Αιγύπτιοι και Ευρωπαίοι αρχαιολόγοι ανασυνθέτουν την ιστορία μιας πόλης που άνθισε πριν την έλευση των Πτολεμαίων. Ένας μεγάλος έρωτας και η δικαίωση του Ηρόδοτου.
Στα 32 χιλιόμετρα βορειοανατολικά της Αλεξάνδρειας, εκεί που εκβάλλει ο Νείλος στη Μεσόγειο Θάλασσα, στον σημερινό κόλπο του Abu Qir και σε βάθος 10 μέτρων από την επιφάνεια του νερού, βρίσκονται τα ερείπια μια αρχαίας πόλης, οι απαρχές της οποίες μπλέκουν τη μυθολογία με την αρχαία ελληνική ιστορία.
Εδώ και πάνω από 20 χρόνια Αιγύπτιοι και Ευρωπαίοι αρχαιολόγοι, έχουν επικεντρώσει τις έρευνές τους σε μια βυθισμένη πόλη. Δύτες ανασύρουν πολύτιμα ευρήματα, ενώ ιστορικοί και αρχαιολόγοι από πολλά μέρη του κόσμου ανασυνθέτουν τα κομμάτια της ιστορίας. Ηράκλειον το ελληνικό, Θώνις το αιγυπτιακό όνομα της πόλης. Όσα ανασύρονται από τον βυθό ενισχύουν τον Ηρόδοτο που μίλησε γι΄ αυτήν στις Ιστορίες του και συγκεκριμένα στο Β΄ Βιβλίο του, «Ευτέρπη», το οποίο αναφέρεται στην εκστρατεία του Πέρση βασιλιά Καμβύση -γιου του ιδρυτή του περσικού κράτους Κύρου του Β' του Μεγάλου- στην Αίγυπτο.
Το Ηράκλειον ή Θώνις ήταν παραθαλάσσια πόλη με μεγάλο λιμάνι και ναυτικός κόμβος στις εμπορικές συναλλαγές Ελλήνων και Αιγυπτίων. Ιδρύθηκε περίπου τον 8ο π.Χ. αιώνα, αλλά η μεγάλη της ακμή είναι για δύο αιώνες, μεταξύ 550 π.Χ. και 331 π.Χ. Στην αιγυπτιακή μυθολογία ωστόσο η Θώνις αναφέρεται ήδη από τον 12ο αιώνα π.Χ.
Η πόλη οφείλει το ελληνικό της όνομα σε έναν γνωστό στον αρχαίο κόσμο ναό, ο οποίος ήταν αφιερωμένος στον Ηρακλή. Για τους Αιγύπτιους βέβαια ήταν αφιερωμένος στον θεό της ιατρικής Χονς -οι Έλληνες τον ταύτιζαν με τον Ηρακλή- και αργότερα στον πατέρα του, τον θεό Άμμωνα.
Η μυθολογία λέει πως στην πόλη αυτή αναζήτησαν καταφύγιο για να στεγάσουν τον έρωτά τους ο Πάρις και η Ωραία Ελένη πριν ξεσπάσει ο Τρωικός Πόλεμος. Στην ακτή, έκαναν τα σχέδιά τους για το μέλλον, μην γνωρίζοντας πως το ερωτικό τους πάθος θα οδηγούσε σε μια δεκαετή εμφύλια σύρραξη. Η μυθολογία λέει...
Η ιστορία πάντως δεν αμφισβητείται. Ο Ηρόδοτος που την επισκέφτηκε περιέγραψε έναν τύπο ποταμόπλοιου που του έκανε μεγάλη εντύπωση κι αργότερα ο γεωγράφος Στράβωνας έγραψε για τον ναό του Ηρακλή που τον προσδιόρισε σε εκείνο το σημείο, στις εκβολές του Νείλου.
Το Ηράκλειον ή Θώνις ήταν ένα μεγάλο λιμάνι και διαμετακομιστικό κέντρο της αρχαιότητας, αλλά έπεσε σε παρακμή όταν η Δυναστεία των Πτολεμαίων ίδρυσε την Αλεξάνδρεια και την μετέτρεψε σε κέντρο της Αιγύπτου και όλου του βασιλείου.
Χτισμένο στο Δέλτα του Νείλου και σε σαθρό υπόβαθρο το Ηράκλειον ή Θώνις γνώρισε αρκετές καταστροφές εξαιτίας πλημμυρικών φαινομένων και ισχυρών σεισμών. Γύρω στο 140 π.Χ. το ιερό του Άμμωνα καταστράφηκε πιθανόν από μεγάλη πλημμύρα και λιγοστοί κάτοικοι απέμειναν στις λωρίδες γης μέσα στο Δέλτα του Νείλου κατά τη ρωμαϊκή εποχή. Στο βαλτώδες έδαφος δεν μπορούσαν να κατασκευάσουν γερά θεμέλια για σπίτια και δημόσια κτήρια κι επιπλέον οι συνεχείς πλημμύρες ήταν καταστροφικές για τις καλλιέργειες. Αρκετά χρόνια αργότερα, τον 8ο αιώνα μ.Χ., ισχυροί σεισμοί και παλιρροϊκά κύματα που τους ακολούθησαν, έστειλαν την πόλη με όλα τα οικοδομήματά της στον βυθό της Μεσογείου. Τους επόμενους αιώνες η άνοδος της στάθμης της θάλασσας κράτησε καλά κρυμμένη στον βυθό την πόλη και την ιστορία της.
Η δικαίωση του Ηρόδοτου - Ένα αρχαίο ποταμόπλοιο
Όταν το ιερό του Άμμωνα κατέρρευσε σαν χάρτινος πύργος, έπεσε με πάταγο και διέλυσε ένα μεγάλο ποταμόπλοιο, που βρισκόταν αγκυροβολημένο στον κόλπο. Η κατασκευή του ήταν περίεργη και είχε στοιχεία τόσο αιγυπτιακής, όσο και ελληνικής τεχνικής κι όπως η πόλη είχε δύο ονόματα έτσι και το πλοίο αποτελεί ένα κράμα ελληνικής και αιγυπτιακής τέχνης. Ήταν ξύλινο με επαναχρησιμοποιούμενο ξύλο ακακίας, είχε κουπιά και ένα μεγάλο πανί.
Οι αρχαιολόγοι του Ευρωπαϊκού Ινστιτούτου Υποβρύχιας Αρχαιολογίας (IEASM), με επικεφαλής τον Γάλλο υποβρύχιο αρχαιολόγο, Frank Goddio (τον άνθρωπο που την ανακάλυψε), οι οποίοι ανασκάπτουν την αρχαία πόλη από τις αρχές του 2000, το έχουν εντοπίσει σε βάθος 10 μέτρων, σπασμένο σε μεγάλα κομμάτια. Υποστηρίζουν πως είναι ένας εξαιρετικά σπάνιος τύπος γρήγορου ποταμόπλοιου και αναφέρουν πως παρόμοιο είναι το Marsala που χρονολογείται στο 235 π.Χ. και βρέθηκε στις αρχές της δεκαετίας του 1970 στη δυτική Σικελία.
Η ανεύρεση αυτού του πλοίου αποτελεί τη δικαίωση του Ηρόδοτου, ο οποίος στο Β΄ Βιβλίο των Ιστοριών του είχε περιγράψει ένα ασυνήθιστο αιγυπτιακό ποταμόπλοιο, του τύπου «μπάρις». Μάλιστα κατά την επίσκεψή του τον 5ο π.Χ. αιώνα στην Αίγυπτο επισκέφτηκε ένα ναυπηγείο και περιέγραψε πώς κατασκευαζόταν, αλλά μέχρι σήμερα οι τύποι των πλοίων που έχουν βρεθεί δεν ταυτίζονταν με τις αναφορές του.
Ο Ντάμιαν Ρόμπινσον, διευθυντής του Κέντρου Ναυτικής Αρχαιολογίας του πανεπιστημίου της Οξφόρδης, ο οποίος έκανε δημοσίευση σχετική με τα ευρήματα, έγραψε πως «μόνο όταν ανακαλύψαμε το ναυάγιο αυτό, συνειδητοποιήσαμε ότι ο Ηρόδοτος είχε δίκιο. Αυτό που περιγράφει, ήταν αυτό που είδαμε».
Το «πλοίο 17», όπως ονομάζεται -στην περιοχή έχουν βρεθεί 74 αρχαία ναυάγια- μελέτησε ο ωκεανολόγος-αιγυπτιολόγος, Αλεξάντερ Μπέλοφ, από το Κέντρο Αιγυπτιακών Μελετών της Ρωσικής Ακαδημίας Επιστημών. Ο Μπέλοφ αναφέρει πως το ποταμόπλοιο αυτό ανήκε σε μια ομάδα 12 παρόμοιων σκαφών, το περιγράφει ως ένα τεράστιο κύτος σε σχήματα ημισέληνου, με χοντρές σανίδες συναρμολογημένες μεταξύ τους και η περιγραφή αυτή είναι πολύ κοντά σε εκείνη του Ηρόδοτου. Ο Μπέλοφ παρατηρεί ωστόσο ότι δεν έχει βρεθεί ούτε το φορτίου του πλοίου, ούτε αντικείμενα που πιθανόν ανήκαν στο πλήρωμα κι αυτό αποτελεί ένα πρόβλημα για τη χρονολόγησή του, -η ραδιοχρονολόγηση το εκτιμά στα μέσα του 5ου π.Χ. αιώνα- παρότι έχει βρεθεί το 70% από το σκαρί.
20 χρόνια ανασκαφών κι ένα αρχαίο ελληνικό νεκροταφείο
Οι θησαυροί που βγαίνουν στην επιφάνεια από τα ερείπια της πόλης αποδεικνύουν την οικονομική της ευρωστία και τις εμπορικές συναλλαγές που είχε με τους Έλληνες. Μάλιστα στη βορειοανατολική είσοδο της πόλης βρέθηκε μεγάλο νεκροταφείο με αρχαίους ελληνικούς τάφους του 4ου π.Χ. αιώνα κι ένα από τα πολύτιμα κτερίσματα αποτελεί μια ολόχρυση μάσκα.
«Αυτή η ανακάλυψη επιβεβαιώνει την παρουσία Ελλήνων εμπόρων που ζούσαν στην πόλη και έχτισαν τα ιερά τους κοντά σε εκείνο, το μεγαλοπρεπές του Άμμωνα», ανέφερε το Υπουργείο Τουρισμού και Αρχαιοτήτων της Αιγύπτου σε σχετική ενημέρωση.
Βρέθηκαν επίσης νομίσματα, κοσμήματα, πάνω από 70 αρχαίες άγκυρες, επιγραφές, αλλά κι ένα γιγάντιο άγαλμα του θεού Χαπί, θεότητας του Νείλου που ήταν συνδεδεμένη με τις πλημμύρες του ποταμού και μάλιστα είναι χαρακτηριστικό πως χρειάστηκαν 2,5 χρόνια για να ανασυρθεί από τον βυθό.
Αρχιτεκτονικά μέλη έχουν ταυτιστεί με έναν μικρό ελληνικό ναό, ενώ έχουν έρθει στο φως κίονες, αγγεία και κεραμική του 4ου π.Χ. αιώνα, πλήθος χάλκινων νομισμάτων της εποχής του Πτολεμαίου Β΄, καθώς επίσης και χρυσά κοσμήματα.
Το ταξίδι στον βυθό της Μεσογείου συνεχίζεται. Παράλληλα, συνεχίζεται και η καταβύθιση στην αρχαία ελληνική και αιγυπτιακή ιστορία και τα όσα βγαίνουν στην επιφάνεια της θάλασσας αποδεικνύουν τους στενούς δεσμούς, εμπορικούς, οικονομικούς, κ.ά., που είχαν Έλληνες και Αιγύπτιοι στην αρχαιότητα.
Πηγή Φωτογραφιών: Υπουργείο Τουρισμού και Αρχαιοτήτων Αιγύπτου, Hilti Foundation. Oι αναπαραστάσεις είναι των Yann Bernard © Franck Goddio / Hilti Foundation.
Μ. Ριτζαλέου
Πηγή: Voria
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου