτιαξαν γύρω τους διάφορες εγκαταστάσεις και φύτεψαν υδρόφιλα φυτά. Ακόμα κατασκεύασαν δεξαμενές, τόσο στα χωράφια όσο και μέσα στην πόλη· ορισμένες ήταν υπαίθριες και άλλες κλειστές για να χρησιμοποιούνται τον χειμώνα σαν θερμά λουτρά, χωριστά των βασιλέων, χωριστά των πολιτών, ενώ υπήρχαν ακόμα και μερικές για τις γυναίκες, ορισμένες για τ' άλογα και για τα κατοικίδια ζώα, διακοσμώντας καθεμιά με τον ανάλογο στολισμό. Το νερό που έτρεχε από τις δεξαμενές χρησίμευε για το πότισμα του ιερού άλσους του Ποσειδώνα, που είχε κάθε είδους όμορφα και ψηλά δέντρα, χάρη στη γονιμότητα του εδάφους. Με αυλάκια έφερναν το νερό από τις δεξαμενές μέχρι τις γέφυρες στις εξωτερικές ζώνες, όπου υπήρχαν ναοί πολλών θεών, κήποι και γυμναστήρια για άνδρες και γι' άλογα ολόγυρα στο νησί. Στο κέντρο του μεγαλύτερου νησιού υπήρχε ένας ξεχωριστός ιππόδρομος με πλάτος ένα στάδιο και μήκος όσο η περιφέρεια του νησιού, που τον χρησιμοποιούσαν για ιππικά αγωνίσματα. Στις δυο πλευρές του ιπποδρόμου υπήρχαν οι κατοικίες των πολλών σωματοφυλάκων του βασιλιά, οι πιο πιστοί όμως ζούσαν στη δεύτερη ζώνη, που βρισκόταν πιο κοντά στην Ακρόπολη. Όσοι ήταν ακόμα πιο αφοσιωμένοι από τους άλλους είχαν κατοικίες μέσα στην Ακρόπολη, γύρω από τ' ανάκτορα. Οι ναύσταθμοι ήταν γεμάτοι με τριήρεις και τα εξαρτήματα τους σε τέλεια τάξη. Τα σχετικά λοιπόν με τις βασιλικές κατοικίες έτσι ήταν κατασκευασμένα. Όταν κάποιος διέσχιζε τα λιμάνια, που ήταν τρία, για να βγει έξω, έβλεπε ένα τείχος που άρχιζε από τη θάλασσα και περιτριγύριζε το νησί σε απόσταση πενήντα σταδίων από τη μεγαλύτερη ζώνη και το μεγαλύτερο λιμάνι, για να καταλήξει στο στόμιο της διώρυγας που βρισκόταν κοντά στη θάλασσα. Στο εσωτερικό του υπήρχαν αμέτρητα σπίτια το ένα κοντά στο άλλο. Η διώρυγα και το μεγάλο λιμάνι ήταν γεμάτα πλοία και εμπόρους που έρχονταν απ' όλα τα μέρη του κόσμου και, επειδή ήταν πολλοί, έκαναν τόση φασαρία και κάθε είδος θορύβους, μέρα και νύχτα.
Για την πόλη λοιπόν και την αρχαία οίκηση της σχεδόν όπως ειπώθηκαν τότε τ' απομνημόνευσα και τ' αφηγήθηκα. Πρέπει όμως να συνεχίσω με την περιγραφή των φυσικών χαρισμάτων και του στολισμού της υπόλοιπης χώρας. Κατ' αρχάς λέγεται ότι ολόκληρος εκείνος ο τόπος ήταν πολύ ψηλός και είχε απόκρημνες ακτές, ενώ η όλη περιοχή γύρω στην πόλη ήταν πεδινή και τριγυρισμένη από βουνά που οι πλαγιές τους κατέβαιναν μέχρι τη θάλασσα. Η πεδιάδα ήταν εντελώς επίπεδη, χωρίς υψώματα, με παραλληλόγραμμο σχήμα μήκους τριών χιλιάδων και πλάτους δύο χιλιάδων σταδίων από τη θάλασσα μέχρι το κέντρο της. Ολόκληρη αυτή η περιοχή έβλεπε νότια και ήταν προφυλαγμένη από τους βοριάδες. Στα γύρω βουνά ήταν φημισμένα παντού, γιατί ήταν ανώτερα απ' όλα τα τωρινά κατά τον αριθμό, το ύψος και την ομορφιά. Ανάμεσά τους υπήρχαν πολλά πλούσια χωριά, ποτάμια, λίμνες και λιβάδια, όπου όλα τ' άγρια και ήμερα ζώα έβρισκαν άφθονη τροφή. Ήταν επίσης γεμάτα δέντρα πολλά κάθε είδους, που έδιναν αρκετή ξυλεία για τις ανάγκες όλων των επαγγελμάτων. Αυτή λοιπόν η πεδιάδα ήταν φτιαγμένη έτσι από τη φύση αλλά και από τα έργα που έκαναν πολλοί βασιλιάδες στη διάρκεια αμέτρητων χρόνων. Το σχήμα της ήταν τετράγωνο και, στα περισσότερα μέρη, ορθογώνιο και μακρουλό· ίσιωσαν όμως τ' ακανόνιστα σημεία της σκάβοντας τριγύρω χαντάκια. Το βάθος, το πλάτος και το μήκος κάθε χαντακιού ήταν τόσο μεγάλο που είναι απίστευτο αυτό που λέγεται, ότι ήταν φτιαγμένο από ανθρώπινα χέρια, αφού, σε σύγκριση με άλλα παρόμοια έργα, φαινόταν τεράστιο. Οφείλουμε, πάντως, ν' αναφέρουμε ό,τι ακούσαμε. Είχε σκαφτεί το βάθος του ένα πλέθρο και το πλάτος σε όλα τα σημεία ένα στάδιο· επειδή τώρα ήταν σκαμμένο γύρω σ' ολόκληρη την πεδιάδα, το μήκος του τύχαινε να είναι δέκα χιλιάδες στάδια. Δεχόταν όλα τα νερά που κατέβαιναν κυλώντας από τα βουνά, κύκλωνε την πεδιάδα, έφτανε μέχρι την πόλη κι από τα δυο μέρη της, προχωρούσε μέχρι τη θάλασσα κι άδειαζε εκεί όλα τα νερά. Από το εσωτερικό της περιοχής ξεκινούσαν αυλάκια πλάτους περίπου εκατό ποδών, που διέσχιζαν την πεδιάδα σε παράλληλες γραμμές και είχαν τέτοια κλίση, ώστε τα νερά τους χύνονταν στο χαντάκι. Μέσα απ' αυτά τα αυλάκια, που απείχαν μεταξύ τους εκατό στάδια, κατέβαζαν την ξυλεία από τα βουνά στην πόλη και μετέφεραν με πλοία τα υπόλοιπα προϊόντα κάθε εποχής, αφού πρώτα άνοιξαν κι άλλα αυλάκια, πλάγια μεταξύ τους, ώστε να επικοινωνεί το ένα με το άλλο και με την πόλη. Είχαν συγκομιδή δυο φορές τον χρόνο, χρησιμοποιώντας τον χειμώνα τα νερά που τους έστελνε ο Δίας και το καλοκαίρι όσα έβγαιναν από τις πηγές, που τα έφερναν στην πεδιάδα μέσα από τα τεχνητά αυλάκια. Σχετικά τώρα με τον αριθμό των πολεμιστών, είχε κανονιστεί ότι κάθε τμήμα της χωράς θα έδινε από έναν αρχηγό για τους άνδρες που ήταν ικανοί να φέρουν όπλα. Η έκταση κάθε τμήματος ήταν περίπου εκατό στάδια και υπήρχαν εξήντα χιλιάδες τέτοια τμήματα. Οι άνδρες που έμεναν στα βουνά και τα άλλα μέρη της χώρας ήταν, όπως λεγόταν, αμέτρητοι κι εξουσιάζονταν από τους αρχηγούς τους σύμφωνα με τον συνοικισμό ή το χωριό στο οποίο ζούσαν. Σε καιρό πολέμου ο αρχηγός έπρεπε να δίνει το ένα έκτο ενός πολεμικού άρματος, σε δέκα χιλιάδες άρματα, δυο άλογα με τους ιππείς τους, δυο άλογα χωρίς άρμα, έναν πεζό με ελαφριά ασπίδα, έναν ιππέα που μπορούσε να πηδάει από άλογο σε άλογο, δυο βαριά οπλισμένους πεζούς, δυο τοξότες, δυο σφενδονιστές, τρεις πετροβολητές, τρεις ακοντιστές και, τέλος, από τέσσερις ναύτες για τα χίλια διακόσια πλοία της χώρας. Έτσι λοιπόν είχαν οργανωθεί τα στρατιωτικά πράγματα της βασιλικής πόλης. Όσο για τα υπόλοιπα εννέα τμήματα, καθένα είχε τη δική του οργάνωση, που θα χρειαζόταν πολλή ώρα για ν' αναπτύξω.
Τα αξιώματα και οι τιμητικές διακρίσεις κανονίστηκαν από την αρχή με τον παρακάτω τρόπο. Καθένας από τους δέκα βασιλιάδες κυβερνούσε τους ανθρώπους που ζούσαν στην περιοχή και την πρωτεύουσα του, όριζε τους περισσοτέρους νόμους και τιμωρούσε ή θανάτωνε όποιον ήθελε. Οι σχέσεις όμως και η εξουσία που είχαν μεταξύ τους ήταν ρυθμισμένες σύμφωνα με τις αρχές που είχε ορίσει ο Ποσειδώνας, όπως όριζε ο νόμος που είχε φτάσει μέχρις αυτούς από γενιά σε γενιά χαραγμένος με γράμματα από τους πρώτους βασιλιάδες σε στήλη από ορείχαλκο, που βρισκόταν στον ναό του Ποσειδώνα στο κέντρο του νησιού. Οι βασιλιάδες συγκεντρώνονταν κάθε πέντε και κάθε έξι χρόνια με τη σειρά -γιατί τιμούσαν τόσο τους μονούς όσο και τους ζυγούς αριθμούς- και συζητούσαν, έπαιρναν αποφάσεις για τα κοινά τους συμφέροντα, εξέταζαν τις παραβάσεις των νόμων και δίκαζαν τις σχετικές υποθέσεις. Όταν επρόκειτο να δικάσουν, έδιναν πρώτα διαβεβαιώσεις μεταξύ τους με τον ακόλουθο τρόπο: Άφηναν ελεύθερους τους ταύρους μέσα στον ναό του Ποσειδώνα κι έμεναν μόνοι μαζί τους, όντας δέκα, και παρακαλούσαν τον θεό να διαλέξει το σφάγιο που θα τον ευχαριστούσε κι άρχιζαν να κυνηγάνε τους ταύρους άοπλοι, κρατώντας μόνο ξύλα και θηλιές. Όποιον τύχαινε να πιάσουν, τον πήγαιναν στη στήλη και τον έσφαζαν πάνω από το μέρος όπου ήταν γραμμένος ο νόμος. Στη στήλη ήταν χαραγμένος και ο όρκος που καταριόταν με φοβερά λόγια όσους καταπατούσαν τους νόμους. Όταν λοιπόν έκαναν τη θυσία σύμφωνα με τους νόμους τους κι ευλογούσαν τα μέλη του ταύρου, ανακάτευαν σ' ένα κύπελλο λίγο κρασί με μερικές σταγόνες από το αίμα του ζώου ο καθένας με τη σειρά του. Μετά έριχναν τα κομμάτια του ιερού σφαγίου στη φωτιά και καθάριζαν τη στήλη. Έπειτα έπαιρναν με χρυσές φιάλες λίγο κρασί από το κύπελλο, έκαναν σπονδές στη φωτιά κι ορκίζονταν ότι θ' απέδιδαν δικαιοσύνη σύμφωνα με τους νόμους της στήλης, τιμωρώντας όσους τους είχαν παραβεί. Ακόμα, ορκίζονταν ότι δεν θα παραβούν κανένα γραπτό νόμο εκούσια, δεν θα διοικήσουν και δεν θα υπακούσουν στον βασιλιά, παρά μόνο αν οι προσταγές του είναι σύμφωνες με τους νόμους του πατέρα τους. Όταν καθένας έδινε τέτοιες διαβεβαιώσεις για λογαριασμό δικό του και της γενιάς του, έπινε και μετά αφιέρωνε τη φιάλη στο ιερό του θεού και ύστερα έτρωγε και τακτοποιούσε όλες τις άλλες ανάγκες. Μόλις νύχτωνε και η φωτιά γύρω από τα σφάγια έσβηνε, φορούσαν μια θαυμάσια γαλάζια στολή, έσβηναν όλες τις φωτιές του ναού και κάθονταν δίπλα στ' απομεινάρια της θυσίας όλη τη νύχτα δικάζοντας και δικαζόμενοι, αν κανένας κατηγορούσε κάποιον άλλο πως είχε παραβεί τον νόμο. Μετά την έκδοση της απόφασης σχετικά με κάθε υπόθεση που είχε κριθεί, την έγραφαν, όταν ξημέρωνε, πάνω σ' ένα χρυσό πίνακα και την αφιέρωναν στον θεό μαζί με τις στολές τους. Υπήρχαν πολλοί ειδικοί νόμοι σχετικά με τα προνόμια κάθε βασιλιά, σημαντικότεροι από τους οποίους ήταν ότι ποτέ δεν θα έκαναν πόλεμο ο ένας εναντίον του άλλου, ότι θα βοηθούσαν όλοι, αν κάποιος επιχειρούσε ν' ανατρέψει τη βασιλική οικογένεια κάποιας πόλης κι ότι θα συγκεντρώνονταν, όπως οι προγονοί τους, για να πάρουν κοινές αποφάσεις σε περίπτωση πολέμου ή σχετικά με άλλα σοβαρά ζητήματα, παραχωρώντας την αρχηγία στη γενιά του Άτλαντα. Τέλος, κανένας βασιλιάς δεν είχε το δικαίωμα να θανατώσει κάποιο συγγενή του, αν δεν είχε τη συγκατάθεση περισσότερων από τους μισούς ανάμεσα στους δέκα βασιλιάδες.
Αυτή όμως την τόσο μεγάλη και τέτοιου είδους δύναμη που υπήρχε τότε σ' εκείνο το μέρος, αφού την οργάνωσε ο θεός, την οδήγησε εναντίον αυτών των χωρών με την εξής, σύμφωνα με την παράδοση, δικαιολογία: Για πολλές γενιές, όσο υπήρχε ακόμα πάνω τους η επίδραση του θεού από τον οποίο κατάγονταν, υπάκουαν στους νόμους και τιμούσαν τη θεϊκή τους καταγωγή. Οι καρδιές τους ήταν καθαρές και το μυαλό τους αφοσιωμένο σ' ευγενικά έργα. Έδειχναν πάντα λογική και σωφροσύνη στις εκάστοτε περιστάσεις και ως προς τις μεταξύ τους σχέσεις. Γι' αυτό τον λόγο περιφρονούσαν οτιδήποτε εκτός από την αρετή και δεν έδιναν μεγάλη σημασία στ' αγαθά που είχαν, θεωρώντας βάρος την ποσότητα του χρυσαφιού και της υπόλοιπης περιουσίας. Έτσι, χωρίς να μεθύσουν από την τρυφηλότητα κι εξαιτίας του πλούτου να χάσουν τον αυτοέλεγχο τους, δεν παραδόθηκαν στα πάθη τους. Με νηφαλιότητα, αντίθετα, έβλεπαν καθαρά ότι και αυτά όλα αυξάνουν από τη φιλία και μαζί με την κοινή αρετή, ενώ η διαρκής επιδίωξη και λατρεία αυτών των αγαθών καταστρέφει τα ίδια και την αξία τους. Με αυτές λοιπόν τις σκέψεις και με τη θεϊκή επίδραση πάνω τους, τα πάντα σ' αυτούς προόδευσαν, όσα αναφέραμε προηγουμένως. Όταν όμως ατόνησε κι εξαφανίστηκε σιγά σιγά το θεϊκό στοιχείο από μέσα τους, επειδή αναμείχθηκε πολύ με το θνητό στοιχείο, κι επικράτησε το ανθρώπινο, τότε άρχισαν να συμπεριφέρονται άσχημα, μη μπορώντας ν' αντέξουν το βάρος του πλούτου που είχαν. Σ' αυτόν που είχε τη δυνατότητα να παρατηρεί φαίνονταν αισχροί, που είχαν χάσει τα πιο πολύτιμα από τ' αγαθά τους. Σ' εκείνους όμως που δεν μπορούσαν να διακρίνουν ποια είναι η πραγματικά ευτυχισμένη ζωή, φαίνονταν κατ' εξοχήν καλοί και ευλογημένοι, παρά την πλεονεξία που τους είχε καταλάβει ν' αυξάνουν με κάθε τρόπο τα πλούτη τους. Ο Δίας λοιπόν, ο θεός των θεών, που κυβερνάει σύμφωνα με τους νόμους, επειδή μπορεί να βλέπει τέτοια πράγματα, παρατηρώντας ότι αυτός ο χρηστός λαός τραβούσε για την καταστροφή, αποφάσισε να τον τιμωρήσει, για να γίνουν νουνεχείς αφού συνετιστούν. Κάλεσε λοιπόν σε συμβούλιο όλους τους θεούς στην τιμιότατη κατοικία τους, που βρίσκεται στη μέση του κόσμου και βλέπει καλά τα πάντα, όσα έχουν πραγματοποιηθεί, κι αφού τους συγκέντρωσε είπε…]] (Πλάτωνας, “Κριτίας”, 115c- 121c)
Η μεγάλη δύναμη, όμως, έκαναν τους Άτλαντες αλαζόνες και τρυφηλούς. Η αλαζονεία εκδηλώθηκε με κατακτήσεις σε όλο τον αρχαίο κόσμο. Συγκέντρωσαν μια πολύ μεγάλη στρατιωτική δύναμη, που την αποτελούσαν ένα εκατομμύριο οπλίτες, 10 χιλιάδες άρματα, 240 χιλιάδες άλογα, 1200 πολεμικά πλοία. Με αυτόν τον μεγάλο στόλο εισέβαλαν στην Μεσόγειο, κατέλαβαν την Αίγυπτο και θα προχωρούσαν στην υποδούλωση όλου του κόσμου αν δεν τους στέκονταν εμπόδιο οι Αθηναίοι αυτής της πολύ μακρινής εποχής. Η άρτια οργάνωση του πολιτεύματος και το άρτια οργανωμένο στράτευμα με μόλις 20 χιλιάδες στρατιώτες ήσαν ικανά να προτάξουν ένα τείχος ανακοπής των Ατλάντων. Νίκησαν την μεγάλη δύναμη του λαού του Ποσειδώνα και τους ανάγκασαν να περιοριστούν και πάλι στο νησί του. Αυτά, όμως, ξεχάστηκαν γιατί στους επόμενους αιώνες πραγματοποιήθηκαν μεγάλα γεωλογικά φαινόμενα, σεισμοί, ο μεγάλος κατακλυσμός, η καταβύθιση της Αιγηίδας και αφού χάθηκαν τα γραπτά τεκμήρια, σβήστηκαν από την μνήμη των Ελλήνων.
Η αλαζονεία των κατοίκων της Ατλαντίδας, ο εκφυλισμός τους, η ροπή στην αδικία, η απομάκρυνση από την αρετή, προκάλεσαν την οργή του Δία, που αποφάσισε την τιμωρία τους. Έτσι σε σύντομο χρονικό διάστημα το νησί της Ατλαντίδας βυθίστηκε στην θάλασσα κι αφανίστηκε.
Από το άλλο βιβλίο του Πλάτωνα, τον “Τίμαιο”, παραθέτουμε το ακόλουθο απόσπασμα των λόγων του Αιγύπτιου ιερέα προς τον Σόλωνα που του αναφέρει την ξεχασμένη ιστορία της πόλης του, της Αθήνας, που νίκησε τους Άτλαντες, τον κατακλυσμό, που έγινε αιτία να ξεχαστεί αυτή η ηρωική σελίδα της πόλης της Αθηνάς, και την καταβύθιση και τον αφανισμό της Ατλαντίδας:
[[ Τα έργα της πόλης σας ήταν πολλά και μεγάλα· τα έχουμε γραμμένα εδώ και τα θαυμάζουμε.
Όμως ένα τα ξεπερνά όλα και σε μεγαλείο και σε αρετή. Τα κείμενά μας λένε πως η πόλη σας καταπόνεσε κάποτε μια δύναμη που όρμησε με αλαζονεία καταπάνω της Ευρώπης ολόκληρης και συνάμα ολόκληρης της Ασίας· ξεκινούσε απ᾽ έξω, από το Ατλαντικό πέλαγος, γιατί τότε ταξιδευότανε εκείνο το πέλαγος. Είχε ένα νησί εμπρός από το στόμιό του, αυτό που ονομάζεται, καθώς λέτε, Στήλες του Ηρακλή. Και το νησί ήταν μεγαλύτερο από την Ασία και τη Λιβύη μαζί. Και οι ταξιδιώτες μπορούσαν να περάσουν από αυτό το νησί στα άλλα νησιά και από τα νησιά σ᾽ ολόκληρη την ήπειρο, στην αντίπερα όχθη αυτής της πραγματικής θάλασσας. Και μέσα στο στόμιο που λέγαμε μοιάζει να είναι ένα λιμάνι με στενή είσοδο· όμως έξω από το άλλο μέρος είναι πραγματικό πέλαγος και τη στεριά που το περιστοιχίζει θα τη λέγαμε πολύ σωστά και με την κυριολεξία ήπειρο. Λοιπόν σ᾽ αυτό το νησί, την Ατλαντίδα, βασιλιάδες είχαν δημιουργήσει μια μεγάλη και θαυμαστή δύναμη, που κυριαρχούσε πάνω σ᾽ ολόκληρο το νησί και πολλά άλλα νησιά και μέρη της ηπείρου. Κι ακόμη κρατούσε τη Λιβύη ώς την Αίγυπτο, και την Ευρώπη ώς την Τυρρηνία. Κι αυτή η δύναμη, αφού συγκεντρώθηκε σύσσωμη, επεχείρησε να υποδουλώσει με μια ορμή όλα τα μέρη σας και τα δικά μας και όσα βρίσκονται μέσα στο στόμιο. Τότε, Σόλων, φανερώθηκε σε όλους τους ανθρώπους η δύναμη της πόλης σας με την αρετή και τη ρώμη της. Γιατί ξεπέρασε όλες τις άλλες σε ψυχική αντοχή και σε πολεμική τέχνη. Στην αρχή επικεφαλής των Ελλήνων, κι έπειτα, όταν οι άλλοι την εγκατέλειψαν, αναγκασμένη να πολεμήσει μόνη, αφού άγγιξε τον έσχατο κίνδυνο, νίκησε τους εισβολείς, έστησε τρόπαιο, και δεν άφησε να υποδουλωθούν αυτοί που ποτέ δεν είχαν γίνει δούλοι. Κι εμάς τους άλλους, όσοι κατοικούμε δώθε από τις Ηράκλειες Στήλες, γενναιόδωρα όλους μας ελευθέρωσε. Όμως αργότερα ήρθαν τρομεροί σεισμοί και κατακλυσμοί και μέσα σε μια μέρα και μια νύχτα φρίκης, ολόκληρος ο στρατός σας βούλιαξε μονομιάς μέσα στη γη και το νησί η Ατλαντίδα βούλιαξε στη θάλασσα και αφανίστηκε. Γι᾽ αυτό και σήμερα ακόμη το πέλαγος σ᾽ εκείνα τα μέρη είναι δυσκολοταξίδευτο και ανεξερεύνητο· το εμπόδιο είναι η ρηχή λάσπη που άφησε το νησί καθώς καταποντιζότανε...» [[Πλάτωνας, Τίμαιος, 24d- 25d)
Δημήτριος Μάρκου - Αποσυμβολισμός ελληνικής μυθολογίας
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου