Amfipoli News: Ο κόσμος του Ομήρου αποτυπωμένος στην ασπίδα του Αχιλλέα

Τρίτη 5 Μαρτίου 2024

Ο κόσμος του Ομήρου αποτυπωμένος στην ασπίδα του Αχιλλέα

 


Άρθουρ Σοπενχάουερ: Ο κόσμος είναι μια δική μου ιδέα. Λούντιβ Βίτγκενστάιν: Ο κόσμος είναι ένα σύνολο γεγονότων, όχι πραγμάτων. Τα όρια του κόσμου μου καθορίζονται από τα όρια της γλώσσας μου. Τα όρια της γλώσσας μου είναι τα όρια του μυαλού μου. Όσα ξέρω είναι αυτά για τα οποία έχω λέξεις. Από τα παραπάνω λόγια του φιλόσοφου Βίτγκενστάιν προκύπτει το μαθηματικό σχήμα: Λέξεις –> έννοιες –>στοχασμός –>κόσμος.

-Οι ομηρικές λέξεις δομούν την ομηρική γλώσσα και αντιστρόφως: Η ομηρική γλώσσα μας δίνει τις θαυμαστές δομικές της λέξεις. Ένα ισόδομο, λιτό, ακριβές σύστημα.

-Η ομηρική γλώσσα μας προσφέρει απλόχερα τις ομηρικές έννοιες και τους στοχασμούς και αντιστρόφως: Οι ομηρικές έννοιες και στοχασμοί μας δίνουν τις ομηρικές λέξεις.

-Οι ομηρικές έννοιες και στοχασμοί κτίζουν τον υπέροχο κόσμο του Ομήρου και αντιστρόφως: Ο ομηρικός κόσμος μας οδηγεί στις έννοιες και στο στοχασμό.

Ο Όμηρος έχει προικιστεί με μοναδικό ταλέντο να αντιλαμβάνεται τον κόσμο: Τον σύμπαντα κόσμο. Το Όλον του κόσμου. Το φανερό και τον αθέατο κόσμο. Τον Ολύμπιο κόσμο των θεών με τα προτερήματα και τις αδυναμίες τους. Τον κόσμο των θνητών ανθρώπων με τις χάρες τους και τα ελαττώματα τους, τη σοφία τους, τη σκέψη τους και τις ιδέες τους, τον κόσμο των φυτών, των ζώων. Τον ουράνιο κόσμο, τον υγρό κόσμο. Τον κάτω κόσμο των νεκρών. Όλους τους κόσμους τους αντιλαμβάνεται ο Όμηρος, τους καταλαβαίνει, τους σκέφτεται και τους εκφράζει με την ομηρική γλώσσα.

Απόσπασμα από τη ραψωδία Σ` της Ιλιάδος, στ. 468 – 616.

Ελεύθερη απόδοση.

Ο Ήφαιστος αμέσως γύρισε στο εργαστήριο και πρόσταξε να ξεκινήσουν να δουλεύουν καμίνια και φυσερά.

Είκοσι φυσερά μαζί άρχισαν να δουλεύουν κι ακόμα είκοσι φωτιές τάιζαν τα καμίνια που ήταν είκοσι κι αυτά στου Ήφαιστου τα χέρια. Τα άψυχα τα σύνεργα σα ζωντανά δουλεύαν στα χέρια τα επιτήδεια του μέγιστου τεχνίτη. Καλάι ρίχνει στη φωτιά, χρυσό, χαλκό κι ασήμι και στα δυο χέρια του κρατά σφυρί και μια λαβίδα. Πλησίασε τ` αμόνι του κι άρχισε να δουλεύει να φτιάξει πρώτα την βαριά, ανίκητη ασπίδα. Τριπλό στεφάνι πέρασε στην περιφέρεια της.

Το τριπλό αυτό μεταλλικό στεφάνι στερέωνε και κρατούσε τα εσωτερικά πέντε στρώματα της ασπίδας και την έκανε ατρύπητη και ανίκητη.

Στην εξωτερική όψη χάραξε πολλές ονομαστές υπέροχες καλλιτεχνικές παραστάσεις.

Ἐν μὲν γαῖαν ἔτευξ', ἐν δ' οὐρανόν, ἐν δὲ θάλασσαν,

ἠέλιόν τ' ἀκάμαντα σελήνην τε πλήθουσαν,

Σ 485ἐν δὲ τὰ τείρεα πάντα, τά τ' οὐρανὸς ἐστεφάνωται,

Πληϊάδας θ' Ὑάδας τε τό τε σθένος Ὠρίωνος

Ἄρκτόν θ', ἣν καὶ Ἄμαξαν ἐπίκλησιν καλέουσιν,

ἥ τ' αὐτοῦ στρέφεται καί τ' Ὠρίωνα δοκεύει,

οἴη δ' ἄμμορός ἐστι λοετρῶν Ὠκεανοῖο.

Βάζει τη γη, τη θάλασσα, βάζει και τα ουράνια,

βάζει τον ήλιο τον λαμπρό, τ' ολόγιομο φεγγάρι,

κι όλα τ' αστέρια τ` ουρανού φωτάκια αναμμένα.

Εδώ είναι ο γίγαντας Ωρίωνας ο μέγας, εδώ αστράφτουν ζωντανά Υάδες και Πλειάδες εδώ φωτίζει λαμπερά η Άρκτος η μεγάλη που την καλούν και Άμαξα και συνεχώς γυρίζει πάντοτε τον Ωρίωνα ασάλευτα κοιτώντας. Η Άμαξα δε βούτηξε στ` Ωκεανού τα βάθη μα πάντα στέκεται εκεί να την θωρεί ο κόσμος. Η μόνη που τ' Ωκεανού το λούσμα δεν γνωρίζει.

Ο καλλιτέχνης θεός Ήφαιστος δημιουργεί δύο πανέμορφες πόλεις πάνω στην ασπίδα. Στην πρώτη πολιτεία δείχνει τις γιορτές του γάμου και πως φεύγουν οι νύφες από τα πατρικά τους με λαμπαδηφορίες, τραγούδια και πέρασμα από πολλούς δρόμους. Οι νέοι στροβιλίζονταν σε όμορφους χορούς ανάμεσα στους μουσικούς που παίζανε αυλούς και φόρμιγγες.

Στις πόρτες, τις εξώπορτες, έστεκαν οι γυναίκες το γάμο να θαυμάσουνε να δουν και να ακούσουν τραγούδια, γέλια και χορούς σ` αυτό τ` ωραίο γλέντι.

Στην ίδια πόλη ο Ήφαιστος ιστόρισε ένα επεισόδιο στην Αγορά της πόλης. Δύο άντρες φιλονικούσαν για ένα πρόστιμο που αφορούσε φόνο. Ο ένας φώναζε δυνατά και ορκιζόταν πως έχει ξεπληρώσει το χρέος του ενώ ο δεύτερος ισχυριζόταν ότι ο πρώτος έλεγε ψέματα και δεν πλήρωσε ποτέ το πρόστιμο. Ζητούσαν και οι δυο κριτή για τους δώσει λύση. Ο κόσμος, στην Αγορά, που παρακολουθούσε την φιλονικία είχε μοιραστεί και άλλοι υπεστήριζαν τον ένα και άλλοι τον άλλο με φωνές. Οι κήρυκες με τα σκήπτρα τους αγωνίζονταν να επιβάλλουν την τάξη. Οι ηλικιωμένοι κριτές ήταν καθισμένοι σε λίθινα εδώλια γύρω από τον κύκλο της δράσης. Οι γέροντες κριτές έπαιρναν το σκήπτρο από τους κήρυκες, το σήκωναν ψηλά και ανακοίνωναν την απόφαση τους για την υπόθεση. Όποιος πρόσφερε τη δικαιότερη κρίση θα αμειβόταν με δυο τάλαντα χρυσάφι που ήταν τοποθετημένα στο κέντρο του κύκλου.

Αυτά ιστορούσε ο Ήφαιστος για την πρώτη πόλη: τον γάμο και την δίκη.

Την άλλη πόλη έζωναν δυο στρατοί τριγύρω που τ` άρματα τους άστραφταν ολόλαμπρα στον ήλιο. Δυο γνώμες είχαν οι στρατοί γι αυτήν την πολιτεία: Να την ισοπεδώσουνε ή να την κατακτήσουν και να μοιράσουν θησαυρούς και λάφυρα στη μέση;

Οι κάτοικοι οπλίζονταν έτοιμοι ν` αντιδράσουν. Γέροι γυναίκες και παιδιά φυλούσαν τα μπεντένια του κάστρου τους του δυνατού που κύκλωνε την πόλη.

Έξω το στράτευμα που ήθελε την πόλη να αλώσει κινούσε μπροστά να στήσει ενέδρα με μπροστάρηδες δυο θεούς: Τον Άρη και την Παλλάδα Αθηνά. Οι θεοί ντυμένοι στα χρυσά θεϊκά τους ρούχα άστραφταν και έλαμπαν θεόρατοι και επιβλητικοί. Φαινόταν και ξεχώριζαν από παντού. Επέλεξαν τον ποταμό με τα γάργαρα νερά για τόπο ενέδρας. Κάθισαν κοντά στο ποτάμι και τα όπλα τους και οι ενδυμασίες τους άστραφταν στον ήλιο. Δυο σκοποί φιλούσαν σε ύψωμα για να δουν πρώτοι τα κοπάδια αρνιών και βοδιών να πηγαίνουν για πότισμα. Πράγματι τα κοπάδια φάνηκαν με δυο βοσκούς χαρούμενους και ξέγνοιαστους που παίζανε φλογέρες.

Πολλοί από το στρατό εισβολής σηκώθηκαν από την ακροποταμιά άρπαξαν τα αρνιά και τα βόδια και σκότωσαν τους βοσκούς. Μέσα στο κάστρο άκουσαν τον θόρυβο, ετοιμάστηκαν, οπλίστηκαν, πήραν τις άμαξες και τα άλογα και βγήκαν. Παρατάχθηκαν απέναντι στους εχθρούς στην ακροποταμιά.

Άρχισε μάχη στη στιγμή με κοφτερά κοντάρια. Η Έριδα κι ο Κυδοιμός, η φοβερή η Μοίρα κι ο Χάρος ο ανέσπλαχνος αίμα ζητούν και παίρνουν.

Χωράφι φιλοτέχνησε τεράστιο στον κάμπο, πλούσιο και νιόσκαφτο γεμάτο με αγρότες που έκαναν δουλειές πολλές που κάνουν στα χωράφια. Ζευγάριζαν και όργωναν, έσπερναν και λαλούσαν τα ζωντανά καματερά που είχαν για βοήθεια. Είχανε κι ένα βοηθό νέο παιδί φαινόταν που με φλασκί τους έδινε γλυκό κρασί να πιούνε. Μαύριζε η γη και έμοιαζε να είναι οργωμένη κι ας ήταν χρυσοσκάλιστη. Αυτό κι αν ήταν θαύμα που έφτιαξε ο Ήφαιστος ο πρώτος καλλιτέχνης.

Σ 550. Έφτιαξε κι ένα αγροτικό μετόχι που τα είχε όλα. Έδειχνε εργάτες να θερίζουν με κοφτερά δρεπάνια, να κάνουν δεμάτια, να τα δένουν και να τα σωριάζουν στη σειρά. Τρεις δεμάτιαζαν και οι νεαροί βοηθοί τους μάζευαν τα δεμάτια. Ο βασιλιάς όρθιος και αμίλητος με το σκήπτρο του επέβλεπε τις αγροτικές εργασίες και έδειχνε πολύ ευχαριστημένος. Κάτω από δρυ οι κήρυκες ετοίμαζαν το γεύμα. Είχαν σφάξει βόδι και έψηναν το κρέας ενώ οι γυναίκες ζύμωναν ψωμιά με άσπρο αλεύρι για όλους τους θεριστές και τους άλλους εργάτες. Μέσα σ` αυτό το ωραίο μετόχι ο Ήφαιστος φιλοτέχνησε ένα αμπέλι σταφύλια φορτωμένο. Τα κλαδιά με τα χρυσά σταφύλια στήριζαν με βέργες διχαλωτές ασημένιες.

Αυλάκι από σμάλτο, με πολύ νερό σχεδίασε στ` αμπέλι που το περιτριγύριζε φράχτης από καλάι. Ένα μονοπάτι οδηγούσε στο αμπέλι τους τρυγητές και τις νεαρές και νεαρούς κουβαλητές που χαρούμενοι μετέφεραν στους ώμους τα μελένια σταφύλια μέσα σε πλεχτά κοφίνια. Ένας νεαρός μουσικός έπαιζε την κιθάρα και τραγουδούσε γλυκά και με λεπτή κυματιστή φωνή το τραγούδι του Λίνου. Όλοι μαζί τραγούδαγαν, χόρευαν και χαιρόταν.

Μια αγέλη βοδιών παράστησε ο Ήφαιστος με ψηλά όρθια κέρατα φτιαγμένα από χρυσό και κασσίτερο. Τα γελάδια μουγκανίζοντας πήγαιναν γρήγορα - γρήγορα για βοσκή στις πρασινάδες της πλούσιας καταπράσινης ακροποταμιάς. Τέσσερις βοσκοί συνόδευαν το κοπάδι φτιαγμένοι από χρυσάφι. Εννιά σκυλιά γοργόποδα φύλαγαν το κοπάδι. Δύο λιοντάρια έδειχνε που πιάσαν ένα ταύρο και πέρα τον τραβούσανε μακριά απ` το κοπάδι. Ο ταύρος μούγκριζε πολύ και τον ακούγαν όλοι. Βοσκοί και σκύλοι τρέχανε τον ταύρο να γλυτώσουν. Δεν πρόλαβαν να σώσουνε το βόδι οι τσομπάνοι που στα σκυλιά φωνάζανε στους λιόντες να ορμήσουν. Όμως οι σκύλοι δίσταζαν κοντά να πλησιάσουν στα δυνατά κι ανίκητα θεριά κοντοσιμώναν και πάλι πίσω γύριζαν γαυγίζοντας με φόβο.

Ο Ήφαιστος ιστόρησε μεγάλο βοσκοτόπι με πλήθος πρόβατα πολλά σε όμορφη λαγκάδα. Μάντρες ζωγράφισε παντού, ξερολιθιές μεγάλες και στάνες έκανε πολλές και όμορφες καλύβες.

Ακόμα καλλιτέχνησε ορχήστρα που χορεύουν κι έμοιαζε σαν του Δαίδαλου τ` ωραίο χοροστάσι που έφτιαξε για την καλή την θεία Αριάδνη στην ξακουσμένη την Κνωσό στα περασμένα χρόνια.

Νέοι εκεί και κοπελιές χορό είχανε στήσει τα χέρια τους κρατούσανε ο ένας με τον άλλο. Λινά φορούσανε οι νιες και τα μαλλιά στολίζαν με λουλουδένια στέφανα. Οι νεαροί φορούσανε αστραφτερούς χιτώνες. Κρεμότανε από αυτούς χρυσά λαμπρά μαχαίρια που αλυσίδες αργυρές τα κράταγαν στο σώμα. Όλοι μαζί χορεύανε με πόδια που πετούσαν.

Σ 600. Χορεύανε αέρινα με ομορφιά και τάξη και θύμιζαν το γύρισμα το απαλό του πλάστη που φτιάχνει τα αγγεία του γυρνώντας τον τροχό του αθόρυβα και ρυθμικά σαν του χορού το βήμα, το σείσμα και το λύγισμα με την περίσσια χάρη. Γύρω τους καμαρώνανε πολλοί την όρχηση τους κι ο θείος ο τραγουδιστής παίζοντας την κιθάρα. Δυο ακροβάτες κάνανε δύσκολες κουλουμούντρες.

Ο ‘Ήφαιστος στο ακραίο στεφάνι της ασπίδας φιλοτέχνησε γύρω – γύρω το τρανό ρέμα του Ωκεανού.

Μετά την ασπίδα ο θεός τεχνουργός – καλλιτέχνης κατασκεύασε τον θώρακα του Αχιλλέα αστραφτερό και αδιάτρητο.

Σ 610 Ακολούθως καταπιάστηκε με το κράνος που όμοιο του δεν υπήρχε στον κόσμο.

‘Ήταν πανώριο, πλουμιστό με φούντα χρυσαφένια.

Στο τέλος κατασκεύασε μεταλλικές κνημίδες .

Με τάξη και με σεβασμό ο μέγιστος τεχνίτης όλα που κατασκεύασε τα έδωσε στην Θέτη στο γιο της τον αγέρωχο Πηλείδη να τα πάει. Αμέσως απ` τον Όλυμπο με τα πολλά τα χιόνια σαηη γερακίνα πέταξε στην Τροία για να πάει να δώσει όλα τ` άρματα στον γιο της Αχιλλέα.

1*. Αρχιτέκτων. Ιστορικός Αρχιτεκτονικής. Ιστορικός Τέχνης.

2*. Στους αγαπημένους μου: Ιωάννα – Μαρίνα, Ειρήνη, Κωνσταντίνο, Χαράλαμπο, Νικόλα.

efsyn.gr

Διαβάστε επίσης:



Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου