Στο νοτιοανατολικό άκρο της Αφρικής αντικρίζει κανείς ένα από τα μεγαλύτερα μυστήρια της Μαύρης Ηπείρου, το οποίο ακόμα και σήμερα προβληματίζει τους αρχαιολόγους.
Πρόκειται για τη Μεγάλη Ζιμπάμπουε, για τα παμπάλαια ερείπια δηλαδή μιας άρτια οχυρωμένης πόλης, που δε μοιάζει με τίποτε άλλο σε ολόκληρη την ήπειρο, αλλά και στον κόσμο όλο.
Το τοπίο ολόγυρα είναι έρημο, ένα περιβάλλον ακατοίκητο, με πανύψηλα χορτάρια και κάμποσα δέντρα. Σε ακτίνα εκατοντάδων χιλιομέτρων δεν υπάρχει ούτε ίχνος αρχαίου ή έστω νεότερου πολιτισμού. Και έξαφνα, ανάμεσα στη χλόη, ξεφυτρώνει πάνω σ’ έναν βράχο από γρανίτη, στρογγυλεμένο από τη σμίλη των χιλιετηρίδων, ένα άλσος από πυκνόφυλλες ακακίες με σχήμα ομπρέλας.
Προχωρώντας ανάμεσα στα δέντρα, που δε φαίνονται να φύονται εκεί τυχαία, αλλά σαν να έχει ρυθμίσει τη θέση τους κάποιο ανθρώπινο χέρι, εμφανίζεται ξαφνικά ένα επιβλητικό και ογκωδέστατο λίθινο τείχος, πλαισιωμένο από πανύψηλα δέντρα, όμοια των οποίων δεν υπάρχουν πουθενά αλλού τριγύρω. Λες και έχουν φυτευτεί επίτηδες, για να κρύβουν το μυστηριώδες αυτό γκριζωπό γρανιτένιο τείχος.
Τα θεμέλια του τείχους είναι χτισμένα με ξερολίθι, απουσία συνδετικού υλικού. Παρ’ όλα αυτά, τα αγκωνάρια που το αποτελούν, παραμένουν ατράνταχτα. Έχουν κοπεί με τόση τελειότητα, είναι τόσο άριστα ευθυγραμμισμένα και εφαρμοστά μεταξύ τους, ώστε ούτε ένα λεπτούτσικο χορταράκι δε χωρά ανάμεσά τους.
Δεκάδες χιλιάδες πέτρες, που απαρτίζουν το μυστηριώδες τείχος, έχουν κοπεί κατά τον ίδιο ακριβώς τέλειο τρόπο, πράγμα πολύ δύσκολο να το κατορθώσει κανείς ακόμα και στις μέρες μας, δίχως σύγχρονα εργαλεία κοπής.
Μονάχα σ’ ένα σημείο του υψηλού τείχους ορθώνεται μια είσοδος, η οποία δεν ασφαλίζει με πόρτα. Είναι τόσο στενή, ώστε ένας άνθρωπος θα μπορούσε να φράξει τη δίοδο. Στο εσωτερικό, δεσπόζει μια κατάφυτη μικρή πλατεία, περιστοιχισμένη από πελώρια δέντρα.
Το τείχος σχηματίζει μια συνεχή ελλειψοειδή ζώνη. Στο κέντρο του χώρου υψώνεται ένας συμπαγής κωνικός πύργος. Να χρησίμευε άραγε ο αλλόκοτος εκείνος πύργος ως σύμβολο κάποιας δοξασίας, κάποιας λατρείας; Αλλά ποιων ανθρώπων; Ποιας φυλής; Οι αρχαιολόγοι ακόμα και τώρα το θεωρούν μυστήριο…
Δεκάδες επιστήμονες έχουν επισκεφτεί το μυστηριώδες τούτο αφρικανικό μνημείο του άγνωστου πολιτισμού, αναρριχήθηκαν στα τείχη, από τα οποία ξεκινούσαν διάφορα, εξίσου ψηλά χωρίσματα, που δημιουργούν πολυάριθμες αίθουσες.
Η αρχιτεκτονική αυτού του κτιρίου είναι μοναδική σε ολόκληρο τον κόσμο. Και ακριβώς στο γεγονός αυτό οφείλεται κυρίως η αδυναμία των αρχαιολόγων να καθορίσουν, έστω και περίπου, περί τίνος πρόκειται.
Αλλά και το σχέδιο των τειχών είναι εξαιρετικά αλλόκοτο. Στη βάση, το πλάτος είναι πέντε ολόκληρα μέτρα και όσο προχωρούν προς την κορυφή, στενεύουν αρμονικά και φτάνουν το μισό μέτρο. Διακοσμούνται προς την κορυφή με περίεργα διαζώματα επί της εξωτερικής πρόσοψης. Πάνω στα τείχη εγείρονται πολεμικά εμβλήματα και στύλοι.
Το παράξενο αυτό θέαμα δημιουργεί μια ισοδύναμα παράξενη εντύπωση στον θεατή, εμπνέοντας το δέος του μυστηρίου. Η εκπληκτική στερεότητα του τείχους έχει καταφέρει να αντισταθεί σε κάθε φυσική ή τεχνητή αντιξοότητα μέσα στην πάροδο των αιώνων. Η τελειότητα της κοπής των λίθων είναι ο βασικότερος συντελεστής της αντοχής τους.
Αλλά, η παραξενιά του μυστηριώδους αυτού έργου δε σταματάει εδώ. Απέναντι από ένα τμήμα του τείχους ανηφορίζει ένα δεύτερο πανύψηλο επίσης τείχος, το οποίο είναι τόσο κοντά στο πρωταρχικό, ώστε για να περάσει ένας άνθρωπος ανάμεσά τους θα δυσκολευτεί πολύ.
Να χρησίμευε ως κάποιο έσχατο καταφύγιο άμυνας ή ως κρύπτη λίγων μόλις ατόμων; Αλλά, άμυνας εναντίον ποιων; Εκεί γύρω, σε μεγάλη ακτίνα πολλών εκατοντάδων χιλιομέτρων, δε φαίνεται να υπήρξε ποτέ άλλη κοινωνία ανθρώπων. Να ήταν άραγε άδυτο ιερέων, μέσα στο οποίο θα ασκούσαν τις τελετές τους;
Οι αρχαιολόγοι αδυνατούν να καταλήξουν σε κάποιο εύλογο συμπέρασμα, καθώς δεν έχει απαντηθεί πουθενά παρόμοιο ανθρώπινο κατασκεύασμα. Απλώς, υποθέτουν και εικάζουν. Από τους υπολογισμούς των μηχανικών εξήχθη το πόρισμα ότι το βάρος του γρανίτη που χρησιμοποιήθηκε για τη Μεγάλη Ζιμπάμπουε, όπως αποκαλείται το αινιγματικό οικοδόμημα, υπερβαίνει τους εκατό χιλιάδες τόνους.
Επομένως, μια τόσο τεράστια ποσότητα υλικού θα έπρεπε να είχε εξορυχθεί από κάποιο λατομείο εκεί κοντά, αλλά τέτοια ίχνη, παρά τις υπερπροσπάθειες των επιστημόνων, δε βρέθηκαν πουθενά. Άρα, ο γρανίτης θα είχε μεταφερθεί από πολύ μακριά. Τότε, πόσες χιλιάδες δούλων θα εργάστηκαν κοπιωδώς για να τον μεταφέρουν; Στρατιές ολάκερες;
Πλάι στο τείχος ξεπροβάλλει ένας καθηλωτικός ελλειψοειδής ναός, μα οι ειδικοί ούτε που υποψιάζονται σε ποια θεότητα ήταν αφιερωμένος.
Από την άλλη, έξω από το τείχος υπάρχει μια μικρή κοιλάδα, διάσπαρτη με άφθονα χαμηλά ερείπια. Στον μυχό της κοιλάδας αυτής, μια πολύ στενή σκάλα με εξόχως στενά σκαλοπάτια οδηγεί προς το διάσελο των δύο λόφων, που σχηματίζουν την ευρύτερη κοιλάδα. Αλλά και στην κορυφή των λόφων συναντά κανείς ερείπια.
Προφανώς, πρόκειται για ένα είδος ακρόπολης, διατηρημένης σε δύο τμήματα, το ένα πάνω στον ένα λόφο και το άλλο στον δίπλα λόφο. Μεταξύ των δύο τμημάτων φιγουράρει ένας στενός δαιδαλώδης λιθόστρωτος δρομίσκος, που οδηγεί ανάμεσα στα δύο τείχη, όπου μόνο ένας άνθρωπος μπορεί να τον διαβεί.
Από οχυρωματικής άποψης, το συγκρότημα φαντάζει άρτιο. Πολλά δαιδαλώδη ακόμα μονοπάτια καταλήγουν ή σε απότομους γκρεμούς ή σε πανοραμικούς εξώστες ή και σε αδιέξοδα, μπλοκαρισμένα από γρανιτένιους ογκόλιθους, αυγατίζοντας ακόμα περισσότερο το μυστήριο.
Μέσα σε αυτούς τους λόφους έχουν ανοιχθεί λαβυρινθώδη υπόγεια σπήλαια. Τα καταπληκτικό είναι ότι μέσα στα σπήλαια βρέθηκαν, εκτός από αρκετά ελάσματα χρυσού και διάφορα άλλα αντικείμενα, άφθονα θραύσματα σπασμένων αγγείων. Μερικά από αυτά συναρμολογήθηκαν από τους ειδικούς και επέφεραν ακόμη μεγαλύτερη σύγχυση ιδεών. Ήταν κινεζικής και αιγυπτιακής τέχνης και μάλιστα εποχής κατά την οποία η Αίγυπτος και η Κίνα δεν είχαν καμία επικοινωνία μεταξύ τους.
Άλλωστε, η Μεγάλη Ζιμπάμπουε, που βρίσκεται χτισμένη στα νοτιοανατολικά της Δημοκρατίας της Ζιμπάμπουε, στο νότιο άκρο της Αφρικής, απέχει πάρα πολύ και από την Αίγυπτο και από την Κίνα.
Η μυστηριώδης αυτή οχυρωμένη πόλη με τα παράδοξα κτίσματα, είναι άγνωστο το πότε χτίστηκε. Είναι πιθανόν να άκμασε πριν από περίπου χίλια χρόνια, αλλά δεν είναι απίθανο να άκμασε και πριν από τρεις χιλιάδες χρόνια.
Από τότε που τυχαίως ανακάλυψε τα χαμένα μέσα στη βλάστηση ερείπιά της ο κυνηγός και εξερευνητής Adam Render, το 1867, πολλοί ειδικοί κατέφτασαν εκεί, για να τη μελετήσουν και να δώσουν απαντήσεις στους γρίφους της. Αλλά δεν κατόρθωσαν να προσδιορίσουν ούτε καν την ηλικία της.
Το 1871, ο Γερμανός εξερευνητής Karl Mauch υπέθεσε ότι εκεί βρίσκονταν τα μυθικά μεταλλεία του Βασιλιά Σολομώντα. Πράγματι, μέσα στα σπήλαια της Μεγάλης Ζιμπάμπουε ανακαλύφθηκαν εξαντλημένες μεταλλοφόρες φλέβες. Φυσικά, από τις κοιλάδες της πρώην Ροδεσίας και σημερινής Ζιμπάμπουε μέχρι τις κοιλάδες της Ιερουσαλήμ, η απόσταση είναι δυσθεώρητη.
Ο Άραβας γεωγράφος Αλ Μασουντί, γύρω στα 950 μ.Χ., μιλώντας για την ανατολική ακτή της Νοτίου Αφρικής, έγραφε:
«Η χώρα εκείνη παράγει αστείρευτο χρυσάφι και άλλα θαυμάσια πράγματα».
Πεντακόσια χρόνια αργότερα, κατά το διάστημα της δημιουργίας ενός θαλάσσιου κράτους, πρωτοφανούς στην Ιστορία του κόσμου, οι Πορτογάλοι εξερευνητές άρχισαν να κάνουν λόγο για ερείπια εκθαμβωτικά στη Μαύρη Ήπειρο και να αναμιγνύουν τις διηγήσεις τους με θρύλους των ιθαγενών για το βασίλειο κάποιου Μονομοτάπα.
Αυτός ο βασιλιάς, λοιπόν, ήταν άραγε ένα υπαρκτό πρόσωπο; Και η φυλή των Μπαντού, που κατοικούσαν τη Ζιμπάμπουε, είναι δυνατόν να έφτασε ποτέ, έστω και σε μια μεμονωμένη περιοχή, σε σημείο πολιτισμού τόσο υψηλό, ώστε να κληροδοτήσει στις επόμενες γενιές αυτά τα παράδοξα κτιστά μνημεία;
Αν, πράγματι, τα ερείπια της Μεγάλης Ζιμπάμπουε οφείλονταν στους Μπαντού, είναι ανεξήγητο πως δεν κράτησαν καμιά σχετική ανάμνηση μέσω των θρύλων και των παραδόσεών τους. Δε θα πρέπει να ξεχνάμε πως η αντοχή των προφορικών παραδόσεων είναι ανθεκτικότερη από τον γραπτό λόγο και δε σβήνονται με την πάροδο λίγων μόλις αιώνων. Ένα σπουδαίο έργο και μια σπουδαία φυλή δε λησμονούνται μέσα σε χίλια χρόνια.
Κάποιος γέροντας ιθαγενής είχε πει σε μερικούς Ευρωπαίους εξερευνητές:
«Πέρασαν πολλά φεγγάρια από τότε που μια λευκή φυλή ήρθε και εγκαταστάθηκε εδώ κοντά και έκτισε ναούς και σπίτια. Μα, κάποια μέρα, ένα τρανό δυστύχημα έπληξε τους ωχρούς ανθρώπους κι έφυγαν, όπως θα φύγουν και οι σημερινοί λευκοί».
Οι «ωχροί» άνθρωποι της λευκής εκείνης φυλής μπορεί να ήταν Φοίνικες, Καρχηδόνιοι, Πέρσες, Σαββαίοι, Έλληνες, Ινδοί ή Κινέζοι. Κάθε υπόθεση είναι δυνατή. Αλλά καμιά δε λύνει ακόμα το μυστήριο της Μεγάλης Ζιμπάμπουε για τους αρχαιολόγους.
Η είδηση δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Η ΒΡΑΔΥΝΗ», στις 05/02/1934…
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου