του Δημητριου Σαββιδη, Συγγραφέα - Ερευνητή
Η παρούσα εργασία προτείνει ότι οι ομοιότητες των διαφορων αρχιτεκτονικών δομών μεταξύ του τύμβου Καστά και των Ρωμαϊκών Μαυσωλείων θα μπορούσαν να οφείλονται σε μια κοινή πολιτιστική και σχεδιαστική κληρονομιά, που εκτείνεται από τον ελληνιστικό κόσμο έως τη μετέπειτα Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία.
Μια προσεκτική ανάγνωση αυτών των ομοιοτήτων θα μπορούσε να καταδείξει ότι εφόσον σχεδιαστικό πρότυπο των Ρωμαϊκών Μαυσωλείων είναι το ταφικο Ιερό του Μεγάλου Αλέξανδρου στην Αλεξανδρεια, και εφόσον το Μνημειο στον τυμβο Καστά είναι παλαιότερο από το Σήμα του Μεγαλέξανδρου στην Αλεξάνδρεια, τότε και το πρότυπο του Σήματος του Μεγάλου Αλεξάνδρου θα μπορούσε να αναζητηθει στις σχεδιαστικές γραμμες του Μνημείου στον Τύμβο Καστά στην Αμφίπολη.
Συγκεκριμένα, οι ομοιότητες που προτείνονται μεταξύ του τάφου του Μεγάλου Αλεξάνδρου, των Ρωμαϊκών Μαυσωλείων και του μνημείου Καστά, θα μπορουσαν να συνοψιστουν σε τρείς κατηγορίες επιχειρημάτων:
1. Γεωμετρία - Τυπολογία - Αρχιτεκτονική
2. Πολιτισμικά παράλληλα
3. Αστρονομικά φαινόμενα
Ας δούμε αναλυτικά την κάθε μια κατηγορία:
1. Γεωμετρία - Τυπολογία - Αρχιτεκτονική:
Όπως προτείνει ο Savvides (2023), τόσο το Μνημείο στον Καστά όσο και τα ρωμαϊκά μαυσωλεία μοιράζονται σημαντικές ομοιότητες επι του εννοιολογικού σχεδιασμού τους, ιδίως στη χρήση ίδιων γεωμετρικών αρχών. Οι αρχές αυτές περιλαμβάνουν το ad-quadratum και την οκτατομή (octature). Ο σχεδιασμός του Μνημείου Καστά είναι ενδεχομένως η παλαιότερη σωζόμενη απόδειξη μιας τέτοιας σχεδιαστικής προσέγγισης που θα μπορούσε να μοιράζεται ένα κοινό πρωτότυπο με τα ρωμαϊκά μαυσωλεία (Σαββίδης 2021). Η γεωμετρία και οι αναλογίες που χρησιμοποιήθηκαν στο σχεδιασμό αυτών των μνημείων βρισκονται επι κοινής συνισταμένης.
Στο μνημείο Καστά, η έννοια του διπλασιασμού του εμβαδού ενός τετραγώνου αποτελεί θεμελιώδη αρχή σχεδιασμού, μια τεχνική που χρονολογείται από την αρχαία Βαβυλωνιακή εποχή και συναντάται τόσο στην ελληνική όσο και εκτεταμένα στη ρωμαϊκή αρχιτεκτονική (Rocco Leonardis 2016- Lothar Haselberger 1985).
Επιπλέον, η σύνδεση μεταξύ των αρχιτεκτονικών σχεδίων των ρωμαϊκών μαυσωλείων και των μακεδονικών τάφων, συμπεριλαμβανομένου του μνημείου Καστά, έγκειται στις κοινές δομικές και τυπολογικές ομοιότητές τους. Η σύνδεση αυτή παρατηρείται μέσω της προσεκτικής ανάλυσης των μορφολογικών, δομικών και συμβολικών πτυχών τους. Κατ' αρχάς, και οι δύο τύποι τάφων διαθέτουν έναν ταφικό θάλαμο, που συνήθως βρίσκεται υπόγεια, ο οποίος επιστέφεται από ένα ύψωμα-τυμβο. Αυτός ο τύμβος, είναι μια χωμάτινη ή πέτρινη κατασκευή που καλύπτει τον ταφικό θάλαμο, προσδίδοντας μια οπτικά εντυπωσιακή μνημειακότητα στον τάφο. Βέβαια αυτό το συγκεκριμένο σχεδιαστικό χαρακτηριστικό κυριαρχεί σε πολλές ταφικές κατασκευές του αρχαίου κόσμου, από τους τύμβους της Ευρώπης της Εποχής του Χαλκού έως τις πυραμίδες της Αιγύπτου. Η χρήση του όμως τόσο στους μακεδονικά όσο και στους ρωμαϊκά ταφικά Μνημεία υποδεικνύει ένα κοινό νήμα αρχιτεκτονικής έκφρασης, την επιθυμία να παραμείνει στη Μνήμη και αλώβητο στο χρόνο ο τόπος τελικής ανάπαυσης και να αποκτήσει μια απτή, φυσική παρουσία στο τοπίο (Wilson Jones, 1989- Fletcher, 2019).
Στην κορυφή του τύμβου, τόσο οι ρωμαϊκοί όσο και οι μακεδονικοί τάφοι διέθεταν συχνά κάποια μορφή μνημείου. Αυτό μπορούσε να πάρει διάφορες μορφές, από μια απλή πέτρα-ορόσημο μέχρι μια περίτεχνη αρχιτεκτονική δημιουργία. Η λειτουργία αυτών των κατασκευών ήταν τόσο να δηλώνουν την παρουσία της ταφής όσο και να τιμούν τον νεκρό. Το μνημείο λειτουργούσε ως σημείο εστίασης της μνήμης και του σεβασμού, συμβάλλοντας στον μνημειακό σκοπό του τάφου (Wilson Jones, 1989- Fletcher, 2019). Ο περίβολος πάνω στην οποία στηριζόταν και περικλείονταν ο τύμβος είναι ένα άλλο κοινό χαρακτηριστικό μεταξύ αυτών των τύπων τάφων. Βοηθούσε στην οπτική ανύψωση του τύμβου και του μνημείου, ενισχύοντας το επιβλητικό τους αποτέλεσμα. Επιπλέον, η βάση μπορούσε να εξυπηρετεί και πρακτικούς σκοπούς, βοηθώντας στη σταθερότητα της κατασκευής και παρέχοντας ένα επιπλέον στρώμα προστασίας για τον ταφικό θάλαμο (Savvides, 2021- Wilson, 2022). Τα προαναφερθέντα χαρακτηριστικά παρέχουν μια δομική τυπολογία που μοιράζονται τα ρωμαϊκά μαυσωλεία με τους μακεδονικούς τάφους. Αξίζει να σημειωθεί, ωστόσο, ότι ενώ υπάρχουν σαφείς ομοιότητες, τα χαρακτηριστικά αυτά δεν καθορίζουν όλες τις κατασκευές που εντάσσονται σε αυτές τις κατηγορίες. Υπάρχει μεγάλη ποικιλία εντός της κάθε αρχιτεκτονικής παράδοσης, η οποία αντανακλά τις περιφερειακές και χρονολογικές διαφορές, καθώς και τις συγκεκριμένες επιθυμίες και την ιδιότητα των ατόμων που μνημονεύονται.
Περαιτέρω υποστήριξη για την αρχιτεκτονική σύνδεση μεταξύ των ρωμαϊκών μαυσωλείων και των μακεδονικών τάφων προέρχεται από επιστημονικές εργασίες, οι οποίες υποδηλώνουν την πιθανή επιρροή των μακεδονικών τάφων στη ρωμαϊκή αρχιτεκτονική των μαυσωλείων. Οι Reeder (1992) και Gerding (2002:82) προτείνουν ότι η τυπολογία των ρωμαϊκών μαυσωλείων θα μπορούσε να έχει επηρεαστεί σημαντικά από τα σχέδια των μακεδονικών τάφων και ιδιαιτέρως από το Σήμα του Μεγάλου Αλεξάνδρου στην Αλεξάνδρεια. Η ιδέα αυτή θέτει μια μορφή αρχιτεκτονικής μεταφοράς από την ελληνιστική Ανατολή στη Ρώμη, αντανακλώντας τις ευρύτερες πολιτιστικές αλληλεπιδράσεις μεταξύ της Ρωμαϊκής Δημοκρατίας/Αυτοκρατορίας και του ελληνιστικού κόσμου. Ωστόσο, ενώ αυτές οι δομικές και τυπολογικές ομοιότητες είναι εμφανείς, η ακριβής φύση της σχέσης μεταξύ των ρωμαϊκών μαυσωλείων και των μακεδονικών τάφων, καθώς και ο βαθμός στον οποίο η μία παράδοση επηρέασε την άλλη, παραμένει ένα θέμα συνεχιζόμενης επιστημονικής συζήτησης. Τελικά, οι αρχιτεκτονικές συνδέσεις μεταξύ αυτών των τύπων τάφων απεικονίζουν τις κοινές πολιτιστικές και συμβολικές ιδέες του αρχαίου κόσμου σχετικά με τον θάνατο, την ανάμνηση και τη μετά θάνατον ζωή.
2. Πολιτισμικές ομοιότητες, επιδράσεις και Ρωμαϊκή Αλεξανδρολατρεία:
Οι μελετητές έχουν προτείνει ότι οι αρχιτεκτονικές ρίζες των ρωμαϊκών μαυσωλείων μπορούν να αναχθούν στην αρχιτεκτονικη των μακεδονικων ταφων, και ειδικοτερα σε πιθανή επιρροή από τον τάφο του Μεγάλου Αλεξάνδρου και από το Φιλίππειο στην Ολυμπία (Reeder 1992, Gerding 2002). Ο Μέγας Αλέξανδρος αποτελουσε αντικειμενο ιδιαίτερου θαυμασμου από τους Ρωμαίους αυτοκράτορες, οι οποίοι συχνά προσπαθούσαν να μιμηθούν τόσο αυτόν όσο και τις επιτυχημένες στρατιωτικές και κυβερνητικές στρατηγικές του. Η χαρισματική ηγεσία του και οι κατακτήσεις του τον κατέστησαν μορφή γοητείας και πρότυπο μίμησης.
Ο πρώτος Ρωμαίος αυτοκράτορας, Ιούλιος Καίσαρας, έκλαψε όταν επισκέφθηκε ένα άγαλμα του Αλεξάνδρου, θρηνώντας ότι είχε επιτύχει τόσο λίγα στην ίδια ηλικία που ο Αλέξανδρος είχε κατακτήσει τον κόσμο (Πλούταρχος, 75CE). Ο Καίσαρας υιοθέτησε στη συνέχεια πτυχές της στρατιωτικής τακτικής του Αλεξάνδρου και διαμόρφωσε τη δική του αυτοπροβολή με βάση τη λατρεία της προσωπικότητας που περιέβαλλε τον Αλέξανδρο. Ο Αύγουστος, ο δεύτερος Ρωμαίος αυτοκράτορας, λέγεται ότι τοποθέτησε ένα άγαλμα του Αλεξάνδρου στα ιδιαίτερα διαμερίσματά του και πήρε ένα κράνος από δέρμα λιονταριού, που λέγεται ότι ήταν του Αλεξάνδρου, ως πολεμικό τρόπαιο (Σουητώνιος, 121 π.Χ.). Αυτές οι ενέργειες σηματοδοτούσαν τον θαυμασμό του και την επιθυμία του να συνδεθεί με την κληρονομιά του Αλεξάνδρου για την κατάκτηση και την ηγεμονία.
Οι επόμενοι αυτοκράτορες επίσης θεοποίησαν τον Μέγα Αλέξανδρο. Για παράδειγμα, ο Καρακάλλας αυτοχαρακτηρίστηκε ως ο "Νέος Αλέξανδρος" και ξεκίνησε εκστρατεία κατά των Πάρθων σε μια προσπάθεια να αναπαράγει τις ανατολικές κατακτήσεις του Αλεξάνδρου (Dio Cassius, 229CE). Επιπλέον, ο Μέγας Αλέξανδρος χρησιμοποιήθηκε συχνά ως λυδία λίθος της αυτοκρατορικής προπαγάνδας. Οι εικόνες και οι συμβολισμοί του επικαλούνταν σε προσωπογραφίες, γλυπτά και νομίσματα για να νομιμοποιήσουν και να ενισχύσουν το κύρος των Ρωμαίων ηγεμόνων (Bosworth, 1988). Συμπερασματικά, ο θαυμασμός των Ρωμαίων αυτοκρατόρων για τον Μέγα Αλέξανδρο ήταν βαθύς και αντανακλούσε στο στυλ διακυβέρνησης, στις στρατιωτικές τακτικές και στην αυτοκρατορική προπαγάνδα. Το μοντέλο χαρισματικής ηγεσίας και εδαφικής επέκτασης του Αλεξάνδρου επηρέασε σημαντικά τις ενέργειες πολλών Ρωμαίων αυτοκρατόρων.
Η ώσμωση που προκλήθηκε στην Ρώμη από τους χιλιάδες ευγενείς ομήρους που μεταφέρθηκαν από την Πέλλα στην Ρώμη μετά την ήττα του τελευταίου Μακεδόνα αυτοκράτορα Περσέα από τους Ρωμαίους, σίγουρα συνετέλεσε μακροχρόνια σε μια σημαντική επιρροή της Ρωμαικής σκέψης από τον Ελληνικό πολιτισμό. Για παράδειγμα, η βιβλιοθήκη του Περσέα στην Πέλλα, η οποία πιθανώς περιείχε τα βιβλία που χρησιμοποίησε ο Μέγας Αλέξανδρος (τα οποία είχε φέρει πίσω ο Φίλιππος του Αριδαίου κι αναδιοργανώθηκε και εμπλουτίστηκε από τον Αντίγονο Γονατά, μαθητή του στωικού φιλοσόφου Ζήνωνα, άνθρωπο της ποίησης και των γραμμάτων, ο οποίος είχε συγκεντρώσει στην Πέλλα πολλούς φιλοσόφους, λόγιους και ποιητές όπως ο Περσέας, ο Βίων, ο Άρατος, ο Ανταγόρας, ο Αλέξανδρος Αιτωλός) λεηλατήθηκε από τους Ρωμαίους και μεταφέρθηκε στην οικογένεια του Σκιπίωνα τώρα και στη διοίκηση του νεότερου Σκιπίωνα Αφρικανού, ο οποίος είχε μεγάλη αγάπη για τα γράμματα και τη λογοτεχνία. Τέτοιες περιπτώσεις δείχνουν ότι η ελληνική παιδεία έδωσε σίγουρα μεγάλη ώθηση στη μελέτη και την καλλιέργεια της λογοτεχνίας, της φιλοσοφίας, της παιδείας και της επιστήμης γενικότερα αλλά και στην άνοδο του πνευματικού επιπέδου των Ρωμαίων μέσω της αφομοίωσης της ελληνικής σκέψης και του ελληνικού πολιτισμού.
3. Αστρονομικές ευθυγραμμίσεις:
Ένα άλλο κοινό χαρακτηριστικό μεταξύ των ρωμαϊκών και των μακεδονικών μνημείων είναι η ευθυγράμμισή τους με ουράνια φαινόμενα. Στην περίπτωση του μνημείου Καστά, κατά τη διάρκεια του χειμερινού ηλιοστασίου, το φως του ήλιου περνά μέσα από συγκεκριμένα σημεία του μνημείου, υποδηλώνοντας έναν σκόπιμο σχεδιασμό για την ευθυγράμμιση με αυτό το ουράνιο γεγονός (Lefantzis 2020- González-García et al. 2019- Hannah 2019, Savvides, 2023).
Στην αρχιτεκτονική της αρχαίας Ρώμης, τα ουράνια φαινόμενα και οι ευθυγραμμίσεις έπαιζαν σημαντικό ρόλο στον σχεδιασμό και τον προσανατολισμό των κτιρίων. Αυτή η πρακτική σχεδιασμού ήταν, εν μέρει, αντανάκλαση των θρησκευτικών πεποιθήσεων των Ρωμαίων, των κοσμολογικών απόψεων και της ευρύτερης πολιτισμικής γοητείας που ασκούσαν τα ουράνια γεγονότα. Αρχικά, είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι η ενσωμάτωση των ουράνιων ευθυγραμμίσεων στην αρχιτεκτονική είναι μια πρακτική που εκτείνεται πολύ πέρα από τη Ρώμη. Το φαινόμενο της ενσωμάτωσης της αστρονομικής γνώσης στον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό συναντάται σε διάφορους αρχαίους πολιτισμούς, με δομές όπως το Στόουνχεντζ στην Αγγλία και οι πυραμίδες της Αιγύπτου να αποτελούν κορυφαία παραδείγματα.
Οι Ρωμαίοι, κληρονομώντας μια πλούσια παράδοση σχεδιασμού ναών από τους Έλληνες, υιοθέτησαν επίσης την πρακτική της ουράνιας ευθυγράμμισης στην αρχιτεκτονική τους. Ένα από τα πιο γνωστά παραδείγματα είναι το Πάνθεον στη Ρώμη, το οποίο έχει σαφή προσανατολισμό προς τον ήλιο. Κατά τις εαρινές και φθινοπωρινές ισημερίες, το φως του ήλιου που εισέρχεται μέσα από τον οφθαλμό φωτίζει την είσοδο του Πανθέου, δημιουργώντας ένα θέαμα που προκαλεί δέος. Επιπλέον, οι Ρωμαίοι ήταν γνωστοί για τα ηλιακά τους ρολόγια, πολλά από τα οποία ήταν ενσωματωμένα σε αρχιτεκτονικές κατασκευές. Ο Πύργος των Ανέμων στην Αθήνα, αν και είναι μια ελληνιστική κατασκευή (η πρωτη γνωστη με εξολοκληρου οκταγωνικη αρχιτεκτονικη) είχε μεγάλο θαυμασμό και επιρροή μεταξύ των Ρωμαίων. Ήταν ένα horologium (ωρολόγιο) και μπορούσε να παρακολουθεί την πορεία του ήλιου, της σελήνης και των άστρων, ενώ περιλάμβανε ένα ηλιακό ρολόι και ένα υδάτινο ρολόι.
Η ενσωμάτωση των ουράνιων φαινομένων στην αρχιτεκτονική πιθανότατα οφειλόταν σε ένα μείγμα πρακτικών, συμβολικών και θρησκευτικών κινήτρων. Σε πρακτικό επίπεδο, η ευθυγράμμιση με τον ήλιο θα μπορούσε να βοηθήσει στη βελτιστοποίηση του φυσικού φωτισμού και της ρύθμισης της θερμοκρασίας. Σε συμβολικό επίπεδο, τέτοιες ευθυγραμμίσεις θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για να τονιστούν σημαντικές στιγμές του ηλιακού έτους, ευθυγραμμιζόμενες με γιορτές ή σημαντικές ημερομηνίες. Από θρησκευτική άποψη, ο ήλιος και άλλα ουράνια σώματα θεωρούνταν θεϊκές ή ημι-θεϊκές οντότητες και η ευθυγράμμιση των κτιρίων με τις κινήσεις τους θα μπορούσε να είναι μια μορφή σεβασμού ή ένας τρόπος για να αξιοποιηθεί η αντιληπτή δύναμή τους. Ωστόσο, ενώ η αρχιτεκτονική ευθυγράμμιση των Ρωμαίων με τα ουράνια φαινόμενα είναι καλά τεκμηριωμένη, η κατανόηση της ακριβούς σημασίας της και των κινήτρων που την διέπουν παραμένει αντικείμενο συνεχιζόμενης έρευνας. Υπάρχει μεγάλη ποικιλία στον τρόπο ευθυγράμμισης των κτιρίων και στον βαθμό στον οποίο ενσωματώνουν ουράνια φαινόμενα, γεγονός που υποδηλώνει ότι πιθανότατα έπαιζαν πολλοί διαφορετικοί παράγοντες, οι οποίοι διέφεραν από κτίριο σε κτίριο και από εποχή σε εποχή.
Η ιδέα ότι το Μνημείο στον Τύμβο Καστά, τα ρωμαϊκά μαυσωλεία και ενδεχομένως ο τάφος του Μεγάλου Αλεξάνδρου μοιράζονται έναν κοινό εννοιολογικό σχεδιασμό είναι ένας σημαντικός τομέας έρευνας, ο οποίος θα μπορούσε να προσφέρει νέες γνώσεις σχετικά με τη συνέχεια και τη μεταμόρφωση των αρχιτεκτονικών εννοιών και σχεδίων σε διάφορους πολιτισμούς και με την πάροδο του χρόνου (Reeder 1992, Gerding 2002).
Πάντως σε κάθε περίπτωση όταν αντικρύζουμε το Μνημείο στον Τύμβο Καστά καλό είναι να έχουμε κατά νού ότι είναι σαν να αντικρύζουμε το Μνημείο του Μεγαλέξανδρου.
Βιβλιογραφία:
• Fletcher, R. (2019). Geometric Proportions in Measured Plans of the Pantheon of Rome. Nexus Network Journal, 21(2), pp.329-345.
• Gerding, H. (2002). 'The Tomb at Amphipolis'. In: Title of the Book. Publisher, pp. 82.
• González-García, A.C., et al. (2019). Title of the Article. Journal, volume (issue), pp.
• Hannah, R. (2019). The Orchestration of Time in Ancient and Medieval Buildings. Archeoastronomy in the Roman World, pp.37–56.
• Haselberger, L. (1985). 'The Construction Plans for the Temple of Apollo at Didyma'. Scientific American, 253(5), pp. 126–133.
• Leonardis, R. (2016). The Use of Geometry by Ancient Greek Architects. A Companion to Greek Architecture, Chapter 7.
• Lefantzis, M. (2020). BLOD presentation. Retrieved from https:// www. blod. gr/ lectu res/i-arhitektoniki-tou-tymbou-kasta/.
• Reeder, P. (1992). 'The Tomb of Alexander'. Journal, volume (issue), pp. 301-302.
• Savvides, D. (2021). The Conceptual Design of the Octagon at Thessaloniki. Nexus Network Journal, 23, pp.395–432.
Savvides (2023). Some observations on the Geometry of the Kasta onument, Nexus Network Journal.
• Wilson, R. (2022). Title of the Article. Journal, volume (issue), pp.
• Wilson Jones, M. (1989). Principles of Design in Roman Architecture: The Setting Out of Centralised Buildings. Papers of the British School at Rome, 57, pp.106-151.
• Bosworth, A.B. (1988). Conquest and Empire: The Reign of Alexander the Great. Cambridge University Press.
• Dio Cassius. (229CE). Roman History, Book 78.
• Plutarch. (75CE). The Life of Alexander the Great.
• Suetonius. (121CE). The Lives of the Twelve Caesars, Book 2: Augustus.
(Οι εικόνες του τάφου του Μεγάλου Αλεξάνδρου και της Αλεξάνδρειας προέρχονται από την Ubisoft Entertainment SA, 2017).
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου