Ενα συναρπαστικό ταξίδι στον χρόνο
Η πρωτεύουσα της Σύρου, ένα ευρωπαϊκό άστυ χτισμένο πάνω στα μπλε νερά του Αιγαίου, είναι το απότοκο μιας απίθανης συγκυρίας, ουσιαστικά μιας προσφυγιάς: οι Χιώτες, οι Κασιώτες και οι Ψαριανοί κατέληξαν εκεί όταν τους κυνήγησε το σπαθί των Οθωμανών, αμέσως μετά την κήρυξη της Επανάστασης. Εως τότε το νησί ήταν υπό την προστασία των Καθολικών και στον λόφο της Ανω Σύρας στεκόταν για αιώνες μια τυπική κυκλαδίτικη καστροπολιτεία – κάτω, στο λιμάνι, όμως, δεν υπήρχε τίποτα το αξιοσημείωτο. Εκεί έστησαν τα παραπήγματά τους οι κατατρεγμένοι αυτοί έμποροι του Αιγαίου και σε ελάχιστα χρόνια είχαν δημιουργήσει ένα θαυμαστό αστικό οικοδόμημα, ένα σταθμό μεταξύ σπουδαίων λιμανιών Δύσης και Ανατολής, έναν κόμβο για το εμπόριο και τον πολιτισμό – την πόλη του Ερμή.
Ναυτιλία, εμπόριο και βιομηχανία άνθησαν τόσο που η πόλη έφτασε να αποκαλείται «Λίβερπουλ της Ελλάδας», στήνοντας ένα ζηλευτό δίκτυο από 68 φάμπρικες που έκαναν το άνυδρο και μικρό νησί να φωτοβολεί στο Αιγαίο με μια μεγάλη μηχανική καρδιά. Το άνοιγμα της διώρυγας της Κορίνθου, όμως, έκανε τον Πειραιά πρωταγωνιστή, και στα τέλη του 19ου και τις αρχές του 20ού αιώνα αυτός άρχισε να απορροφά την εμπορική κίνηση. Η κάποτε κραταιά βιομηχανία του νησιού παρήκμασε και έως το τέλος του αιώνα έκλεισαν και τα τελευταία εργοστάσια.
Ο επίμονος Συριανός
Κι όμως, πρόσφατα, μια από αυτές τις φάμπρικες ξαναζωντανεύει, κι αυτό οφείλεται σε έναν πεισματάρη νέο Συριανό. Ο Δημήτρης Σταυρακόπουλος έχει εμμονικά βαλθεί, εδώ και 14 χρόνια, να σώσει από τη λήθη το εντυπωσιακό αστικό παρελθόν της νησιωτικής του πατρίδας. Δεν τον χωρούν τίτλοι και χαρακτηρισμοί, αλλά ίσως μπορεί κανείς να τον αποκαλέσει «παθιασμένο συλλέκτη της συριανής ιστορίας». «Χωρίς εσάς, εμείς δεν είμαστε τίποτα», λέει χαρακτηριστικά στους μάστορες του ναυπηγείου του «Φουσκή», όπου συντηρεί τα δύο παραδοσιακά σκαριά του με ευλαβική προσοχή στην παράδοση. Ξέρει καλά πως όταν αυτοί φύγουν, θα φύγει και ένα μεγάλο κομμάτι της ίδιας της Ελλάδας. Εκεί τον γνώρισα όταν έφτιαχνε την «Ισαβέλλα», το πρώτο του παλιό συριανό σκαρί, πριν από τέσσερα χρόνια.
Τον θυμάμαι να καταφθάνει στον χώρο μέσα σ’ ένα άψογα συντηρημένο παλιό Pony-Citroën, αυτό το συμπαθητικό μικρό τζιπάκι που έφτιαχνε η Namco στη Θεσσαλονίκη κατά τις δεκαετίες του ’70 και του ’80. Λίγη ώρα μετά την πρώτη μας γνωριμία, έχοντας διαγνώσει πως μοιραζόμαστε την ίδια τρέλα για τα «παλιά», μου είπε συνωμοτικά «έλα να σου δείξω κάτι» και τον ακολούθησα.
Διασχίσαμε την πάντα πολύβουη οδό Ηρώων Πολυτεχνείου, πάνω από τους ταρσανάδες και τη μαρίνα των αλιευτικών σκαφών, και μπήκαμε σε ένα στενό δρομάκι ανάμεσα σε παλιά βιομηχανικά κτίρια. Φθάσαμε σε ένα αδιέξοδο, δίπλα σε ένα συνεργείο δικύκλων, όπου άνοιξε μια μεγάλη σιδερένια πόρτα. Βρεθήκαμε σε έναν μικρό κήπο με χαλικόστρωτο πάτωμα, πνιγμένο στα αναρριχητικά φυτά.
Οι ήχοι από τον δρόμο είχαν σβήσει. Ηταν λες και είχαμε μπει στον προθάλαμο μιας άλλης διάστασης. Μια πόρτα στα δεξιά είχε μια παλιά μικρή επιγραφή που έλεγε, σε γοητευτική καθαρεύουσα, «Θυρωρείον» και μια άλλη στ’ αριστερά είχε τυπωμένα πάνω της τα λόγια του Ρέι Μάνζαρεκ των Doors: «Υπάρχουν πράγματα γνωστά και πράγματα άγνωστα, και ανάμεσά τους βρίσκονται οι πόρτες».
Το περιβάλλον ήταν θεατρικό, ένα σκηνικό φτιαγμένο για να ζήσεις μια εμπειρία: το στενάκι ανάμεσα στα παλιά κτίρια, το καθαρτήριο μεταξύ αληθινού και ονειρικού κόσμου ανάμεσα στις δύο σιδερένιες πόρτες, το υπαινικτικό απόφθεγμα στην πόρτα –τι να υπήρχε άραγε από πίσω;– θα δικαιολογούσε όλη αυτή την προοικονομία;
Η εντυπωσιακά αναπαλαιωμένη κλωστοϋφαντουργία Ζησιμάτου
Ανακαλύπτοντας τι κρύβεται από πίσω, καταλάβαινες πως ο Σταυρακόπουλος, τα παλιά του οχήματα (ιστορικά αυτοκίνητα, ποδήλατα ή σκαριά), τα σπάνια παλιά έντυπα ή έπιπλα που συλλέγει και το ίδιο το εργοστάσιο φτιάχνουν όλα μαζί μια συμπαγή ενότητα, μια χρονοκάψουλα που, μετά 14 χρόνια συλλογής και έρευνας, μοιάζει να έχει πια τη δύναμη να σε γυρνάει πίσω στα χρόνια.
Εχοντας πάρει, πολύ πρόσφατα, τη μορφή μιας αστικής μη κερδοσκοπικής εταιρείας με το όνομα Hermoupolis Heritage, το όλο εγχείρημα σε ξεναγεί στην παλιά Σύρο με τρόπο βιωματικό και συγκινητικό.
Παραδίπλα, μια εξίσου μακρά σειρά από ξύλινα τραπέζια κι ένα παλιό πιάνο: ο χώρος εδώ και λίγο καιρό διατίθεται όχι μόνο για περιηγήσεις αλλά και για εκλεκτικά πολιτισμικά δρώμενα. Οταν η σιδερένια πόρτα κλείνει πίσω, επιστρέφοντας στην κίνηση του δρόμου, η μεγάλη θαλασσινή πολιτεία τριγύρω μοιάζει να πάλλεται από στρώσεις συναρπαστικής, κρυφής ιστορίας και το αναπάντεχο αστικό της θαύμα φαίνεται να ταιριάζει γάντι με τον αναπάντεχο Δημήτρη Σταυρακόπουλο και τις ρομαντικές, απίθανες βόλτες του στις μηχανές του χρόνου.
kathimerini.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου